Μόλις
χθες έγινε γνωστό εμπιστευτικό τηλεγράφημα των ΗΠΑ , με ημερομηνία 23 Οκτωβρίου
2007, το οποίο υπογράφει ο τότε Επιτετραμένος της Αμερικανικής Πρεσβείας
στην Αθήνα Thomas M. Countryman. Στο τηλεγράφημα γίνεται λόγος για τη διαδοχή
του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, η οποία θα γινόταν από τη στιγμή που δεν
βρέθηκε το μόσχευμα που θα έσωζε τη ζωή του Αρχιεπισκόπου.
Έτσι η πρεσβεία των ΗΠΑ θεωρούσε ότι ο Χριστόδουλος θα
ήταν νεκρός το πολύ μέσα σε 6 μήνες. Στόχος των Αμερικανών ήταν να επέμβουν,
τρόπον τινά, στην εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου, ώστε ο νέος να μην επεμβαίνει
στα εθνικά θέματα και συγκεκριμένα στο όνομα που θα έπρεπε να λάβουν τα Σκόπια.
Για την ακρίβεια στο τηλεγράφημα γράφεται χαρακτηριστικά: « Η διαδικασία επιλογής ενός διαδόχου
κατά πάσα πιθανότητα θα επηρεάσει την συζήτηση θεμάτων πολιτικής, και κυρίως το
Μακεδονικό ζήτημα του ονόματος».
Με αφορμή λοιπόν, τα όσα αναφέρονται στο τηλεγράφημα
θεωρώ ότι αξίζει να παρατεθεί η επιστολή του Χριστόδουλου στους αρχηγούς της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εκκλησιών για την Μακεδονία, που εστάλη στις 17
Νοεμβρίου 2004:
Επιτρέψατέ μου να θέσω υπόψη
σας ένα θέμα, το οποίο αποτελεί ζήτημα υψίστης σπουδαιότητας για την πατρίδα
μου και τον Ελληνισμό όπου γης, αλλά και για την σταθερότητα και την ειρήνευση
της πολύπαθης περιοχής Ν.Α. Ευρώπης: το όνομα του κράτους των Σκοπίων. Το
πρόβλημα της ονοματοθεσίας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας
(εφεξής πΓΔΜ) επανήλθε στην επικαιρότητα μετά την πρόσφατη απόφαση της
κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών να προβεί στην αναγνώριση του κράτους αυτού
με το συνταγματικό του όνομα: «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Η
χρήση του ονόματος «Μακεδονία» από τα Σκόπια είναι κάτι περισσότερο από μια
απλή και αθώα πολιτιστική υπεξαίρεση. Και αυτό γιατί στην περιοχή μας τα όρια του
πολιτιστικού, του πολιτικού και του επεκτατικού είναι αμυδρά. Άλλωστε η
πολιτιστική όψη του Μακεδονικού Ζητήματος είναι η μόνιμη αιτία αναμόχλευσης
παθών, καθόσον πίσω απ’ αυτή φωλιάζει η καχυποψία για εδαφικές αξιώσεις, όταν
το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Οι ενστάσεις και οι
προβληματισμοί τόσο εμού προσωπικώς όσο και όλων των Ελλήνων, σε οιαδήποτε
γωνιά της γης και εάν ευρίσκονται, ως προς τη χρήση του ονόματος «Μακεδονία»
από το κράτος των Σκοπίων, οφείλονται στην παραδοσιακή ανασφάλειά μας εξαιτίας
της κατάληψης από γείτονες, που σφετερίζονται το όνομα «Μακεδονία», μέρους της
Ελληνικής Μακεδονίας και στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, καθώς και στις
συνεχείς επεμβάσεις των εκάστοτε Μεγάλων Δυνάμεων στο χώρο, οι οποίες έχουν
αφήσει ισχυρά κατάλοιπα αμφιβολίας και καχυποψίας.
Οι καχυποψίες και οι
προβληματισμοί μας εντείνονται περισσότερο εάν ληφθεί υπόψη ότι η ιστορία της
Ν.Α. Ευρώπης έχει χρωματιστεί από την καλλιέργεια ακόρεστων μεγαλοϊδεατισμών,
που συχνά οδηγούσαν σε συρράξεις και οι οποίες δεν περιορίζονταν στον εν λόγω
χώρο, γι’ αυτό η περιοχή αυτή έλαβε το προσωνύμιο η «πυριτιδαποθήκη της
Ευρώπης». Βεβαίως οι ελπίδες για την πολύπαθη περιοχή της χερσονήσου
αναπτερώθηκαν μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη, ένα
γεγονός που θεωρήθηκε ως η αυγή μιας νέας εποχής, αλλά δυστυχώς το
κοσμοϊστορικό αυτό γεγονός συνοδεύτηκε από κοινωνικό χάος που υπέθαλψε
εκρηκτικές καταστάσεις. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ήρθαν με θυελλώδη τρόπο στο
προσκήνιο παλιές εθνοφυλετικές βεντέτες και μεγαλοϊδεατικές βλέψεις.
Σε ό,τι αφορά στην πΓΔΜ, ο
μεγαλοϊδεατισμός εμφανίζεται σε δύο επίπεδα – σλαβικό και αλβανικό – γι’ αυτό
και θεωρείται εκρηκτικότερος. Σας επισημαίνω ότι ο πληθυσμός της χώρας αυτής
είναι φυλετικώς ανομοιογενής με δεσπόζον το σλαβικό στοιχείο, με σημαντική
εθνοτική αλβανική μειονότητα και σύμφυρμα άλλων εθνοφυλετικών ομάδων. Οι
Αλβανοί έχουν έντονη εθνική συνείδηση και ισχυρίζονται ότι έλκουν την καταγωγή
τους από τους αρχαίους Ιλλυριούς. Βάσει αυτών των δεδομένων, αντί η σλαβική
πλειοψηφία να καλλιεργήσει ένα ενωτικό συναίσθημα που θα αγκάλιαζε όλο το
πολυφυλετικό πανόραμα της χώρας, προέβη στην καλλιέργεια μιας «μακεδονικής
εθνικής συνείδησης», που αποξενώνει ακόμη περισσότερο τα συστατικά στοιχεία του
κράτους.
Η εμμονή στην ονομασία
«Μακεδονία», όχι ως γεωγραφικό όρο αλλά με έννοια εθνική, επιβαρύνει το ήδη
έντονο αίσθημα της αποξένωσης μεταξύ των πολυπληθών φυλετικών ομάδων στο
εσωτερικό της χώρας αυτής και ενσπείρει αλυτρωτισμούς που κρατούν αμείωτη την
ένταση στην ευρύτερη περιοχή.
Γι’ αυτό, ως Έλληνες, θεωρούμε
πως η αναγνώριση του όμορου με την Ελλάδα κράτους της πΓΔΜ με το εθνωνύμιο
«Μακεδονία» όχι μόνο δεν εξυπηρετεί κανένα βαλκανικό κράτος, αφού ανεβάζει το
θερμόμετρο της έντασης και της καχυποψίας στην περιοχή, αλλά φαίνεται πως
δικαιώνει όλους όσοι κτίζουν την ιστορία τους με κλοπιμαία υλικά και
επιβραβεύει όσους διατηρούν άσβηστη τη σπίθα της αταξίας και της μόνιμης
αστάθειας σε μια κρίσιμη για την Ευρώπη περιοχή και σε μια εποχή αδιάκοπων
εντάσεων.
Η χώρα μου με βαθιά αίσθηση
και επίγνωση της αναγκαιότητας εδραίωσης κλίματος σταθερότητας και ειρήνευσης
στην ευρύτερη περιοχή της Ν.Α. Ευρώπης αγκάλιασε την πΓΔΜ από την πρώτη στιγμή
της ιδρύσεώς της. Υποστήριξε δε και υποστηρίζει ενθέρμως τη διατήρηση της
εδαφικής ακεραιότητας του ευάλωτου αυτού κράτους, γι’ αυτό άλλωστε ενθάρρυνε
κάθε είδους σχέσεις και επαφές μαζί του σε βαθμό που, σήμερα, η οικονομική
συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών να θεωρείται από τα ίδια τα Σκόπια ως η
αξιολογότερη. Ωστόσο, τις εξαιρετικές αυτές σχέσεις επισκιάζει η απροθυμία της
πολιτειακής και πολιτικής σλαβογενούς ηγεσίας των Σκοπίων να συμβάλει στην
εξεύρεση ενός κοινά αποδεκτού ονόματος.
Οι ενστάσεις και οι
προβληματισμοί τόσο εμού προσωπικώς όσο και όλων των Ελλήνων, ως προς την
ονοματοθεσία «Μακεδονία», δεν στηρίζονται σε συναισθηματικές υπερβολές και
άκριτες φοβίες, αλλά σε πραγματικά ερείσματα. Τυχόν καθιέρωση της μονοπώλησης
του ονόματος «Μακεδονία» από τα Σκόπια θα προκαλέσει τεράστια σύγχυση στην
Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό για τους Έλληνες Μακεδόνες – που είναι
πολυαριθμότεροι των Σλαβομακεδόνων -, οι οποίοι χρησιμοποιούν το όνομα με τη
γεωγραφική του έννοια.
Τόσο οι Ελληνομακεδόνες όσο
και ο Ελληνισμός στο σύνολό του πιστεύουμε ακραδάντως ότι το όνομα «Μακεδονία»
αποτελεί κύριο στοιχείο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και συστατικό μέρισμα
της εθνικής μας ιδιοπροσωπίας. Η πίστη μας αυτή δεν είναι αυθαίρετη, καθόσον:
Το ομογενές και ομόγλωσσο των Μακεδόνων με τους λοιπούς Έλληνες επιβεβαιώνεται
με κρυστάλλινο τρόπο στα σωζόμενα έργα πολυάριθμων και εκ των πλέον έγκυρων
κλασικών Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων, ιδίως στις ανεκτίμητες μαρτυρίες του
πατέρα της Ιστορίας Ηροδότου, ενώ τα εντυπωσιακά αρχαιολογικά ευρήματα στη
Βεργίνα και σ’ άλλους χώρους της Ελληνικής Μακεδονίας – Αιανή, Δίο, Σίνδο, κ.α.
– επισφράγισαν κατά τον πιο αυθεντικό τρόπο τις ελληνικές ρίζες της Μακεδονίας.
Η καθιέρωση της ονοματοθεσίας
«Μακεδονία» στο νεότευκτο κράτος της πΓΔΜ, δεν ακυρώνει απλώς κάθε ιστορική
αλήθεια, αλλά ενισχύει τη διαδικασία «μακεδονοποίησης» από ιστορικούς
αναθεωρητές των Σκοπίων, που διεκπεραίωναν εντολές εξωσκοπιανών κέντρων για την
εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων, του τμήματος της Γιουγκοσλαβίας που
προπολεμικά ήταν γνωστό ως «Νότιος Σερβία» ή «Βαρντάρσκα Μπανόβινα».
Συμπράττοντας σ’ αυτή την αυθαίρετη ενέργεια, εκτός των άλλων, δίνονται
εσφαλμένα μηνύματα ως προς την ποιότητα και το είδος του κόσμου που κτίζουμε για
τις επόμενες γενιές.
Είμαι πεπεισμένος πως η
περιστολή της πολιτικής, και δη της διεθνούς πολιτικής, στην ψυχρή και μόνο
εξυπηρέτηση εφήμερων και ιδιοτελών συμφερόντων, αποτελεί βασικό αίτιο της
παγκόσμιας αστάθειας και αταξίας στη μεταδιπολική εποχή που διανύουμε. Ως
οργανικό μέλος ενός ιστορικού λαού, του οποίου οι προτεραιότητες ουδέποτε
υπήρξαν εφήμερες, ούτε καν ιδιοτελείς, και ως εκκλησιαστικός υπηρέτης
μιας θρησκευτικής παράδοσης – της Ορθοδοξίας – που ο Λόγος και το μήνυμά της
εδράζονται στην οικουμενικότητα και τη διαχρονικότητα, επιθυμώ δια της παρούσης
να εκδηλώσω με τον πλέον έντονο τρόπο τα αισθήματα αγωνίας που με διακατέχουν
για τον κόσμο που διαμορφώνουμε με πλήρη απαξία στην αντικειμενικότητα και την
αλήθεια.
*Πηγή: Δημήτριος
Ριζούλης, Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, η παρακαταθήκη, τόμος 1, σ. 101
– 103.
Πηγή: Ελληνικά Χρονικά, ΑΒΕΡΩΦ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου