«Όταν
ο βασιλιάς των Ιουδαίων Ηρώδης πρόσταξε τους μάγους να γυρίσουν πίσω και του
αναφέρουν τα σχετικά με τον βασιλιά που γεννήθηκε, τον οποίο φανέρωνε ο αστέρας
που ακολουθούσαν, προκειμένου τάχα μαζί με εκείνους να τον προσκυνήσει και
αυτός, κι αφού ο άγγελος είπε στους μάγους να μη γυρίσουν στον Ηρώδη αλλά από
άλλη οδό να αναχωρήσουν για τη χώρα τους, κάτι που το έκαναν, είδε λοιπόν ο
Ηρώδης ότι εμπαίχθηκε από αυτούς και οργίστηκε πολύ. Κι αφού ερεύνησε ακριβώς
για τον χρόνο του αστέρος που φάνηκε και έστειλε στρατιώτες, φόνευσε όλα τα
παιδιά στη Βηθλεέμ και στα όριά της, από δύο χρονών και κάτω, γιατί σκέφτηκε
ότι αν φονεύσει όλα τα παιδιά, οπωσδήποτε θα πεθάνει και ο μελλοντικός βασιλιάς
και δεν θα καταστεί απειλή γι’ αυτόν. Ματαίως όμως κόπιασε ο παράφρων, διότι
δεν γνώριζε ότι κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να εμποδίσει τη βουλή του Θεού.
Οπότε στα μεν παιδιά προξένησε τη βασιλεία των Ουρανών, στον δε εαυτό του την
αιώνια κόλαση».
Το
κύριο πρόβλημα που θέτει η σημερινή ημέρα, της μνήμης των σφαγιασθέντων νηπίων
από τον Ηρώδη, είναι η εξώφθαλμη αδικία που διαπράχθηκε τότε, γεγονός που
οδηγεί στο πάντα επίκαιρο και ουδέποτε αποδεκτό από την ανθρώπινη λογική
πρόβλημα της θεοδικίας: γιατί βρέφη και νήπια, πριν καν ξεκινήσουν τη ζωή τους,
την έχασαν και μάλιστα με τέτοιο τραγικό τρόπο; Και πού βρίσκεται η δικαιοσύνη
του Θεού; Δεν είναι εύκολα ερωτήματα. Δεν μπορεί κανείς χρησιμοποιώντας την
ανθρώπινη λογική να δώσει μία πειστική απάντηση. Την πρώτη από πλευράς
θεολογικής αντιμετώπιση του προβλήματος έχουμε ήδη στην Παλαιά Διαθήκη στο
βιβλίο του Ιώβ. Πάσχει ο Ιώβ, ο πιο δίκαιος άνθρωπος της εποχής του, και
μάλιστα με τρόπο που δεν είναι εύκολο να ακούσει κανείς τα πάθια του, χωρίς να
κινδυνεύει να κλονιστεί η ισορροπία του μυαλού του. Το «γιατί μου συμβαίνουν
όλα αυτά, ενώ είμαι δίκαιος άνθρωπος;» φτάνει στα χείλη ακόμη και του ίδιου του
Ιώβ, ο οποίος σε ό,τι του συνέβαινε έλεγε: «Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος μου
τα πήρε. Ας είναι ευλογημένο το όνομά Του».
Η
απάντηση έρχεται τελικά από τον ίδιο τον Θεό, ο Οποίος λέγει στον Ιώβ να μην
πολυεξετάζει το γιατί, αλλά μόνο να έχει εμπιστοσύνη στην αγάπη Του. Η απάντηση
δηλαδή στο πρόβλημα της θεοδικίας δεν υπάρχει στους ανθρώπινους συλλογισμούς και
την ανθρώπινη λογική. Η απάντηση δίνεται στο επίπεδο της πίστεως στον Θεό: έχε
εμπιστοσύνη στην αγάπη μου, έστω κι αν δεν την καταλαβαίνεις. Κι εκεί που
έχουμε την πληρότητα της απαντήσεως είναι στην Καινή με τον ερχομό του Χριστού.
Στο πρόσωπο του Χριστού, του ενσαρκωμένου Θεού, βλέπουμε ότι οι όποιες
δοκιμασίες στη ζωή, οι όποιες θλίψεις, οι όποιες τραγικότητες, συνιστούν δρόμο
ζωής που αν κανείς τα αντιμετωπίσει με πίστη και υπακοή στον Θεό, οδηγούν στη
Βασιλεία του Θεού. Ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός είναι η απάντηση: η ζωή Του
απαρχής μέχρι τέλος είναι ένα πάθος. Το πάθος του Χριστού δεν σχετίζεται μόνον
με τον Σταυρό, αλλά με όλη τη ζωή Του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου