Η Ορθόδοξη πίστη μας και οι αποστάτες, που θέλουν να την
νοθεύσουν
(Φώτης
Κόντογλου, «Μυστικά Άνθη»)
Έχω τη γνώμη πως όποιος παίρνει το
Χριστιανισμό σαν ένα ηθικό σύστημα, τον κατεβάζει στις ανθρώπινες και κοσμικές
σκοπιμότητες, για να τον κάνει πιο βολικόν, επειδή δεν έχει μέσα του τη φωτιά,
που τον κάνει να πετά στον υπερφυσικό κόσμο, που μας αποκάλυψε ο Κύριος κι οι
άγιοί του.
Και γι` αυτό ο τέτοιος άνθρωπος
είναι ψυχρός, ακατάνυκτος και άπιστος στα μεγαλεία του Θεού και ξεπέφτει
σε άδειες γενικότητες και ηθικολογίες.
Εμάς, οι τέτοιοι «φιλελεύθεροι» χριστιανοί, μας λένε μισαλλόδοξους, φανατικούς,
παλιοημερολογίτες. Εκείνοι είναι όλο αγάπη και γι` αυτό ζητάνε, τάχα το
αδέλφωμά μας με τους αιρετικούς, ενώ η αλήθεια είναι πως το θέλουνε για να
γίνουμε ευρωπαϊκοί, μοντέρνοι χριστιανοί. Γι` αυτό ποτέ δε μιλάνε για την ένωσή
μας με τους ετεροδόξους της Ανατολής, που τους περιφρονούμε. Λοιπόν, αυτοί δεν
είναι μισαλλόδοξοι σαν τον άγιο Βασίλειο, σαν τον Αθανάσιο, σαν τον Φώτιο, σαν
τον Συμεών τον νέον Θεολόγο, σαν τον Μάρκο τον Ευγενικό. Μάλιστα, τούτοι οι
νέοι κήρυκες, νοιώθουνε μέσα τους περισσότερη αγάπη κι από το Θεό, που
καταδίκασε τον Εωσφόρο και τον Ιούδα και γι` αυτό μιλάνε με συμπάθεια γι`
αυτούς και για κείνους που παραμορφώσανε τη χριστιανική θρησκεία και την κάνανε
ένα κοσμικό σύστημα. Αυτοί μυρίζουνε από μακριά τη μούχλα, που μυρίζουνε τα
ορθολογιστικά εκτρώματα της χριστιανικής θρησκείας, που φωλιάζουνε στις
παγωμένες και σκοτεινές σπηλιές της Δύσης.
Επήρα δυο γράμματα από κάποιους τέτοιους,
που υποπτεύουμαι πως είναι ξενοφώτιστοι χριστιανοί Έλληνες. Κατά τα συνηθισμένα
τους μιλούνε με γλυκό ύφος. Ο ένας επιστολογράφος βάζει, αντί για υπογραφή τις
λέξεις: «ένας χριστιανός». Φαίνεται πως θα `ναι από κείνους τους Έλληνες, που
δεν τους ικανοποιεί μήτε ο Χρυσόστομος μήτε ο Βασίλειος μήτε ο Αθανάσιος μήτε ο
Δαμασκηνός μήτε όλοι οι Πατέρες, που στερεώσανε την Εκκλησία με τη διδαχή τους
και με την αγιασμένη ζωή τους και γι` αυτό γίνουνται οπαδοί σε μια από τις
ασήμαντες αιρέσεις που ήρθανε απ` έξω, μαζί με τ` άλλα καλά του μοντέρνου πολιτισμού. Κι όπως όλα
αυτά τα αγαθά είναι βολικά και ευκολύνουνε τη ζωή, έτσι κι αυτές οι καινούριες
ερμηνείες της χριστιανικής θρησκείας είναι πολύ βολικές, κι επειδή είναι βολικές,
τραβάνε στα δίχτυα τους όσους μπορούνε να ξεγελάσουνε.
«Τι τα θέλετε όλα αυτά τα περιττά
πράγματα, λένε αυτοί οι καινούριοι απόστολοι, λειτουργίες, μυστήρια, νηστείες,
προσευχές, αγρυπνίες, παπάδες, μνημόσυνα, Παναγίες, αγίους, θαύματα και τ`
άλλα; Αυτά τα κάνανε οι άνθρωποι και νοθέψανε τη διδασκαλία του Χριστού. Πάρε
το Ευαγγέλιο, διάβασέ το και νοιώσε το κατά το κέφι σου, βαλ` το πάλι στην
τσέπη σου ή στο ράφι, όπως βάζεις το ρομάντζο που διαβάζεις, πες κι ένα
τραγουδάκι και τελείωσε. Ο Θεός όλους θα τους συγχωρέσει. Έτσι κι εσύ, δεν
είναι ανάγκη μήτε να τον παρακαλέσεις με δάκρυα μήτε να νηστεύσεις μήτε να`
χεις τον φόβο του, νοιώθοντας πως είσαι αμαρτωλός. Μη σε νοιάζει! Ό,τι και να
κάνεις απ` αυτά που τα λένε αμαρτίες οι φανατικοί ορθόδοξοι, όλα είναι
συγχωρεμένα. Κανένας δεν θα κολαστεί, γιατί ο Θεός είναι φιλάνθρωπος».
Βλέπεις πόσο εύκολη, πόσο βολικιά, πόσο
αστενοχώρητη είναι η θρησκεία του Χριστού και δεν το ξέραμε;
«Μα, μας έχουνε τρομοκρατήσει, βρε αδερφέ,
αυτοί οι παπάδες κι οι θεοφοβούμενοι! Ορίστε, πάλι η Ευρώπη τα `βαλε τα
πράγματα στη σωστή θέση τους! Γλέντησε τη ζωή σου, κάνε και τις παρατιμονιές
σου σαν άνθρωπος κι ο Θεός θα σε συγχωρέσει, δεν είναι Αρβανίτης. Ακούς εκεί
πως πρέπει να κλαις και να θλίβεσαι, για να σε λυπηθεί ο Θεός! Τι χρειάζουνται
οι εκκλησιές, οι παπάδες, τα εικονίσματα, οι ψαλτάδες, όλα αυτά τα αδιαφόρετα
πράγματα; Ο Χριστός είπε να μην πειράξεις κανέναν, τίποτ` άλλο! Αλλά, για να
τομοκρατήσουνε τον κόσμο, βάλανε στο στόμα του Χριστού ένα σωρό φοβέρες, όπως
τούτες εδώ: «Μακάριοι οι πενθούντες, μακάριοι οι δεδιωγμέμοι. Στενή και
τεθλιμμένη η οδός. Εισέλθετε διά της στενής πύλης, ότι πλατεία η πύλη και
ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν. Έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων διά
το όνομά μου. Ει τις έρχεται προς με και ου μισεί τον πατέρα αυτού και την
μητέρα και τη γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε
και την εαυτού ψυχήν, ου δύναταί μου μαθητής είναι». Είναι δυνατόν να είπε
τέτοια πράγματα ο Χριστός; Κι ακόμα, τι δεν βάλανε στο στόμα του, σαν και τα
παρακάτω: «Πας ο ποιών την αμαρτίαν δούλος εστι της αμαρτίας. Όσοι ήλθον προ
εμού, κλέπται εισί και λησταί. Ει ο κόσμος υμάς μισεί, γινώσκετε ότι εμέ πρώτον
υμών μεμίσηκεν. Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε». Κι ένα σωρό άλλα τέτοια φοβερά κι
απάνθρωπα, που μας τρομοκρατούνε».
Τέτοιος «χριστιανός» είναι κι αυτός που βάζει για υπογραφή στο γράμμα του: «ένας
χριστιανός». Μου γράφει, λοιπόν: «Επιθυμώ να πιστεύσητε ενσυνειδήτως ότι τα όσα
γράφω δεν προέρχονται από θρησκευτικήν μισαλλοδοξίαν, αλλά αποβλέπουν εις το να
σας κατατοπίσουν ότι, όταν κανείς δεν ακολουθεί την γραφικήν και υγιαίνουσαν
διδασκαλίαν, αλλ` ακολουθεί τας παραδόσεις (όχι τας αποστολικάς τοιαύτας) και
τας διδασκαλίας και τα εντάλματα των ατελών ανθρώπων, καταλήγει σε παραμύθια».
Παραμύθια λέγει ο επιστολογράφος τα
θαύματα και τα φανερώματα των αγίων, όπως φανερωθήκανε ολοζώντανα οι δύο άγιοι
στη Μυτιλήνη, που έγραψα με συντομία την ιστορία τους και που τους είδανε και
τους βλέπουνε, στον ύπνο ή στον ξύπνο τους, παραπάνω κι από εκατό άνθρωποι.
Γι` αυτό γράφει και παρακάτω: «Πάσα
προσπάθεια τείνουσα να ανυψώσει ή να αποδώσει τιμήν εις πλάσμα, δέον να
απορρίπτεται, ως αντιτιθεμένη εις την Α΄ και Β΄ εντολήν». Μ` αυτά θέλει να πει
πως δεν πρέπει να τιμούμε τους αγίους, όπως αυτούς που ανέφερα, που σφαχτήκανε
για τα` όνομα του Χριστού. Κι από όσα γράφει παρακάτω, φανερώνει πως, κατά
βάθος, δεν πιστεύει στην αιώνια ζωή. Και μ` όλα ταύτα, γράφει πως είναι «ένας
χριστιανός». Τέτοιοι ξενοφώτιστοι «χριστιανοί» Έλληνες υπάρχουνε, αλλοίμονο!
Χριστιανοί, χωρίς μυστήρια, χωρίς αγίους, χωρίς μέλλουσα ζωή, χωρίς πίστη και
χωρίς Χριστό, γιατί μήτε και στο Χριστό μπορεί να πιστεύει ένας τέτοιος
άνθρωπος, αλλά φοβάται να το πει. Η απιστία του στα άλλα, φανερώνει τι είδους
πίστη μπορεί να έχει και στον Χριστό. Και όμως, όπως είδες, γράφει πως
«ακολουθεί την υγιαίνουσαν γραφικήν διδασκαλίαν, και όχι τα εντάλματα ατελών
ανθρώπων», δηλαδή: των αγίων.
Αυτοί λοιπόν είναι οι Έλληνες που
αρνηθήκανε την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, που είναι η Μία, Αγία και Αποστολική
Εκκλησία, που τη θεμελίωσε ο ίδιος ο Χριστός, όπου ευδόκησε να κηρυχθεί στον
κόσμο η διδασκαλία του με την ελληνική γλώσσα, αυτοί λοιπόν οι Έλληνες δεν την
βρήκανε σωστή τούτη τη διδασκαλία που κηρύχτηκε από τους μεγάλους στύλους της
Εκκλησίας και πήγανε κι ανακαλύψανε πως οι αληθινοί διδάσκαλοι του Ευαγγελίου
είναι κάποιος αλλόγλωσσος ιεροκήρυκας ή καμιά υστερική γυναίκα, που διαβάσανε
το Ευαγγέλιο από τρίτη μετάφραση και κατασκευάσανε ένα καινούριο σύστημα με τα`
όνομα: «Ευαγγελική Εκκλησία» και μ` ένα πλήθος άλλα ονόματα. Τούτοι οι
νεοφώτιστοι ήρθανε στην Ελλάδα, που στάθηκε το προζύμι της Χριστιανικής
Εκκλησίας, για να διδάξουνε στους Έλληνες τον «σωστό» Χριστιανισμό, τον
μοντέρνο, έναν Χριστιανισμό παγωμένον από την απιστία, από τον ορθολογισμό κι
από το πρακτικό πνεύμα.
Αλλά η θρησκεία του Χριστού είναι φωτιά,
όπως είπε ο ίδιος κι όσοι τη διδάσκουνε κι όσοι τη δέχουνται στις ζεστές
καρδιές τους, είναι «τω πνεύματι ζέοντες», όπως γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς
στις Πράξεις των Αποστόλων, δηλαδή βράζουν οι ψυχές τους από τη φλόγα της
πίστης κι από τον αγιασμένον ενθουσιασμό και την αγαλλίαση που χαρίζει στον
άνθρωπο η πίστη.
Κιλκίς,
17-10-2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου