9 Οκτ 2016

Εὐδοξία Αὐγουστίνου, 2016: ἐπετειακό ἔτος Ἀριστοτέλη


Αποτέλεσμα εικόνας για Ἔτος Ἀριστοτέλη

2016: ἐπετειακό ἔτος Ἀριστοτέλη
Τό ἔτος 2016 ἀνακηρύχθηκε ἀπό τήν Unesco «Ἔτος Ἀριστοτέλη» μέ ἀφορμή τή συμπλήρωση 2.400 χρό­νων ἀπό τή γέννηση τοῦ μεγάλου ἕλληνα φιλοσόφου. Ἀξίζει, λοιπόν, νά σκιαγραφήσουμε ἁδρά τήν προσ­ωπικότητά του.
 Γεννήθηκε τό 384 π.Χ. στά Στά­γειρα τῆς Χαλκιδικῆς. Ὁ πατέρας του Νικό­μα­χος ἦταν γιατρός τοῦ βασιλιᾶ τῆς Μακε­δονίας Ἀμύντα Γ΄, πατέρα τοῦ Φιλίππου, καί θεωροῦσε πρό­γο­νό του τόν ὁμηρικό ἥρωα καί γιατρό Μαχάονα, τόν γιό τοῦ Ἀσκληπιοῦ. Ἡ μητέρα του Φαιστίδα ἀπό τή Χαλ­κίδα εἷλκε καί αὐτή τήν καταγωγή της ἀπό τό γένος τῶν Ἀσκληπιαδῶν. Ἔ­χασε νωρίς τούς γονεῖς του καί τήν κηδε­μονία του ἀνέλαβε ὁ φίλος τοῦ πατέρα του Πρόξενος, ὁ ὁποῖος σέ ἡλικία 17 ἐτῶν τόν ἔστειλε στήν Ἀ­θήνα νά μαθητεύσει στήν Ἀκαδημία τοῦ Πλάτωνα. Σπούδασε ἐκεῖ ἐπί 20 χρόνια (367 π.Χ. - 347 π.Χ.), μέχρι τή χρονιά δηλαδή πού πέθανε ὁ δάσκαλός του. Γιά τήν εὐφυΐα καί τή φιλοπονία του ὁ Πλά­τωνας τόν ἀποκαλοῦσε «νοῦν» καί «ἀνα­γνώστην».

Τό 347 π.Χ., ὅταν πέθανε ὁ Πλά­τωνας, ὁ Ἀριστοτέλης ἐγκαταστά­θη­κε γιά τρία χρόνια στή μικρασιατική παραλιακή πόλη Ἄσσο, ὅπου λει­τουργοῦσε φιλοσοφική σχολή, ὡς παράρτημα τῆς Ἀκαδημίας. Ἑ­πόμε­νος σταθμός του ἡ Μυτιλήνη μέχρι τό 342 π.Χ. Στό μεταξύ εἶχε νυμ­φευ­θεῖ τήν Πυθιάδα, ἀπό τήν ὁποία ἀπέ­κτησε κόρη, πού ἔλαβε τό ὄνομα τῆς μητέρας της. Μετά τόν θάνατο τῆς πρώτης συζύ­γου του ὁ Ἀριστοτέλης νυμφεύθηκε τή σταγειρίτισσα Ἑρ­πυλλίδα, μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε ἕνα γιό, τόν Νικόμαχο. Τό 342 π.Χ. τόν προσκάλεσε ὁ βασιλιάς τῆς Μα­κε­δο­νίας Φίλιππος, γιά νά ἀναλάβει τή δια­παι­δα­γώγηση τοῦ γιοῦ του Ἀλε­ξάνδρου, πού ἦταν τότε μόλις 13 ἐ­τῶν. Ἄλλοτε στήν Πέλλα καί ἄλλοτε στή Μίεζα γιά κά­ποια χρόνια, ὁ γί­γαντας τῆς ἑλληνικῆς διανόη­σης με­τέδιδε τό πανελλήνιο πνεῦ­μα στόν νεαρό διάδοχο, χρησιμοποιώντας ὡς παι­δευ­τι­κό ὄργανο τά ὁμηρικά ἔπη. 
 Στή συνέχεια μετέβη στήν Ἀθήνα (335 π.Χ.) καί ἵδρυσε τή δική του φιλοσοφική σχολή, τό Λύκειο. Διέ­θετε μεγάλη βιβλιο­θήκη ὀργανωμένη ἄρ­τια, ἡ ὁποία καί χρη­σίμευσε ἀργό­τερα ὡς πρότυπο γιά τήν ἵδρυση τῶν βι­βλιοθηκῶν τῆς Ἀλεξάν­δρει­ας καί τῆς Περγάμου. Σύντομα ἡ σχολή ἀνα­δεί­χθηκε σέ περίφημο κέντρο ἐπιστη­μο­νικῆς ἔρευνας, καθώς γιά τή διδασκαλία τῶν φυσικῶν μαθη­μά­των ὁ Ἀριστοτέλης εἶ­χε συγκεν­τρώ­σει χάρ­τες καί χρήσιμα ὄρ­γανα. «Ὑπῆρξε ὁ πρῶτος γνήσιος ἐπι­στή­μο­νας στήν ἱστορία».
Στά δεκατρία χρό­νια πού δίδαξε ὁ Ἀριστοτέλης στήν Ἀθήνα ἀπο­θησαύρισε τό μεγαλύτερο μέ­ρος τοῦ ἔρ­γου του, γεγονός πού προ­κα­λεῖ τόν θαυ­μασμό μας μέ τόν ὄγκο καί τήν ποιο­τι­κή του ἀξία.
 Τό 323 π.Χ., ἀμέσως μετά τόν θά­νατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, προλαμ­βάνοντας «τήν μῆνιν» τοῦ ἀντι­μακεδονικοῦ κόμματος ἔ­φυγε μέ τήν οἰ­κογένειά του γιά τή Χαλ­κίδα (323 π.Χ.), ἀφήνοντας διευθυντή στή σχο­­λή τόν μαθητή του Θεόφραστο. Ἔτσι τό πνευματικό ἵδρυμα τοῦ Ἀ­ριστοτέλη συνέχισε νά ἀκτινοβολεῖ καί μετά τήν ἀ­πομάκρυνση καί τόν θάνατο τοῦ μεγάλου δασκάλου. Στή Χαλκίδα «ἐξεμέτρησε τό ζῆν» τόν Ὀ­κτώβριο τοῦ 322 π.Χ. Τό σῶ­μα του μεταφέρθηκε στά Στά­γει­ρα, ὅπου θάφτηκε μέ ἐξαιρετικές τι­μές.
 Ὁ Ἀριστοτέλης, ὁ ὑμνητής τῆς ἀρε­τῆς, ὑπῆρξε ἡ ἐνσάρκωση τῆς «μεσό­τη­τος» σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς. Ἡ διαθήκη του διακρίνεται γιά τήν ἔμφυτη εὐγένεια καί τρυφε­ρότητα. Φροντίζει γιά τήν οἰ­κο­γένειά του, γιά τή μνήμη τῶν γο­νέων καί τοῦ ἀδελφοῦ του, καθώς καί γιά τήν οἰκο­γένεια τοῦ πατρικοῦ του φίλου Προξένου, πού τόν ἀνέθρεψε. Ἡ μεγάλη του ὅμως καρδιά φαίνεται στόν τρόπο πού ἀντιμε­τωπίζει τούς δούλους του σέ μιά δουλο­κτητική κοινωνία: Νά μήν που­ληθεῖ κανείς ἀπό τούς δούλους πού τόν ὑπηρέ­τη­σαν, ὁρίζει, ἀλλά νά ἐλευθερώ­νονται μόλις ἐνηλικιώνονται.
 Σχετικά μέ τά συγγράμματά του: Ὅσο ζοῦσε ὁ πολυγραφότατος Ἀριστοτέλης -τό ἔργο του ἀνέρχεται συνολικά σέ πάνω ἀπό 400 μελέτες- δημοσίευσε ἕναν περιορισμέ­νο ἀ­ριθμό ἔργων, ἀπό τά ὁποῖα κανένα δέν σώθηκε ὁλόκληρο. Ἔφτασαν ὅ­μως στά χέρια μας τά ἀδημοσίευτα ἔργα του ἤ μᾶλ­λον οἱ προσωπικές του σημειώσεις, στίς ὁποῖες στήριζε τή διδασκαλία του. Οἱ ἀρ­χαῖες πηγές μᾶς παραδίδουν μία μυθιστορηματική ἐκδοχή τῆς διάσωσής τους. Τά χειρόγραφα τοῦ Ἀριστοτέλη κληροδοτήθηκαν μετά τόν θάνατό του στούς διαδόχους του στό Λύκειο. Μετα­φέρ­θη­καν στή συνέχεια στή Σκήψη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ἔμειναν θαμμένα σέ μία σπηλιά καί ξεχασμένα γιά περισσότερο ἀπό διακόσια χρόνια, ὥσπου ἀγοράστηκαν ἀπό κάποιον πλούσιο Ἀθηναῖο στίς ἀρχές τοῦ 1ου αἰώνα π.Χ. καί ἐπέστρεψαν στήν Ἀ­θήνα. Μετά τήν κατάληψη τῆς Ἀθήνας ἀπό τούς Ρω­μαί­ους τό 86 π.Χ. μεταφέρθηκαν σάν πολύτιμη λεία στή Ρώμη. Πενήντα περίπου χρόνια ἀργότερα ἐκδόθηκαν ἀπό τόν Ἀν­δρόνικο τόν Ρόδιο, προι­κισμένο φιλόλο­γο καί γνώστη τῆς φιλοσοφίας τοῦ Ἀρι­στοτέλη. 
 Πάντως, ἡ μεγάλη διάδοση τῆς ἀριστοτελικῆς σκέψης ἀρχίζει μόνο ὅταν ἐκ­δί­δονται τά συγγράμματά του, τρεῖς αἰῶνες μετά τόν θάνατό του. Ἄν τά χειρόγραφα εἶ­χαν χαθεῖ, ἡ ἱστορία τῆς μεταγενέστερης φιλοσοφίας θά ἦταν διαφορετική, ἀφοῦ τό ἔργο του ἀποτέλεσε τή βάση τῆς φιλοσοφίας τῶν Βυζαντινῶν, τῶν Ἀράβων καί τῶν Σχολαστικῶν τῆς Δύσης. Ἀναντίλεκτα, σχεδόν δέν ὑπάρχει ἐπιστημονικός κλάδος πού νά μήν ἔχει θεμελιωτή του τόν Ἀριστοτέλη. 
 Ἀξίζει, ἐπίσης, νά θυμίσουμε ὅτι εἶναι ὁ τέταρτος συγγραφέας σέ ἀ­ριθ­μό παρα­δεδομένων ἀπό τό Βυζάντιο χειρογράφων μετά τήν Καινή Διαθήκη, τόν Χρυσόστο­μο καί τόν Δαμασκηνό. Τήν ἀναγνωρισι­μότητα αὐ­τή ἴσως προδίδει καί τό γεγονός ὅτι στούς νάρθηκες τῶν ἐκκλησιῶν ἀνάμεσα στούς ἄλλους ἀρχαίους ποιητές, ἱστορικούς, φιλοσόφους, κάτω ἀπό τούς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀπεικονίζεται καί ὁ Ἀριστοτέλης. Ἡ γενικότερη θεώρη­ση καί φι­λοσοφία του τόν ἀνέδειξε πρό­δρομο τοῦ Χριστιανισμοῦ καί προφή­τη στόν ἐθνικό κόσμο. Καί σήμερα, πού ἡ ἀ­θεΐα φαίνεται νά καλπάζει, ἀκούγεται ἐπίκαιρη ἡ μαρτυρία τοῦ φιλοσόφου, πού τόσα εἰσηγήθηκε γιά τό «πρῶτον κινοῦν ἀκίνητον»: «Ὑπάρχει μία ἀρχαία παράδο­ση, ἡ ὁποία ἔχει μεταφερθεῖ παντοῦ ἀπ’ τούς πατέρες στά παιδιά, ὅτι ὅλα πηγάζουν ἀπ᾽ τόν Θεό καί ὅτι ὅλα ἔγιναν ἀπ᾽ αὐτόν γιά μᾶς».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com