Ευαγγέλιο: Λουκ. ιζ΄ 12 – 19
Στον κόσμο που ζούμε, αγαπητοί μου αδελφοί,
ανέκαθεν οι αρρώστιες ήσαν πολλές. Και ιδιαίτερα στα παλιά τα χρόνια που δεν
υπήρχε η ποικιλία των σημερινών φαρμάκων, που ανακουφίζουν και συχνά θεραπεύουν
τους αρρώστους. Τότε, ο πόνος ήταν δυσβάστακτος γιατί οι ανίατες αρρώστιες ήταν
περισσότερες και οι επιδημικές, μάστιγες πραγματικές.
Μια απ’ αυτές ήταν και η
λέπρα, μια αρρώστια πολύ οδυνηρή και βασανιστική. Γιατί, οι λεπροί ήσαν
τρισδυστυχισμένοι και καταδικασμένοι σ’ ένα οδυνηρό και αργό θάνατο. Στην κατάσταση
που βρισκόντουσαν, ήσαν υποχρεωμένοι να εγκαταλείπουν τις οικογένειές τους και
να ζουν απομονωμένοι, μακριά από τις πόλεις και τα χωριά. Γεμάτοι πληγές,
αποκρουστικές, που ανέδιναν δυσοσμία, μερικοί χωρίς δάκτυλα, χωρίς αυτιά, άλλοι
χωρίς μύτη, περιέφεραν ζωντανοί νεκροί την άθλια ύπαρξή τους εδώ κι εκεί. Στην
τραγική αυτή κατάσταση ήσαν και οι δέκα λεπροί του σημερινού Ευαγγελίου. Γι’
αυτό και δεν τολμούν να πλησιάσουν κοντά στον Χριστό. Στέκονται μακριά και με
την βραχνή φωνή τους, φωνάζουν δυνατά: «Ιησού, επιστάτα, ελέησέ μας». Κι αμέσως
οι δέκα θεραπεύονται με ένα μόνο λόγο Του. Κι ενώ και οι δέκα θεραπεύονται, οι
εννέα μένουν αναίσθητοι μπροστά στη μεγάλη ευεργεσία. Μόνο ένας, και μάλιστα
Σαμαρείτης, πλήρης χαράς και αγαλλίασης, με ισχυρή φωνή, διακηρύσσει το θαύμα,
δοξάζει τον Θεό και με ευγνωμοσύνη, πέφτει μπροστά στα πόδια του Ευεργέτη Του.
Με την όλη του συμπεριφορά, ο λεπρός αυτός, υποδεικνύει σε όλους μας, το ιερό
καθήκον της ευγνωμοσύνης προς τον Θεό, τον Ευεργέτη μας, με το οποίο θ’ ασχοληθούμε
κι εμείς, σήμερα.
Είναι αλήθεια ότι η αναφορά μας στον Θεό,
μετά από κάθε ευεργεσία θα πρέπει να αποτελεί πρώτιστο χρέος και καθήκον όλων
μας. Γιατί η ευγνωμοσύνη είναι η συναίσθηση των ευεργεσιών του Θεού, που
συνοδεύεται από τον πόθο της ανταπόδοσης. Κι αυτή την ευγνωμοσύνη δεν την ζητά
από τον άνθρωπο μόνο ο Θεός, αλλά την απαιτεί και η στοιχειώδης δικαιοσύνη και
ευγένεια. Αφού απολαμβάνουμε τόσες και τόσες δωρεές από το χέρι του Θεού δεν
είναι άξιο και δίκαιο να Τον ευχαριστούμε γι’ αυτές; Γιατί Εκείνος είναι η πηγή
όλων των αγαθών. Αν καθίσουμε και σκεφτούμε, τα όσα μας δίνει καθημερινά ο
Θεός, αν θυμηθούμε ο καθένας μας την ατομική και οικογενειακή μας ιστορία,
τότε, ασφαλώς, θα μείνουμε έκπληκτοι, μπροστά στον πλούτο της αγάπης του Θεού μας.
Γι’ αυτό και θα πρέπει να Τον δοξάζουμε γιατί εκείνος μας χαρίζει τη ζωή, την
υγεία, την τροφή, την άφεση των αμαρτιών μας και την σωτηρία της ψυχής μας. Να
δοξάζουμε, να προσκυνούμε και να ευλογούμε το Πανάγιο όνομά Του, συγχρόνως δε
να Τον παρακαλούμε να ευλογεί και τους ευεργέτες μας και να τους αμείβει με τα
ουράνια και ανεκτίμητα θεϊκά δώρα Του. Να ευχόμαστε πάντοτε, μέσα από την
καρδιά μας, ο Θεός, να τους ευλογεί και να τους ελεεί, όπως, ακριβώς, έκαμε και
ο Απόστολος των Εθνών Παύλος για τον φίλο του Ονησιφόρο, που του είχε κάποτε
συμπαρασταθεί. «Ο Κύριος», μας λεει ο Απόστολος Παύλος, «ας δείξει το έλεός Του
στην οικογένεια του Ονησιφόρου, που με ανακούφισε πολλές φορές και δεν ντράπηκε
για την φυλάκισή μου, αλλά ήρθε στη Ρώμη και με αναζήτησε με πολλή επιμονή και
με βρήκε» (Β΄ Τιμ. Α΄ 16 – 17).
Ας δούμε, όμως, το θέμα και από πνευματικής
πλευράς. Ο σπουδαιότερος λόγος της προς τον Θεό ευγνωμοσύνης μας είναι τα
πνευματικά Του αγαθά. Γιατί τα πνευματικά και ύψιστης αξίας αγαθά, που είναι
και πλουσιότερα, μας τα χορηγεί η αγαθότητα του Κυρίου. Και πρώτο αγαθό είναι η
σωτηρία της ψυχής μας, η αποστολή, δηλαδή, του Μονογενούς Υιού Του στον κόσμο,
του Σωτήρος Χριστού, που είναι ο μοναδικός Σωτήρας της ψυχής μας. Και στη
συνέχεια έχουμε το Άγιο Ευαγγέλιο του Χριστού, τη θυσία Του, το Σταυρικό θάνατό
Του, την Ανάσταση και την Ανάληψή Του στους ουρανούς, που μας έσωσαν από το
θάνατο και μας έδωσαν ζωή. Έπειτα το Πνεύμα το Άγιο, που μας αγιάζει, η Αγία
του Χριστού Εκκλησία, που μας σώζει και τα άγια Μυστήριά της, που μας
ανακαινίζουν και μας αναγεννούν. Τέλος, η ειρήνη και η χαρά που φέρνει στη ζωή
μας, η πίστη και η αρετή, η δόξα και η μακαριότητα, που μας αναμένουν στην
μέλλουσα ζωή. Άπειρα, λοιπόν, τα πνευματικά αγαθά του Θεού, που πλουσιοπάροχα
μας τα προσφέρει ο Κύριος. Γι’ αυτά τα πνευματικά, τα αιώνια και επουράνια
αγαθά, θα πρέπει ακατάπαυστα να ευχαριστεί η ψυχή μας τον Θεό και να
επαναλαμβάνουμε τα λόγια του Προφητάνακτος Δαβίδ: « Ευλόγει η ψυχή μου τον
Κύριο και μη επιλανθάνου πάσας τας ανταποδόσεις αυτού» (Ψαλμ. 102, 2).
Όπως ο Δαβίδ, τότε, έτσι κι εμείς σήμερα, θα
πρέπει να λέγουμε πάντοτε στην ψυχή μας το «ευλόγησε τον Κύριο, ψυχή μου και μη
ξεχνάς καμιά απ’ τις καλοσύνες Του». Δηλαδή, με τους λόγους και τους τρόπους
μας, να εκφράζουμε τις διαθέσεις μας και τους πόθους της ψυχής μας, μάλιστα με
τα μέλη του σώματός μας. Με τη γλώσσα, με τα χείλη, με τα μάτια, με τα χέρια,
με τις κινήσεις μας. Με τις πράξεις μας τις καλές. Με τον άγιο βίο μας, με την
εγκράτεια και τη σωφροσύνη μας, με την τιμιότητα και ειλικρίνειά μας. Αυτά
κυρίως είναι δοξολογία και ύμνος προς τον Θεό και Πατέρα μας. Γιατί τα καλά μας
έργα και ο άγιος βίος μας, είναι οι καρποί της πίστης και ευσέβειάς μας, που
βοηθούν στη δόξα του Θεού. Η καθημερινή μας προσευχή, λοιπόν, ας είναι προσευχή
θερμής ευγνωμοσύνης. Έπειτα το «Δόξα σοι ο Θεός», ας μη λείπει από τα χείλη
μας. Να το λέμε συνειδητά και μέσα από την καρδιά μας. «Εν παντί ευχαριστείτε,
τούτο γαρ θέλημα Θεού» (Α΄ Θεσσ. Ε΄ 18), είναι η προτροπή του Αποστόλου Παύλου.
Για κάθε τι να ευχαριστούμε τον Θεό γιατί αυτό είναι το θέλημά Του.
Αδελφοί μου! Βρισκόμαστε στις πρώτες μέρες
του νέου έτους. Έχουμε, επομένως, ένα επί πλέον λόγο να ευγνωμονούμε Εκείνο,
που μας χαρίζει και αυτό το έτος. Ας μιμηθούμε, λοιπόν και ας εμπνευσθούμε από
τον αξιοζήλευτο ευγνώμονα λεπρό Σαμαρείτη και όχι να παρασυρθούμε από τους
εννέα λεπρούς που φάνηκαν αχάριστοι. Ας ευχαριστούμε πάντοτε τον Ευεργέτη μας
Κύριο. Και να είμαστε βέβαιοι ότι η ευγνωμοσύνη μας αυτή θα μας δείξει άξιους
των ευεργεσιών του Θεού και θα βραβευθεί και με νέες αιώνιας αξίας θείες
ευεργεσίες, τις ευεργεσίες της Ουράνιας του Θεού βασιλείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου