Απόστολος: Α΄ Κορ. ιβ΄ 27-ιγ΄ 8
Ευαγγέλιο: Λουκ. ιστ΄ 19-31
Πολλοί
από τους χριστιανούς που έχουν προσωπικούς λόγους να καταφέρονται εναντίον των
πλουσίων παίρνουν τη σημερινή παραβολή και προσπαθούν να αποδείξουν ότι όλοι οι
πλούσιοι είναι καταδικασμένοι «εις το πυρ το εξώτερο».
Διακηρύττουν ότι ο Θεός
τους πλούσιους θα αμείψει με αιώνια βάσανα και στους φτωχούς θα δώσει όλα τα
πλούτη του ουρανού. Δεν έχουν όμως δίκαιο. Είναι βέβαια ο πλούτος ένα μεγάλο
εμπόδιο για τη σωτηρία, όχι όμως και ανυπέρβλητο. «Δυσκόλως οι τα χρήματα
έχοντες εις την Βασιλείαν του Θεού εισελεύσονται» (Μάρκ. ι΄ 23) είπε ο Κύριος
για να δείξει τη δυσκολία του πράγματος όχι όμως και το ακατόρθωτο αυτού. Δεν
είναι ο πλούτος αυτός που καταδικάζει τον άνθρωπο, αλλά η διαχείριση του. Ούτε
πάλι η φτώχεια είναι εκείνη που σώζει τον φτωχό, αλλά η υπομονή με την οποία ο
άνθρωπος του Θεού την αντιμετωπίζει. Αν αντιστράφηκαν οι όροι στην άλλη ζωή για
τον πλούσιο και τον φτωχό Λάζαρο είναι γιατί ο μεν πλούσιος έδειξε σκληροκαρδία
και κράτησε μόνο για τον εαυτό του την ωφέλεια του πλούτου, ο δε Λάζαρος
αγόγγυστα και καρτερικά υπέμεινε τη δοκιμασία του.
Μεγάλο
χάσμα υπήρχε ανάμεσα στον πλούσιο και στον φτωχό Λάζαρο όχι μόνο μετά τον
θάνατο τους, αλλά ακόμα από την παρούσα ζωή. Ο πρώτος ζούσε μέσα στην χλιδή και
στην καλοπέραση, ο δεύτερος μέσα στον πόνο και στην εγκατάλειψη. Ο πλούσιος
είχε φίλους τους οποίους καλούσε στο ανάκτορο του και τους παρέθεσε πολυτελή
γεύματα. Ο φτωχός δεν είχε κανένα άνθρωπο, είχε μόνο τα σκυλιά που
περιτριγυρίζοντας τον έγλειφαν με συμπόνια τις πληγές του. Ο πλούσιος ήταν
άνθρωπος στο σχήμα, αλλά μονοφάγο θηρίο στο φρόνημα. Ο πτωχός είχε καταντήσει
σκελετός στην όψη, αλλά ήταν άγγελος στην ψυχή. Ο πρώτος ήταν πλούσιος στα
κτήματα, πλούσιος και στα εγκλήματα, πλούσιος σο χρυσό και πλούσιος στο
δηλητήριο της αμαρτίας. Ζούσε μέσα σε λαμπρά ανάκτορα, αλλά είχε σκοτάδι στην
ψυχή. Είχε λαμπρή εσθήτα αλλά γυμνή ψυχή. Ο δεύτερος είχε πλούσια και λαμπρή
ψυχή. Ποτέ δεν κατέκρινε τον σκληρό και σπάταλο πλούσιο. Και με τα ψίχουλα
δόξαζε το Θεό και ευγνωμονούσε τον πλούσιο. Ήταν άνθρωπος αγάπης και υπομονής.
Και γι’ αυτό το λόγο ο δικαιοκριτής Θεός με τιμή και δόξα του χάρισε τον
Παράδεισο.
Είχε
τη δυνατότητα ο πλούσιος να κερδίσει τη Βασιλεία, του Θεού και να καταστήσει
την ευτυχία του ατελεύτητη, με το να έδινε στον πάσχοντα αδελφό του. Η
ελεημοσύνη, η θεϊκή αυτή αρετή, είναι ο μόνος βέβαιος δρόμος που οδηγεί στη
Βασιλεία των Ουρανών. «Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται»(Ματθ. ε΄
7), διεκήρυξε ο Κύριος. Εκείνος που αγαπά έμπρακτα τον συνάνθρωπο του κάνει
φίλο τον ίδιο το Θεό. Άλλωστε κάθε ελεημοσύνη προς τον πλησίον μας είναι
ελεημοσύνη προς τον Κύριον. «Εφόσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων
εμοί εποιήσατε» (Ματθ. κε΄ 40).
Ο
μεγάλος ιεροκήρυκας της Εκκλησίας μας ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμβουλεύει
τον πιστό: «Ενώ κάθεσαι στο σπίτι σου έρχεται ο πτωχός να σου πωλήσει τον
παράδεισο και σου λέει: Δώσε άρτο και λάβε παράδεισο. Δώσε παλιό και λάβε τη
Βασιλεία των ουρανών. Όπως θέλεις αγόρασε τον παράδεισο. Δώσε άρτο. Ότι θέλεις
δώσε, μόνο αγόρασε τον Παράδεισο. Ένδυσε το Χριστό για να σε ενδύσει εν ημέρα
κρίσεως. Σκέπασε αυτόν για να σε σκεπάσει εν ημέρα οργής».
Είναι
αλήθεια, ότι όποιος βρίσκεται κοντά στους πονεμένους ανθρώπους, πάντα δίπλα του
θα βρίσκεται ο Θεός. Γι’ αυτό ο Τωβίας συμβούλευε το παιδί του: «Μη αποστρέψεις
το πρόσωπον σου από παντός πτωχού και από σου ου μη αποστραφή το πρόσωπον του
Θεού…» (Τωβ, δ΄ 7- 11).
Η
ευτυχία δεν βρίσκεται στο χρήμα, αλλά στην καρδιά μας. Δεν έχει καμιά αξία το
χρήμα, αν είναι πτωχή η ψυχή μας. Και πάλι δεν παθαίνουμε τίποτα από την πενία,
αν έχουμε πλούσια ψυχή. Από τη θέση που παίρνουμε απέναντι στον πλούτο ή στη
φτώχεια ανάλογα ωφελούμεθα ή βλαπτόμεθα απ’ αυτά.
Ο
Ευαγγελικός λόγος περί αγάπης και ελεημοσύνης φαίνεται βαρύς στον άνθρωπο της
σημερινής καταναλωτικής κοινωνίας που έχει μάθει να μετρά την ευτυχία με την
ύλη και την ευδαιμονία με τα υλικά αγαθά. Όλοι οι άνθρωποι σήμερα στενεύουν την
καρδιά τους και διογκώνουν τα ταμεία τους, αυξάνουν τις καταθέσεις τους,
επενδύουν τις οικονομίες τους, συγκεντρώνουν χρήματα με την ελπίδα, ότι αυτά θα
τους εξασφαλίσουν την ευτυχία. Με το άγχος της πλεονεξίας ποτέ δεν σταματούν
για να απολαύσουν τον πλούτο τους, αλλά τρέχουν, αγωνιούν, κοπιάζουν. Κι οι
πτωχοί δίκαιο αγανακτισμένοι τις περισσότερες φορές για τις αδικίες, δεν έχουν
την υπομονή και την εμπιστοσύνη στον προνοητή Θεό. Δεν διαλέγουν το δρόμο της
νομίμου διεκδικήσεως των δικαιωμάτων τους, αλλά επαναστατούν, γεμίζουν την ψυχή
τους με μίσος και δηλητήριο, με αποτέλεσμα να αποδεικνύονται πιο πλεονέκτες από
τους πλούσιους.
Θανάσιμος
εχθρός της ψυχής μας είναι η πλεονεξία, την οποία ο Απόστολος Παύλος ονομάζει
«ειδωλολατρία» (Κολ. Γ΄ 5). Αυτή τον μεν πλούσιο κάνει σκληρό και αχόρταγο, τον
δε πτωχό μεμψίμοιρο και μισάνθρωπο. Στόχος όλων των ανθρώπων που θέτουν πάνω
από τα φθαρτά τα άφθαρτα, πρέπει να είναι το «εις Θεόν πλουτείν». Κατά Θεόν δε
πλούτος η κτήσις των αρετών» (Ζιγαβηνός). Θα υπάρχουν πάντοτε στην κοινωνία μας
πλούσιοι και φτωχοί, «αμφοτέρους γαρ ο Κύριος εποίησεν» (Παροιμ. Κβ΄ 2). Με τον
θεϊκό όμως πλούτο της αγάπης θα μπορούν να συνεργάζονται και να επικοινωνούν με
πραότητα, διαλλακτικότητα και κατανόηση. Όταν ανάμεσα σε πλούσιους και πτωχούς
υπάρχει η αγάπη του Χριστού, τότε οι μεν πλούσιοι γίνονται προστάτες των
πτωχών, οι δε πτωχοί ευεργέτες των πλουσίων, αφού με την ελεημοσύνη γίνονται
αιτία να κερδίσουν οι πλούσιοι τον άφθαρτο πλούτο του Παραδείσου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου