Η Υπεραγία Θεοτόκος ως σκέπη του ελληνικού Έθνους...
ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΤΡΙΤΟΣ,
Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ- ΠΡΩΪΝΟΣ ΛΟΓΟΣ ,27/10/2015
Μεταξύ
των χαιρετισμών που ο άγνωστος ποιητής του ακαθίστου ύμνου απευθύνει στη
Θεοτόκο είναι και ο χαιρετισμός «Χαίρε σκέπη του κόσμου πλατυτέρα νεφέλης».
Πράγματι η Υπεραγία Θεοτόκος απέβη σκέπη και προστασία του Γένους των Ελλήνων,
κυρίως κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων του 1940 στα βουνά της
Βορείου Ηπείρου. Πλήθος αξιοπίστων παραδόσεων αναφέρονται στις θαυματουργικές
σωστικές παρεμβάσεις της. Γι’ αυτό υπήρξε απόλυτα δικαιολογημένη η κατά το έτος
1952 απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος να μεταθέσει τη γιορτή
της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου από την 1η Οκτωβρίου στην 28η Οκτωβρίου για να
θυμίζει «τα ιερά θαυμάσια της Θεομήτορος» κατά τις δύσκολες και κρίσιμες
ιστορικές εκείνες περιστάσεις.
Η
γιορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου έχει την αρχή της στην Κων/λη,
στον Ιερό Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, στα χρόνια του αυτοκράτορος Λέοντος
ΣΤ’ του Σοφού (886-911). Σε παννυχίδα που τελούνταν εκεί την 1η Οκτωβρίου,
παρόντων του αγίου Ανδρέου του Σαλού και του μαθητού του Επιφανίου, συνέβη το
εξής εντυπωσιακό γεγονός. Κατά την «τετάρτην ώραν της νυκτός» ο άγιος Ανδρέας,
σύμφωνα με το βιογράφο του, είδε την Υπεραγία Θεοτόκο «ως πολλά υψηλήν,
ευπρεπεστάτην ως των ουρανών υψηλοτέραν» να εισέρχεται στο ναό από την πύλη του
νάρθηκα, δορυφορούμενη από Αγγέλους, τον Πρόδρομο και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη.
Μόλις
έφθασε στο κέντρο του ναού γονάτισε και προσευχήθηκε «μετά δακρύων υπέρ της
σωτηρίας των πιστών». Στη συνέχεια μπήκε στο Ιερό Βήμα, όπου υπήρχε η αγία
σορός, πήρε το ιερό της μαφόριο, στάθηκε μπροστά από την Ωραία Πύλη και το
άπλωσε πάνω από το λαό, που παρακολουθούσε με δέος και έκπληξη το γεγονός. Όπως
παρατηρεί ο συναξαριστής «έβλεπον αυτό οι μακάριοι εις ικανήν ώραν ούτως
εφηπλωμένον και έπεμπε λάμψιν αστραποειδή ως ήλεκτρον εξαστράπτον». Από τότε
μέχρι το 1952 γιορταζόταν το γεγονός αυτό κάθε 1η Οκτωβρίου, για να μετατεθεί
για τους λόγους που αναφέραμε την 28η Οκτωβρίου.
Δεν
χωράει καμία αμφιβολία ότι η Υπεραγία Θεοτόκος σκέπασε το αγωνιζόμενο Έθνος των
Ελλήνων κατά την ένδοξη εποποιΐα του ’40. Είναι πανθομολογούμενες οι οπτασιακές
της εμφανίσεις κατά την ιστορική αυτή περίοδο. Όπως γράφει ο Άγγελος Τερζάκης
«ο ελληνικός στρατός έβλεπε τις νύχτες μια γυναικεία μορφή να προβαδίζει... Την
αναγνώριζε, την ήξερε από πάντα... Ήταν η Μάνα, η Μεγαλόχαρη στον πόνο και στη
δόξα, η λαβωμένη της Τήνου, η Υπέρμαχος Στρατηγός». Για να συνεχίσει και ο
Στρατής Μυριβήλης, λέγοντας: «Οι άγιοι στρατιώτες ζούσαν σε μίαν αδιάκοπη
έξαρση. Έβλεπαν την Παναγία να περπατά πάνω στα χιόνια». Την ένιωθαν οι στρατιώτες
ως άλλη μάννα να φροντίζει τις πληγές τους από τα κρυοπαγήματα και τις σφαίρες
και να ατσαλώνει τις καρδιές τους μπροστά στον κίνδυνο της μάχης.
Οι
εφημερίδες της εποχής εκείνης είναι αποκαλυπτικές για την ολοφάνερη παρουσία
της Θεοτόκου στα βοριοηπειρωτικά βουνά. Στο «Ελεύθερο Βήμα» της 23-1-1941
διαβάζουμε: «Δεν είναι μόνον οι στρατιώται μας που βλέπουν την Παναγία να τους
οδηγεί εις την μάχην και να τους κατευθύνη προς την νίκην. Ιταλοί αιχμάλωτοι
ανακρινόμενοι, κατέθεσαν ότι βλέπουν από το μέρος το ιδικόν των μίαν
μαυροφορεμένην γυναίκα να προχωρή εμπρός από τας τάξεις του ελληνικού στρατού
και να τον οδηγή εναντίον των. Από το ένα μέρος εγκαρδιώνει τους Έλληνας και
από την άλλη κόβει τα γόνατα του εχθρού, εις τον οποίον η Παναγία μετά την εμφάνισίν
της εμβάλλει τον πανικόν».
Είναι
χαρακτηριστική η μαρτυρία του στρατιώτη, Τάσου Ρηγόπουλου, ο οποίος σε γράμμα
του από το μέτωπο γράφει μεταξύ άλλων και τα εξής: «Λίγες στιγμές πριν
ορμήσουμε (για τα οχυρά της γραμμής Ιβάν – Μοράβα) είδαμε σε απόσταση περίπου
13 μέτρων μια ψηλή μαυροφόρα να στέκει ακίνητη. Ο σκοπός φώναξε: τις ει; Μιλιά
δεν ακούστηκε... Τότε, σαν να μας διαπέρασε όλους ηλεκτρικό ρεύμα, ψιθυρίσαμε:
Η Παναγία! Εκείνη όρμηξε μπροστά σαν να είχε φτερά αετού. Και εμείς από πίσω
της. Συνεχώς αισθανόμασταν να μας μεταγγίζει δύναμη».
Συγκλονιστική
είναι η αναφορά του ανθυπασπιστή Νικολάου Γκάτζαρου προς το Ι40 Τάγμα Ευζώνων
την 3 Μαρτίου 1941 με θέμα «Περί εμφανίσεως της Παναγίας και των δοθεισών μοι
υπ’ Αυτής εντολών». Σ’ αυτήν, μεταξύ άλλων, γράφει:
«...Κατά
την επιστροφήν μου εις την σκηνήν, δεν έχω αριθμήσει 10 βήματα, ότε αιφνιδίως
ενεφανίσθη εμπρός μου και μου ανέκοψε τον δρόμον μία γυνή μαυροφόρα έχουσα
σεμνήν την εμφάνισίν της. Το πρόσωπόν της διεκρίνετο χαρακτηριστικώς εις το
βραδυνό ημίφως.
Εγώ όλως μηχανικώς έλαβον θέσιν ημιγονυπετή, ίνα ασπασθώ την δεξιάν Της. Εκ της συγκινήσεως οι οφθαλμοί μου εδάκρυζον, οι πόδες και τα χείλη μου έτρεμον επί πολλήν ώραν. Ήκουσα να ομιλή· «Είμαι η Παναγία. Μη φοβείσαι παιδί μου, είπε: Εγώ ενεφανίσθην να σου είπω τρεις λόγους, τους οποίους να μη λησμονήσης·
Εγώ όλως μηχανικώς έλαβον θέσιν ημιγονυπετή, ίνα ασπασθώ την δεξιάν Της. Εκ της συγκινήσεως οι οφθαλμοί μου εδάκρυζον, οι πόδες και τα χείλη μου έτρεμον επί πολλήν ώραν. Ήκουσα να ομιλή· «Είμαι η Παναγία. Μη φοβείσαι παιδί μου, είπε: Εγώ ενεφανίσθην να σου είπω τρεις λόγους, τους οποίους να μη λησμονήσης·
1)
Ο παρών πόλεμος εκηρύχθη απροκαλύπτως και αναιτίως υπό της Ιταλίας εναντίον της
Ελλάδος. Θελήματά μου η Ελλάς θα εξέλθη τούτου νικηφόρως.
2)
Ο πόλεμος ούτος εκηρύχθη εναντίον της Ελλάδος, ίνα γνωρίση ο κόσμος ότι αφορμή
τούτου είναι η απομάκρυνσίς του εκ της Χριστιανικής θρησκείας.
3)
Έπρεπε να μάθη ο κόσμος, ότι το δίκαιον πάντοτε υπερισχύει της βίας.
Ανάφερε λοιπόν ταύτα και εγγράφως εις τον Διοικητήν σου, ίνα μη πτοηθή προ ουδενός κωλύματος, καθότι υπό την προστασίαν μου ο ελληνικός στρατός θα νικήση.
Ανάφερε λοιπόν ταύτα και εγγράφως εις τον Διοικητήν σου, ίνα μη πτοηθή προ ουδενός κωλύματος, καθότι υπό την προστασίαν μου ο ελληνικός στρατός θα νικήση.
Μεθ’
ο εν τη εξαφανίσει της οι οφθαλμοί μου εθαμβώθησαν. Εν τέλει συνήλθον εν μέρει
και κατηυθύνθην αμέσως εις την σκηνήν υμών, όπου έξωθι ταύτης ανέφερον υμίν το
συμβάν προφορικώς.
Νικόλαος Γκάτζαρος».
Νικόλαος Γκάτζαρος».
Κάνοντας
κανείς μια ιστορική αποτίμηση των γεγονότων του 1940 διαπιστώνει ότι η
θρησκευτική πίστη στο Θεό και στην Υπέρμαχο Στρατηγό του Γένους υπήρξε ο κύριος
συντελεστής της νίκης. Ο ανταποκριτής της «Καθημερινής» στο μέτωπο Σπύρος
Μελάς, σε ανταπόκρισή του, απέδιδε τη νίκη «εις το φούντωμα του θρησκευτικού
αισθήματος, εις την ακλόνητον πίστη, εις το θαύμα».
Η
θρησκευτική πίστη των αξιωματικών και οπλιτών του ’40 ήταν εντυπωσιακή. Όπως
έγραφαν οι πολεμικοί ανταποκριτές, όλο το μέτωπο ήταν μια απέραντη Αγία
Τράπεζα, όπου σε μια γωνία του κάθε αντίσκηνου ήταν τοποθετημένη η εικόνα της
Παναγίας. Μπροστά της για κανδήλα ένα κονσερβοκούτι με λίγο λάδι και φυτίλι,
που άναβε νύχτα-μέρα. Εκεί μπροστά οι στρατιώτες γονατιστοί προσεύχονταν
ολόψυχα για τη νίκη της πατρίδος. «Γέμιζε δάκρυα η αγία λαβίδα όταν ο παπάς
μετέδιδε τα Άγια των Αγίων στους φαντάρους», έγραφε ο αείμνηστος Μητροπολίτης
Νικαίας Γεώργιος. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία ενός στρατιωτικού ιερέως:
«Ημείς εδώ όλοι έχομεν μετανοήσει ειλικρινώς. Από του μεγαλυτέρου αξιωματικού
έως του μικροτέρου στρατιώτου ζώμεν υπό το κράτος της ζωηράς χριστιανικής
πίστεως και αναπνέομεν τον αέρα της ηθικής ελευθερίας. Όλοι εξομολογήθηκαν και
όλοι εκοινώνησαν».
Ανάμεσα
στα πολλά ταχυδρομικά δελτάρια, που κυκλοφορούσαν την περίοδο του ’40,
ξεχωριστή θέση είχαν αυτά, τα οποία αντί άλλης εικονογραφίσεως στο μπροστινό
μέρος είχαν τυπωμένη σε διάφορες μορφές την εικόνα της Παναγίας. Από τις κάρτες
αυτές του πολέμου, οι οποίες σήμερα έχουν διασωθεί από διαφόρους φιλοτελιστές
όσο και από τους συλλέκτες σπανίων αντικειμένων, διαφαίνεται ότι τόσο οι
Έλληνες στρατιώτες όσο και οι συγγενείς τους επιδίωκαν να στέλνουν τα μηνύματά
τους σε καρτ-ποστάλ, που έφεραν την εικόνα της Θεοτόκου.
Αυτή
η εικόνα απετέλεσε για τους αγωνιστές του ’40 πηγή ελπίδας και αισιοδοξίας.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη που ζωγράφισε πάνω
στο καπάκι ενός κιβωτίου ρέγγας την Παναγία της νίκης. Σε πολλές περιπτώσεις οι
ταυτότητες των στρατιωτών έφεραν, δίπλα από τα στοιχεία τους, μια εικόνα της
Παναγίας. Και λίγο πριν εφορμήσουν εναντίον των Ιταλών, έκαναν το σταυρό τους
και αναφωνούσαν τρεις φορές «Παναγία μου»!
Καθώς
γιορτάζουμε τη μεγάλη εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου του 1940, που
προσδιόρισε ουσιαστικά την πορεία των γεγονότων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και
ανανέωσε το σεβασμό προς την Ελλάδα, την κοιτίδα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, δεν
πρέπει να ξεχνάμε ότι η Υπεραγία Θεοτόκος υπήρξε για το Γένος μας η δύναμη
συνοχής του και η πηγή της εμπνεύσεώς του, «η Υπέρμαχος Στρατηγός», «η
προστασία η ακαταίσχυντος», «ο πύρινος στύλος», που οδήγησε την πατρίδα μας στο
δρόμο του θριάμβου και της δόξας. Υπήρξε η Κυρά της Ρωμιοσύνης, «δι’ ης
εγείρονται τρόπαια και εχθροί καταπίπτουσι».
Στις
δύσκολες ημέρες της οικονομικής κρίσεως που περνάμε, ας μην απογοητευόμαστε.
Τέτοιες κρίσεις πέρασε πολλές η πατρίδα μας κατα το παρελθόν. Και τις
αντιμετώπισε με πίστη, θάρρος και ελπίδα. Εκείνο που πρέπει να
συνειδητοποιήσουμε είναι ότι κύριος του κόσμου και της ιστορίας είναι ο
ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού, που έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο για
όλους και για όλα!
Ας
εντείνουμε τις προσευχές μας προς το σεπτό και πανακήρατο πρόσωπο της Κυρίας
Θεοτόκου, η οποία ως μητέρα του Θεού «έχει άπειρον προς Αυτόν παρρησίαν» και ας
ακούσουμε τη γεμάτη πατρική στοργή φωνή του νέου αγίου της Εκκλησίας μας, του
θεοτοκόφιλου Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου: «Πιαστείτε από το χέρι της
Παναγίας και τότε αυτή με ασφάλεια θα σας μεταφέρει στο θρόνο του Υιού και Θεού
της».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου