ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ
ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Ερμηνευτική ανάλυση της αποστολικής περικοπής της Κυριακής της
Σαμαρείτιδος.
Εν Πειραιεί τη 9η
Μαΐου 2015.
(11ον)
Συνεχίζοντες
την ερμηνευτική ανάλυση της αποστολικής περικοπής της Κυριακής της Σαμαρείτιδος
και σαν συνέχεια των όσων εσημειώσαμε στην προηγούμενη δημοσίευση, προχωρούμε
στην ερμηνεία των επομένων (τελευταίων), στίχων της περικοπής.
26
«Εγένετο δε αυτούς ενιαυτόν όλον συναχθήναι εν τη εκκλησία και διδάξαι όχλον ικανόν,
χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιοχείᾳ τους
μαθητάς Χριστιανούς». Αφού λοιπόν ο Βαρνάβας έφερε τον
Παύλο στην Αντιόχεια, ρίχτηκαν και οι δυό με πολύ ζήλο στη δουλειά. Επί ένα
ολόκληρο χρόνο διοργάνωσαν συνάξεις, λατρευτικές και κατηχητικές, σ’ όλο εκείνο
το πλήθος των πιστών. Συνάξεις αλλεπάληλλες την μια μετά την άλλη επί
καθημερινής βάσεως και πιθανόν και απογευματινές ώρες και πρωϊνές.
Συνάξεις
στις οποίες εδίδασκαν και καλλιεργούσαν τον λαό του Θεού. Όλα εκείνα τα πλήθη
που μπορεί να ήταν και πολλές χιλιάδες, είχαν ανάγκη να διδαχθούν όλες τις
αλήθειες της πίστεως. Έπρεπε να μάθουν, πως πρέπει να ζουν και να πολιτεύονται
στην κατά Χριστόν ζωή. Πως να μετέχουν στα μυστήρια, πως να αντιμετωπίζουν τους
πειρασμούς, πως να πολεμούν τα πάθη και τον διάβολο. Και δεν είχαν ζήλο μόνο οι
απόστολοι, αλλά και οι πιστοί, οι οποίοι συμμετείχαν με πολύ δίψα στις συνάξεις
αυτές, για να ακούσουν τα γεμάτα Χάρη αγίου Πνεύματος εκείνα λόγια των
αποστόλων και να τραφούν πνευματικά. Εμείς πόσο άραγε ζήλο έχουμε σε σχέση με
τον ζήλο εκείνων των πιστών; «Χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιοχείᾳ τους μαθητάς Χριστιανούς».
Εδώ στην Αντιόχεια πήραν για πρώτη φορά οι πιστοί το όνομα Χριστιανός. Οι
χριστιανοί προτού να λάβουν αυτό το
όνομα, ονομάζονταν με τρεις τριάδες ονομάτων. Η πρώτη τριάδα ήταν χλευαστικά
ονόματα, που τα έδωσαν οι διώκτες των χριστιανών, εθνικοί και Εβραίοι:
Ναζωραίοι, Γαλιλαίοι, «οι της οδού». Ναζωραίοι και Γαλιλαίοι κακόφημα ονόματα,
όπως επίσης και «οι της οδού», δηλαδή αλήτες. Η δεύτερη τριάδα είναι ονόματα,
που έδωσε η Εκκλησία: Κλητοί, εκλεκτοί, άγιοι. Υπέροχα ονόματα που ο Παύλος τα
χρησιμοποιεί πολύ στις επιστολές του. Και τέλος η τρίτη τριάδα είναι ονόματα
που έδωσε η ιστορία: Πιστοί, μαθητές, αδελφοί. Πολύ ωραία ονόματα. Αλλά όλα
αυτά τα ονόματα μπορούσαν να τα έχουν και οι Ιουδαίοι. Ο Παύλος ήθελε να δώσει
ένα όνομα που οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να το ακούσουν. Και αυτό είναι το όνομα
χριστιανός, που σημαίνει εκείνον που ανήκει στον Χριστό, δηλαδή στον Μεσσία,
διότι η λέξη Χριστός σημαίνει Μεσσίας.
Και
κάτι ακόμη. Η μεγάλη και ακμάζουσα εκκλησιαστική κοινότητα που δημιουργήθηκε
στην Αντιόχεια χάρις στις εντατικές και συντονισμένες προσπάθειες του Παύλου
και του Βαρνάβα, εξελίχθηκε συν τω χρόνω σ’ ένα δεύτερο μεγάλο κέντρο
ιεραποστολής μετά την Ιερουσαλήμ. Ένα κέντρο που θα αναλάβει ένα σπουδαιότατο
ρόλο, την μετάδοση του ευαγγελίου στα έθνη.
Ένα κέντρο, που θα γίνει αργότερα το ορμητήριο, η αφετηρία του Παύλου,
στις ιεραποστολικές του περιοδείες. Τα δύο αυτά κέντρα, οι δύο αυτές τοπικές
εκκλησίες είναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους. Έχουν στενή συνεργασία και
αδελφική αγάπη μεταξύ τους, διότι αποτελούν ένα σώμα. Είδαμε προηγουμένως ότι η
Εκκλησία της Ιερουσαλήμ ενδιαφέρεται και στέλνει τον Βαρνάβα. Αργότερα θα
δούμε, ότι η εκκλησία της Αντιόχειας στέλνει τον Βαρνάβα και τον Παύλο για να
μεταφέρουν την λογία στην Ιερουσαλήμ. Εκείνο που διαφέρει είναι το πεδίο της
δράσεως και η τακτική της δράσεως που ακολουθείται. Δεν έχουν οι ηγέτες των
τοπικών αυτών εκκλησιών ανταγωνισμούς μεταξύ τους, δεν τρώγονται μεταξύ τους
για πρωτεία, ποιός θα είναι πρώτος και ποιός δεύτερος. Δεν έχουν αντιδικίες και
διαμάχες για το ποιός θα έχει την α, η την β εκκλησιαστική δικαιοδοσία, όπως
δυστυχώς βλέπουμε να γίνεται σήμερα, όπου γίνεται καυγάς τρικούβερτος, σε ποιά
εκκλησιαστική δικαιοδοσία, (του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ή της Εκκλησίας της
Ελλάδος), θα υπαχθούν τόσο διοικητικά όσο και πνευματικά, οι Νέες Χώρες, ή ποιό
από τα δύο Πατριαρχεία, (Αντιοχείας ή Ιεροσολύμων), θα πάρει το Κατάρ. Και
γίναμε «ρεντίκολο» και εξευτελισμός στους εχθρούς μας, που μας χλευάζουν με
χίλιες δυό ειρωνείες στα κανάλια και στις εφημερίδες.
27 « Εν ταύταις δε ταις ημέραις κατήλθον από Ιεροσολύμων προφήται εις Αντιόχειαν».
Ποιές είναι αυτές οι ημέρες; Είναι οι ημέρες που ο Βαρνάβας και ο Παύλος
ευαγγελίζονται στην Αντιόχεια και διδάσκουν και καλλιεργούν τους πιστούς.
Σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες που έχουμε, πρέπει να βρισκόμαστε γύρω στο
43-44 μ.Χ. Σ’ αυτές λοιπόν τις ημέρες
κατέφθασαν από τα Ιεροσόλυμα προφήτες. Αυτό σημαίνει, ότι οι απόστολοι από τα
Ιεροσόλυμα πληροφορήθηκαν το μεγάλο έργο που γίνεται στην πόλη αυτή και
έστειλαν τους προφήτες αυτούς, για να βοηθήσουν και αυτοί με την σειρά τους τη
νεογέννητη Εκκλησία της Αντιόχειας στις ποικίλλες ποιμαντικές ανάγκες των
πιστών και ιδίως στο έργο της διδασκαλίας. Βέβαια υπάρχουν ο Βαρνάβας και ο
Παύλος, αλλά είναι τόσο το πλήθος των πιστών, που έχει ανάγκη και από άλλους
προφήτες. Όταν ακούμε την λέξη προφήτης, νομίζουμε ότι πρόκειται για ανθρώπους,
που προλέγουν τα μέλλοντα. Η λέξη δεν έχει μόνο την σημασία αυτή, αλλά σημαίνει
επίσης γενικά και τον χαρισματούχο διδάσκαλο του ευαγγελίου, που διδάσκει με
θεία έμπνευση και αποκάλυψη. Δεν ήταν δηλαδή απλοί διδάσκαλοι, όπως είμαστε
εμείς, αλλά επειδή είχαν επί πλέον και αποκαλύψεις και πολλές φορές και
προφητείες των μελλόντων, η διδασκαλία τους γινόταν ακόμη πιο ισχυρή,
συγκλονιστική και συναρπαστική.
28
«Αναστάς δε
εις εξ αυτών ονόματι Άγαβος, εσήμανε δια
του Πνεύματος λιμόν μέγαν μέλλειν έσεσθαι εφ
όλην την οικουμένην, όστις και εγένετο επί Κλαυδίου Καίσαρος».
Σε κάποια λοιπόν σύναξη λατρευτική, όπου ήταν συγκεντρωμένος όλος ο λαός,
προφανώς ήταν εκεί παρόντες και ο Παύλος και ο Βαρνάβας, σηκώθηκε κάποιος από
αυτούς τους προφήτες, που είχαν έρθει από τα Ιεροσόλυμα ονόματι Άγαβος.
Φαίνεται ότι προηγουμένως καθόταν, ίσως διότι κάποιος άλλος προφήτης δίδασκε.
Και όταν σηκώθηκε, για να μιλήσει ο
Άγαβος, ο προηγούμενος προφήτης σταμάτησε, σύμφωνα με αυτό που λέει ο
Παύλος: «εάν δε άλλω αποκαλυφθή καθημένω ο πρώτος σιγάτω» (Α΄ Κορ.14,30). Διότι αν μιλούσαν και οι
δυό μαζί, θα γινόταν χάβρα. Σηκώθηκε λοιπόν για να φανερώσει στο λαό κάποιο
θλιβερό γεγονός, που επρόκειτο να γίνει στο μέλλον, δηλαδή κάποια προφητεία. Η
λέξη «σημαίνω» δεν έχει μόνο την έννοια της γνωστοποιήσεως με λόγια,
αλλά και με έργα, με συμβολικές πράξεις. Έκανε λοιπόν γνωστό ο Άγαβος στο λαό,
με κάποιες συμβολικές πράξεις, που τον ενέπνεε το Πνεύμα το άγιο, ότι πρόκειται
να συμβεί μεγάλη πείνα σ’ όλη την οικουμένη. Και ο Λουκάς, αλλά και οι άλλοι
συγγραφείς της Καινής Διαθήκης όταν μιλούσαν για «οικουμένη», εννοούσαν την
Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η οποία περιλάμβανε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Και
πράγματι η πείνα αυτή έγινε, όταν αυτοκράτορας στη Ρώμη ήταν ο Κλαύδιος Καίσαρ.
Και λέει «εγένετο», διότι ο Λουκάς γράφει τα γεγονότα αυτά πολύ αργότερα.
Ο Κλαύδιος ήταν αυτοκράτορας από το 41 μέχρι το 54 μ.Χ., και όπως αναφέρουν
άλλοι Ρωμαίοι ιστορικοί, ο Τάκιτος, ο Σουητώνιος κ.α. πράγματι έγιναν 4 μεγάλες
πείνες σε διάφορες χρονικές περιόδους και σε διάφορες περιοχές της
αυτοκρατορίας. Και γιατί έκανε γνωστό αυτό το γεγονός ο Άγαβος; Για να
εντυπωσιάσει, να εισπράξει συγχαρητήρια, η για να τρομάξει τον κόσμο; Όχι. Είπε
την προφητεία για να προετοιμάσει την εκκλησία, ώστε να λάβει τα μέτρα της. Ο
Θεός όταν αποκαλύπτει, όταν κάνει θαύματα δεν παίζει θέατρο. Έχει σκοπό την
πνευματική ωφέλεια, την μετάνοια και την προετοιμασία του λαού του.
29
«Των δε
μαθητών καθώς ηυπορείτο τις, ώρισαν έκαστος αυτών εις διακονίαν πέμψαι τοις
κατοικούσιν εν τη Ιουδαίᾳ αδελφοίς».
Μετά από την προφητεία η εκκλησία της Αντιόχειας δεν μένει αδρανής, αλλά
κινητοποιείται. Μόλις δόθηκε η αποκάλυψη του Θεού, ότι θα πέσει πείνα, αμέσως η
εκκλησία λαμβάνει την απόφαση, να βοηθήσει τους χριστιανούς της Ιουδαίας, διότι
αυτοί είχαν περισσότερη ανάγκη από τους Αντιοχείς. Νοιώθουν τους χριστιανούς
της Ιουδαίας ως αδελφούς των, διότι αποτελούν μέλη του αυτού σώματος. Έχουν την
ίδια πίστη μ’ αυτούς, βαπτίσθηκαν στο ίδιο
βάπτισμα, κάνουν τον ίδιο πνευματικό αγώνα, ελπίζουν στην ίδια σωτηρία.
Γι’ αυτό και αισθάνονται την ανάγκη να τους βοηθήσουν. Και αυτή την βοήθεια την
θεωρούν ως χρέος, ως μια διακονία, όχι ως μια απλή κοινωνική πράξη. Αισθάνονται
ότι πρέπει να τους βοηθήσουν, αφού εκεί στην Αντιόχεια το οικονομικό επίπεδο
των πιστών ήταν πολύ υψηλότερο απ’ ότι στην
Ιουδαία. Και τούτο διότι η Αντιόχεια ήταν η πρωτεύουσα της Ασίας, η
τρίτη πόλις του κόσμου, ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο της εποχής εκείνης. Επομένως
από τους χριστιανούς κατοίκους της πόλεως πολλοί ήταν εύποροι. Όχι όλοι στον
ίδιο βαθμό και όχι όλοι πολύ πλούσιοι, αλλά άλλος λιγότερο και άλλος
περισσότερο. Ο καθένας ανάλογα με τις οικονομικές του δυνατότητες έδωσε. Έκαναν
λοιπόν έρανο και μάζεψαν χρήματα, διότι τότε οι έρανοι δεν γινόταν σε είδος,
αλλά σε χρήμα και όρισαν τον Βαρνάβα και τον Παύλο, να μεταφέρει το χρηματικό
ποσό στους χριστιανούς της Ιουδαίας. Το γεγονός αυτό μας θέτει προ των ευθυνών
μας απέναντι των πτωχών. Δεν μπορούμε να λεγόμαστε χριστιανοί και να ελπίζουμε
ότι θα σωθούμε, αν δεν βοηθούμε τους πτωχούς ανάλογα με τις οικονομικές
δυνατότητες που έχουμε. Αν δεν δίνουμε
έστω το 1/10 από το καθαρό εισόδημά μας στους πτωχούς, αφαιρουμένων των
φορολογικών υποχρεώσεών μας. Όπως διηγείται παρά κάτω ο Λουκάς στο 15ο
κεφάλαιο, όπου περιγράφει την πρώτη αποστολική Σύνοδο, μια από τις αποφάσεις
της Συνόδου ήταν η βοήθεια των πτωχών. Η Σύνοδος αυτή βέβαια έχει θεόπνευστο
και οικουμενικό κύρος όπως και οι άλλες οικουμενικές Σύνοδοι.
30
«Ό και
εποίησαν αποστείλαντες προς τους πρεσβυτέρους δια χειρός Βαρνάβα και Σαύλου».
Η Εκκλησία της Αντιοχείας έστειλε όσα χρήματα μάζεψε διά μέσου του Βαρνάβα και
του Παύλου προς τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Βλέπετε η
προφητεία δεν πήγε στον αέρα, αλλά έφερε αποτέλεσμα. Έγινε αφορμή για να δείξει
η εκκλησία της Αντιοχείας την έμπρακτη αγάπη της προς την εκκλησία των
Ιεροσολύμων. Να δείξει την ευγνωμοσύνη της προς αυτήν για τις πνευματικές
δωρεές που δέχθηκε από αυτήν, διότι από
αυτήν παρέλαβε το ευαγγέλιο. Από εκεί ξεκίνησαν και έφθασαν μέχρι την Αντιόχεια
ιεραπόστολοι και από εκεί ήρθε ο Βαρνάβας, για να τους καλλιεργήσει πνευματικά
και να συμπληρώσει το έργο των πρώτων ιεραποστόλων. Αν λοιπόν, όπως λέγει ο
Παύλος στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή
του, η εκκλησία των Ιεροσολύμων έσπειρε σ’ αυτούς τα πνευματικά αγαθά, είναι
μεγάλο πράγμα να δεχθεί τώρα από αυτούς τα υλικά; «Ει ημείς υμίν τὰ πνευματικὰ εσπείραμεν,
μέγα ει ημείς υμών τὰ σαρκικὰ θερίσομεν;».Έστειλαν λοιπόν τα χρήματα
προς τους πρεσβυτέρους. Αλλά γιατί στους πρεσβυτέρους και όχι στους αποστόλους;
Μερικοί λένε, ότι οι απόστολοι απουσίαζαν σε διάφορες περιοδείες. Πάντοτε
πρέπει να υπήρχαν στα Ιεροσόλυμα, αν όχι όλοι, έστω μερικοί από αυτούς, διότι
όπως είπαμε, έπρεπε να παρακολουθούν την γενική πορεία όλου του ιεραποστολικού
έργου. Ωστόσο το φιλανθρωπικό έργο της εκκλησίας, όπως αναφέρει ο Λουκάς στο 6ο
κεφάλαιο, μετά την εκλογή των 7 διακόνων, ανέλαβαν άλλα πρόσωπα, στην αρχή οι
διάκονοι και στη συνέχεια οι πρεσβύτεροι. Μέσα στην εκκλησία των Ιεροσολύμων
ήδη από τα αποστολικά χρόνια δημιουργήθηκε ο θεσμός των πρεσβυτέρων. Οι
πρεσβύτεροι είχαν υπό την ευθύνη τους τα
λατρευτικά, διοικητικά και οικονομικά θέματα. Ήταν πρόσωπα τίμια σοβαρά,
αδιάβλητα, που έχαιραν μεγάλης εκτιμήσεως από τους πιστούς. Παρέλαβαν αυτό το
χρηματικό ποσό, για να το χρησιμοποιήσουν για τις ανάγκες των πτωχών στον καιρό
που θα ξεσπάσει η πείνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου