Ἑάλω
ἡ Ὀρθόδοξος Ἑλλὰς μὲ νομοσχέδιον τοῦ ὑπουργείου Παιδείας
• Δὲν ἱκανοποιοῦνται ἀπὸ
τὴν σχεδιαζομένην ἀναγνώρισιν τῆς «ἐκκλησίας» των ὡς νομικοῦ προσώπου δημοσίου
δικαίου, ἀλλὰ ζητοῦν νὰ ὑπογραφοῦν συμφωνίαι μὲ τὸ Ἑλληνικὸν Κράτος κατὰ τὰ
πρότυπα τοῦ Βατικανοῦ. •Μὲ τὰ λεγόμενα Κονκορδᾶτα θὰ λειτουργοῦν περίπου ὡς
κράτος τοῦ Βατικανοῦ ἐντὸς τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας. • Ὁ ὑπουργὸς Παιδείας κ.
Λοβέρδος τοὺς καλεῖ νὰ προσαρμοσθοῦν καὶ νὰ ἐγκαταλείψουν τὰς θέσεις αὐτάς, αἱ ὁποῖαι
εἶναι ἀνατρεπτικαὶ διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἐπικρατοῦσα Ἐκκλησία.
Ἡ στάσις τῶν ἐν Ἑλλάδι ἡγετῶν τοῦ Παπισμοῦ καθυστερεῖ τὴν
κατάθεσιν νομοσχεδίου, τὸ ὁποῖον προβλέπει τὴν ἀναγνώρισιν ὅλων τῶν αἱρετικῶν «ἐκκλησιῶν»
ὡς νομίμων εἰς τὴν Ἑλλάδα. Τὸ Ἑλληνικὸν Κράτος καταργεῖ καὶ ἐπισήμως τὰς αἱρέσεις,
τὰς ἀναγνωρίζει ὡς κανονικὰς ἐκκλησίας (ἄνευ εἰσαγωγικῶν). Προηγήθη εἰς τὴν ἀναγνώρισίν
των τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, τὸ ὁποῖον θεωρεῖ κανονικάς, σωζούσας καὶ ἐχούσας
Ἀποστολικὴν διαδοχήν. Ἀποσπάσματα τῆς συνεντεύξεως τοῦ ὑπουργοῦ Παιδείας κ.
Λοβέρδου διὰ τὰς αἱρετικὰς «ἐκκλησίας» καὶ τὰ προνόμια, τὰ ὁποῖα ζητοῦν οἱ ἐν Ἑλλάδι
Παπικοὶ ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Κράτος. Οἱ Παπικοὶ ἀναδεικνύονται ἀνυποχώρητοι καὶ ἀδιάλλακτοι
καὶ εἰς θέματα (ἐκτὸς τῶν θεολογικῶν) συνεργασίας μὲ τήν πολιτείαν.
Ἡ ἐν Ἑλλάδι ἡγεσία τῶν Παπικῶν ἐνθαρρυμένη ἀπὸ τὴν ἀναγνώρισιν τοῦ
Παπισμοῦ ὡς κανονικῆς καὶ ὄχι αἱρετικῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου καὶ τῆς περὶ αὐτὸν οἰκουμενιστικῆς συνοδείας του
«τρίζει τὰ δόντια της» πρὸς τὸ ἑλληνικὸν κράτος καὶ τὴν κυβέρνησίν του. Ἡ
τελευταία ἀπὸ μηνῶν ἔχει ἀποφασίσει νὰ ἀναγνωρίση ὅλας τὰς χριστιανικὰς αἱρετικὰς
«ἐκκλησίας» ὡς καὶ ὅλας τὰς Ἀνατολικὰς θρησκείας ὡς νομίμους «ἐκκλησίας».
Σχετικῶς ὁ «Ο.Τ.» ἔχει κάνει ἀποκαλύψεις πρὸ τοῦ Πάσχα ἐπισημαίνων μάλιστα ὅτι ἐκτὸς
τῶν Χριστιανικῶν αἱρετικῶν Ἐκκλησιῶν, μὲ τὴν συγκέντρωσιν τριακοσίων ὑπογραφῶν
καὶ τὴν κατάθεσίν των εἰς τὸ τοπικὸν πρωτοδικεῖον θὰ δύνανται νὰ ἀναγνωρισθοῦν ὡς
κανονικαὶ Ἐκκλησίαι καὶ αἱ Ἀνατολικαὶ θρησκεῖαι, παραθρησκεῖαι κ.λπ. Τὸ
νομοσχέδιον ἔπρεπε ἤδη νὰ εἶχε κατατεθῆ. Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεὸς τῶν Ὀρθοδόξων
Χριστιανῶν μωραίνει τοὺς Παπικοὺς καὶ ὅπως εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους εἶναι
ἀνυποχώρητοι εἰς τὰς αἱρετικὰς καὶ κακοδόξους θέσεις των ἔτσι καὶ εἰς τὸν
διάλογον μὲ τὸ Ἑλληνικὸν Κράτος κάμνουν ἐπίδειξιν ἀλαζονείας καὶ δυνάμεως ἀποστέλλοντες
τὸ μήνυμα πρὸς τὴν κυβέρνησιν ὅτι εἶναι κάτι διαφορετικὸν ἀπὸ τὰς ἄλλας «Ἐκκλησίας»,
τὰς ὁποίας τὸ Ἑλληνικὸν Κράτος θὰ ἀναγνωρίση ὡς νομίμους. Αἱ ρυθμίσεις τοῦ
νομοσχεδίου προβλέπουν ὅτι αἱ «Ἐκκλησίαι» αὐταὶ θὰ ἀναγνωρισθοῦν ὡς Νομικὰ
Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Οἱ ἐν Ἑλλάδι Παπικοὶ ἀντιδροῦν δυναμικῶς καὶ ἀπαιτοῦν
τὸ Νομικὸν αὐτὸ πρόσωπον νὰ ἔχη τὸ δικαίωμα νὰ συνάπτη συμφωνίας μὲ τὸ Ἑλληνικὸν
Κράτος κατὰ τὰ πρότυπα τοῦ Βατικανοῦ. Τοῦτο σημαίνει ὅτι τὸ Παπικὸν Νομικὸν
Πρόσωπον, τὸ ὁποῖον θὰ λειτουργῆ ὡς κανονικὴ Ἐκκλησία πλέον εἰς τὴν Ἑλλάδα, θὰ
εἶναι ἕνα δεύτερον μικρὸν Κράτος ἐντὸς τῆς Ἑλλάδος, τὸ ὁποῖον θὰ ὑπογράφη
συμφωνίας μὲ τὸ Κράτος τῆς Ἑλλάδος, κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ ὑπέγραφε
μὲ τὴν Ἑλλάδα ὁ Ἀρχηγὸς καὶ ἡ κυβέρνησις τοῦ Βατικανοῦ, ὑπὸ τὸν Ἀρχηγόν του, Αἱρεσιάρχην,
Πάπαν κ. Φραγκίσκον. Τὰς ἀπαιτήσεις τῶν Παπικῶν φαίνεται ὅτι δὲν ἀποδέχεται ἡ
νέα πολιτικὴ ἡγεσία τοῦ ὑπουργείου Παιδείας ὑπὸ τὸν ὑπουργὸν κ. Ἀνδρέαν
Λοβέρδον, ὁ ὁποῖος ἀνεγνώρισεν ὅτι, ἐὰν γίνη ἀποδεκτὸν τὸ αἴτημα τῶν Παπικῶν,
τότε ἡ Ἑλληνικὴ δημοκρατία (ὄχι ἁπλῶς ἡ Κυβέρνησις) θὰ εἶναι ὡς νὰ ἀνατρέπη τὴν
κυρίαρχον θέσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία συμφώνως πρὸς τὸ Σύνταγμα εἶναι
ἡ ἐπικρατοῦσα τῆς Χώρας. Ὁ ὑπουργὸς ἐκάλεσε τοὺς Παπικοὺς νὰ ἀναθεωρήσουν τὰς
θέσεις των, διὰ νὰ κατατεθῆ ἐντὸς τοῦ Ἰουλίου τὸ σχετικὸν νομοσχέδιον, τὸ ὁποῖον
θὰ καταργῆ τὰς αἱρέσεις καὶ τὰς παραθρησκείας εἰς τὴν Ἑλλάδα, αἱ ὁποῖαι θὰ ἀναγνωρίζωνται
πλέον ὡς κανονικαὶ «Ἐκκλησίαι». Τὸ νομοσχέδιον, εἶχεν ἑτοιμάσει ὁ προκάτοχος τοῦ
σημερινοῦ ὑπουργοῦ Παιδείας, ὁ κ. Κωνσταντῖνος Ἀρβανιτόπουλος, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν
πρόσφατον ἐπίσκεψιν τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια εἰς τὴν
Ρώμην καὶ τὸ Βατικανὸν (ἔχει ἀπευθύνει πρόσκλησιν εἰς τὸν αἱρεσιάρχην Πάπαν νὰ ἐπισκεφθῆ
ἐπισήμως τὰς Ἀθήνας καὶ νὰ τὸν ὑποδεχθῆ ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία μὲ τιμὰς καὶ ἐκδηλώσεις)
εἶχε μεταβῆ κι αὐτὸς καὶ εἶχε παρουσιάσει τὸ σχετικὸν νομοσχέδιον μὲ τὰς
διατάξεις τὰς ἀφορούσας τοὺς ἐν Ἑλλάδι Παπικούς, εἰς τὸν Πάπαν. Τὸ νομοσχέδιον
θὰ κατατεθῆ εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἀνεξιθρησκίας, τὴν ὁποίαν ὁρίζει τὸ ἄρθρον 13 τοῦ
Συντάγματος. Διερωτώμεθα: Μετὰ τὴν ψήφισιν τοῦ νομοσχεδίου πῶς θὰ ἐφαρμόζεται τὸ
ἄλλο ἄρθρον τοῦ Συντάγματος (16), τὸ ὁποῖον ὁρίζει ὅτι ἡ Παιδεία τοῦ Κράτους ὀφείλει
νὰ καλλιεργῆ τὴν Ἐθνικὴν καὶ Θρησκευτικὴν συνείδησιν τῆς μαθητιώσης καὶ σπουδαζούσης
νεολαίας; Θέτομεν τὸ βασικὸν αὐτὸ ἐρώτημα, διότι ἡ καλλιέργεια τῆς θρησκευτικῆς
συνειδήσεως προϋποθέτει κοινὴν πίστιν, κοινὴν παράδοσιν, κοινὰ ἤθη κὰι ἔθιμα,
κοινὸν πολιτισμόν κ.λπ. Ἕνα δεύτερον ἐρώτημα εἶναι τὸ ἑξῆς: Διατὶ ἐπὶ τόσας
δεκαετίας δὲν ἔγινεν ἀναγνώρισις τῶν προαναφερομένων αἱρέσεων καὶ παραθρησκειῶν
ἢ θρησκειῶν τῆς Ἀνατολῆς καὶ ἐπιχειρεῖται ἡ ἀναγνώρισις κατὰ τὴν παροῦσαν
περίοδον τῆς βαθυτάτης οἰκονομικῆς κρίσεως, ἐξαθλιώσεως μεγάλων τμημάτων τοῦ
λαοῦ, ἰσοπεδώσεως τῶν θεσμῶν, καταργήσεως ἢ ἀλλοιώσεως ἢ παραβάσεως
συγκεκριμένων ἄρθρων τοῦ Συντά γματος, τὰ ὁποῖα ἀφοροῦν τὸν θεσμὸν τῆς οἰκογενείας,
τῶν Συλλογικῶν Συμβάσεων Ἐργασίας, τὸ δικαίωμα εἰς τὴν κατοικίαν, τὴν πρόνοιαν,
τὴν ἐργασίαν, τὴν ἰατροφαρμακευτικὴν περίθαλψιν, τὸ περιβάλλον (δάση αἰγιαλούς)
κ.λπ.; Τὴν ὥραν κατὰ τὴν ὁποίαν ἔπρεπε νὰ καλλιεργῆται τὸ φρόνημα τῶν Ὀρθοδόξων,
τὰ κέντρα, τὰ ὁποῖα ἐπιβάλλουν τὰς ἀποφάσεις διὰ ἀναγνώρισιν ὅλων τῶν αἱρετικῶν
«Ἐκκλησιῶν» ὡς κανονικῶν ἔναντι τοῦ Κράτους, ὑπονομεύουν οὐσιαστικῶς τὴν Ἐθνι κὴν
ἑνότητα εἰς τὴν Ἑλλάδα. Δυστυχῶς εἰς ἐποχὴν οἰκονομικῆς κρίσεως (μὲ ἐφιαλτικὰς
διαστάσεις) καὶ μεγάλης παρακμῆς τὸ ὑπουργεῖον Παιδείας ἔχει ἀρνητικὸν ρόλον καὶ
εἰς τὴν Παιδείαν καὶ εἰς ζητήματα πίστεως (ὑπουργεῖον ἀ-παιδείας καὶ ἀ-θρησκείας).
Μετὰ τὴν κατάθεσιν τοῦ νομοσχεδίου καὶ τὴν ψήφισίν του ὑπὸ τῆς Βουλῆς, τόσον οἱ
Παπικοὶ ὅσον καὶ οἱ Ἀγγλικανοί, οἱ Κόπται, Σαηεντολόγοι κ.λπ., δὲν θὰ ἀντιμετωπίζωνται
ὡς αἱρετικοί, ἀλλὰ ὡς ἀνήκοντες εἰς κανονικὰς «Ἐκκλησίας». Τὸ αὐτὸ θὰ συμβῆ καὶ
μὲ τὰς Ἀνατολικὰς θρησκείας καὶ Παραθρησκείας. Τὸν σπόρον δυστυχῶς διὰ αὐτὴν τὴν
ἐξέλιξιν τὸν καλλιέργησε καὶ τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, τὸ ὁποῖον
διακηρύσσει ὅτι δὲν ὑπάρχουν πλέον αἱρετικαὶ Ἐκκλησίαι, ἀλλὰ κανονικαί,
σώζουσαι, ἔχουσαι ἀποστολικὴν διαδοχὴν κι ἄρα ἔγκυρα μυστήρια. Ὅταν τὸ κέντρον
τῆς Ὀρθοδοξίας ἔχει μίαν τοιαύτην συμπεριφοράν, τὴν ὁποίαν διακηρύσσει δημοσίως
μὲ συμπροσευχὰς τόσον μὲ ἑτεροδόξους ὅσον καὶ ἀλλοθρήσκους, διατὶ νὰ ὑστεροῦν οἱ
ἐπαγγελματίαι τῆς πολιτικῆς εἰς τὸν ἀγῶνα διὰ τὴν μελλοντικὴν ἐξίσωσιν ὅλων τῶν
«Ἐκκλησιῶν» (Δυτικῶν καὶ Ἀνατολικῶν) μὲ τὴν Ὀρθοδοξίαν;
Τώρα ὅμως δικαιολογεῖται καὶ κάτι ἄλλο:
Ἡ διδασκαλία πιλοτικῶς εἰς ἑκατὸν πεντήκοντα δημοτικὰ σχολεῖα καὶ Γυμνάσια τῆς Χώρας,
ἐννέα θρησκειῶν. Διὰ αὐτὸ καὶ ἡ ἐπιμονὴ πολιτικῶν καὶ
Μητροπολιτῶν εἰς τὴν καθιέρωσιν τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευμάτων.
Παραθέτομεν
κατωτέρω ἀποσπάσματα τῆς συνεντεύξεως τοῦ νέου ὑπουργοῦ Παιδείας κ. Λοβέρδου μὲ
τὰς ἀπαιτήσεις τῶν ἐν Ἑλλάδι Παπικῶν νὰ ὑπογράφουν συμφωνίας μὲ τὸ Ἑλληνικὸν
Κράτος κατὰ τὰ πρότυπα τοῦ Κράτους τοῦ Βατικανοῦ. Τὰ ἀποσπάσματα ἐδημοσιεύθησαν
(ἀνηρτήθησαν) εἰς τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἱστοσελίδα Θρησκευτικά, τῆς 26ης Ἰουνίου,
καὶ ἔχουν ὡς ἀκολούθως:
«Ἔρχεται ἐντὸς Ἰουλίου τὸ νομοσχέδιο γιὰ τὴ νομικὴ προσωπικότητα τῶν
ἐκκλησιῶν. Ο Ὑπουργὸς Παιδείας Ἀνδρέας Λοβέρδος σὲ χθεσινὴ συνέντευξη Τύπου ἀνέφερε:
“Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ἐκκλησία καὶ τὰ θρησκεύματα, πρὸς τὸ παρὸν ἀνακοινώνουμε τὴν
κατάθεση μέσα στὸν Ἰούλιο τοῦ σχεδίου νόμου γιὰ τὴ νομικὴ προσωπικότητα τῶν ἐκκλησιῶν
καὶ ἄλλα θέματα. Βασικὴ ἀρχὴ τῆς νομοθετικῆς παρέμβασης εἶναι ἡ πλήρης ἐφαρμογὴ
τοῦ ἄρθρου 13 τοῦ Συντάγματος περὶ θρησκευτικῆς ἐλευθερίας.
Μὲ τὴν εὐκαιρία ν’ ἀναφέρω πὼς συνεργάζομαι ἤδη στενὰ μὲ τὴν Ἐκκλησία
τῆς Ἑλλάδος, θὰ συναντηθοῦμε μὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο καὶ θὰ προτείνω ἡ
συνάντηση νὰ γίνει τὶς ἑπόμενες ἑβδομάδες στὴ Θήβα.
Ἐπίσης ν’ ἀναφέρω πὼς εἶχα μία συνάντηση μίας ὥρας μὲ τὸν Οἰκουμενικὸ
Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, ὅπου συζητήσαμε θέματα ἀμοιβαίου ἐνδιαφέροντος, στὸ
πλαίσιο πάντα τῆς ἁρμοδιότητάς μου. Προσκλήθηκα καὶ ἀποδέχθηκα τὴν πρόσκληση νὰ
ἐπισκεφθῶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὶς 30 Νοεμβρίου.
* * *
Σχέδιο νόμου γιὰ τὴ νομικὴ προσωπικότητα τῶν Ἐκκλησιῶν,
κατατίθεται ἐντὸς τοῦ Ἰουλίου. Παρακαλῶ πολὺ τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία, νὰ ὑπερβοῦν
ἕνα πρόβλημα ποὺ ἔχουν, ποὺ καθυστερεῖ τὴν κατάθεση τοῦ σχεδίου νόμου.
Ἡ
διαβούλευση ἔχει γίνει ὁλοκληρωμένα ἀπ’ ὅ,τι ὁ κ. Γενικός, ὁ κ. Καλαϊτζῆς μ’ ἔχει
ἐνημερώσει, θεωρῶ πλήρη τὴν ἐργασία ποὺ ἔχει γίνει ἀπὸ τὴν πλευρά του, καὶ τοὺς
παρακαλῶ δι’ ὑμῶν, νὰ ποῦν ἕνα ναὶ καὶ νὰ μὴ ἐπιδιώκουν τὴ δική τους χωριστὴ
μεταχείριση ἐναντίον ὅλων τῶν ἄλλων καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οὕτως ὥστε ὅλοι
μαζὶ μὲ ὅρους ἀπολύτου ἰσότητος, νὰ προχωρήσουμε στὴν κατάθεση στὴ Βουλὴ τοῦ
σχεδίου νόμου ποὺ δὲν κατατίθεται, ἐξαιτίας τους.
Τὸ
ζητῶ μὲ ὅλη τὴν ἀγάπη ὡς Ὑπουργὸς καὶ ὡς πολιτικὴ ἡγεσία ποὺ θὰ σεβαστοῦμε στὸ ἀκέραιο
τὰ δικαιώματα ποὺ προκύπτουν ἀπὸ τὴ θρησκευτικὴ ἐλευθερία νὰ ὑπερβοῦν μία
δυσκολία καὶ νὰ δώσουν τὴ συναίνεσή τους, γιὰ νὰ προχωρήσει μὲ ἀπόλυτη
δημιουργικότητα καὶ συναίνεση ἡ κατάθεση τοῦ σχεδίου νόμου”.
Συζήτηση
ἐπὶ τοῦ θέματος
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Γιατί καθυστερεῖ, ποὺ δημιουργεῖ προσχώματα ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία;
ΥΠΟΥΡΓΟΣ:
Κοιτάξτε, συζήτησα τὸ θέμα μὲ τὸν κ. Καλαντζῆ καὶ ἔχω καὶ σημειώματά του. Γιὰ ὅ,τι
εἰδικότερο θέλετε, ἐδῶ εἶναι νὰ σᾶς δώσει διευκρινίσεις. Ὡστόσο, συγκράτησα αὐτὸ
ποὺ σᾶς εἶπα στὴν ἀρχή: Ὀργανώνεται ἡ νομικὴ προσωπικότητα τῶν Ἐκκλησιῶν, ἂν
κατάλαβα κ. Καλαντζῆ καὶ διορθῶστε με γιὰ νὰ μαθαίνω, μὲ δύο τρόπους: Ἔχουμε ὁρισμένες
περιπτώσεις Νομικῶν Προσώπων Ἰδιωτικοῦ Δικαίου καὶ ὁρισμένες περιπτώσεις Νομικῶν
Προσώπων Δημοσίου Δικαίου. Στὶς δεύτερες εἶναι τὰ κυρίαρχα ρεύματα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:
Εἶναι δεδομένες.
ΥΠΟΥΡΓΟΣ:
Ἀκριβῶς. Ἡ Καθολικὴ δὲ θέλει νὰ μπεῖ στὴν περίπτωση τῶν Νομικῶν Προσώπων
Δημοσίου Δικαίου, προτείνοντας νὰ συνάπτει τὰ λεγόμενα κονκορδάτα μὲ τὸ ἑλληνικὸ
κράτος κατὰ τοὺς τύπους τοῦ Βατικανοῦ. Αὐτὸ ἐὰν τὸ ἔκανε δεκτὸ ἡ Ἑλληνικὴ
Δημοκρατία, δημιουργοῦσε δύο μέτρα καὶ δύο σταθμὰ σὲ βάρος καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος. Δὲ μπορεῖ νὰ γίνει αὐτό. Οὔτε μπορεῖ νὰ εἶναι κάτι ξεχωριστὸ ἡ Καθολικὴ
Ἐκκλησία καὶ ἔναντι τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ὄχι μόνο κατὰ τὸ Σύνταγμα καὶ γιὰ τοὺς
γνωστοὺς λόγους, λόγους τιμῆς καὶ τάξης, ἐπικρατοῦσα θρησκεία στὴ χώρα.
Δὲ μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε αὐτό, ἐμεῖς δὲ μποροῦμε νὰ τὸ δεχθοῦμε,
κατάλαβα ὅτι καὶ ὁ Γραμματέας αὐτὸ εἰσηγεῖται, εἶναι σαφέστατο. Ἄρα,
περιμένουμε τὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία καὶ τὸ ξαναλέω αὐτό, νὰ προσαρμοστεῖ».
Ἀλήθεια ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τί λέγει διὰ ὅλα αὐτά; Διότι βλέπομεν
κυρίως ἀντιδράσεις διανοουμένων εἰς τὸ διαδίκτυον ἀλλὰ καὶ εἰς μικρὰς καὶ
μεγάλας ἐφημερίδας, ἀλλὰ τὴν ἐπίσημον ἀντίδρασιν τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας δὲν τὴν
γνωρίζομεν. Ἀντιμετωπίζει τὴν ὑπόθεσιν παθητικῶς. Διατί ἆραγε;
Ορθόδοξος
Τύπος,04/07/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου