Εικόνα: Η Παναγία Παρηγορίτισσα στην Άρτα, κτίσμα του Δεσπότη
Μιχαήλ β΄
|
ΘΕΣΣΑΛΙΑ:
ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ
Η Θεσσαλία υπό το ηπειρωτικό δεσποτάτο
Η λατινική εξουσία δεν κατόρθωσε να εδραιωθεί
στη Θεσσαλία κυρίως λόγω των αντιδράσεων των Ελλήνων κατοίκων της. Έτσι ο Μιχαήλ
Α΄ Δούκας της Ηπείρου επιχείρησε, με επιτυχία, να εκμεταλλευθεί την
κατάσταση. Το ηπειρωτικό κράτος περιελάμβανε αρχικά τη λεγόμενη Παλαιά
Ήπειρο και τη Δυτική Θεσσαλία, έχοντας πρωτεύουσα την Άρτα.
Το καλοκαίρι του 1210 ο Μιχαήλ
εισέβαλε στη Θεσσαλία, αιχμαλώτισε και σταύρωσε τον Λατίνο κυρίαρχο του
Δομοκού, Αμμαδαίο Μπούφα, και μέσα σε δύο χρόνια απελευθέρωσε τις κυριότερες
θεσσαλικές πόλεις (Λάρισα, Βελεστίνο, Δημητριάδα). Από τη χρονιά σταθμό, 1210,
υπό την ηγεσία του Μιχαήλ Δούκα, έως το 1224, με το διάδοχό του Θεόδωρο
Δούκα, το κράτος της Ηπείρου επεκτεινόταν συνεχώς, αποκτώντας, με τη δύναμη
των όπλων του, εδάφη από τους Βουλγάρους (Αχρίδα, Πρίλεπ, Αξιός,
Στρώμνιτσα, Σκόπια) και από τους Λατίνους (Ν. Πάτρες, Λαμία,
Λάρισα, Γρεβενά, Καστοριά, Πλαταμώνας, Σέρρες).
Στο αποκορύφωμα αυτής της εξάπλωσης, το 1224,
καταλήφθηκε και η Θεσσαλονίκη. Την επόμενη χρονιά οι Φράγκοι έκαναν μια
προσπάθεια να ανακτήσουν τα θεσσαλικά εδάφη αλλά, όταν το εκστρατευτικό τους
σώμα αποβιβάστηκε στον Αλμυρό (σημερινό Τσιγκέλι), και πριν καλά, καλά
προλάβει να επιχειρήσει κάτι, χτυπήθηκε από φονική δυσεντερία. Το
1226 ή την επόμενη χρονιά ο Θεόδωρος Δούκας στέφθηκε αυτοκράτορας
της Θεσσαλονίκης και άρχισε ένα αγώνα δρόμου με τον αυτοκράτορα
της Νίκαιας για την ανακατάληψη της Βασιλεύουσας. Όμως τα σχέδιά του
ναυάγησαν καθώς στη μάχη της Κλοκότνιτσας (Μάρτιος του 1230) ηττήθηκε
από τον τσάρο του βουλγαροβλαχικού κράτους Ιωάννη Β΄ Ασάν.
Ο ίδιος ο Θεόδωρος συνελήφθη και τυφλώθηκε.
Διάδοχός του, και φυσικά κυρίαρχος και του θεσσαλικού χώρου, ανέλαβε ο αδελφός
του Μανουήλ Δούκας. Από το 1230 παρατηρείται μια άτυπη
διάσπαση του κράτους της Θεσσαλονίκης. Το βόρειο τμήμα του με έδρα
τη Θεσσαλονίκη, εξουσιαζόταν από το Μανουήλ Δούκα και το νοτιοδυτικό από
το δεσπότη Μιχαήλ Β΄ Δούκα, που ήταν γιος του Μιχαήλ Α΄.
Οι ιστορικοί δεν απαντούν με βεβαιότητα για
το ποιος από τους δυο ηγεμόνες ήλεγχε τη Θεσσαλία, πιθανότερο φαίνεται πως
εξαρτιόταν από το κράτος της Θεσσαλονίκης. Στα 1237 ο Ιωάννης Ασάν της
Βουλγαρίας νυμφεύτηκε την κόρη του τυφλού, όπως αναφέραμε πιο πριν, Θεοδώρου
Δούκα, Ειρήνη, και έτσι ο Θεόδωρος επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη. Όμως, μη
έχοντας τη δυνατότητα, λόγω της αναπηρίας του, να διεκδικήσει την εξουσία,
όρισε αυτοκράτορα το γιο του Ιωάννη1. Τότε ο Μανουήλ αναγκάστηκε να
αναχωρήσει από τη Θεσσαλονίκη και να καταφύγει στον αυτοκράτορα της Νίκαιας. Ο Ιωάννης
Γ΄ Βατάτζης πήρε το μέρος του και του πρόσφερε πέντε επανδρωμένα πλοία για
να κατακτήσει αρχικά, τουλάχιστο, τη Θεσσαλία. Πράγματι, το 1239, μ’ αυτά τα
πλοία ο Μανουήλ αποβίβασε το στρατό του κάπου κοντά στην Δημητριάδα και
κατευθύνθηκε προς την ενδοχώρα. Γρήγορα, με τη συμπαράσταση του Θεσσαλού
άρχοντα Κων/νου Κομνηνού Μελισσηνού Δούκα Βρυέννιου, κατέλαβε τα
Φάρσαλα και τη Λάρισα και αφού ήλθε σε συνεννόηση με τα αδέλφια του Κωνσταντίνο
και Θεόδωρο, διέλυσε τη συμφωνία που είχε κάνει με το Βατάτζη.
Κύριος σκοπός του Μανουήλ ήταν η εξασφάλιση της διοίκησης της Θεσσαλίας. Ο
αιφνίδιος όμως θάνατός του (1241) ανέτρεψε τα σχέδια του και η Θεσσαλία έμεινε
ακέφαλη. Ο δεσπότης της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ άδραξε την ευκαιρία και
κατέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της Θεσσαλίας2, ενώ κάποιοι Λατίνοι βαρώνοι
εξασφάλισαν, για λογαριασμό τους περιοχές γύρω από τον Αλμυρό. Ο άρχοντας όμως
της Μαγνησίας Κων/νος Μαλιασηνός, που δεν μπορούσε να ανεχθεί στο
ζωτικό του χώρο μια ξένη ηγεμονία- βαρωνία, ζήτησε τη βοήθεια του Μιχαήλ
Δούκα και ο δεσπότης διέλυσε το λατινικό κρατίδιο. Το 1256 ο νέος αυτοκράτορας
της Νίκαιας Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις ξεκίνησε εκστρατεία κατάληψης της
Θεσσαλίας, θέλοντας να δείξει ότι η αυτοκρατορία του δίκαια έπρεπε να θεωρηθεί
συνεχιστής της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο Μιχαήλ της Ηπείρου, βλέποντας τη
δύναμη του Λάσκαρη, φάνηκε διαλλακτικός και ήρθε σε συμφωνία με τον αντίπαλο
του. Έτσι αποφεύχθηκε η εμφύλια αιματοχυσία και η πιθανή ήττα του δεσπότη.
Αντάλλαγμα για τη συμφωνία αυτή ήταν η παραχώρηση των κάστρων του Δυρραχίου και
των Σερβίων στον ηγεμόνα της Νίκαιας. Μετά το θάνατο του Λάσκαρη, ο
Μιχαήλ της Ηπείρου έκλεισε συμφωνία με το Μανφρέδο της Σικελίας και το Γουλιέλμο
Β΄ Βιλλεαρδουίνο της Αχαΐας για να αντιμετωπίσουν από κοινού τον νέο
πανίσχυρο και ικανότατο αυτοκράτορα της Νίκαιας Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο, που έμελλε
να γίνει ο νέος αυτοκράτορας του Βυζαντίου.
Έτσι οι Λατίνοι πέρασαν από το νότο στη
Θεσσαλία κι αφού συναντήθηκαν με το στρατό του δεσπότη της Ηπείρου, συνέχισαν
την πορεία τους προς τη Δυτική
Μακεδονία. Μαζί τους ενώθηκε και στρατός αποτελούμενος κυρίως από Βλάχους
της Θεσσαλίας υπό την ηγεσία του νόθου γιου του Μιχαήλ Β΄, Ιωάννη.
Η καθοριστική μάχη δόθηκε το 1259 στην Καστοριά. Ο βυζαντινός στρατός υπό τη
διοίκηση του Ιωάννη Παλαιολόγου, αδελφού του Μιχαήλ Η΄, με διάφορα
τεχνάσματα και με τη βοήθεια του «νόθου» Ιωάννη, που άλλαξε στρατόπεδο (!),
έτρεψε το στρατό των αντιπάλων του σε φυγή. Αυτή η νίκη έδειξε τη δύναμη των
Παλαιολόγων και αναδείχτηκε σε προάγγελο ενός μοναδικού κατορθώματος που
σύντομα θα πραγματοποιούσε: Την ανάκτηση της Πόλης (1261).
Κι ενώ φαινόταν το ηπειρωτικό Δεσποτάτο
αδύναμο να αντιδράσει και η Θεσσαλία είχε περάσει στα χέρια των Παλαιολόγων,
μια «παρασπονδία» και πάλι του «νόθου» γιου του Μιχαήλ, Ιωάννη που
άλλαξε και πάλι στρατόπεδο, ήρθε να ανατρέψει την κατάσταση. Τότε ο πατέρας του
Ιωάννη ανακατέλαβε την πρωτεύουσά του Άρτα και το 1260 το Τρίκορφο της
Φωκίδας, συντρίβοντας το βυζαντινό στρατό που είχε επικεφαλής τον σπουδαίο
στρατιωτικό Αλέξιο Στρατηγόπουλο. Μετά την ανακατάληψη της
Κωνσταντινούπολης την 25η Ιουλίου 1261 (παλαιό ημερολόγιο) από τους
Παλαιολόγους, ο Αλέξιος Στρατηγόπουλος διατάχτηκε να χτυπήσει το κράτος
της Ηπείρου με απώτερο στόχο να επανενωθεί η κατακερματισμένη Αυτοκρατορία.
Όμως η εκστρατεία του απέτυχε παταγωδώς, ενώ
συνελήφθη ο ίδιος αιχμάλωτος. Τότε ήρθε η ώρα να αναλάβει ο ίδιος ο
αυτοκράτορας και απελευθερωτής της Πόλης Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος τα «ηνία»
του στρατού του και στο τέλος του 1264 ξεκίνησε μια εκστρατεία προς τη Δυτική
Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Το 1265 ο Μιχαήλ Β΄ της Ηπείρου ηττήθηκε και υποχώρησε
δυτικά της Πίνδου, αναγνωρίζοντας συγχρόνως την αυτοκρατορική εξουσία του
μεγάλου του αντιπάλου, υποτασσόμενος σ’ αυτόν. Το 1271 ο δεσπότης της
Ηπείρου πέθανε και το κράτος του μοιράστηκε και τυπικά στους δυο γιους του.
Λέμε τυπικά επειδή ήδη από το 1268 οι γιοι του είχαν γεωγραφικά μοιρασμένη την
εξουσία. Ο νόμιμος γιος του Νικηφόρος πήρε το δυτικό τμήμα, την Ήπειρο
δηλαδή, με διοικητικό κέντρο την Άρτα, ενώ ο Ιωάννης, ο λεγόμενος Σεβαστοκράτωρ3,
που ήταν νόθος γιος του αποθανόντος, πήρε τη Θεσσαλία και χρησιμοποίησε τη
μικρή πόλη των Νέων Πατρών (Υπάτη), που ήταν κτισμένη σε σαφώς
πιο οχυρή θέση από οποιαδήποτε άλλη θεσσαλική πόλη, όπως για παράδειγμα από τη
Λάρισα, ως πρωτεύουσά του.
1 Γεώργιος Ακροπολίτης, 60.1.
2 Νικηφόρος Γρηγοράς, 98,99 ,׀.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου