17 Αυγ 2013

Ιερομόναχος Λουκάς Γρηγοριάτης, Η χριστολογία του Σεβήρου Αντιοχείας κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή


Η χριστολογία του Σεβήρου Αντιοχείας κατά τον Άγιο Μάξιμο τον ομολογητή

 Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΗΡΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΜΑΞΙΜΟ ΤΟΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ
Ἱερομ. Λουκᾶ Γρηγοριάτου
(ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, τ. 794/2002, σελ. 495-504)
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ἀντιμετωπίζοντας στήν ἐποχή του τήν αἵρεσι τοῦ Μονοθελητισμοῦ ἀσκεῖ ὁλοκληρωμένη θεολογική κριτική ἐπί τῆς Χριστολογίας τοῦ Σεβήρου. Τό μονοθελητικό δόγμα εἶναι «ὁμόφωνον καί ὁμόλογον» πρός τά δόγματα τοῦ Ἀπολιναρίου καί τοῦ Σεβήρου καί ἡ ἀποδοχή του συνιστᾶ ἔκπτωσι ἀπό τήν Ὀρθοδοξία (PG 91, 173C)1.

Ὅπως εἶναι γνωστό, σήμερα γίνεται προσπάθεια νά ἀποδειχθῇ ὅτι ἡ σεβηριανή Χριστολογία εἶναι ὀρθόδοξη, ὅτι ἡ διαφοροποίησίς της ἀπό τήν Χριστολογία τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶναι μόνο φραστική καί ὅτι δέν συνιστᾶ μία πραγματική αἵρεσι. Ἡ κριτική τοῦ ἁγίου Μαξίμου ὅμως ἀποδει-κνύει τό ἀντίθετο. Παραθέτουμε τά βασικά σημεῖα:
α΄. Ἡ Χριστολογία τοῦ Σεβήρου εἶναι προϊόν ἐσκοτισμένης διανοίας. Ὁ ἅγιος Μάξιμος προσφυῶς γράφει: «"Ὤ, ὤ, φεύγετε ἀπό Βορρᾶ· εἰς Σιών ἀνασώζεσθε οἱ κατοικοῦντες θυγατέρα Βαβυλῶνος" (Ζαχ. 2, 10-11). Βορρᾶς γάρ ὡς ἀληθῶς Σευήρου διάνοια, τόπος γενομένη ζοφερός, καί τῆς τοῦ θείου φωτός ἐστερημένη διατριβῆς· θυγάτηρ δέ Βαβυλῶνος, ἡ κακῶς ἐκ τῆς προσγενομένης αὐτῷ χειρίστης ἕξεως γεννηθεῖσα συγκεχυμένη τῶν ψευδῶν διδασκαλία δογμάτων, ἥν κατοικοῦσιν οἱ τό φῶς ἀπεστραμμένοι τῆς γνώσεως· καί πρός τήν Σιών, λέγω τήν Ἐκκλησίαν, ἀνασωθῆναι δι' ἐπιστροφῆς οὐκ ἐθέλοντες» (PG 91, 52Α).
β΄. Θεμελιώδης φιλοσοφική παραδοχή τοῦ Σεβήρου εἶναι ὅτι ἐπί τῆς Οἰ-κονομίας ταυτίζονται ἡ φύσις καί ἡ ὑπόστασις. Ὁ ἅγιος Μάξιμος καταλογίζει στόν Σεβῆρο κακουργία γιά τήν παραδοχή αὐτή (PG 91, 40Β), ἐπειδή τοῦ ἐπιτρέπει νά ὑποκρίνεται ὅτι πρεσβεύει ἕνωσι δύο φύσεων, ὅταν κατηγορῆται γιά νεστοριανή ἕνωσι προσωπικῶν ὑποστάσεων, καί ἀντιθέτως ὅτι πρεσβεύει ἕνωσι δύο ὑποστάσεων, ὁσάκις κατηγορεῖται γιά ἕνωσι τῶν φύσεων σέ μία σύνθετη φύσι (PG 91, 40-41).
Ἡ συγκεκριμένη φιλοσοφική παραδοχή ἀποτελεῖ αὐθαίρετη ἐπιλογή τοῦ Σεβήρου, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος: «εἴπερ ἑαυτῷ διέγνω στοιχεῖν, καί οὕς αὐτός ἑαυτῷ διωρίσατο κανόνας φυλάττειν ἐσπούδακεν» (PG 91, 569Α). Ἡ ἐπ' αὐτῆς αὐστηρή καί διεξοδική κριτική τοῦ ἁγίου Μαξίμου περιλαμβάνεται στήν ἐπι-στολή ΙΕ΄, Πρός Κοσμᾶν διάκονον (PG 91, 544-576), ὅπου ἀναπτύσσεται μέ ἐνάργεια ὅτι ἡ ταύτισις οὐσίας καί ὑποστάσεως δέν δικαιώνεται ἀπό τήν παράδοσι τῶν ἁγίων Πατέρων (PG 91, 545-549), ὅτι δέν ἀνταποκρίνεται στήν ὀντολογία τῆς φύσεως: «οὐδέν τῶν ὄντων ἑτέρῳ ταυτόν ἐστί κατ' οὐσίαν καί ὑπόστασιν» (PG 91, 549-553)2, ὅτι δέν ἐκφράζει τήν ἀλήθεια τοῦ κατά Χριστόν μυστηρίου τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως (PG 91, 553-561) καί ὅτι δι' αὐτῆς ὁ Σεβῆρος ἀποδεικνύεται νά φρονῇ τήν σύγχυσι τοῦ Ἀπολιναρίου καί τήν διαίρεσι τοῦ Νεστορίου (PG 91, 568-572). Ὁ ἅγιος Μάξιμος, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται γιά τήν θεολογική του ὀξυδέρκεια καί πληρότητα, ἐν προκειμένῳ δέν μνημονεύει "ἀλεξανδρινή" καί "ἀντιοχειανή" χριστολογική ὁρολογία, ἀλλά ἀναφέρεται σέ ἑνιαία παράδοσι τῶν διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τῆς ὁρολογίας.
γ΄. Ἡ προσφυγή τοῦ Σεβήρου στήν θύραθεν φιλοσοφία, κατά τήν ὁποία «οὐκ ἔστι φύσις ἀνυπόστατος», γιά νά ὑποστηρίξῃ ὅτι ἡ ἐν Χριστῷ ἀνθρωπό-της ἔχει ὑποστατικό χαρακτῆρα, δίδει ἀφορμή στόν ἅγιο Μάξιμο νά ἀναπτύξῃ λογική ἐπιχειρηματολογία περί τοῦ ὅτι «[οὐχ] ὑπόστασιν εἶναι ποιεῖ, τό μή ἀ-νυπόστατον εἶναι τήν φύσιν» ἀλλά ἐνυπόστατον (PG 91, 204-205). Ἡ παντελής ἔλλειψις πατερικῆς κατοχυρώσεως τῆς σεβηριανῆς θέσεως ἀναγκάζει τόν ἅγιο Μάξιμο νά δηλώσῃ: «Τίνος δέ ἄλλου τό ταῦτα καί οὕτως συνάγειν ἐστί, πλήν Σευήρου τοῦ σοφιστοῦ καί παράφρονος, τοῦ καί τά οἰκεῖα σπουδῇ καταλύοντος, καί τῶν εὐσεβῶν οὐδαμῶς κατισχύοντος, διά τό τῆς ἀληθείας περιφανές, εἰ καί τῷ ἀναιδεῖ μηχανᾶται τρόπῳ τῶν σοφιστικῶν ληρημάτων;» (PG 91, 204D).
δ΄. Ἡ ὀξυτάτη διάνοια τοῦ ἁγίου Μαξίμου διεῖδε στίς φιλοσοφικές αὐτές παραδοχές τήν πρόθεσι τοῦ Σεβήρου νά ἀποδείξῃ ὅτι τό ἐν Χριστῷ ἀνθρώπινο δέν εἶναι μία δευτέρα φύσις: «Σκοπός οὖν Σευήρῳ, καί τοῖς ἀμφ' αὐτόν, διά τινος πάντως ἐλλείψεως φυσικῆς, τήν προσληφθεῖσαν καθ' ἕνωσιν ἄῤῥητον ἐξώσασθαι φύσιν· τῆς τε Μάνεντος φαντασίας, καί τῆς Ἀπολιναρίου συγχύσεως, καί τῆς Εὐτυχοῦς συνουσιώσεως ἐπικυρῶσαι τό μῦσος» (PG 91, 49C).
ε΄. Ὁ Σεβῆρος ἀρνεῖται δύο φύσεις ἐν Χριστῷ. Ὁ ἅγιος Μάξιμος βρίσκει παράλογη τήν ἄρνησί του. Οἱ φύσεις πρέπει νά ὁμολογοῦνται δύο, ἐπειδή ἡ διαφορά τῶν συνελθουσῶν φύσεων δέν αἴρεται διά τῆς ἑνώσεως ἀλλά σώζεται καί μετά τήν ἕνωσι κατά τόν ἅγιο Κύριλλο (PG 91, 469-472). Καί συμπεραίνει ὁ ἅγιος Μάξιμος: «πῶς οὖν οὐκ ἀναγκαῖον, εὐσεβές τε καί πρέπον, κατά τήν Πατέρων διδασκαλίαν, λέγοντες τήν διαφοράν μετά τήν ἕνωσιν σώζεσθαι· καί τάς δύο φύσεις εἶναι τε καί σώζεσθαι ἐν τῷ ἑνί Χριστῷ, ἐξ ὧν καί ἔστι, δοξά-ζειν μετά τήν ἕνωσιν, ὧν ἡ διαφορά;» (PG 91, 472D).
στ΄. Ὁ Σεβῆρος ἀρνεῖται τίς δύο φύσεις φοβούμενος τήν νεστοριανή διαίρεσι, τήν ὁποία πιστεύει ὅτι ἀναποφεύκτως εἰσάγει ὁ ἀριθμός δύο: «προφάσει δῆθεν εὐλαβείας, τοῦ μή τεμεῖν δόξαι διά τοῦ ἀριθμοῦ τήν ἕνωσιν» (PG 91, 512D). Γι' αὐτό καί ἀρνεῖται νά τίς ἀριθμήσῃ. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἀποδεικνύει μέ ἀπαράμιλλη ἐπιχειρηματολογία ὅτι ὁ ἀριθμός δέν ἔχει τήν ἰδιότητα νά διαιρῇ, ἀλλά νά ἀριθμῇ τήν ποσότητα τῶν πραγμάτων τά ὁποῖα διαφέρουν καί νά βεβαιώνῃ τήν διαφορά τους. Ἡ ἄποψις τοῦ Σεβήρου ὅτι ὁ ἀριθμός εἰσάγει διαίρεσι δέν δικαιώνεται ἀπό τήν διδασκαλία τῶν Πατέρων καί δέν καταξιώνεται ἀπό τήν ὀντολογία τῶν πραγμάτων ἀλλά ἀποτελεῖ μία αὐθαίρετη ἀντίληψι3. Καί ἀποφαίνεται περί τῆς ἀριθμήσεως τῶν φύσεων: «Δι' ἄλλης γάρ, ὡς εἰκός, φωνῆς δηλοῦσθαι τήν διαφοράν οἱ Πατέρες οὐκ ἐδοκίμασαν. Εἰ δέ τις ἐφ' ἑαυ-τῷ πεποιθώς ᾗ, καί δύναται ἁρμοδιωτέραν πρός τήν ταύτης δήλωσιν ἐπινοῆσαι φωνήν, μή φθονείτω ἡμῖν τῆς ὠφελείας, καί οὐδ' ἡμεῖς φθονήσομεν αὐτοῦ τῆς παιδεύσεως, ἵνα μή λέγω τῆς θρασύτητος» (PG 91, 480D-481A).
ζ΄. Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο, ἡ ὁμολογία τῆς διαφορᾶς τῶν φύσεων διά τῆς ἀριθμήσεώς των, ἡ ὁμολογία τῆς φυσικῆς ἑτερότητος, ὅτι ἕτερον κατά φύσιν ἡ θεότης καί ἕτερον ἡ ἀνθρωπότης, εἶναι ἡ μία ὄψις τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνανθρωπήσεως. Ἡ ἄλλη ὄψις εἶναι ἡ ὁμολογία τῆς ἀληθοῦς ἑνότητος τῶν φύσεων, ἡ δήλωσις τῆς καθ' ὑπόστασιν ἑνώσεως, διά τῆς ἐκφράσεως «Μία φύσις τοῦ Θεοῦ Λόγου σεσαρκωμένη». Ἡ ἀποσιώπησις τῆς καθεμιᾶς ἀπό τίς δύο πλευρές τοῦ μυστηρίου δίδει χώραν στήν σύγχυσι ἤ τήν διαίρεσι ἀντιστοίχως τῶν φύσεων (PG 91, 480). Ὅσοι ὁμολογοῦμε τήν καθ' ὑπόστασιν ἕνωσι καί ἀπορρίψαμε ἔτσι κάθε ἰδέα νεστοριανῆς διαιρέσεως, μποροῦμε μετά ἀσφαλείας νά ὁμολογοῦμε δύο φύσεις (PG 91, 484Α). Ἄλλωστε, λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος, δέν φαίνεται πουθενά στά πολυάριθμα συγγράμματά του ὁ ἅγιος Κύριλλος νά ἀπηγόρευσε νά ὁμολογοῦνται δύο φύσεις μετά τήν ἕνωσι· ἐκεῖνο πού ἀπηγόρευσε εἶναι ἡ διαίρεσις τῶν φύσεων μετά τήν ἕνωσι (PG 91, 477D-480A).
η΄. Ὁ Σεβῆρος ἀναγνωρίζει τήν διαφορά τῶν φύσεων μόνον ἐν ποιότητι φυσικῇ, ὅτι δηλαδή ἡ θεότης καί ἡ ἀνθρωπότης διαφέρουν κατά τίς φυσικές τους ἰδιότητες. Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο ὅμως ἡ ἐν ποιότητι διαφορά εἶναι ψιλή διαφορά, ἄνευ περιεχομένου, πλασματική, καί ἀνεπαρκής πρός ὁμολογίαν πραγματικῆς διαφορᾶς. Μέ τήν ἐν ποιότητι φυσικῇ διαφορά ὁ Σεβῆρος εἰσάγει σύγχυσι τῶν φύσεων, ἐπειδή ἀρνεῖται τήν οὐσιώδη ὕπαρξί των, τήν ὁποία ἀνά-γει μόνον στήν σφαῖρα τῆς φαντασίας (τῇ ἐπινοίᾳ). Ἐπειδή ἀκριβῶς πρεσβεύει ψιλή τήν ἐν Χριστῷ διαφορά, δέν ὁμολογεῖ τόν ἀριθμό πού δηλώνει τήν ποσότητα τῶν ἑνωθέντων πραγμάτων: δέν δέχεται δηλαδή δύο φύσεις (PG 91, 40-44)4.
θ΄. Κατόπιν τούτου ὁ ἅγιος Μάξιμος ἀπαντᾶ στό ἐπιχείρημα τοῦ Σεβήρου, ὅτι εἶναι γελοῖο νά πιστεύῃ κανείς πώς ἐκ δύο φύσεων ἡ ἕνωσις ἔφερε στήν ὕπαρξι δύο φύσεις. Ὁ Σεβῆρος ἐννοοῦσε ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ὁμολογοῦμε μετά τήν ἕνωσι δύο αὐτόνομες, χωρισμένες, φύσεις. Ἡ ἀπάντησις τοῦ ἁγίου εἶναι κατηγορηματική: οὔτε οἱ ἅγιοι Πατέρες εἶπαν κάτι τέτοιο οὔτε καί ἐμεῖς ὁμολογοῦμε δύο φύσεις κατά τόν λόγο τῆς καθ' ὑπόστασιν ἑνώσεως. Πιστεύουμε καί ὁμολογοῦμε δύο φύσεις κατά τόν λόγο τῆς φυσικῆς διαφορᾶς. Ἐκ δύο φύσεων ἡ ἕνωσις ἀπετέλεσε μία σύνθετη ὑπόστασι, ἡ ὁποία φυλάττει καί διασώζει ἀσύγχυτες τίς φύσεις ὡς ὅλον τά ἴδια μέρη· καί αὐτή φυλάττεται καί σώζεται ἐν αὐταῖς ὡς ὅλον ἐν μέρεσι· καί αὐτές περιέχει ὡς ἰδικά της συμπληρωματικά μέρη (PG 91, 492-493). Ἀπό αὐτά γίνεται σαφές ὅτι κατά τόν λόγο τῆς φυσικῆς ἑτερότητος ὁ Χριστός εἶναι δύο φύσεις ἀσυγχύτως ἑνωμένες, καί κατά τόν λόγο τῆς ὑποστατικῆς ἑνότητος ὁ Χριστός εἶναι μία ὑπόστασις. Ἡ ἄρνησις τῆς φυσικῆς ἑτερότητος συνιστᾶ ἀπολιναρισμό καί εὐτυχιανισμό, ἡ δέ ἄρνησις τῆς ὑποστατικῆς ἑνότητος συνιστᾶ νεστοριανισμό (PG 91, 493BC). Τό καθ' ὑπόστασιν ἕν καί τό κατά φύσιν δύο ἐδήλωσε μέ πολλούς τρόπους καί ποικίλες ἐκφράσεις ὁ ἅγιος Κύριλλος (PG 91, 496). «Πόθεν οὖν, κἀκ τίνων διδασκάλων, τάς ἐπί Χριστοῦ, ἐξ ὧν καί ἔστι, σωζομένας μετά τήν ἕνωσιν καί κατ' αὐτούς, ὥς φασι, δύο φύσεις, μή δεῖν εὐσεβῶς ὁμολογεῖσθαι παρά τῶν πιστῶν παραστήσουσι; Οὐδείς γάρ οὐδαμῶς τῶν ἐγκρίτων διδασκάλων τοῦτο θεσπίσας εὑρίσκεται» (PG 91, 496D), σημειώνει εὔστοχα ὁ ἅγιος Μάξιμος.
ι΄. Ἡ ἀναπόδραστος συνέπεια τῆς σεβηριανῆς ἐν ποιότητι μόνον φυσικῇ διαφορᾶς τῶν φύσεων εἶναι ἡ ὁμολογία μιᾶς συνθέτου φύσεως. Κατά τήν σεβηριανή Χριστολογία, ἡ μία σύνθετος ὑπόστασις τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά τελῇ καί ὡς σύνθετος φύσις γιά νά ἐξασφαλίζεται πραγματική ἕνωσις τῶν φύσεων.
Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο εἶναι ἀσεβές καί ἀντίθετο πρός τήν ἀλήθεια νά ὁμολογῆται ὁ Χριστός μία φύσις, εἴτε ἁπλῆ εἴτε σύνθετος. Ἡ λογική καί θεολογική ἐπιχειρηματολογία εἶναι καταλυτική (PG 91, 488-489 καί 516-520): «Οὐ θέμις οὖν μίαν τόν Χριστόν λέγειν σύνθετον φύσιν τούς εὐσεβεῖς, οὐ μόνον διά τήν συναγομένην ἐκ τῆς τοιαύτης φωνῆς ἀτοπίαν· ἀλλ' ὅτι καί μηδείς τῶν θεοκρίτων Πατέρων τοῦτο πώποτε εἰρηκώς ἀναπέφανται» (PG 91, 489Β).
Ἡ μία σύνθετος φύσις εἶναι ἀπολιναριστική παρερμηνεία τοῦ κυριλλείου ὅρου «φυσική ἕνωσις», κατά τήν ὁποία (παρερμηνεία) διά τῆς ἑνώσεως παύουν νά ὑπάρχουν οἱ φύσεις, ἀπό τίς ὁποῖες ἔγινε ἡ ἕνωσις. Ὁ ἅγιος Μάξιμος, βασιζόμενος στά συγγράμματα τοῦ Σεβήρου, συμπεραίνει ὅτι τήν ἀπολιναριστική αὐτή ἀναίρεσι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως πρεσβεύει καί ὁ Σεβῆρος: «Καί πάλιν τήν φυσικήν ἕνωσιν ἀντί τοῦ ἀληθῆ ὁμολογοῦμεν, καθώς ὁ ἅγιος αὐτός Κύριλλος ταύτας τάς φωνάς καί εἶπε καί ἐξηγήσατο· καί οὐ πρός ἀναίρεσιν τῶν ἐξ ὧν ἐστίν ὁ Χριστός δύο φύσεων μετά τήν ἕνωσιν, ἤ μιᾶς αὐτῶν, καθώς Ἀπολινάριος, Εὐτυχής τε καί Σεύηρος, Σίμωνι μάγῳ, Οὐαλεντίνῳ τε καί Μάνεντι ἀκολουθήσαντες ἐκδεδώκασιν, ὡς ἔστι τοῖς βουλομένοις εὐχερές, ἐκ τῶν Σευήρου αὐτοῦ συγγραμμάτων πρός τούς ὀνομασθέντας ἀσεβεῖς ἄνδρας, κατά τήν συμφωνίαν τῶν λόγων, τήν τῶν δογμάτων κατιδεῖν ταυτότητα» (PG 91, 501D-504A).
ια΄. Ὁ μονοενεργητισμός εἶναι ἡ συνέπεια τῆς ἀρνήσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί αὐτός ἀκολούθως εἶναι ἡ σεβηριανή προϋπόθεσις γιά νά ἀποφευχθῇ τάχα ἡ νεστοριανή διαίρεσις5. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἀνατρέπει ὁλοκληρωτικά τό μονοενεργητικό δόγμα. Τά ἐπιχειρήματα πού περιλαμβάνονται στά Κεφάλαια θεολογικά καί πολεμικά (PG 91, 9-285) καί στήν Ζήτησιν μετά Πύρρου (PG 91, 288-353) εἶναι πειστικώτατα. Ἡ ἀπάντησίς του εἶναι καταλυτική. Ὁ Σεβῆρος καταργεῖ ἀπό τήν ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ τό πιό οὐσιαστικό, συστατικό κάθε λογικῆς φύσεως, στοιχεῖο: τό νά ἔχῃ φυσική θελητική κίνησι, ἐνέργεια πού χαρακτηρίζει τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἔλλειψις αὐτῆς καταργεῖ τό ἐν ἀνθρωπότητι τέλειον τοῦ Χριστοῦ καί ἑπομένως αἴρει τήν κοινή πίστι ὅτι ὁ Χριστός ἔγινε ἀληθινά ἄνθρωπος (PG 91, 73CD). Ἡ προβαλλομένη τάχα ἐναντίωσις τοῦ φυσικοῦ θελήματος πρός τό θεῖον θέλημα, τήν ὁποία ἐπικαλεῖται ὁ Σε-βῆρος, δέν ὑπάρχει ἐν Χριστῷ. Πρῶτον, διότι [γενικά στήν κτίσι] τίποτε τό φυσικό δέν ἐναντιώνεται στό θεῖο θέλημα, ἀλλά μόνο ἡ ἐκτροπή τοῦ γνωμικοῦ ἀνθρωπίνου θελήματος ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ (PG 91, 56Β) συνιστᾶ ἐναντί-ωσιν· καί δεύτερον, ἡ φυσική θελητική κίνησις τῆς ἀνθρωπότητος τοῦ Χριστοῦ, θεωθεῖσα ἐξ ἄκρας ἑνώσεως τῆς ἀνθρωπίνης μετά τῆς θείας φύσεως ἐν τῇ ὑποστάσει τοῦ Λόγου, ἦταν αὐτεξουσίως ὑποτεταγμένη στό θεῖον θέλημα καί μή ἀντιπίπτουσα (PG 91, 60ΑΒ).
Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο, σύνθεσις ἐνεργειῶν καί θελημάτων σέ ἕνα σύνθε-το θέλημα ἤ μία σύνθετη ἐνέργεια εἶναι λογικά καί ὀντολογικά ἀδιανόητη: «οὐδεμία γάρ τῶν ἐν ὑποκειμένῳ σύνθεσις» (PG 91, 76Α). Ἀλλά καί τήν μία θεία ἐνέργεια ἐν Χριστῷ, κατ' ἐπικράτησιν τῆς θείας «ὡς τοῦ κρείττονος ἐκνικήσαντος» ἤ ὡς δι' ὀργάνου τῆς σαρκός ἐκφραζομένης, ἀπορρίπτει ὁ ἅγιος Μάξιμος (PG 91, 64Α-C).
ιβ΄. Ὑπάρχουν κάποιες ἐκφράσεις τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖες παρερμηνευόμενες ἀπό τούς αἱρετικούς φαίνεται νά στηρίζουν τό σεβηριανό δόγμα. Τέτοιες ἐκφράσεις εἶναι ἡ «Μία φύσις τοῦ Θεοῦ Λόγου σεσαρκωμένη», ἡ «θεανδρική ἐνέργεια» καί ἡ «μία καί συγγενής καί δι' ἀμφοῖν ἐπιδεδειγμένη ἐνέργεια». Ὁ ἅγιος Μάξιμος παρατηρεῖ ὅτι αὐτές ἔχουν διατυπωθῆ ἀπό τούς ἁγί-ους Πατέρας μέ ὀρθόδοξη ἔννοια καί πρέπει νά τίς ὁμολογοῦμε μαζί μέ τίς δυο-φυσιτικές, ὥστε νά μή δίνουμε δικαίωμα στούς αἱρετικούς νά τίς χρησιμοποιοῦν εἰς βάρος τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων (PG 91, 88CD). Ἡ θέσις τοῦ ἁγίου δέν εἶναι αὐθαίρετη, ἀλλά θεμελιώνεται λογικά καί θεολογικά (PG 91, 84-89 καί 100-112). Ἡ μονοφυσιτική ἑρμηνεία τῶν ἐκφράσεων αὐτῶν δέν γίνεται ἀποδεκτή ἀπό τόν ἅγιο Μάξιμο, διότι: «Δυοῖν ἀνάγκη θάτερον, ἤ πρός ἑαυτόν εἰσάγειν ἀπομαχόμενον τόν διδάσκαλον, ἤ τήν αὐτήν ἀποδιδόντα φύσιν, ὥσπερ οὖν καί τήν ἐνέργειαν ἐπί Χριστοῦ τήν αὐτήν· ἀλλ' οὐκ ἐξηλλαγμένας ὑπαγορεύειν τάς φύσεις, εἰς ταυτόν ἀλλήλαις ἰούσας τῷ ἀπαραλλάκτῳ τῆς ἐνεργείας» (PG 91, 125Α), ἀμφότερα ἄτοπα.
ιγ΄. Στήν ἐναντίον του κατηγορία, ὅτι ἀρνεῖται τίς δύο φύσεις τίς ὁποῖες δέν ἀρνήθηκε οὔτε ὅ ἅγιος Κύριλλος, ὁ Σεβῆρος ἀπαντᾶ μέ τήν διατύπωσι ὅτι οἱ δύο φύσεις ὑπάρχουν μόνον τῇ θεωρίᾳ (τῇ ἐπινοίᾳ). Ἡ φύσις ἐν Χριστῷ εἶναι μία. Μόνον ἡ διάνοια φαντάζεται δύο τίς φύσεις μετά τήν ἕνωσι.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος γράφει ἐπιγραμματικά: «Οὗτος (ὁ Σεβῆρος) ψιλήν τήν διαφοράν πρεσβεύων μετά τήν ἕνωσιν, κατά μέν τήν ἐπίνοιαν εἶναι φρονεῖ τῶν διαφερόντων τήν ὕπαρξιν· κατά δέ τήν ἐνέργειαν, τήν αὐτῶν ἐπιδιατίθεται σύγχυσιν» (PG 91, 41Β). Ἡ ψιλή, ἡ ἐν ποιότητι φυσικῇ, διαφορά ἀπεργάζεται τήν ἀνυπαρξία τῶν φύσεων: «(Ὁ Σεβῆρος) τήν ψιλήν ἐν μόνῃ ποιότητι φυσικῇ λέγων διαφοράν μετά τήν ἕνωσιν, τῶν ἑνωθέντων ποιεῖται προδήλως ἀναίρεσιν» (PG 91, 41Α). Θέσις σαφής καί ἀνεπίδεκτη παρερμηνείας. Ἡ θεώρησις δύο φύσεων τῇ ἐπινοίᾳ συνιστᾶ σύγχυσι τῶν φύσεων σέ μία φύσι.
ιδ΄. Κατόπιν τούτων ὁ ἅγιος Μάξιμος συνοψίζει: «Ὁμοῦ τῆς τε θεολογίας καί τῆς οἰκονομίας ὁ Σεβήρου βασανιζόμενος καταγωνίζεται λόγος» (PG 91, 52Α). Ἀσχέτως τοῦ τί ὁ Σεβῆρος φρονεῖ περί ἑαυτοῦ -ὅλοι οἱ αἱρεσιάρχαι πιστεύουν ὅτι ὀρθοδοξοῦν- ἡ διδασκαλία του κρινομένη ἀπό τήν ἀλήθεια καί τήν ἀκρίβεια τοῦ θεολογικοῦ λόγου ἀποδεικνύεται ὅτι ἀνατρέπει συνολικά τήν Ὀρθόδοξο Πίστι. Αὐτοί, λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος, πού δέν ὁμολογοῦν κατά τούς Πατέρας ὀρθοδόξως ὅτι οἱ δύο φύσεις σώζονται οὐσιωδῶς μετά τήν ἕνωσι καθώς καί οἱ ἀντίστοιχες ἐνέργειες καί θελήσεις ἀνελλιπῶς, δέν δέχονται ὅτι ὁ Χριστός εἶναι φύσει κυρίως Θεός καί φύσει κυρίως ἄνθρωπος, δηλαδή ἀληθής καί τέλειος Θεός καί ἀληθής καί τέλειος ἄνθρωπος (PG 91, 93D-96).
ιε΄. Ἡ Χριστολογία τοῦ Σεβήρου εἶναι ἐπικίνδυνη, ἐπειδή ἡ πλάνη του εἶναι δυσδιάκριτη: «Ταύτῃ γε [τῇ συνθέτῳ φύσει] τό μέγα τῆς περί ἡμᾶς οἰκονομίας ἀποσκευάζων μυστήριον ὁ ἀλητήριος, τῇ κλήσει τῶν ὀνομάτων εὐμηχάνως ὡς δεινός ἀποκέχρηται ῥήτωρ, δυσφώρατον ποιούμενος τήν τῶν πραγμάτων ὑποκλοπήν, καί οἷον ὑποκνίζων τήν αἴσθησιν εἰς τήν τῆς ἀσεβείας παραδοχήν ... Τοσαύτη τοῦ κακόφρονος ἡ κακόφρων ὄντως μηχανή καί ἐπίνοια, τῷ τῆς ἀγνοίας ζόφῳ καλυπτομένη, καί σκοτίζουσα τούς ἁλόντας» (PG 91, 252CD).
ιστ΄. Μέ τήν Χριστολογία του  Σεβῆρος προφανῶς ἐναντιώνεται πρός τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρωνκαί αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ ἁγίου Κυρίλλου: «Εἴπερ καθ' ὑμᾶς [τούς σεβηριανούς] Κυρίλλῳ τῷ ἀοιδίμῳ Σευῆροςκατακολουθῶν ὁμολογεῖ τήν διαφοράν, ἐκτρεπόμενος τήν συναίρεσιν, πῶς οὐ συνομολογεῖ καί τάς φύσεις αὐτῷ... ἀλλά ποιότησι μόνον ψιλαῖς παρά τόν ἐκείνου νόμον καί ὅρον τίθεται τήν διαφοράν; ... Πῶς  παράφρωνΣευῆρος οὐδ' αὐτῷ τῷ πεπλασμένως αὐτῷ τετιμημένῳ Κυρίλλῳ κοινωνεῖν ἀξιοῖ, καί τάς φύσεις συμφθέγγεσθαιμέχρι τοῦ γινώσκειν τήν διαφοράν κατά τήν ἐκείνου διδασκαλίαν...;  δέ κακούργως διαπραττόμενος, καί τῆςτοῦ σοφοῦ Κυρίλλου, ταυτόν δέ λέγειν πάντων τῶν θεοκρίτων Πατέρων, ἀληθοῦς κατεξανιστάμενοςδιδα-σκαλίας, ἀλλότριον ἑαυτόν ἀποφαίνει, καί τοῦ ψεύδους κοινωνόν καί συνήγορον» (PG 91, 252D-253C).
ιζ΄. Ἡ σεβηριανή Χριστολογία, θεμελιωμένη στήν παράλογη φοβία τῆς νεστοριανῆς διαιρέσεως, γίνεται αἰτία ἑνός σχίσματος μέ φρικτές πνευματικές συνέπειες. Γι᾿ αὐτό γράφει: «ποία λοιπόν ὑπολέλειπται τομῆς ὑπόνοια, ἤ διαιρέσεως, τοῖς πρός τήν ἁγίαν τοῦ Θεοῦ στασιάζουσιν Ἐκκλησίαν, καί εἰκῆ τοῦ κοινοῦ σώματος αὐτούς ἀποτέμνουσιν· οὐ μᾶλλον δρῶντες, ἤ πάσχοντες τῷ χω-ρισμῷ ἐλεεινῶς νεκρούμενοι καί φθειρόμενοι· καί τήν ὅσον ἐπί τῇ ἀπρεπείᾳ τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, δίκην ἑαυτοῖς ἑτοιμάζοντες· ὥστε παραιτεῖσθαι τού-του γε ἕνεκεν τήν ὀρθήν καί εὐσεβῆ τῆς πίστεως ὁμολογίαν» (PG 91, 484D).
* * *
Στό ἄρθρο αὐτό δέν ἦταν δυνατόν νά παρουσιασθῇ ἀναλυτικά ἡ ἐπιχειρηματολογία τοῦ ἁγίου Μαξίμου κατά τῆς σεβηριανῆς Χριστολογίας. Πιστεύουμε ὅτι ἡ συνοπτική αὐτή ἀναφορά μπορεῖ νά συμβάλῃ στήν ἀντιμετώπισί της ὡς πραγματικῆς αἱρέσεως, σήμερα πού ὁ σχετικισμός ἀπειλεῖ τόν χῶρο τῆς θεολογίας καί ἐπιβουλεύεται τήν μοναδικότητα τῆς ἀποστολικῆς Πίστεως. Θά κλείσουμε μέ τήν συγκινητική προσωπική ὁμολογία τοῦ ἁγίου Μαξίμου, πού εἶναι καί παρακαταθήκη πρός ἡμᾶς τούς περιλειπομένους, οἱ ὁποῖοι ἐλπίζουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐγγύησις τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας:
«Ταύτην ἔμαθον ἐγώ τήν πίστιν, καί ἐδιδάχθην ἐκ τε τῶν προαποδημησάντων ἁγίων καί μακαρίων Πατέρων ἡμῶν, καί ἐκ τῶν νῦν περιόντων, καί τούς οἴακας τῆς καθολικῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας πεπιστευμένων, καί ὀρθῶς πρός τόν λιμένα τοῦ θείου θελήματος αὐτήν διακυβερνώντων· μεθ' ἧς ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις καί ἀπελεύσομαι τήν παροῦσαν ἀπολιμπάνων ζωήν· ἀντί παντός ἀξιώματος, ταύτην τῷ Θεῷ προσφέρων τήν ὁμολογίαν ἄχραντον καί ἀμόλυντον, καί πάσης αἱρετικῆς ζάλης ὑψηλοτέραν» (PG 91, 532CD).
10 Ἰουνίου 2002
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἀπεριφράστως ἀνάγει τήν αἱρετική διδασκαλία τῶν συγχρόνων του αἱρετικῶν στόν δυσσεβῆ Ἀπολινάριο, στόν Πολέμωνα τόν «ἐκείνου τῆς ἀσεβείας μαθητήν καί διάδοχον, καί φερωνύμως τῷ τῆς ἀληθείας λόγῳ πολέμιον» καί τόν Θεμίστιο «τόν τῆς μέν Σευήρου συμμορίας ὑπασπιστήν, τῆς δέ Ἀγνοητῶν ἔ-ξαρχον κακοφροσύνης» (PG 91, 169-172). Ἡ υἱοθέτησις ἑτεροδόξων δογμάτων συνιστᾶ προδοσία τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ: «Πρόδοσις γάρ ἐστί, ἡ τῆς εὐσεβοῦς αὐτοῦ τε καί περί αὐτοῦ δόξης παραλλαγή, τῇ προσλήψει τῆς τῶν ἑτεροδόξων ὁμολογίας ἀπεμπολοῦσα αὐτόν, εἰς ἀναίρεσιν τῆς ἐξ ἡμῶν παναγίας αὐτοῦ σαρκός· μᾶλ-λον δέ τῆς ὅλης οἰκονομίας ἀνατροπήν» (PG 91, 72C-73ΑΒ).
2 Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο οἱ ὀρθόδοξες δογματικές διατυπώσεις ἐκφράζουν τήν ὀντολογία τῶν πραγμάτων στά ὁποῖα ἀναφέρονται, δέν ὑπάρχει σ' αὐτές λογική ἀτοπία οὔτε διάστασις ἀπό τήν παράδοσι τῶν ἁγίων Πατέρων, ὅπως ἀντιθέτως συμβαίνει μέ τίς αἱρετικές διατυπώσεις. Ὅσον ἀφορᾶ τήν μονοθελητική αἵρεσι ὁ ἅγιος Μάξιμος σημειώνει ὅτι: «οὐ μόνον διά τήν δειχθεῖσαν [σ.σ. λογικήν καί ὀντολογικήν] ἀτοπίαν δέος εἰπεῖν [ἕν θέλημα] τούς εὐσεβεῖν ἐσπουδακότας, ἀλλ' ὅτι καί μηδείς τῶν ἁγίων διδασκάλων πώποτε τοῦτο φήσας πέ-φανται» (PG 91, 32C-33A).
3 Γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος: «Εἰ δέ τινες τοῦ ἀληθοῦς τό δόξαν προτιμῶντες, φασί τόν ἀριθμόν διαιρετικόν εἶναι ... καί διά τοῦτο τόν οὐκ ὄντα φοβούμενοι φόβον, δύο φύσεις ἐπί Χριστοῦ τάς συνελθούσας σώζεσθαι λέ-γειν παραιτοῦνται μετά τήν ἕνωσιν, ἵνα μή τομή καί μερισμός τῷ μυστηρίῳ τῆς ἐνανθρωπήσεως παρεισκρίνηται, οὐ συνορῶ τίς ὁ λόγος αὐτοῖς τῆς περί τούτου συνέσεως» (PG 91, 473-477 καί 513).
4 Ὁ ἅγιος Μάξιμος σημειώνει χαρακτηριστικά περί τῶν Σεβηριανῶν: «ὡς ἠρνημένοι τάς φύσεις μετά τήν ἕνωσιν σώζεσθαι, ὑπευθύνους ἑαυτούς ἐλέγχοις πεποίηνται, κἄν μή βούλωνται, μόνῃ ποιότητι λέγοντες τήν διαφοράν σώζεσθαι, τῶν πραγμάτων χωρίς· ὅπερ ἀνθρώπων προδήλως παιζόντων ἐστί ... καί κενούντων τό Εὐαγγέλιον, ἄνευ οὐσιῶν ὑποκειμένων, εἶναι ποιότητας δύνασθαι ὑποτιθεμένων» (PG 91, 485Β).
5 Γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος: «Μέμνημαι γάρ κατά τήν Κρητῶν νῆσον διάγων, τινῶν ψευδεπισκόπων πρός ἐμέ διενεχθέντων τῆς Σευήρου μερίδος· ἀκούσας, ὡς διά τοῦτο δύο κατά τόν Λέοντος τόμον ἐνεργείας οὐχ ὁμολογοῦμεν ἐπί Χριστοῦ, διά τά ἑπόμενα ταύταις θελήματα, οἷς ἐξ ἀνάγκης προσώπων συνεισάγεται δυάς· ἀλλ' οὐδέ μίαν πάλιν, ἁπλῆν θεωρεῖσθαι δυναμένην· ἕν δέ θέλημα, καί πᾶσαν θείαν τε καί ἀνθρωπίνην ἐνέργειαν ἐξ ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ Θεοῦ Λόγου σεσαρκωμένου, κατά τόν Σευῆρον προϊέναι φαμέν» (PG 91, 49C-52Α). 
………………………………………………………………………...

Η ιστοσελίδα www.zoiforos.gr έχει τη μεγάλη τιμή και χαρά, με τις ευλογίες του Αρχιμανδρίτου π. Γεωργίου Καψάνη Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, του συγγραφέως του παρόντος πονήματος Πανοσιολογιοτάτου Ιερομονάχου π. Λουκά Γρηγοριάτου και όλων των πατέρων της Ιεράς Μονής, να παρουσιάσει στο διαδίκτυο κατ΄ αποκλειστικότητα, όλο το εκδοτικό έργο της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους που αφορά το θεολογικό διάλογο της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους Αντιχαλκηδονίους.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο στον π. Λουκά και στο μπλογκ σας που τα αναδεικνύει αυτά τα θέματα.

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com