ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΙΣΜΟΣ
ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ
π.Σωτήριος Αθανασούλιας,
Εφημέριος Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως («Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις»
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 11, Νοέμβριος. 2000).
1. Καθολική Ἐκκλησία καί Ρωμαιοκαθολικισμός
Ὁ
Ἰησούς Χριστός, ὅταν ἦλθε στή γῆ, ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία Του ὡς θεῖο ὀργανισμό, πού
περιλαμβάνει ὅλους ὅσους πιστεύουν σ' Αὐτόν, καί τῆς ἐμπιστεύθηκε τήν ἀληθινή
διδασκαλία Του. Ὡς τέτοιος ὀργανισμός ἡ Ἐκκλησία ἀποσκοπεῖ νά ἐπεκταθεῖ σέ ὁλόκληρη
τήν ἀνθρωπότητα καί νά συμπεριλάβει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ
ὀνομάζεται στό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως Καθολική. Βασικά χαρακτηριστικά τῆς
Καθολικῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι κατέχει ὁλόκληρο τό Χριστό (εἶναι «σῶμα Χριστοῦ»)
καί διατηρεῖ ἀναλλοίωτη τή διδασκαλία Του. Μέ αὐτή τήν ἔννοια Καθολική εἶναι μόνο
ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ μία ἀληθινή Ἐκκλησία πού ἵδρυσε ὁ Χριστός.
Τόν
ὅρο ὅμως «Καθολική» χρησιμοποιεῖ σάν τίτλο της μιά ἄλλη «ἐκκλησία», ἡ «ἐκκλησία»
τῆς Ρώμης, πού ἀναγνωρίζει σάν ἐπικεφαλής της τόν πάπα. Γιά νά διακρίνουμε τήν
«ἐκκλησία» αὐτή ἀπό τήν ἀληθινή Καθολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ (δηλ. τήν Ὀρθόδοξη),
τήν ὀνομάζουμε συνήθως Ρωμαιοκαθολική ἤ Παπική, ἤ χρησιμοποιοῦμε τούς ὅρους
Ρωμαιοκαθολικισμός καί Παπισμός. Τί εἶναι ὅμως ἡ Ρωμαιοκαθολική «ἐκκλησία» καί
ποιές διαφορές ἔχει ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας;
2. Ἱστορία τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ
Ὅπως
εἶναι γνωστό, γιά 1000 περίπου χρόνια, μέχρι τό 1054 μ.Χ., ἡ Ἐκκλησία τοῦ
Χριστοῦ ἦταν ἑνωμένη καί ἁπλωνόταν σέ ὅλο σχεδόν τόν τότε γνωστό κόσμο, στήν Ἀνατολή
καί στή Δύση. Ἕνα μέρος ὅμως τῶν Χριστιανῶν τῆς Δύσεως ἄρχισε σιγά - σιγά νά
διαφοροποιεῖται ἀπό τήν κοινή πίστη, νά εἰσάγει νέες διδασκαλίες καί νά διαστρέφει
ὅσα δίδαξε ὁ Χριστός. Σ' αὐτό συνέβαλλαν καί διάφοροι ἱστορικοί παράγοντες: οἱ
Φράγκοι, λαός ἀπολίτιστος τότε, ἄρχισε ἀπό τά μέσα τοῦ 8ου μ.Χ. αἰῶνα νά ἰσχυροποιεῖται
καί νά ἐπεκτείνεται σέ διάφορες περιοχές τῆς Δύσεως. Οἱ Φράγκοι ἦσαν οἱ κατ' ἐξοχήν
φορεῖς τῶν νέων διδασκαλιῶν καί τῆς ἀλλοίωσης τῆς γνήσιας Χριστιανικῆς πίστης.
Βασική διδασκαλία τους ἦταν τό Filioque, δηλ. ἡ αἱρετική ἄποψη ὅτι τό Ἅγ. Πνεῦμα
δέν «ἐκπορεύεται» μόνο ἀπό τό Πατέρα, ὅπως δίδαξε ὁ Χριστός, ἀλλά ἀπό τόν Πατέρα
καί ἀπό τόν Υἱό. Τό Filioque οἱ Φράγκοι ἀνακάλυψαν στούς λατινόφωνους Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας (κυρίως στόν ἱερό Αὐγουστῖνο), παρερμηνεύοντας συνήθως τό ἀληθινό νόημα
τῶν κειμένων τους.
Ὅσο
οἱ Φράγκοι ἐπεκτείνονταν στή Δύση ἐπέβαλαν, πολλές φορές μάλιστα μέ τή βία, σ' ὅσους
κατακτοῦσαν τό Filioque καί τά φραγκικά ἐκκλησιαστικά ἔθιμα καί δόγματα. Ὁ ἡγεμόνας
τῶν Φράγκων Καρλομάγνος (768 - 814) ἄσκησε ἔντονες πιέσεις γιά τήν ἐπιβολή τοῦ
Filioque στήν Ἐκκλησία, τό ὁποῖο πρό πολλοῦ οἱ φραγκικές Σύνοδοι τοῦ Τολέδο στήν
Ἰσπανία τῶν ἐτῶν 547 καί 589 εἶχαν προσθέσει στό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἀλλοιώνοντας
τό κείμενό του.
Ἐναντίον
τοῦ Filioque καί τῶν ἄλλων αἱρέσεων πού διαδίδονταν ἀντέδρασαν ἔντονα οἱ Ὀρθόδοξοι
τότε πάπες τῆς Ρώμης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ὁ πάπας Λέων ὁ Γ' (795 - 816). Ὅταν
ὅμως καί ὁ παπικός θρόνος ἔπεσε τελικά στά χέρια τῶν Φράγκων μέ τήν ἐπιβολή
φραγκοφίλων ἀρχικά καί στή συνέχεια Φράγκων παπῶν, τό Filioque ἔγινε ἐπίσημη
διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης καί τά φραγκικά ἐκκλησιαστικά ἔθιμα καί δόγματα
ἐπεβλήθηκαν σέ ὁλόκληρη τή Δυτική Ἐκκλησία. Αὐτό εἶχε σάν ἀποτέλεσμα ἕνα ἀπό τά
πέντε πατριαρχεῖα, τό πατριαρχεῖο τῆς Ρώμης, νά ἀποκοπεῖ ἀπό τά ὑπόλοιπα. Τό ὁριστικό
σχίσμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης ἔγινε ἔτος 1054, ἐνῶ εἶχε προηγηθεῖ παρόμοιο σχίσμα
τό 867, πού ἀποκαταστάθηκε προσωρινά.
Ἀπό
τότε ἡ «ἐκκλησία» τῆς Ρώμης τράβηξε τό δικό της δρόμο, ἀποκομένη ἀπό τήν ἀληθινή
Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἀλλοιώσεις στήν χριστιανική πίστη καί ζωή ὄχι μόνο δέν
περιορίστηκαν, ἀλλά προστέθηκαν σ' αὐτές νέες, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες ἐπικυρώθηκαν
ἐπίσημα ἀπό μεγάλες παπικές συνόδους, πού ἀναγνωρίζονται ὡς Οἰκουμενικές. Κατά
διαστήματα καί ἰδιαίτερα κατά τήν περίοδο τοῦ Μεσαίωνα ἡ παπική «ἐκκλησία» ὁδηγήθηκε
σέ μεγάλες ὑπερβολές, ὅπως ἡ ἱερά ἐξέταση, ἡ διάπραξη ἐγκλημάτων στό ὄνομα τοῦ
Χριστοῦ καί τῆς πίστεως, ἡ ἐξαγορά τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτημάτων («συγχωροχάρτια»),
ἡ δίωξη τῆς ἐπιστήμης καί τῆς ἐλεύθερης σκέψης κ. ἄ.
3. Οἱ διδασκαλίες τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ
Σέ
πολλά σημεῖα ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός ἀκολουθεῖ τήν ἀρχαία Παράδοση καί ἔχει τήν ἴδια
πίστη μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Ἔτσι ἀποδέχεται τήν Ἁγ. Γραφή καί τήν Ἱερά
Παράδοση, τονίζοντας ὅμως πολλές φορές τήν Παράδοση περισσότερο ἀπ' ὅ,τι πρέπει.
Δέχεται τίς διδασκαλίες γιά τήν Ἁγ. Τριάδα καί γιά τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου, ἀποδέχεται
τά Μυστήρια, τήν ἱερωσύνη, τήν τιμή τῶν Ἁγίων, τά ἱερά λείψανα, τίς εἰκόνες, τά
θαύματα κ.ἄ. Ὑπάρχουν ὅμως καί μεγάλες διαφορές, οἱ κυριώτερες ἀπό τίς ὁποῖες εἶναι
οἱ ἑξῆς:
α)
Εἴδαμε ὅτι τό Filioque ἦταν μιά ἀπο τίς βασικώτερες αἰτίες τοῦ σχίσματος. Ἡ
διδασκαλία αὐτή δέν εἶναι μιά ἁπλή θεωρητική ἀντίληψη χωρίς πρακτικές προετάσεις.
Ὅπως ἄλλωστε ὅλα τά δόγματα, ἔχει προεκτάσεις καί συνέπειες στή ζωή τοῦ πιστοῦ
καί στή σχέση του μέ τό Θεό. Τό Filioque εἶναι ἀλλοίωση καί μεταβολή τῆς βασικώτερης
διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, τῆς διδασκαλίας γιά τήν Ἁγ. Τριάδα, δηλ. γιά τό Θεό
στόν ὁποῖο πιστεύουμε. Σύμφωνα μέ αὐτή τή διδασκαλία τό Ἅγ. Πνεῦμα «ἐκπορεύεται»
ἀπό τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί ὄχι μόνο ἀπό τόν Πατέρα, ὅπως δεχόταν ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία
τῶν 10 πρώτων αἰώνων. «Ἐκπορεύεται» σημαίνει ἔχει τήν ὕπαρξή του. Ἡ πίστη ὅτι τό
Ἅγ. Πνεῦμα ἔχει τήν ὕπαρξή του μόνο ἀπό τόν Πατέρα δέν εἶναι κάτι πού μποροῦμε
νά τό διαπιστώσουμε λογικά, ἀλλά τό ἀποδεχόμαστε σάν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί
σάν κοινή πίστη τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, πού μέ τό φωτισμό τοῦ Θεοῦ εἶχαν
γνωρίσει ἀλήθειες ἀπρόσιτες γιά τήν ἀνθρώπινη νόηση. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ὅμως ἰσχυρίστικαν
μέ ἀσέβεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος (ὁ «θεολόγος») μπορεῖ μέ τή λογική του νά ἐπεξεργάζεται
τέτοια θέματα καί ὁδηγεῖται σέ νέες «ἀλήθειες», πού προφανῶς οὔτε οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι,
οὔτε οἱ μεγάλοι Πατέρες γνώριζαν. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ ἀνθρώπινη νόηση συμπληρώνει
καί διορθώνει τή διδασκαλία τοῦ Θεοῦ καί ἡ πίστη μεταβάλλεται σέ ἐγκόσμια
φιλοσοφία καί διανόηση. Πέρα ἀπ' αὐτά ὅμως τό Filioque ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ
βασικές θεολογικές προϋποθέσεις: εἰσάγει δύο ἀρχές καί αἰτίες στήν Ἁγ. Τριάδα
καί ὑποτιμᾶ τό πρόσωπο τοῦ Ἁγ. Πνεύματος.
β)
Ἄλλη βασική διαφορά ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη εἶναι τό πρωτεῖο τοῦ πάπα, πού ἀποτέλεσε
ἐπίσης αἰτία τοῦ σχίσματος. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι εἶναι
μεταξύ τους ἴσοι. Βέβαια ὁρισμένοι ἀσκοῦν μιά ἐπιπλέον διακονία καί ὀνομάζονται
ἀρχιεπίσκοποι ἤ πατριάρχες, ὅμως καί αὐτοί δέν διαφέρουν οὐσιαστικά ἀπό τούς ἄλλους,
γιατί ἡ Ὀρθοδοξη Ἐκκλησία διοικεῖται ἀπό Συνόδους ἐπισκόπων, τίς ἀποφάσεις τῶν ὁποίων
ἐφαρμόζουν ὑποχρεωτικά ὅλοι. Κατά τούς Ρωμαιοκαθολικούς ὅμως ὁ πάπας εἶναι ὁ ἀνώτατος
ἀρχηγός καί ἡ ὁρατή κεφαλή πάσης τῆς Ἐκκλησίας καί ἀσκεῖ ἀπόλυτη ἐξουσία πάνω
στόν κλῆρο καί τόν πιστό λαό ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης. Ἡ ἐξουσία αὐτή δέν εἶναι
μόνο ἀνώτερη ἀπό αὐτή τῶν ἐπισκόπων, ἀλλά ἀκόμη καί ἀπό τήν ἐξουσία τῶν Οἰκουμενικῶν
Συνόδων. Γιά νά στηρίξουν τίς ξένες πρός τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου αὐτές ἀπόψεις
οἱ Παπικοί ἰσχυρίστηκαν ὅτι ὁ πάπας εἶναι ἀπ' εὐθείας διάδοχος τοῦ ἀποστόλου Πέτρου
καί ὅτι ὁ ἀπ. Πέτρος εἶχε δῆθεν κάποιο «πρωτεῖο» ἐξουσίας μεταξύ τῶν Ἀποστόλων.
Τό «πρωτεῖο» αὐτό ἀσκεῖ σήμερα ὁ πάπας. Γιά νά κατοχυρωθοῦν ἱστορικά αὐτές
οἱ διδασκαλίες κατασκευάστηκαν ἀκόμη καί πλαστά κείμενα. Ἀλλά τό κακό δέν σταμάτησε
ἐκεῖ: ὁ πάπας ἰσχυρίστηκε ὅτι εἶναι ὁ κάτοχος ὄχι μόνο τῆς ἐκκλησιαστικῆς, ἀλλά
καί τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, τήν ὁποία ἔχει τό δικαίωμα νά ἀναθέτει κατά τήν κρίση
του σέ βασιλεῖς καί ἡγέτες ἐθνῶν. Ἀκόμη καί σήμερα ὁ πάπας ἀσκεῖ πολιτική ἐξουσία
καί εἶναι ἀρχηγός κράτους (τοῦ Βατικανοῦ).
γ)
Μέ τό πρωτεῖο σχετίζεται καί ἡ διδασκαλία γιά τό ἀλάθητο τοῦ πάπα. Σύμφωνα μέ τή
διδασκαλία αὐτή, πού θεσπίστηκε ἀπό τήν Α' Βατικανή Σύνοδο (1869 - 1870), οἱ ἀπανταχοῦ
τῆς γῆς Ρωμαιοκαθολικοί διδάσκονται ὅτι «ὁ Ρωμαῖος Ποντίφηξ δέν δύναται νά σφάλει
ὅταν μιλᾶ ἀπό καθέδρας». Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ πάπας θεωρεῖται ἀλάθητος διδάσκαλος
τῆς Ἐκκλησίας ὅταν 1) μιλᾶ σάν οἰκουμενικός διδάσκαλος, 2) καθορίζει
κατηγορηματικά ἀμφισβητούμενο ἤ ὄχι ζήτημα καί 3) καθορίζει ἀμφισβητούμενη ἀλήθεια
μέ σκοπό νά ὑποχρεώσει τήν ἀποδοχή της ἀπό ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία. Κατά τήν ὀρθόδοξη
πίστη κανείς ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἀλάθητος, οὔτε νά ὑποκαταστήσει
τό ρόλο τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλάθητη εἶναι ἡ Ἐκκλησία στό σύνολό της καί
τό ἀλάθητο αὐτό ἐκφράζεται στίς Οἰκουμενικές Συνόδους τῆς Ἐκκλησίας.
δ)
Στόν Παπισμό γίνεται ἀποδεκτή ἡ διδασκαλία γιά τό καθαρτήριο πύρ, πού ἀποτελεῖ ἐνδιάμεση
βαθμίδα μεταξύ παραδείσου καί κολάσεως, ὅπου οἱ ψυχές τῶν κεκοιμημένων, περιμένοντας
τήν ὁριστική τους κρίση, μποροῦν νά καθαρισθοῦν ἀπό τίς ἁμαρτίες πού δέν ἐξαγόρασαν
ὅσο ἦταν ζωντανοί. Αὐτό ἐπιτυγχάνεται περνῶντας διάφορες δοκιμασίες, καθώς καί
μέ τή βοήθεια τῶν δεήσεων καί τῶν «καλῶν πράξεων» τῶν προσφιλῶν τους προσώπων
στή γῆ. Ἐπίσης ὁ κλῆρος ἔχει τή δυνατότητα νά περιορίσει τό χρόνο παραμονῆς στό
καθαρτήριο. Τό δόγμα αὐτό καθιερώθηκε ὁριστικά τόν 16ο αἰῶνα στή Σύνοδο τοῦ
Τριδέντου.
ε)
Ἄλλες αἱρετικές ἀντιλήψεις καί πρακτικές τοῦ Παπισμοῦ εἶναι ἡ τέλεση τῆς Θείας
Εὐχαριστίας μέ ἄζυμο ἄρτο, ἡ ἀπαγόρευση στούς λαϊκούς νά κοινωνοῦν ἀπό τό Αἶμα
τοῦ Κυρίου, ἡ τέλεση τοῦ Βαπτίσματος μέ ραντισμό, ἡ ὑποχρεωτική ἀγαμία ὅλων τῶν
κληρικῶν, ἡ διδασκαλία ὅτι ἡ Θεοτόκος γεννήθηκε χωρίς τό προπατορικό ἀμάρτημα, ἡ
ἀπόρριψη τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας ὅτι ὁ Θεός ἔχει ἄκτιστες ἐνέργειες, ἡ
διδασκαλία ὅτι τά καλά ἔργα εἶναι «ἀξιόμισθα» καί σώζουν μόνα τους, ἡ χρήση ἀγαλμάτων
παράλληλα μέ τίς ἱερές εἰκόνες κ.ἄ.
4. Ὀρθοδοξία καί Ρωμαιοκαθολικισμός.
Ἐξ
αἰτίας ὅλων αὐτῶν τῶν αἱρετικῶν ἀντιλήψεων καί πολλῶν ἄλλων, πού δέν μποροῦμε ἐδῶ
νά ἀπαριθμήσουμε ἤ νά ἀναλύσουμε, ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός εἶναι αἵρεση καί ὄχι ἁπλά
σχίσμα, ὅπως πιστεύουν πολλοί. Ἔτσι οἱ Ὀρθόδοξοι δέν μποροῦμε νά ἔχουμε καμία ἐκκλησιαστική
ἐπικοινωνία μέ Παπικούς. Αὐτό σημαίνει ὅτι Ὀρθόδοξοι δέν μποροῦν νά ἐκκλησίαζονται
σέ παπικό ναό καί δέν ἐπιτρέπεται σέ καμία περίπτωση νά κοινωνήσουν σέ παπικό
ναό. Σύμφωνα μέ τό ἱερό Πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας μας ὅσοι Παπικοί θέλουν νά γίνουν
Ὀρθόδοξοι πρέπει νά βαπτίζονται ἀπό τήν ἀρχή.
Παρ'
ὅλα αὐτά ἡ Ὀρθοδοξη Ἐκκλησία μας σήμερα διεξάγει ἐπίσημο διάλογο μέ τούς Παπικούς,
γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἕνωση, πού εἶναι κοινή ἐπιθυμία ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων. Παρόμοιες
προσπάθειες γιά τήν ἕνωση εἶχαν γίνει καί στό παρελθόν, μέ σημαντικότερη τή Σύνοδο
Φερράρας - Φλωρεντίας (1438 - 1442), ὅπου ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός ὑπεράσπισε
μέ παρρησία τήν Ὀρθόδοξη πίστη, οἱ προσπάθειες ὅμως αὐτές δέν ἔφεραν κανένα ἀποτέλεσμα.
Ἡ
Ἐκκλησία μας πιστεύει ὅτι ἡ ἕνωση πρέπει νά γίνει μέ βάση τήν ἐπιστροφή στήν
κοινή πίστη τῶν 10 πρώτων αἰώνων. Μέ τούς Παπικούς ἔχουμε ἕνα μεγάλο κοινό: γιά
10 αἰῶνες πιστεύαμε τά ἴδια ἀκριβῶς πράγματα. Μετά τούς 10 αἰῶνες κάποιος ἔπαψε
νά πιστεύει ὅ,τι πίστευε ὡς τότε, ἀλλοιώνοντας τήν αὐθεντική πίστη. Αὐτός πού ἔπαψε
νά πιστεύει ὅ,τι πίστευε ἐπί 10 αἰῶνες καί ἀλλοίωσε τήν αὐθεντική πίστη εἶναι, ὅπως
πολύ εὔκολα μπορεῖ νά διαπιστωθεῖ ἱστορικά, ὁ Παπισμός.
Καί
σήμερα ὁ διάλογος μέ τούς Παπικούς παρουσιάζει ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια καί δυσκολίες
καί ὁ σκοπός του (ἡ ἕνωση) φαίνεται ἀπίθανο νά πραγματοποιηθεῖ. Μιά ἀπό τίς
δυσκολίες αὐτές εἶναι καί ἡ βαθύτατη ἀντιπάθεια γιά τούς Ὀρθοδόξους, πού ἀπό αἰῶνες
ὑπάρχει μεταξύ τῶν Παπικῶν καί σέ ὁρισμένες περιπτώσεις διαπιστώνεται ἀκόμη καί
σήμερα. Αἰτία της εἶναι ἴσως ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, πού ἀποτελεῖ
μαρτυρία τῆς αὐθεντικότητας καί ἔλεγχο γιά τίς παρεκκλίσεις τῶν Παπικῶν. Ἡ ἀντιπάθεια
αὐτή ἐκδηλώθηκε σέ διάφορες ἱστορικές περιόδους. Ἤδη ἀπό τόν 9ο μ.Χ. αἰώνα τά
πρῶτα κείμενα τῶν Φράγκων θεολόγων, πού ἐπινόησαν τό Filioque, ἦσαν τά Contra
errores Graecorum (Κατά τῶν πλανῶν τῶν Γραικῶν), μέ ὑβριστικές γιά τούς Ὀρθοδόξους
καί εἰδικά γιά τούς Ἕλληνες ἐκφράσεις. Κατά τήν Δ' Σταυροφορία τά στρατεύματα τῶν
Δυτικῶν, μέ τίς εὐλογίας τοῦ πάπα καί μέ πρόσχημα τήν ἀπελευθέρωση τῶν Ἁγ. Τόπων,
κατέλαβαν τήν Κων/πολη τό ἔτος 1204, προβαίνοντας σέ ἀκατανόμαστες κατά τῶν Ὀρθοδόξων
ἐνέργειες. Ἀκόμη καί στόν αἰῶνα μας οἱ Παπικοί συμμετεῖχαν στήν ἐξόντωση
700.000 Ὀρθοδόξων Σέρβων τό 1941, μέ ἐνέργειες παπικοῦ καρδιναλίου, πού πρόσφατα
ἀνακηρύχθηκε «ἅγιος» ἀπό τήν Παπική «ἐκκλησία».
Σήμερα
ἡ κατ' ἐξοχήν ἐνέργεια τῶν Παπικῶν ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων καί ἀνυπερβλητο ἐμπόδιο
τοῦ διαλόγου εἶναι ἡ Οὐνία. Ἡ Οὐνία εἶναι μιά μέθοδος γιά νά ὑποτάξει ὁ πάπας
τούς ὀρθόδοξους πληθυσμούς, ἰδιαίτερα τῶν πρώην ἀνατολικῶν κρατῶν. Σύμφωνα μέ αὐτή
ὁ πάπας ἐπιτρέπει σέ πρώην Ὀρθοδόξους πιστούς νά διατηροῦν ὅλα τά ἐξωτερικά
τους χαρακτηριστικά (λατρεία, γλώσσα, τελετουργικό, ἔθιμα κ.τ.λ.), ἀρκεῖ νά ἀναγνωρίζουν
τόν πάπα ὡς ἀνώτατη ἐκκλησιαστική αὐθεντία. Ἔτσι π.χ. ἡ οὐνίτικη Θ. Λειτουργία ἐξωτερικά
δέν διαφέρει ἀπό τήν Ὀρθόδοξη καί οἱ οὐνίτες κληρικοί δέν διαφέρουν ἀπό τούς Ὀρθοδόξους,
μέ ἀποτέλεσμα νά δημιουργεῖται τεράστια σύγχυση μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων πληθυσμῶν.
Γι' αὐτό ἡ Οὐνία ἔχει ἐπιτυχημένα χαρακτηρισθεῖ ὡς δούρειος ἵππος τοῦ Παπισμοῦ.
Ἡ ὕπαρξη τῆς Οὐνίας χρονολογεῖται ἀπό τήν ἐποχή τῶν Σταυροφοριῶν καί ἡ δράση
της σήμερα εἶναι ἔντονη στίς πρώην ἀνατολικές χῶρες. Οὐνίτες ὑπάρχουν ἀκόμη καί
στήν Ἑλλάδα. Παρά τίς ἔντονες διαμαρτυρίες τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ Παπισμός δέν φαίνεται
διατεθημένος νά περιορίσει τήν Οὐνία, ἡ ὁποία ἐξακουλουθεῖ νά δρᾶ σάν ἀνέντιμη
προσηλυτιστική μέθοδος.
Ὁ
Παπισμός σήμερα διαθέτει μεγάλη κοσμική δύναμη. Ἐξακολουθεῖ νά διαθέτει πολιτικό
λόγο, ἔχει τεράστια οἰκονομική δύναμη μέ τράπεζες, ἐπιχειρήσεις κ.τ.λ. Δέν ἔχει
ὅμως πνευματική δύναμη καί δέν μπορεῖ νά ἀσκήσει οὐσιαστική πνευματική ἐπίδραση
πάνω στά πλήθη τῶν πιστῶν του. Γι' αὐτό ἐξαναγκάζεται πολλές φορές νά κάνει
συμβιβασμούς, ἀποδεχόμενος τό κοσμικό πνεῦμα καί περιορίζοντας τό ἐκκλησιαστικό
ἦθος. Ἔτσι ἡ διάρκεια τῆς παπικῆς λειτουργίας εἶναι σημαντικά περιορισμένη, ὁ
χρόνος τῆς νηστείας ἔχει συντομευθεῖ, τό ἀσκητικό φρόνημα ἔχει παραμερισθεῖ, ἡ
τέχνη, ἡ μουσική κ.τ.λ., ἔχουν ἀποκτήσει ἐντελῶς ἀνθρώπινο καί κοσμικό χαρακτῆρα.
Εὐχή ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι νά ἀποβάλλει ὁ Παπισμός ὅλα αὐτά τά ξένα στοιχεῖα,
πού προσέλαβε μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, καί νά ἐπιστρέψει στήν κοινή Παράδοση,
πίστη καί ζωή τῶν 10 πρώτων αἰώνων, γιά νά μπορέσει νά λειτουργήσει καί πάλι ὡς
αὐθεντική Ἐκκλησία καί νά ἐπιτελεῖ μέ ἐπιτυχία τό ἔργο του, πού εἶναι ἡ σωτηρία
τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
2 σχόλια:
Αυτά να τα λάβουν υπόψη τους οι αρχιερείς του ΦΑΝΑΡΙΟΥ.
Πατερ Σωτηριε συγχαρητηρια για την ορθοδοξοτατη αναλυση κ το αποσταγμα της. Η Παναγια μας να σας δυναμωνει κ να σας στηριζει να μας μεταφερετε το φως της αληθειας, των Αγιων της Εκκλησιας. Αγιον ορος.
Δημοσίευση σχολίου