«Οὐκ
ἔχω γλῶτταν ἀξίως εἰπεῖν τά λίαν μεγάλα. Ἰσχνόφωνος γάρ καί βραδύγλωσσος, καί οὐκ
εὔλαλος ὑπάρχω, ἵν’ οὕτως εἴπω, περί τῆς μεγαλωνύμου καί ὁσίας καί ἀπειρογάμου
καί Θεοτόκου Μαρίας, μητρός τοῦ Κυρίου...».
«Δέν
ἔχω γλῶσσα πού νά μπορεῖ νά ἐκφράσει ἐπάξια τά πολύ σπουδαῖα καί μεγάλα. Διότι
εἶμαι ἰσχνόφωνος καί βραδύγλωσσος καί δέν εἶμαι εὔγλωττος γιά νά μιλήσω καθώς
πρέπει γιά τή μεγαλώνυμη, τήν ὁσία, αὐτήν πού δέν εἶχε πείρα γάμου, τή Θεοτόκο
Μαρία, τή Μητέρα τοῦ Κυρίου...».
Μέ
αὐτούς τούς λόγους, ἀδελφοί μου, ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος Ἐπίσκοπος Κύπρου ὑμνολογεῖ
τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ὀνομάζει τόν ἑαυτό του ἰσχνόφωνο καί
βραδύγλωσσο καί ὄχι εὔλαλο καί ἰκανό γιά νά μεγαλύνει, μαζί μέ τίς ἀγγελικές
δυνάμεις καί τή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία τῶν Ουρανῶν, τήν ἀπειρόγαμο Θεοτόκο
Μαρία, τή μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἔτσι
αἰσθάνονται οἱ θεοτοκόφιλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Θέτουν «φυλακήν τῷ στόματι αὐτῶν»
ὅταν μιλοῦν γιά τό «μυστήριο τῶν μυστηρίων» τοῦ Χριστοῦ. Καί ἐάν ὁ θεόπτης Μωυσῆς,
ὅπως γράφει ἕνας Σέρβος θεολόγος, στεκόταν μέ φόβο καί τρόμο μπροστά στήν ἄφλεκτο
βάτο στό Σίναιον Ὄρος, πού ἤταν σκιά τῆς ἀληθείας, σκιά τῆς ἀληθινῆς βάτου – τῆς
Ὑπεραγίας Θεοτόκου, πῶς μπορεῖ μία ἀνθρώπινη γλῶσσα ἁμαρτωλή καί ἀνάξια καί ἕνας
ἀνθρώπινος νοῦς νά μιλήσει γιά τήν Παναγία; Τήν πλησιάζουμε, ὅμως, ἐπειδή εἶναι
ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μας, ἀλλά συγχρόνως καί δική μας μητέρα καί τήν μεγαλύνουμε
σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη παράδοσή μας, ἡ ὁποία ἔχει σάν ἀρχή τόν πρωτοστάτη Ἄγγελο,
ὁ ὁποῖος τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ της «οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τό
χαῖρε». Αὐτό τό «χαῖρε» συνοψίζει ὁλόκληρο τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς ἐλεύσεως τοῦ
Χριστοῦ, πού γίνεται παράδοση τιμῆς καί εὐλαβείας στό πρόσωπό της, ὅπως ἀκριβῶς
τό προεφήτευσε καί ἐκείνη: «ἰδού γάρ ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί»
(Λουκ. 1,48). Ὁ κάθε ὕμνος καί τό κάθε ἐγκώμιο μέσα στήν Ἐκκλησία μας εἶναι
συγχρόνως καί θεολογία, δηλαδή ὀρθή δόξα γιά τά ἄρρητα μυστήρια τοῦ Θεοῦ, τά ὁποῖα
πραγματοποιήθηκαν διά τῆς Παναγίας.
Σήμερα,
λοιπόν, πού γιορτάζουμε τό γεγονός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ της καί πού εἶναι αὐτή ἡ
γιορτή «τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον», θά ἤθελα νά μεταφέρω στήν ἀγάπη σας
λίγες σκέψεις δανεισμένες ἀπό τό θεοφόρο αὐτόν Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας, τόν Ἅγιο Ἐπιφάνιο.
Ἀπευθυνόμενος
πρός τή Θεοτόκο, τήν χαιρετίζει μαζί μέ τόν Ἀρχάγγελο τῆς χαρᾶς καί τήν ὀνομάζει:
πρῶτον,
λαμπρόν ουρανόν. «Χαῖρε κεχαριτωμένη, ὁ λαμπρός οὐρανός, ἡ τόν ἀχώρητον ἐν οὐρανοῖς
ἔχουσα Θεόν».
Οὐρανός,
λοιπόν, ἡ Παναγία. Καί, ὅπως ἀπό τόν οὐρανό καθημερινά ἀνατέλλει ὁ ἥλιος, πού εἶναι
δημιούργημα καί μέ τίς ἀκτῖνες του ζεσταίνει, ἀπολυμαίνει καί φωτίζει ὁλόκληρη
τή δημιουργία, ἔτσι καί ἀπό τόν πνευματικό οὐρανό ἀνέτειλε ὁ νοητός Ἥλιος τῆς
Δικαιοσύνης, πού εἶναι ὁ Χριστός. «Ἀνέτειλε τό φῶς τό τῆς γνώσεως», ψάλλουμε
στή γιορτή τῶν Χριστουγέννων· τό μοναδικό φῶς τοῦ κόσμου, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός μᾶς εἶπε: «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ
ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ΄ ἕξει τό φῶς τῆς ζωῆς» (Ἰω. 8,12).
Ὅποιος,
λοιπόν, στέκεται μέ εὐλάβεια μπροστά σέ αὐτόν τόν πνευματικό οὐρανό, φωτίζεται,
γίνεται ὅλος φῶς, γιατί τό φῶς πού ἀνέτελλει ἀπό τή γαστέρα τῆς Θεοτόκου
φωτίζει κάθε ἄνθρωπο «ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Καί ὅποιος μακαρίζει καί ὑμνολογεῖ
αὐτόν τό λαμπρό οὐρανό, γίνεται καί αὐτός θρόνος πού φιλοξενεῖ τόν Ἀμνό τοῦ Θεοῦ.
Δεύτερον.
Ὑμνολογεῖται ἡ Παναγία Παρθένος ἀπό τόν Ἅγιο Ἐπιφάνιο καί ὀνομάζεται ὄχι μόνο οὐρανός,
ἀλλά καί ναός καί θρόνος τῆς θεότητος. Τήν ὀνομάζει ναό, ἀφοῦ εἰσῆλθε, σύμφωνα
μέ τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὅπου ὑπῆρχαν τά ἱερότερα
ἀντικείμενα τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου καί τά ὁποῖα συμβόλιζαν τό πρόσωπο τῆς
Παναγίας.
Τήν χαρακτηρίζει ναό, διότι ἔγινε πραγματικά ὁ ναός τῆς θεότητος, φιλοξενῶντας στά παρθενικά της σπλάχνα, τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι΄ αὐτό καί ψάλλουμε στή γιορτή τῶν Εἰσοδίων: «Ὁ καθαρώτατος ναός τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστάς καί παρθένος, τό ἱερόν θησαύρισμα τῆς δόξης του Θεοῦ».
Τήν χαρακτηρίζει ναό, διότι ἔγινε πραγματικά ὁ ναός τῆς θεότητος, φιλοξενῶντας στά παρθενικά της σπλάχνα, τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι΄ αὐτό καί ψάλλουμε στή γιορτή τῶν Εἰσοδίων: «Ὁ καθαρώτατος ναός τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστάς καί παρθένος, τό ἱερόν θησαύρισμα τῆς δόξης του Θεοῦ».
Τήν
ὀνομάζει, ἀκόμη, ναό, γιατί ἐγέννησε τόν πραγματικό Ναό, πού εἶναι ὁ Χριστός· ἀφοῦ
ὁ ἴδιος ὀνόμασε τόν ἑαυτό Του ναό: «λύσατε τόν ναόν τοῦτον καί ἐν τρισίν ἡμέραις
ἐγερῶ αὐτόν» (Ἰω. 2,19). Ἔφερε ἡ Θεοτόκος στόν κόσμο Αὐτόν, πού εἶναι ὁ
πραγματικός καί μόνος Ναός, μιά πού στήν ἄλλη ζωή δέν θά ὑπάρχουν ἄλλοι ναοί,
καθώς μᾶς τό βεβαιώνει ὁ Εὐαγγελιστής Θεολόγος στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως: «Καί
ναόν οὐκ εἶδον ἐν αὐτῇ· ὁ γάρ Κύριος ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ ναός αὐτῆς ἐστι, καί
τό Ἀρνίον» (Ἀποκ. 21,22).
Καί
ἕνας τρίτος χαιρετισμός βγαλμένος ἀπό τόν κάλαμο τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανίου εἶναι: ἡ
Παναγία ὡς ἡ πύλη τῶν οὐρανῶν. «Χαῖρε κεχαριτωμένη, ἡ πύλη τῶν οὐρανῶν».
Ἡ
Παναγία εἶναι ἡ πύλη, ἀπό τήν ὁποία κατέβηκε σάν οὐράνια βροχή, «ὡς ὑετός ἐπί πῶκον»,
ὅπως ψάλλει ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Χριστός, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας
Τριάδος, προκειμένου νά ἀναπλάσει καί νά ἀνακαινίσει ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο
γένος. Ἡ θύρα ἀπό τήν ὁποία περνάει ὁ Χριστός γιά νά ἔρθει στόν κόσμο εἶναι ἡ ἀγάπη.
Καί αὐτήν τή θύρα μᾶς τήν ἀνοίγει ἡ Θεοτόκος Μαρία. Γι΄ αὐτό καί ψάλλουμε
χαρακτηριστικά: «Τῆς εὐσπλαχνίας τήν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν εὐλογημένη Θεοτόκε».
Ἔγινε
ἡ πύλη, ἀπό τήν ὁποία ἦλθε στούς ἀνθρώπους ἡ ἀνατολή τῆς ζωῆς νικῶντας τόν
θάνατο, κατά τόν θεοφόρο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό. Εἶναι, ἡ μακαρία Παρθένος, ἡ
μοναδική πύλη μέσῳ τῆς ὁποίας ἀνατέλλει τό φῶς τῆς θείας εὐσπλαχνίας σέ ὁλόκληρο
τό ἀνθρώπινο γένος.
Ἡ
Παναγία, ἀκόμη, θά γίνει ἡ πύλη τῆς εἰσόδου μας στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Γι΄ αὐτό
καί τῆς ζητᾶμε, μέσα στίς Ἱερές Ἀκολουθίες καί μάλιστα πρίν ἀρχίσουμε τή Θεία
Λειτουργία, νά μᾶς ἀνοίξει τήν πύλη τῆς μητρικῆς της ἀγάπης, γιά νά σκηνώσει ὁ
Χριστός μέσα μας καί νά μπολιαστοῦμε ἐμεῖς μέ τή ζωή τοῦ Χριστοῦ.
Σ΄
αὐτόν τόν πνευματικό οὐρανό, στόν ἐξαστράπτοντα Θρόνο τῆς θεότητος καί στήν
πύλη τῆς εὐσπλαχνίας καταφεύγουμε καί ἐμεῖς σήμερα. Καί θά πρέπει νά τό κάνουμε
ὄχι μόνο σήμερα, ἀλλά καθημερινά, ζητῶντας τίς σωστικές της πρεσβεῖες στό Θρόνο
τῆς θείας μεγαλωσύνης.
Καί
ὅποιος τιμᾶ καί εὐλαβεῖται τήν Παναγία, τιμᾶ, συγχρόνως, καί τόν Πανάγιο Τόκο τῆς
Ἀειπαρθένου. Ὅποιος μέ εὐλάβεια ἀσπάζεται τόν χαρακτῆρα τῆς Θεοτόκου, αὐτός,
ταυτόχρονα, ἀποκτᾶ οἰκειότητα καί μέ τόν Υἱό, ἀλλά καί μέ τή Μητέρα.
Σ΄
αὐτήν κατέφευγαν οἱ πατέρες μας. Αὐτήν παρακαλοῦσαν οἱ ἀγωνιστές τοῦ 1821,
προκειμένου νά παλέψουν καί νά νικήσουν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστιν τήν ἁγίαν
καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερίαν».
«Παναγία
μου» ἔλεγε ὁ γέρος τοῦ Μωριᾶ στό ἐξωκκλήσι τῆς Παναγίας στό Χρυσοβίτσι «βοήθησε
καί τούτη τή φορά τούς Ἕλληνες γιά νά ἐμψυχωθοῦν». Καί ὅταν βρέθηκε στά
Δερβενάκια, παρακάλεσε ἕναν Ἱερέα νά ψάλλει εἰδική δέηση πρός τήν Παναγία γιά
τήν ἔκβαση τοῦ ἀγῶνος, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας ὁ πιστός ὁπλαρχηγός ἦταν
γονατισμένος καί προσηύχετο μετά δακρύων μαζί μέ τούς ἄνδρες του.
Στήν
Παναγία ἀπευθύνεται καί ὁ ἐθνεργέτης τῆς Ρούμελης, Ἐθνομάρτυς Ἐπίσκοπος Σαλώνων
Ἠσαΐας. Αὐτήν καλοῦσε σέ βοήθεια. Καί ὅταν περικυκλωμένος ἔβλεπε τούς Τούρκους
νά πλησιάζουν γιά νά τόν θανατώσουν φώναξε: «Παναγία, σῶσον τουλάχιστον τήν
πατρίδα».
Καί αὐτό θά πρέπει νά εἶναι καί τό αἴτημά μας σήμερα, τίς δύσκολες αὐτές ὧρες πού διέρχεται ἡ πατρίδα μας:
Καί αὐτό θά πρέπει νά εἶναι καί τό αἴτημά μας σήμερα, τίς δύσκολες αὐτές ὧρες πού διέρχεται ἡ πατρίδα μας:
«Παναγία
μου, σῶσε τήν πατρίδα μας»,
«Παναγία
μου, σῶσε τόν τόπο μας»,
«Παναγία
μου, σῶσε τό γένος μας».
Καί
νά εἴμαστε σίγουροι ὅτι ἡ Παναγία θά εἶναι κοντά μας καί θά μᾶς σκεπάζει μέ τήν
κραταιά καί ἀκαταίσχυντη προστασία της, χαρίζοντας στόν καθένα μας ὑγεία,
προκοπή βίου καί πίστεως καί ἐκπλήρωση κάθε εὐγενοῦς ἐπιθυμίας.
Εὐχέτης
πρός τήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό τοῦ γένους μας
Ο
Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Σ Σ Α Σ
Ο
ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου