Άγιος μεγαλομάρτυς Μηνάς (11 Νοεμβρίου)
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ο
άγιος Μηνάς έζησε τον 3ο αιώνα μ. Χ., στα χρόνια του Μαξιμιανού και του
Διοκλητιανού. Οι γονείς του ήσαν ειδωλολάτρες, αλλά ο ίδιος έγινε Χριστιανός
στα εφηβικά του χρόνια. Από μικρός αναζητούσε την αλήθεια, επειδή δεν τον
ικανοποιούσε η σαρκική ζωή της ειδωλολατρίας και έψαχνε, εκείνο το οποίο θα
γέμιζε την ψυχή του και θα έδινε απάντηση στα υπαρξιακά του ερωτήματα. Μετά την
εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων απεσύρθη σε ερημικό μέρος, στο όρος
Κυάτειο, όπου έζησε με νηστεία, εγκράτεια και προσευχή για αρκετό χρονικό
διάστημα. Κατόπιν επέστρεψε πίσω στην πόλη και ομολόγησε τον Χριστό μπροστά
στους ειδωλολάτρες, με αποτέλεσμα να συλληφθή και να υποστή φρικτά
βασανιστήρια. Του έγδαραν τις σάρκες με τρίχινα ρούχα, τον έριξαν στην φωτιά
και τέλος τον έσυραν σε κακοτράχαλο δρόμο μέχρι που ξεσχίσθηκαν τελείως οι
σάρκες του. Επειδή όμως εξακολουθούσε να ζή, τον αποκεφάλισαν και έτσι έλαβε
τον στέφανο του μαρτυρίου.
Έλαβε
από τον Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας και με τις θεοπειθείς πρεσβείες του
θεραπεύει ψυχικές και σωματικές ασθένειες. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
καταγράφει μερικά από τα πολλά θαύματα του Αγίου. Ένα από αυτά είναι και το
παρακάτω, στο οποίο φαίνεται καθαρά το πώς εργάζεται ο Θεός, δια των Αγίων Του,
την σωτηρία των ανθρώπων, αλλά και το πώς λειτουργεί ο πνευματικός νόμος. “Ένας
Χριστιανός και ένας Εβραίος ήσαν αχώριστοι φίλοι και εμπιστεύονταν πάντοτε ο
ένας τον άλλο. Κάποτε, ο Εβραίος ταξίδεψε και εμπιστεύθηκε στον φίλο του ένα
χρηματικό ποσό, για να του το φυλάξη μέχρι να επιστρέψη. Αυτό είχε γίνει
αρκετές φορές. Αλλά ο Χριστιανός νικήθηκε από το δαιμόνιο της φιλαργυρίας και
κράτησε τα χρήματα του φίλου του λέγοντάς του ότι, "αυτή την φορά δεν μου
εμπιστεύθηκες χρήματα." Ο Εβραίος στενοχωρέθηκε και του ζήτησε να ορκισθή
στον Ναό του Αγίου Μηνά. Πράγματι, πήγανε μαζί στον Ναό και ο Χριστιανός
ορκίσθηκε ψέματα. Όταν βγήκε από τον Ναό προσπάθησε να καβαλλικεύση το άλογό
του για να φύγη, αλλά εκείνο αγρίευσε με αποτέλεσμα να τον ρίξη κάτω και να του
πέση από την τσέπη ένα κλειδί και η χρυσή του σφραγίδα, χωρίς όμως να το
αντιληφθή. Κατόπιν, ανέβηκε και πάλι στο άλογο και πήγε μαζί με τον φίλο του,
για να φάνε μαζί. Την ώρα που έτρωγαν ήλθε ένας υπηρέτης, ο οποίος έψαχνε τον
Εβραίο, για να του παραδώση κάτι που κρατούσε. Ο Εβραίος αναγνώρισε το πουγγί
του με τα χρήματα και τον ερώτησε ποιός του το έδωσε. Εκείνος είπε ότι του το
έδωσε ένας λαμπρός νέος, καβαλλάρης, και του είπε να το παραδώση σε εκείνον
εκεί τον Εβραίο. Οι δύο φίλοι έμειναν να κοιτάζουν με θαυμασμό ο ένας τον άλλο.
Τότε, ο Εβραίος θέλησε να γίνη Χριστιανός και βαπτίσθηκε, ο δε Χριστιανός
ζήτησε συγγνώμη από τον φίλο του και στην συνέχεια εξομολογήθηκε, αφού
μετενόησε ειλικρινά. Ο Θεός οικονόμησε έτσι τα πράγματα ούτως ώστε να διορθωθή
ο φταίχτης και να ωφεληθή και ο άλλος με την είσοδό του στην Εκκλησία.
Η
φιλαργυρία είναι ένα από τα μεγαλύτερα πάθη. Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, ο
συγγραφέας της “Κλίμακος”, την αποκαλεί μυριοκέφαλο δαίμονα και λέγει “ότι η
φυλαργυρία είναι προσκύνησις των ειδώλων, θυγατέρα της απιστίας, προφασίστρια
νόσων, μάντις γηρατειών, υποβολεύς ανομβρίας, προμηνυτής λιμών” και ότι
“φιλάργυρος είναι εκείνος που καταφρονεί τις ευαγγελικές εντολές και τις
παραβαίνει ενσυνείδητα”. Η φιλαργυρία φυγαδεύει την αγάπη, γιατί ο φιλάργυρος
είναι αδύνατον να είναι φιλόθεος και φιλάνθρωπος, επειδή αυτά είναι αντίθετα
μεταξύ τους. Σπρώχνει τον άνθρωπο στον σκοτεινό δρόμο του ψεύδους, της κλοπής
και της φρικτής μοναξιάς, αφού με τον παραπάνω τρόπο συμπεριφοράς χάνεται ουσιαστικά
η φιλία και η επικοινωνία. Ο φιλάργυρος προσπαθεί να χορτάση την φιλαργυρία
του, αλλά τελικά παραμένει αχόρταγος, αφού όσο περισσότερα υλικά αγαθά αποκτά,
τόσο αυξάνει η επιθυμία του να αποκτήση και άλλα. Είναι σκληρός και ανελεήμων
“καί ποτέ δεν θα κάνη καθαρά προσευχή”. Στην πραγματικότητα είναι αξιολύπητος,
επειδή “δέν θα λείψουν ποτέ από τον φιλάργυρο η οργή και η λύπη”.
Η
φιλαργυρία, που είναι γέννημα της φιλαυτίας, θεραπεύεται “μέ την ακλόνητη πίστη
και την μνήμη του θανάτου”. Η φιλαυτία, που είναι αρρωστημένη αγάπη για τον
εαυτό μας, γεννάται από την ανασφάλεια και τον φόβο του θανάτου. Όταν ο
άνθρωπος υπερβαίνη τον θάνατο στα όρια της προσωπικής του ζωής, δια της
μετανοίας και της άρσεως του σταυρού του Χριστού, δηλαδή όταν αγωνίζεται να
εφαρμόζη στην ζωή του το θέλημα του Θεού, τότε γίνεται φιλόθεος και
φιλάνθρωπος.
Στην
διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας τονίζεται και το ότι η
φιλαργυρία δεν είναι αποκλειστικό γνώρισμα των πλουσίων, αλλά υπάρχουν και
φτωχοί που είναι φιλάργυροι, όπως υπάρχουν και πλούσιοι που είναι εύσπλαχνοι
και ελεήμονες. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αναφέρει ως παράδειγμα τον πατριάρχη
Αβραάμ, ο οποίος αν και ήταν πλούσιος, εν τούτοις όχι μόνον εσώθη, αλλά έγινε
και τόπος των σωζομένων, επειδή ήταν φιλόθεος και φιλάνθρωπος. Και ο άγιος
Ιωάννης της “Κλίμακος”, ομιλώντας για την φιλαργυρία αναφέρεται στον Ιώβ, που
είχε άφθονα υλικά αγαθά, και λέγει ότι “στόν Ιώβ δεν υπήρχε ίχνος φιλαργυρίας·
γι’ αυτό και όταν τα στερήθηκε όλα, έμεινε ατάραχος”.
Οι
Άγιοι, επειδή είναι φιλόθεοι είναι και φιλάνθρωποι. Είναι οι φίλοι του Θεού,
αλλά και οι καλύτεροι φίλοι και προστάτες, ιδιαίτερα των αδικουμένων, που δεν
ανταποδίδουν την αδικία, αλλά και όλων εκείνων, οι οποίοι προσεύχονται και
επικαλούνται τις πρεσβείες τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου