Μαξιμαλίζοντες και μαρξιμαυλίζοντες
Του Χάρη Φεραίου*
Πολύ πρόσφατη ήταν η, προς την πολιτική ελίτ του τόπου, παράκληση του γράφοντος, «εμάς ας μας ταλαιπωρούν, ας μην ταλαιπωρούν όμως τις έννοιες». Ειδικά από την εισβολή και εντεύθεν, η κακοποίηση αυτή είναι καλπάζουσα πρακτική. Με πρώτο και κυρίαρχο τον «εθνικισμό», και πιο πρόσφατο καρπό αυτής της επιδημίας, (μαρξιστικό εφεύρημα) τον «μαξιμαλισμό»! Και αν ο πρώτος, παρότι εφεύρημα της μαρξιστικής μεθόδου εθνικής απονεύρωσης, (και προικοδότημά της στον μετά την εισβολή κώδικα ηθικής) τρομοκρατημένοι σπεύδουν (καλού-κακού) να τον εξορκίσουν με την ρητορείατους, και όλοι οι άλλοι, κομματικοί και μη, χώροι, τον δεύτερο τον έχει ως αποκλειστικό αφορισμό στο λεξιλόγιό της η καλούμενη αριστερά του τόπου. Γλαφυρή σύζευξη των δύο έκανε πρόσφατα η ρητορεία εξέχοντος (παρά τις εκτός αυτής πολλές περιπλανήσεις του) γόνος της Αριστεράς, ο κύριος Παπαπέτρου: «Άκρατος εθνικισμός, και άκριτος μαξιμαλισμός» οδήγησαν την Κύπρο, αντί για «στόχους εφικτούς», να υιοθετήσει εκείνον της Ένωσης, που αποτελούσε «σύνθημα χωρίς αντίκρισμα». (Σύνθημα φαντάζομαι «ανιστόρητο», και, εκτός των άλλων, «αγεωγράφητο», αφού, η Κύπρος είναι και «μακριά»). Γι’ αυτό και ο τόπος οδηγείται στην καταστροφή. Διανθίζοντας μάλιστα αυτή τη ρητορεία με ολίγον «διακύβευμα». (Και όποιος αναγνώστης ανακαλύψει τι σημαίνει η λέξη αυτή, βραβεύεται!)
Και βέβαια τώρα πια, που η Ένωση εγκαταλείφθηκε πανταχόθεν, και συνεπώς δεν «παίζει» πια ο «εθνικισμός», σαλπίζεται ο «μαξιμαλισμός» ως εξορκισμένη αιτία, που, εκτός των άλλων, θα φέρει τον όλεθρο. Με άλλο φυσικά από τότε περιεχόμενο: Τώρα σημαίνει ότι είναι υπερβάλλον θράσος να απαιτούν οι Έλληνες της Κύπρου, δικαιώματα όπως εκείνα που έχουν όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι. Και όσοι «καμώνονται πως δεν το βλέπουν», οδηγούν τον τόπο στην, ολοκληρωτική μάλιστα, καταστροφή! Επειδή λοιπόν αυτά, τα ανεμόσπαρτα, έχουν ήδη περάσει ως καθολική πεποίθηση της πολιτικής μας διανόησης, νομίζω είναι χρήσιμη η αναδρομή σε κάποια δεδομένα τόσο της ιστορίας όσο και της γεωγραφίας.
Ιστορικά λοιπόν δεδομένα: Τα Επτάνησα ενώθηκαν (1864) με την Ελλάδα 43 χρόνια μετά την απελευθέρωσή της. Αυτό δεν θεωρήθηκε «ανιστόρητο». Παρομοίως, 48 χρόνια αργότερα, (1912), που ενώθηκαν Μακεδονία, Ήπειρος, Κρήτη, Θράκη, ενδιάμεσα (1881) και η Θεσσαλία.
Το ίδιο έγινε και 35 χρόνια μετά (1947), όταν ενώθηκαν τα Δωδεκάνησα με την Ελλάδα, και ούτε εκείνο θεωρήθηκε είτε ανιστόρητη επιθυμία είτε μαξιμαλιστική επιδίωξη των Δωδεκανήσιων. Όταν όμως, 8 μόλις χρόνια μετά τα Δωδεκάνησα, το ίδιο ζήτησε (1955) η Κύπρος, αυτό αποτελούσε, κατά την άφατη εξυπνάδα της πολιτικής μας διανόησης, ανιστόρητο και ιδίως «άκριτο μαξιμαλισμό»! Επιπροσθέτως αποτελούσε και «άκρατο εθνικισμό», διότι στην Κύπρο υπήρχε και ένα ποσοστό Τούρκων (18%). Ενώ, (προς γνώσιν) όταν ενώθηκε με την Ελλάδα η Κρήτη, το ποσοστό των Τούρκων εκεί ήταν 33%…
Εξ άλλου, πάντα κατά τους υψηφερείς διαλογισμούς της πολιτικήςμας διανόησης (άλλως «εθνικής μας εξυπνάδας» κατά τον Γιάννη Αποστολάκη), ήταν και θρασύτατο, (άλλως «σύνθημα χωρίς αντίκρισμα», κατά τη ρητορεία της εκάστοτε γλαφυρής πολιτικής ελίτ) αφού από την Τουρκία η Κύπρος απέχει μόλις 60 χιλιόμετρα. Και ας η προ οκταετίας ενωθείσα Δωδεκάνησος απέχει από την Τουρκία 4 (και αν είναι τόσα) χιλιόμετρα.
Τέλος, όταν στα 56 χρόνια, (1955 και εντεύθεν) για πέντε και μόνο απ’ αυτά (’55-’57, ’64-’67) ζητούσαμε το «ευκταίο» (Ένωση), ενώ όλα τα υπόλοιπα εκζητούσαμε (μάλιστα contra torrente) κρημνοβατώντας το (ομιχλώδες) «εφικτό», εκείνο το πεντάχρονο «ευκταίο» ήταν ο «άκρατος εθνικισμός», που έφερε τον όλεθρο…
Ενώ, αντί 20 βουλευτών, στη Βουλή των Ελλήνων, και κανα δυο υπουργείων, εμείς επιζητούσαμε 56 βουλευτές, 11 υπουργούς, ακτινοβολούντες («παγκοσμίως» μάλιστα) προέδρους, και «γαία πυρί μειχθήτω», που έλεγε τον Αύγουστο του ’64 ο Γλαύκος Κληρίδης, αυτό για την πολιτική μας διανόηση, δεν αποτελεί (πενηντάχρονο ήδη) άκριτο μαξιμαλισμό… Φυσικά! Διότι αποτελεί απλώς ταλαιπωρία εννοιών, αν όχι μαυλισμό τους!
Κι αν συλλογιστεί κανείς, ότι για τα σχέδια Νιχάτ Ερίμ (1956) «ανάκτησης της Κύπρου», μας προειδοποιούσε ο Νεοκλής Σαρρής από το ’85, και πριν το ’85, (προτού το σαλπίσει ο Νταβούτογλου), ο Κορούτουρκ ουσιαστικά εξάγγειλε το δόγμα, πως «τον Τουρκοκύπριο, κι αν δεν υπήρχε, όφειλαν να τον ανακαλύψουν», τότε όλα εκείνα δεν είναι πια ούτε ταλαιπωρία εννοιών. Είναι ο Όλεθρος…
*Ο Χάρης Φεραίος είναι Διδάκτωρ του ΕΜΠ.
«Φιλελεύθερος»25 Ιουνίου 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου