ΤΟ ΧΑΛΚΕΥΜΕΝΟ 1821, ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ι. ΒΙΛΛΙΩΤΗ
Τὴν Τρίτη 25-1-2011 προβλήθηκε ἀπὸ τὸν τηλεοπτικὸ σταθμὸ Σκάι τὸ πρῶτο ἐπεισόδιο τῆς πολυδιαφημισμένης καὶ πολυδάπανης σειρᾶς «1821». Ὁ παρουσιαστὴς στὴν εἰσαγωγική του τοποθέτηση προϊδέασε τοὺς θεατὲς ὅτι θὰ ζήσουν τὴν ἱστορία ὅπως δὲν τὴν ἔχουν ξαναδῆ καὶ ὅτι θὰ καταρρίψη τοὺς μύθους ποὺ μέχρι τώρα πίστευαν οἱ Ἕλληνες γιὰ τὸ 1821. Ἐν συνεχείᾳ ἔγινε ἀναφορὰ στὴν Τουρκοκρατούμενη Ἑλλάδα καὶ ὑποστηρίχθηκε ὅτι τοὺς δύο πρώτους αἰῶνες Ἕλληνες καὶ Τοῦρκοι ζοῦσαν ἁρμονικά, οἱ Ἕλληνες ἀπολάμβαναν τὰ προνόμια ποὺ ἡ Πύλη τοὺς εἶχε παραχωρήσει· θρησκευτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐλευθερία. Ἀπόρροια τῆς προνομιακῆς μεταχείρισης ἦταν ἡ πληθυσμιακὴ καὶ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη, ἡ ἀκώλυτη ἄσκηση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων καὶ ἡ πολιτισμικὴ ὤσμωση. Ὡς τεκμήρια ἐπιστρατεύτηκαν ἡ πληθυσμιακὴ καὶ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῆς πολίχνης Παναγιὰ τῆς Βοιωτίας περὶ τὸ 1500 καὶ ἡ ἀνασκαφὴ ἑνὸς νεκροταφείου στὴν Κόρινθο, ὅπου Χριστιανοὶ καὶ Μουσουλμάνοι ἦταν ἀπὸ κοινοῦ θαμμένοι. Τέλος μάθαμε ὅτι οἱ Κλέφτες ἦταν φυγόδικοι ἐγκληματίες καὶ ὅτι οἰκονομικοὶ λόγοι ὁδήγησαν τοὺς Ἕλληνες στὸν μεγάλο ξεσηκωμὸ τοῦ 1821.
Εἶναι κατανοητὸ βέβαια ὅτι μιὰ τηλεοπτικὴ σειρὰ ἀποσκοπεῖ στὴ θήρευση θεατῶν προκειμένου νὰ αὐξήση μέσῳ τῶν διαφημίσεων τὰ ἔσοδα τοῦ σταθμοῦ, ἐξ οὗ καὶ ἡ προαναγγελία τοῦ παρουσιαστῆ ὅτι θὰ μάθουμε ἐκ νέου τὴν Ἱστορία τῆς Ἐπαναστάσεως, γιὰ τὴν ὁποία μέχρι σήμερα εἴχαμε στρεβλὴ εἰκόνα. Δὲν δικαιολογεῖται ὡστόσο τόσος στόμφος. Ἐγκρατεῖς ἱστορικοί, Ἕλληνες καὶ ξένοι, ἔχουν γράψει ἀξιόλογα πονήματα γιὰ τὴν ὑπὸ συζήτηση περίοδο. Ἑπομένως θεωροῦμε τουλάχιστον ἀφενὸς ἀγενές, ὅτι ἱστορικοὶ μεγάλου ἐκτοπίσματος, ὅπως ὁ Βακαλόπουλος, ὁ Σφυρόερας, ὁ Ράνσιμαν, ὁ Ζακυθηνός, ὁ Κόκκινος, μᾶς τροφοδοτοῦσαν τόσα χρόνια μὲ μύθους καὶ ἀλαζονικὸ ἀφετέρου, ὅτι οἱ ἐπιστημονικοὶ σύμβουλοι τῆς σειρᾶς ἀνακάλυψαν τὸν τροχὸ ἐν ἔτει 2011.
Στοὺς δύο πρώτους αἰῶνες, σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς πηγές, ὅλα τὰ σκίαζε ἡ φοβέρα καὶ τὰ πλάκωνε ἡ σκλαβιά. Ἡ συμπεριφορὰ τῶν Ὀθωμανῶν ἔναντι τῶν ὑπόδουλων λαῶν ἦταν ἐντελῶς ἀπαξιωτική[1]. Σὲ ὁρισμένα μέρη δὲν ἦταν ἀνεκτὴ οὔτε ἡ ἐλεύθερη ἔκφραση τοῦ λόγου στὴν ἑλληνική. Σὲ περιοχὲς τοῦ Πόντου οἱ Τοῦρκοι εἶχαν μαζέψει σαράντα τσουβάλια μὲ γλῶσσες Ἑλλήνων ποὺ ἐπέμεναν νὰ ὁμιλοῦν ἑλληνικά[2]. Σύμφωνα μὲ συνθήκη (dimma) ποὺ συνήφθη ἀρχικὰ μεταξὺ τοῦ ἰμάμη καὶ τῶν πνευματικῶν ἡγετῶν τῶν ἡττημένων οἱ «ἄπιστοι» ἀπαγορευόταν νὰ συναθροίζονται γιὰ νὰ συνομιλοῦν, νὰ ὑψώνουν τὴ φωνή τους μπροστὰ στοὺς μωαμεθανούς. Ὄφειλαν νὰ συνωθοῦνται στὸ στενότερο σημεῖο τοῦ δρόμου γιὰ νὰ ἀφήσουν πέρασμα στοὺς «πιστούς». Οἱ χριστιανοὶ ὄφειλαν νὰ φοροῦν σαρίκι μπλὲ χρώματος καὶ νὰ ξυρίζουν τὸ μπροστινὸ μέρος τοῦ κεφαλιοῦ τους καὶ νὰ μὴν ἱππεύουν ἄλογα[3]. Παραπέμπω ἐνδεικτικὰ στὶς ἄμεσες ἱστορικὲς πηγὲς ποὺ παρατίθενται στὸ γνωστὸ δίτομο ἔργο τοῦ Στῆβεν Ράνσιμαν καὶ ἀποκαλύπτουν τὶς δεινὲς συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες ζοῦσαν οἱ Ρωμηοί[4].
Ὅσο γιὰ τὸν μύθο τῆς ἀνεξιθρησκίας ἐπικαλούμαστε τὴ θέση ἑρμηνευτῆ τοῦ τουρκικοῦ νόμου «Δὲν μπορεῖ νὰ λεχθῆ ὅτι ἡ λατρεία τους ἐπιτρέπεται, διότι πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτραπῆ ἡ ἀσέβεια; Ἁπλῶς δὲν ἐμποδίζεται»[5]. Ἡ λατρεία τῶν χριστιανῶν δὲν ἔπρεπε νὰ σκανδαλίζη τοὺς πιστοὺς τῆς κυρίαρχης θρησκείας, ἀπαγορεύονταν οἱ καμπάνες, οἱ λιτανεῖες, δὲν ἔπρεπε νὰ ἐπεκτείνουν τὶς ἐκκλησίες τους ἢ νὰ χτίζουν καινούριες[6]. Διέφυγαν ἀπὸ τὴν προσοχὴ τῶν συντελεστῶν τῆς ἐκπομπῆς οἱ μαζικοὶ ἐξισλαμισμοί[7]. Σὲ πολλὲς περιοχὲς οἱ πιέσεις ἦταν τόσο ἀφόρητες, ποὺ ἔκαναν τὴν ἀλλαξοπιστία λύτρωση[8]. Ἂν δὲν ὑπῆρχαν οἱ Νεομάρτυρες, ὁλόκληρες περιοχὲς θὰ εἶχαν προσχωρήση στὸν ἰσλαμισμό. Ὡς ἀντίδραση στὴν καταπίεση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας πολλοὶ Ρωμηοὶ γίνονταν Κρυπτοχριστιανοί, δηλαδὴ ἀσπάζονταν ἐξωτερικὰ τὸν Ἰσλαμισμό, μένοντας ἐσωτερικὰ πιστοὶ στὴν Ὀρθοδοξία. Ἀναφύεται εὔλογα τὸ ἐρώτημα: ἀφοῦ ὑπῆρχε ἀνεξιθρησκία, γιατὶ πολλοὶ Ρωμηοὶ γίνονταν κρυπτοχριστιανοί;
Ὁ παρουσιαστὴς ἰσχυρίστηκε ὅτι κατὰ τὸ πρῶτο ἥμισυ τῆς Τουρκοκρατίας οἱ Ἕλληνες ζοῦσαν τὴν ἐποχὴ τῶν παχιῶν ἀγελάδων. Ὡστόσο γνωρίζουμε ὅτι οἱ «ἄπιστοι» πλήρωναν τὸν κεφαλικὸ φόρο (cizye) γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὴ ζωή τους καὶ τὸν ἔγγειο φόρο, τὸ γνωστὸ χαράτσι (harac). Οἱ δύο αὐτοὶ φόροι ἀφαίμασσαν τὴν περιουσία τῶν Ρωμηῶν. Οἱ «πιστοὶ» ἔπρεπε νὰ ζοῦν εἰς βάρος τῶν «ἀπίστων», ποὺ χαρακτηρίζονταν ὡς ὕλη ἀπὸ τὴν ὁποία ἐκτρέφονται οἱ μουσουλμάνοι[9].
Ὁ μέσος μορφωμένος Ἕλληνας δὲν γνωρίζει ὅτι οἱ ὑποδουλοι Ἕλληνες ἐπαναστάτησαν πολλὲς φορὲς ἐναντίον τῶν κατακτητῶν. Ἀπὸ τὰ πρῶτα κιόλας χρόνια τῆς σκλαβιᾶς οἱ Ἕλληνες προσπάθησαν νὰ ἀποτινάξουν τὸν τουρκικὸ ζυγό. Τὸ 1463, δέκα χρόνια μετὰ τὴν Ἅλωση, συμμετεῖχαν στὸν Βενετοτουρκικὸ Πόλεμο. Οἱ 650 σελίδες τοῦ πολυδιαβασμένου βιβλίου τοῦ Κωνσταντίνου Σάθα «Τουρκοκρατουμένη Ἑλλὰς»[10] διαλαμβάνει τὶς ἀπόπειρες πρὸς ἀπελευθέρωση τῶν Ἑλλήνων. Οἱ ἐξεγέρσεις αὐτὲς προκαλοῦσαν τὴν ἐκδικητικὴ μανία τῶν Τούρκων ποὺ ξεσποῦσαν στὸν ἄμαχο πληθυσμό.
Στὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 συμμετεῖχαν πλούσιοι καὶ φτωχοί. Χωρὶς τὴν ὑλικὴ συνδρομὴ τῶν πλουσίων Ἑλλήνων ἡ πραγματοποίηση τῆς Ἐπανάστασης θὰ ἦταν ἀνέφικτη. Ἡ δὲ Ἐπανάσταση ἔγινε γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστιν τὴν ἁγίαν καὶ τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερίαν καὶ ὄχι γιὰ οἰκονομικοὺς λόγους[11].
Ἀπὸ τὴν ἀποδομιστικὴ μανία τῆς ἐκπομπῆς δὲν ξέφυγαν οὔτε οἱ Κλέφτες ποὺ χαρακτηρίστηκαν ὡς κοινοὶ ἐγκληματίες. Ἂς διαβάση τί λέει ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ (ἀγράμματος στρατιώτης!) γιὰ τοὺς Κλέφτες· τοὺς ὀνομάζει «φρουρὰ τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου». Ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος ἦταν Κλέφτης[12]. Οἱ Κλέφτες ἦταν ἀντάρτες τῶν βουνῶν ποὺ δὲν ἀνέχονταν τὴν καταπίεση τῶν Τούρκων καὶ κατέφευγαν στὰ βουνά. Σέβονταν τοὺς κληρικοὺς καὶ προστάτευαν τοὺς φτωχοὺς ἀγρότες, γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν ἰδιαίτερα ἀγαπητοὶ στὸν λαό. «Οἱ κατὰ τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ διαμαρτυρόμενοι καὶ τὴν ἀποτίναξιν αὐτοῦ ἐπιδιώκοντες κλέφτες ἐχαρακτηρίζοντο ὡς τοιοῦτοι ὑπὸ τῶν Τούρκων, διότι ἀντετάσσοντο κατὰ τῶν νομίμων τότε ἐξουσιῶν. Παρὰ τοῖς Ἕλλησι τὸ «κλέφτες» ἦτο καύχημα, ἡ εὐχὴ δὲ τῶν πατέρων ἦτο «νὰ γίνη τὸ παιδί τους κλέφτης». Ὅπως δὲ οἱ Τοῦρκοι διήρπαζον τὰς πόλεις τῶν Ἑλλήνων, ἐδήμευον τὰ πλούτη των καὶ ἀφήρουν, ὅ,τι εἶχον ἱερώτερον καὶ πολυτιμότερον, οὕτω καὶ οἱ Κλέφτες ἐκδικούμενοι διήρπαζον τὰ ὑπάρχοντα τῶν Τούρκων.
Οἱ Κλέφτες, ὡς λέγει ὁ Παπαρρηγόπουλος, ἐμάχοντο κατὰ τῶν Τούρκων ἐλαυνόμενοι ὑπὸ σφοδροτάτου αὐτοματισμοῦ καὶ ἀτομικῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως. Πάντες ὅμως εἶχον βαθυτάτην τὴν συνείδησιν τοῦ ἐθνισμοῦ»[13].
Κατακλείοντες παραθέτουμε τὸ ἄσμα ἑνὸς κλέφτη ποὺ περιγράφει τὴν ἀκαταπόνητη ζωὴ τῶν κλεφτῶν:
Σαράντα χρόνια ἔκαμα στοὺς κλέφτες καπετάνιος
Ζεστὸ ψωμὶ δὲν ἔφαγα, γλυκὸ κρασὶ δὲν ἤπια
Τὸν ὕπνο δὲν ἐχόρτασα, τοῦ ὕπνου τὴν γλυκάδα
Σὲ στρῶμα δὲν ἐπλάγιασα μηδὲ σὲ προσκεφάλι
Τὸ χέρι μου προσκέφαλο καὶ τὸ σπαθί μου στρῶμα
Καὶ γιὰ καλὴ στὴν ἀγκαλιὰ τὸ ἔρμο καργιοφύλι.
[1] Ἀπ. Βακαλόπουλου, Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, Β1.Τουρκοκρατία 1453-1669, Θεσσαλονίκη 1964, σ.40 κ.ἑξ.
[2] Χρ. Σαμουηλίδη, Καραμανίτες, Ἀθήνα 1980, βλ. καὶ τὸ ἄρθρο τοῦ π. Ἀναστασίου Παρούτογλου «Καραμανλίδικη Γραφή» στὸ ΕΡΩ 4 σ.84-86, ὅπου ἡ ἀνωτέρω παραπομπή.
[3] Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, ἐκδ. Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, τόμ. 10, σ.40
[4] Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν αἰχμαλωσίᾳ, τόμ. Α΄, ἐκδ. Μπεργαδῆ, Ἀθήνα 2000, σ.11-60
[5] Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, ὅ.π. σ.40
[6] Μιχ. Κοκολάκη, Μιὰ Αὐτοκρατορία σὲ κρίση, στὸ συλλογικὸ ἔργο Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, ἐκδ. Ἑλληνικὰ Γράμματα, τόμ.1, Ἀθήνα 2003, σ.47-8
[7] Βασιλ. Σφυρόερα, Οἱ Ἕλληνες ἐπὶ Τουρκοκρατίας, Ἀθῆναι 1975, σ.29 κ.ἑξ
[8] Π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Τουρκοκρατία, ἐκδ. Ἀκρίτας, Ἀθήνα 19933, σ.77
[9] Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, ὅ.π. σ.41
[10] Ἀθήνησι, 1869.
[11] Διον. Κόκκινου, Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις, ἐκδ. Μέλισσα, Ἀθήνα 1956, σ.175
[12] Θ. Κολοκοτρώνης, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς ἀπὸ τὰ 1770 ἕως τὰ 1836, Ἀθήνα 1981, σ.9.
[13] Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Στρατηγοῦ Π. Κοντογιάννη, Κοντογιανναῖοι. Κλέφτες - Ἀρματωλοὶ - Ἀγωνισταί, Ἐν Ἀθήναις, Τυπογραφεῖον A.Σ. Ραφτάνη, 1924 (Σπουδαστήριο Νέου Ἑλληνισμοῦ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου