«Εις δε εξ αυτών, ιδών ότι ιάθη, επέστρεψε μετά φωνής μεγάλης
δοξάζων τον Θεόν» (Λουκ. ιζ΄ 15).
Η ασθένεια και ο πόνος παρουσιάζονται με διπλή όψη, αρνητική αλλά και θετική. Η ασθένεια, πέρα από την καταπόνηση του σώματος, οδηγεί τον άνθρωπο είτε στην αυτοαπομόνωση, είτε και στην κοινωνική απομόνωση, σαν μέτρο αυτοπροστασίας, ή προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Αυτή η απομόνωση είναι ιδιαίτερα οδυνηρή για τον άνθρωπο, όταν επιβάλλεται από το κοινωνικό σύνολο. Γιατί καταπονεί τον άνθρωπο τόσο σωματικά, όσο και ψυχικά, αφού μέσα από τον κοινωνικό αποκλεισμό του υπενθυμίζει τη σοβαρότητα της ασθένειάς του και ότι πλησιάζει η ώρα του θανάτου του. Έτσι ο πόνος του είναι διπλά οδυνηρός.
Όμως, πέρα από την πιο πάνω αρνητική όψη, η ασθένεια και ο πόνος έχουν και θετική όψη, όσο κι αν τούτο ακούγεται παράξενα. Η ασθένεια και ο πόνος αποκαλύπτουν στον άνθρωπο ότι οι δυνάμεις και οι δυνατότητές του είναι περιορισμένες, γεγονός που τον οδηγούν μέσα από την αυτογνωσία στην ταπείνωση. Παράλληλα, η ασθένεια και ο πόνος δεν είναι μόνο «προνόμιο» δικό του, αλλά τα συναντά σε όλους τους ανθρώπους. Αν, λοιπόν, η ασθένεια και ο πόνος είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους, χωρίς διάκριση φυλετική, κοινωνική ή θρησκευτική, τότε ο άνθρωπος θα αποδεχθεί να συνυπάρξει με την ασθένειά του, αλλά ιδιαίτερα θα αποδεχθεί να συνυπάρξει με τους συνανθρώπους του. Τέλος, η ασθένεια και ο πόνος ενεργούν θετικά με την ενδυνάμωση της πίστεως στο Θεό, αλλά παράλληλα του διαβιβάζουν το μήνυμα ότι, αφού είναι δυνατή η συνύπαρξη των ανθρώπων την ώρα της ασθένειας, έστω κι αν έχουν διαφορετικό πολιτισμό, διαφορετική γλώσσα ή θρησκεία, τότε γιατί να μην μπορεί να συνυπάρξουν και όταν είναι υγιείς;
Όλα, λοιπόν, είναι κατορθωτά. Αν στην ομάδα των δέκα λεπρών του σημερινού Ευαγγελίου μπορούν να συμβιώσουν άνθρωποι με διαφορετική θρησκεία και εθνική καταγωγή, όπως οι Ιουδαίοι και ο Σαμαρείτης, οι οποίοι, κατά τη Σαμαρείτιδα, ήταν δεδηλωμένοι εχθροί, τότε, γιατί να μην είναι δυνατή η συμβίωση των ανθρώπων και στη δική μας εποχή; Έχουμε μελετήσει τα αίτια αυτής της ανθρώπινης αδυναμίας; Αν όχι, ας τα μελετήσουμε έστω και τώρα. Ποτέ δεν είναι αργά. Το σημερινό Ευαγγέλιο είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό.
Όπως ακούσαμε, ο κοινός πόνος, η κοινή δυστυχία νέκρωσε τον ανθρώπινο εγωισμό, καλλιέργησε την υπομονή και ανέπτυξε τη μεταξύ τους αλληλεγγύη. Ο κοινός πόνος τούς έφερε όχι μόνο πιο κοντά μεταξύ τους, αλλά ιδιαίτερα τους έφερε πιο κοντά στο Θεό. Μάλιστα, το πιο σημαντικό, η ασθένεια τους οδήγησε σε τέτοια ενότητα, που την ώρα της προσευχής, την ώρα της δυνατότητας της θεραπείας, απευθύνθηκαν με μία φωνή: «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς». Όχι, ελεήσέ με, αλλά ελέησέ μας.
Ο κοινός πόνος τους οδήγησε στην κοινή πίστη, ότι ο Ιησούς μπορούσε να τους θεραπεύσει. Για τούτο, από απόσταση, σεβόμενοι τους ανθρώπινους νόμους, ζήτησαν το έλεος, την ευσπλαχνία του: «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς», Κύριε Ιησού, ελέησέ μας. Η δύναμη της φωνής τους, που ήταν ισοδύναμη με την πίστη τους, έφερε το ποθητό αποτέλεσμα, τη θεραπεία. Με τον τρόπο αυτό επιβεβαιώθηκαν οι λόγοι του Ιησού: «Και πάντα όσα αν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε» (Ματθ. κα΄ 22). «Κι όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα τα λάβετε».
Η απάντηση του Ιησού εφανέρωνε ότι εισακούσθηκε η κραυγή της προσευχής τους. Με την υπακοή στην προτροπή του θα επιβεβαίωναν την πίστη τους. Πίστεψαν στο θαύμα και ξεκίνησαν για να συναντήσουν τους ιερείς που θα επιβεβαίωναν τη θεραπεία τους. Καθώς πήγαιναν, καθαρίστηκαν από τη λέπρα. Όμως, παρά το ότι θεραπεύθηκαν όλοι, μόνο ένας αισθάνθηκε την ανάγκη να επιστρέψει για να ευχαριστήσει τον ευεργέτη του, κι αυτός ο ένας ήταν αλλοεθνής. Αυτός ο αλλοεθνής, ο Σαμαρείτης, με δυνατή φωνή δοξάζει το Θεό και πέφτοντας στα πόδια του Ιησού τον ευχαριστεί. Όπως με δυνατή φωνή παρακάλεσε, έτσι και τώρα με δυνατή φωνή ευχαριστεί το Θεό.
Η απάντηση του Ιησού προβληματίζει, η δε προτροπή προσφέρει διδάγματα αξιοπρέπειας, αφού δεν άφησε γονατιστό το Σαμαρείτη για να μη μειώσει την αξιοπρέπειά του. Όμως, ρώτησε ο Ιησούς και για τους άλλους εννιά, στηλιτεύοντας την πράξη της αχαριστίας. «Δε θεραπεύθηκαν και οι δέκα; Οι άλλοι εννιά πού είναι; Κανένας τους δε βρέθηκε να γυρίσει να δοξάσει το Θεό παρά μόνον αυτός ο αλλοεθνής;»
Οι διαδοχικές ερωτήσεις του Ιησού φανερώνουν την έκταση του προβλήματος. Εννιά στους δέκα αποδεικνύονται αχάριστοι και μάλιστα από τους εκλεκτούς του, τον περιούσιο λαό του, τους Ιουδαίους. Αντίθετα, ο ένας, ο Σαμαρείτης, ο οποίος εθεωρείτο υποδεέστερος από τους Ιουδαίους, αποδεικνύεται στο τέλος ανώτερός τους.
Η εικόνα αυτή δυστυχώς, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Τη συναντούμε στην καθημερινότητά μας. Την παρατηρούμε στον ίδιο μας τον εαυτό. Θερμή η προσευχή μας στο Θεό όταν θέλουμε κάτι, ή όταν χρειαζόμαστε βοήθεια. Όταν εκπληρωθεί η επιθυμία μας, ή περάσει ο κίνδυνος, τότε ξεχνούμε να ευχαριστήσουμε το Θεό, ή, κι αν τον ευχαριστούμε, δεν το κάνουμε με την ίδια θέρμη που τον παρακαλούσαμε. Λέμε τυπικά ένα «δόξα σοι ο Θεός», ή «σ’ ευχαριστώ Θεέ μου» και στη συνέχεια ξεχνούμε τον ευεργέτη μας. Αλήθεια, πόσες φορές ευεργετηθήκαμε από το Θεό, ή τους ανθρώπους και ξεχάσαμε να πούμε ένα ευχαριστώ; Άπειρες φορές και τούτο γιατί μάθαμε, είτε στην προσευχή μας, είτε στην καθημερινότητά μας να συμπεριφερόμαστε σα «ζητιάνοι». Χάσαμε την ψυχική μας ευγένεια. Μια ευγένεια που να εκδηλώνεται μέσα από τα καλά μας έργα και που θα συντελούν στη δόξα του Θεού.
Αδελφοί μου, ο Σαμαρείτης μέσα από την πράξη του μας αποκάλυψε σήμερα ότι ο αληθινός χαρακτήρας του ανθρώπου φαίνεται καθαρά, όχι τόσο στην ώρα της δοκιμασίας, όσο την ώρα της ευτυχίας και της αναγνώρισης της ευγνωμοσύνης είτε στο Θεό, είτε στους συνανθρώπους μας. Γιατί, για να πούμε το «ευχαριστώ» χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ψυχική δύναμη απ’ ότι χρειαζόμαστε για να πούμε «σε παρακαλώ». Και τούτο γιατί το «ευχαριστώ» το λέμ
ε από ευγνωμοσύνη, ενώ το «σε παρακαλώ» το λέμε από ανάγκη. Αν το «σε παρακαλώ» είναι έκφραση πόνου, το «ευχαριστώ» είναι κατάθεση ψυχής. Αυτή η κατάθεση ψυχή ας επιβεβαιώνεται καθημερινά στις σχέσεις μας τόσο με το Θεό, όσο και με τους συνανθρώπους μας. Με τον τρόπο αυτό θ’ αποφύγουμε όχι μόνο τα επικριτικά λόγια του Ιησού, αλλά και θ’ ακούσουμε τα σωτήρια λόγια: «Αναστάς πορεύου· η πίστις σου σέσωκέ σε». Αμήν.
Μητρόπολη Πάφου - Θεόδωρος Αντωνιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου