του Πρωτ. π. Θωμά Βαμβίνη
Στις μέρες μας ξαναζούν οι απόψεις του Ιουλιανού του παραβάτη. Έχει εμφανισθεί στη χώρα μας μια νεοειδωλολατρική κίνηση, συνδεδεμένη με ρατσιστικές απόψεις, η οποία συνδέει τον Ελληνισμό με την ειδωλολατρία και θεωρεί τον Χριστιανισμό ξένο και εχθρό του Ελληνισμού. Ο Χριστιανισμός γι’ αυτούς είναι μια Εβραϊκή αίρεση, που δεν αρμόζει στους Έλληνες, τους κληρονόμους του μεγάλου αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Προσπαθούν μάλιστα να αποδώσουν στον Χριστιανισμό στοιχεία τελείως αντίθετα με την διδασκαλία και την ζωή που προτείνει, και που βίωσαν και βιώνουν όλα τα πραγματικά μέλη του. Παρουσιάζεται ως ο αιμοσταγής διώκτης των ειδωλολατρών και των αιρετικών, αποδίδοντας σ’ αυτόν αντιχριστιανικές πολιτικές αποφάσεις αυτοκρατόρων, στις οποίες αντιδρούσαν οι Ποιμένες της Εκκλησίας.
Ως επιχείρημα για την μεγάλη απόσταση μεταξύ Χριστιανισμού και Ελληνισμού χρησιμοποιούν την ταύτιση από την Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες του Ελληνισμού με την ειδωλολατρία. Ως παράδειγμα φέρνουν την κατηγορία “επί ελληνισμώ”, η οποία αποδιδόταν από την Εκκλησία σ’ αυτούς που λάτρευαν το Δωδεκάθεο, με τις διάφορες προσαυξήσεις του και σ’ αυτούς που αναμίγνυαν στοιχεία της φιλοσοφίας και μεταφυσικής με την πίστη της Εκκλησίας. Η καταδίκη της φιλοσοφίας από την Εκκλησία προβάλλεται από τους νεοειδωλολάτρες ως σκοταδισμός και οπισθοδρόμηση και οι Χριστιανοί ως άνθρωποι που είναι εναντίον της προόδου, σκοτεινοί και φανατικοί.
Οι νεοειδωλολάτρες, βέβαια, για να υπάρξη κάποιος σοβαρός διάλογος μαζί τους και όχι μόνο τηλεοπτικά σόου για κατανάλωση, πρέπει να κάνουν σαφείς τις βασικές αρχές της πίστης τους. Στηρίζονται στην θεογονία του Ησιόδου, στην θεολογία του Πλάτωνα, στην μεταφυσική του Αριστοτέλη, σε ένα συνονθύλευμά τους, σε κάτι άλλο; Θα πρέπη επίσης να διαβάσουν την ιστορία της Εκκλησίας αμερόληπτα και χωρίς το πάθος που γεννήθηκε μέσα τους πιθανώς από κάποιες τραυματικές εμπειρίες, που είχαν μέσα στην Εκκλησία των πατέρων τους, τις οποίες δεν κατάφεραν ωριμάζοντας να ξεπεράσουν.
Απέναντι σε αυτές τις απόψεις, σε αυτόν τον νέο κίνδυνο που μπορεί μελλοντικά να αποδειχθή μεγάλος, αν λάβουμε υπόψη τις ρατσιστικές κινήσεις που ανθούν στην δυτική Ευρώπη, θα σημειώσω επιγραμματικά ορισμένες βασικές θέσεις.
1. Ο Χριστιανισμός δεν απέρριψε την έρευνα και την επιστήμη των αρχαίων Ελλήνων, αλλά τα είδωλα, την μεταφυσική, δηλαδή την διδασκαλία των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων για την προΰπαρξη των ψυχών, τις ιδέες, την μετενσάρκωση, την δημιουργία από προϋπάρχουσα ύλη και όχι “εξ ουκ όντων” κ.τ.λ., και δίδαξε ότι η δημιουργία δεν προέρχεται από μια πτώση από τον κόσμο των ιδεών και η ύλη δεν είναι τίποτε το κακό, ούτε το σώμα είναι φυλακή της ψυχής, αλλά όλη η δημιουργία προέρχεται από θετική ενέργεια του θεού. Από “τά χέρια του” βγήκε “καλή λίαν”, είναι αποτέλεσμα της πανσοφίας και της αγάπης του. Ο Χριστιανισμός δεν ήταν εναντίον της μελέτης των αρχαίων φιλοσόφων “διά παίδευσιν”. Ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος στηλίτευσε την απόφαση του Ιουλιανού του παραβάτη, που απαγόρευσε στους Χριστιανούς να φοιτούν στις σχολές της εποχής εκείνης και να μορφώνονται.
2. Ο Ελληνισμός με την δράση των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, κυρίως του 4ου αιώνος, εκχριστιανίσθηκε και απαλλάχθηκε από “τήν περί των νοερών και θείων αρχών σαφώς πεπλανημένην δόξαν και την εν τοις κτίσμασιν μυθολογίαν”. Τα αντίστοιχα ερωτήματα απαντήθηκαν με βάση την διδασκαλία του Χριστού και των Αποστόλων.Με αυτό το μεγάλο έργο των αγίων Πατέρων ο Χριστιανισμός έγινε παράδοση και των απογόνων των αρχαίων Ελλήνων. Χωρίς να ταυτίζεται με το έθνος μας, εμπλούτισε την παράδοσή μας με την αλήθεια του Χριστού. Η πίστη πλέον των Πατέρων μας δεν είναι το Δωδεκάθεο ή η κλασσική μεταφυσική, αλλά η πίστη της ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
“Εκκλησιαστική Παρέμβαση” Αύγουστος 1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου