του Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου-Καθηγητού
Κάθε φορά, κατά τις μεγάλες εορτές της Εκκλησίας μας, οι άσπονδοι και ορκισμένοι εχθροί της σκαρώνουν και από ένα «πυροτέχνημα», προκειμένου να προκαλέσουν πλήγμα κατά του αιώνιου και αναμφισβήτητου κύρους Της. Θλιβεροί και συνάμα φθονεροί ρυπαρογράφοι, οι όποιοι αυτοαποκαλούνται «επιστήμονες» και «ερευνητές», παίρνουν ως θέμα κάποια δυσνόητα χωρία από την Αγία Γραφή, κατασκευάζουν βάσει αυτών αυθαίρετα σενάρια, τους δίνουν επιστημονικοφανή μορφή και κατόπιν τα στρέφουν κατά της αξιοπιστίας της Εκκλησίας.
Αύτη τη φορά, κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, «ανάλαβαν δράση» κάποιοι «αρχαιολάτρες», οι όποιοι ερμηνεύοντας αυθαίρετα και κατά τρόπο ανοίκειο ένα χωρίο από το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, προκειμένου να υβρίσουν τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και να κατηγορήσουν την Εκκλησία ότι κακώς αντιτίθεται στην ομοφυλοφιλία!
Πριν δώσουμε τη σωστή ερμηνεία του «επίμαχου» χωρίου, θα θέλαμε να επισημάνουμε το γεγονός πώς οι όποιες αυθαίρετες φαντασιώσεις του οποιουδήποτε, αντικατοπτρίζουν το δικό του ψυχικό και διανοητικό κόσμο. Όπως, για παράδειγμα, όποιος έχει ασθενική όραση βλέπει παραμορφωμένα τα γύρω του αντικείμενα, έτσι και όποιος είναι ψυχικά και διανοητικά διεφθαρμένος, έχει αναμφίβολα διεφθαρμένη αντίληψη για τον γύρω του κόσμο. Στην προκείμενη περίπτωση η «λασπολογία» κατά του Θείου Προσώπου του Λυτρωτή μας Χριστού χαρακτηρίζει τον εμπαθή ψυχισμό των «λασπολόγων» και φανερώνει τα ταπεινά κίνητρα τους.
Το χωρίο, πού «σκανδάλισε» τους «αρχαιολάτρες» ανήκει στο περιστατικό της συλλήψεως του Κυρίου στο όρος των Ελαιών και το όποιο έχει ως έξης: «Και αφέντες αυτόν έφυγαν πάντες. Και εις τις νεανίσκος ηκολούθησεν ούτω, περιβεβλημένος σινδόνα επί γυμνού- και κρατούσιν αυτόν οι νεανίσκοι, ο δε καταλιπών την σινδόνα γυμνός έφυγεν απ' αυτών» (Μάρκ. 14, 51-52).
Το χωρίο αυτό φαίνεται εκ πρώτης όψεως αστήρικτο, εξιστορώντας μια ασήμαντη λεπτομέρεια σε σχέση με τα δραματικά γεγονότα πού έλαβαν χώρα εκείνη τη βραδιά. Για κάποιον ημιμαθή ερμηνευτή -και το χειρότερο για κάποιον κακόβουλο ερευνητή-, το συγκεκριμένο βιβλικό εδάφιο μπορεί να αποτελέσει σκάνδαλο. Όμως για όλους όσους γνωρίζουμε από επιστημονική και μεθοδική ερμηνευτική των ιερών κειμένων, το συγκεκριμένο εδάφιο, όχι μόνο δεν αφήνει περιθώρια σκανδαλισμού, αλλά το αντίθετο, αποδεικνύει με τον πιο σαφή τρόπο την αξιοπιστία και τη φυσικότητα της ευαγγελικής διήγησης. Αποδεικνύει με σαφήνεια τις δραματικές σκηνές της σύλληψης του Κυρίου και όλα τα επακόλουθα με λεπτομέρειες.
Όλες οι διηγήσεις των ιερών ευαγγελιστών για τα τελευταία γεγονότα της ζωής του Κυρίου ενέχουν το στοιχείο της τραγικότητας και ως εκ τούτου έχουν το χαρακτήρα της ακρίβειας και της σοβαρότητας. Αυτό συμβαίνει και με τη διήγηση περί της συλλήψεως του Χριστού. Ο Κύριος με τους έντεκα μαθητές Του, αμέσως μετά το Μυστικό Δείπνο, «έρχονται εις χωρίον ου το όνομα Γεθσημανή, και λέγει τοις μαθηταίς αυτού, καθίσατε ώδε έως προσεύξωμαι» (Μάρκ. 14, 32). Ο Χριστός (και) ως αληθινός και τέλειος άνθρωπος, είχε την ανάγκη της προσευχής στον Ουράνιο Πατέρα Του, επιζητώντας την άνωθεν στήριξη στα δραματικά γεγονότα πού θα ακολουθούσαν. Ο τόπος ήταν ιδανικός για περισυλλογή και προσευχή. Ήταν άλλωστε «έθος εις το όρος των ελαίων» (Λουκ. 22, 39) οι ευσεβείς κάτοικοι της Ιερουσαλήμ να μεταβαίνουν και να προσεύχονται στην ησυχία των ειδυλλιακών κήπων. Σε «αυτόν τον τόπον πολλάκις συνήχθη ο Ιησούς εκεί μετά των μαθητών αυτού» (Ίωάν. 18, 2).
Η κώμη Γεθσημανή βρισκόταν πολύ κοντά στην Ιερουσαλήμ, κτισμένη σε λόφο δυτικά της μεγάλης και πολύβουης πόλεως, «πέραν του χειμάρρου των κέδρων» (Ίωάν. 18, 1), περιστοιχισμένη από ιδιωτικούς περιφραγμένους ελαιώνες, καρποφόρα δένδρα και καλλιέργειες, πού ονομάζονταν, όπως και σήμερα, κήποι. Είναι ευνόητο πώς ο Χριστός μπήκε με τους μαθητές Του σε συγκεκριμένο κήπο, γνωστού του ιδιοκτήτη, προφανώς με την άδεια εκείνου, διαφορετικά θα ήταν άτοπο να παραβιάσει το φράκτη ξένου κήπου. Είναι πολύ πιθανό να ανήκε στον ιδιοκτήτη του υπερώου όπου «έφαγαν το Πάσχα» (Μάρκ. 14, 15). Πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι ανήκε στην οικογένεια του κατοπινού ευαγγελιστή Μάρκου, της οποίας όλα τα μέλη ήταν μαθητές του Ιησού και είχαν κάθε λόγο να διευκολύνουν και να ευχαριστήσουν το Διδάσκαλο.
Οι πολλοί κήποι της περιοχής υποδηλώνουν πολλούς ιδιοκτήτες και περισσότερους ακόμη εργάτες, φροντιστές και φύλακες. Η διαμονή στους χώρους εργασίας, ιδιαίτερα σε αγροτοκτηνοτροφικές περιοχές είναι σύνηθες φαινόμενο. Σύμφωνα με μαρτυρίες αρχαίων ιστορικών και κυρίως του Ιώσηπου, στο Όρος των Ελαίων υπήρχαν πολλά ελαιοτριβεία, όπου υπήρχαν καταλύματα για τους εργαζομένους σε αυτά. Άλλωστε η λέξη Γεθσημανή σημαίνει ελαιοτριβείο.
Έχοντας όλα αυτά υπόψη μας μπορούμε εύκολα να κατανοήσουμε τη διήγηση περί του «γυμνού νεανίσκου» του ευαγγελιστή Μάρκου. Ο «μυστηριώδης» αυτός νέος ήταν προφανώς κάποιος εργαζόμενος σε ένα από τα παρακείμενα ελαιοτριβεία, ή ακόμη και εργαζόμενος στον κήπο ή το ελαιοτριβείο του ιδίου κήπου πού μπήκε ο Ιησούς. Μπορεί να ήταν και ο ίδιος ο ευαγγελιστής Μάρκος, στην οικογένεια του οποίου ανήκε ο κήπος, σύμφωνα με αρχαία παράδοση (βλ. Π. Τρεμπέλα: Υπόμνημα εις το κατά Μάρκον Ευαγγέλιον, Αθήναι 1972, σελ. 282). Οι ευαγγελικές διηγήσεις αναφέρουν πώς η σύλληψη του Κυρίου έγινε με επεισοδιακό και θορυβώδη τρόπο, αφού «παραγίνεται Ιούδας ο Ισκαριώτης, εις των δώδεκα, και μετ' αυτού όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων» (Μάρκ. 14, 43). Οι φωνασκίες των ρωμαίων στρατιωτών και του φανατισμένου όχλου τάραξαν την ησυχία της γαλήνιας περιοχής και ασφαλώς θα ξύπνησαν τους λιγοστούς κοιμωμένους. Ο νεανίας της ευαγγελικής διήγησης σαστισμένος έτρεξε να δει τί συμβαίνει, τυλιγμένος με το σεντόνι του ύπνου του, αφού δεν πρόλαβε να ντυθεί.
Φαίνεται πώς η περιέργεια του τον οδήγησε πολύ κοντά στο συμβάν και κάπου κρυμμένος περίμενε να δει το τέλος. Ενώ οι μαθητές του Χριστού σκόρπισαν μέσα στη νύχτα, αφήνοντας το Διδάσκαλο μόνο Του, στα χέρια των αδίστακτων στρατιωτών και δούλων των αρχιερέων, αυτός παρέμεινε μόνος κοντά Του. Κάποιοι από τους νεαρούς του όχλου τον είδαν και τον συνέλαβαν, διότι προφανώς θεωρήθηκε άνθρωπος του «εγκληματία». Όμως κατόρθωσε να ξεφύγει από τα χέρια τους, αφήνοντας σε αυτούς το σεντόνι και εξαφανίστηκε μέσα στη νύχτα.
Θα μπορούσε να θεωρηθεί περιττή η αναφορά στην παρουσία του νεαρού αυτού στη δραματική σκηνή της συλλήψεως του Χριστού. Όμως αν σύμφωνα με την παράδοση ο νεαρός είναι ο ίδιος ο Μάρκος, τότε η αναφορά αυτή μπορεί να εξηγηθεί ως ένα είδος απολογίας του, αφού όλοι εγκατέλειψαν τον Κύριο, ακόμη και αυτός με αυτό τον επεισοδιακό τρόπο.
Φυσικά πουθενά δεν υπάρχει η παραμικρή νύξη για «πονηρές» σκέψεις. Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, ο σαρκωμένος Θεός μας, υπήρξε ακέραιος και απόλυτα απαθής, σε αντίθεση με όσα θέλουν οι ανά τους αιώνες διεφθαρμένοι νόες να Του προσάψουν. Είναι ο μόνος στην ανθρώπινη ιστορία πού διακήρυξε: «τις εξ' υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ίωάν. 8, 46).
Μόνος Αυτός «Αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού»(Α' Πέτρ. 2, 22). Αυτό σημαίνει πώς (ως άνθρωπος) όντας πιστός Ισραηλίτης δεν θα μπορούσε να παραβεί το μωσαϊκό νόμο. Ο Νόμος απαγόρευε ρητά: «Μετά άρσενος ου κοιμηθήση κοίτην γυναικός, βδέλυγμα γαρ εστίν» (Λευιτ. 18, 22). Αυτός διαλαλούσε: «μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον και τους προφήτας, ουκ ήλθον καταλύσαι, άλλα πληρώσαι. Αμήν λέγω υμίν... ος εάν ούν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5, 17-19). Πώς θα μπορούσε λοιπόν να παραβεί ο ίδιος μια τέτοια εντολή; Για μια «ελάχιστη» παράβαση κάποιος θα κατακριθεί, σκεφτείτε για μια «μείζονα», σαν τον κιναιδισμό, τί συνέπειες θα είχε! Ο Χριστός υπήρξε το μοναδικό παράδειγμα στον κόσμο απόλυτου συνδυασμού λόγων και πράξεων, ανεπανάληπτη περίπτωση απόλυτης συνέπειας έως «θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. 2, 8).
Ο αστίρηκτος και υβριστικός ισχυρισμός των «αρχαιολατρών» καταρρέει όμως από μόνος του. Ποιος στ' αλήθεια μελλοθάνατος μπορούσε να έχει στο νου του τέτοιες ώρες ηθικώς επιλήψιμες διαθέσεις; Οι ιεροί ευαγγελιστές τονίζουν με έμφαση την επιθανάτια αγωνία του Χριστού. Ομολόγησε στους μαθητές Του ότι «περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου» (Μάρκ. 14, 32). Ο ιερός ευαγγελιστής αναφέρει γι' Αυτόν: «Γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο. Εγένετο δε ο ίδρως αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γήν» (Λουκ. 22, 44). Γνωρίζουν πολλούς οι «κύριοι» αυτοί, όντας σε τέτοια ψυχολογική κατάσταση, να έχουν διάθεση για τέτοιου είδους επιθυμίες; «Μωροί και τυφλοί» (Ματθ. 23, 17) στην καρδιά και το μυαλό!
Η αποστροφή και η απόρριψη της ομοφυλοφιλίας από την Εκκλησία, απορρέει από την αγιογραφική και αγιοπατερική διδασκαλία Της, σύμφωνα με την οποία το πάθος αυτό είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, η οποία εισήλθε στην ανθρωπότητα και οδήγησε τον άνθρωπο σε κάθε είδους παρεκτροπή της αυθεντικότητας του. Δεν είναι τυχαίο πώς θώπευση των αμαρτωλών ανθρωπίνων παθών έχουμε σε όλα τα εξωχριστιανικά θρησκεύματα. Δεν είναι επίσης τυχαίο πώς το πάθος της ομοφυλοφιλίας, καθώς και όλων των ανθρωπίνων παθών, είναι ενταγμένα επίσημα στις «θεολογίες» των αρχαίων και σύγχρονων παγανιστικών θρησκειών, στις όποιες, οι διάφορες «θεότητες» κυριαρχούνται από κάθε είδους ανομολόγητα πάθη.
Το Θείο Πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού βάλλεται εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια με οίστρο πού αγγίζει τα όρια της ψυχοπαθολογίας και με τρόπους δαιμονικής εμπνεύσεως. Παρά τον βρώμικο και ελεεινό αυτό πόλεμο, ο Λυτρωτής μας παραμένει αλώβητος και συνάμα είναι το αλάθητο μέτρο σύγκρισης με τις σκοτεινές και «παθιασμένες» παγανιστικές «θεότητες», τις οποίες θέλουν και επιχειρούν ανεπιτυχώς να νεκραναστήσουν κάποιοι νοσταλγοί του εφιαλτικού παγανιστικού παρελθόντος.
Περιοδικό Διορθόδοξου Συνδέσμου Πρωτοβουλιών Γονέων «Διάλογος», τεύχος 59, Ιανουάριος - Μάρτιος 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου