Η ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΑΛΦΑΒΗΤΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ὅλοι γνωρίζουν ὅτι ἡ πρώτη Ἐκκλησία ἦταν ἐσταυρωμένη ὅπως καί ὁ Κύριος, ὁ Νυμφίος της. Κατά τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες ἡ χριστιανική πίστη ἦταν ἀνεπίσημη καί τήν θεωροῦσαν παράνομη. Ἡ πολιτεία εἶχε στό πρόγραμμά της τήν ἐξόντωση τῶν χριστιανῶν. Παρ’ ὅλα αὐτά ἡ ὀργάνωση τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας ἦταν κάτι τό ὁποῖο δέν ξαναφάνηκε ἄλλη φορά στήν ἱστορία.
Κανένας ὀργανισμός, πού βρέθηκε κάτω ἀπό ἕναν τόσο σκληρό διωγμό, δέν κατόρθωσε νά ἐπιζήσει ἐκτός ἀπό τήν Ἐκκλησία. Καί ἐνῶ ἡ τυπική ὀργάνωση, ἡ ἐξωτερική διάκριση τάξεων καί ὅ,τι ἄλλο ἀφορᾶ στό πρωτόκολλο, ἦταν πράγματα ἀνύπαρκτα, ἡ οὐσιαστική ὅμως ὀργάνωση καί ἡ ἐσωτερική συνοχή, τά ὁποῖα σήμερα τείνουν νά ἐκλείψουν, ἦταν τότε ἀνεπτυγμένα στόν ὕψιστο βαθμό. Κατά τήν περίοδο αὐτή ἡ Ἐκκλησία διέτρεξε δύο μεγάλους κινδύνους. Ἀπό τό ἕνα μέρος ἄγριοι διωγμοί ἀπό τήν εἰδωλολατρική πολιτεία ἐπεδίωκαν νά ἐξοντώσουν ὅλους τούς χριστιανούς, ἀπό τό ἄλλο ἀναρίθμητες καί φοβερές αἱρέσεις ἀπειλοῦσαν ν’ ἀλλοιώσουν καί νά καταπιοῦν τήν νέα καί ἀνεπίσημη χριστιανική πίστη.
Οἱ συνθῆκες τῆς ἐποχῆς εὐνοοῦσαν πολύ καί τούς δύο ἐχθρούς τῶν χριστιανῶν. Κάθε εἰδωλολάτρης μποροῦσε νά συλλαμβάνει χριστιανούς, νά τούς κακοποιεῖ καί νά τούς ὁδηγεῖ στούς δημίους. Οἱ χριστιανοί ἦταν λίγοι ἀνάμεσα σέ ἑκατομμύρια εἰδωλολάτρες. Ἡ χριστιανική διδασκαλία μόλις εἶχε διατυπωθεῖ στά λίγα βιβλία καί στίς ἐπιστολές τῶν Ἀποστόλων, ἀλλά καί αὐτά δέν εἶχαν γίνει ἀπό τήν ἀρχή παντοῦ γνωστά, ἐπειδή τά μέσα ἐπικοινωνίας ἦταν πάρα πολύ ἀτελῆ. Ἄλλοι γνώριζαν δέκα, ἄλλοι πέντε, ἄλλοι ἕνα.
Ἡ διδασκαλία βασιζόταν κυρίως στήν προφορική παράδοση. Κυκλοφοροῦσαν νόθα καί κακόδοξα βιβλία ὡς δῆθεν ἀποστολικά, πολύ περισσότερα ἀπό τά γνήσια. Οἱ χριστιανοί δέν μποροῦσαν νά ἐπικοινωνοῦν εὔκολα μεταξύ τους. Δέν ὑπῆρχαν ἑρμηνευτικά ἤ ἄλλα διδακτικά βιβλία καί ἦταν δύσκολο νά γνωρίσουν ὁλοκληρωμένη τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλες αὐτές οἱ συνθῆκες εὐνοοῦσαν τούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι ἀνέπτυσσαν μεγάλη δράση καί ἀπειλοῦσαν ν’ ἀφανίσουν τήν ἀληθινή πίστη στήν χοάνη μιᾶς πανθρησκείας.
Καί ὅμως, ἡ Ἐκκλησία ἦταν τόσο στεγανά περιφραγμένη ἀπό τήν ἐναγώνια ἐπαγρύπνηση τῶν ποιμένων της καί ἀπό τήν παροιμιώδη πειθαρχία τῶν μελῶν της, ὥστε κατόρθωσε νά περιφρουρήσει καί νά διαφυλάξει ἀμίαντη τήν διδασκαλία της καί νά διατηρήσει τό πλήρωμά της πού ἀπειλοῦσαν νά τό καταστρέψουν καί οἱ αἱρετικοί καί οἱ διῶκτες. Ὄχι μόνο διατηρήθηκε ἡ Ἐκκλησία ἀμίαντη στήν πίστη καί ἀκέραιη στό πλήρωμα, ἀλλά καί νίκησε.
Αὐτό τό θαυμαστό φαινόμενο ξεπερνᾶ βέβαια τά ὅρια τοῦ φυσικοῦ. Ὀφείλεται πρῶτα ἀπ’ ὅλα στήν θεία προέλευση τῆς Ἐκκλησίας. Ἐφ’ ὅσον ὅμως ἡ Ἐκκλησία μαζί μέ τό θεῖο στοιχεῖο ἔχει καί τό ἀνθρώπινο, ἡ διάσωσή της ὀφείλεται κατά δεύτερο λόγο καί στά ἀνθρώπινα μέτρα, τά ὁποῖα λάμβαναν οἱ χριστιανοί. Ἕνα ἀπό τά μέτρα αὐτά ἦταν καί ἡ χρήση τῶν συμβολικῶν σημείων ἀναγνωρίσεως.
Ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν μου ὅτι ὁ Κύριος προκειμένου νά ἐκφράσει μέ ἀκρίβεια αὐτό πού ἤθελε, δέν δίστασε νά παρομοιάσει τόν ἑαυτό του μέ κλέφτη (Ἀποκ. 3,3· 16,15) καί τούς καλούς χριστιανούς μέ τόν πανοῦργο οἰκονόμο (Λουκ. 16,1-8), τολμῶ νά παρομοιάσω τά συμβολικά ἐκεῖνα σημεῖα ἀναγνωρίσεως μέ τό σφυροδρέπανο τῶν κομμουνιστῶν καί μέ τόν ἀγκυλωτό σταυρό τῶν ναζιστῶν.
Ἦταν κάτι ἀνάλογο, ἄσχετο ἄν παρόμοια χρησιμοποιοῦν σήμερα φαῦλοι καί ἀντίχριστοι ὀργανισμοί. Ὅπως τά σημερινά σύμβολα τῶν ὀργανισμῶν αὐτῶν, ἔτσι ἀκριβῶς καί τά σύμβολα τῶν ἀρχαίων χριστιανῶν δέν ἦταν μόνο ἀναγνωριστικά, ἀλλά καί σύμβολα πού ἐνέπνεαν ἐνθουσιασμό καί ὑπενθύμιζαν πολλά βαθύτερα νοήματα τῆς πίστεως. Μποροῦμε ἐπίσης νά τά παρομοιάσουμε καί μέ ἄλλα συμβολικά σημεῖα, ἀρχαιότερα τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Ἀπό μία ἄποψη ἦταν ἀνάλογα καί μέ τά ἱερογλυφικά γράμματα τῶν ἱερέων τῆς ἀρχαίας Αἰγύπτου. Ὅπως ἐκεῖνα, ἔτσι καί τά σύμβολα τῶν χριστιανῶν, γιά τόν τυχόντα ἦταν μικρά καί ἁπλᾶ ἰχνογραφήματα, γιά τούς μεμυημένους ὅμως ἦταν ἐπιγραφές πού μιλοῦσαν ὁλοκάθαρα καί κείμενα μέ βαθύ περιεχόμενο. Βέβαια τά ἱερογλυφικά τῶν Αἰγυπτίων ἦταν ἀλφάβητος συστηματική, ἐνῶ τά σύμβολα τῶν χριστιανῶν ἦταν αὐθόρμητα καί ἀσυστηματοποίητα ۟ μποροῦν ὅμως καί αὐτά νά χαρακτηριστοῦν συμβολική ἀλφάβητος τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας.
Ἐνῶ συζητοῦσαν δυό ἄνθρωποι ἄγνωστοι, ὁ ἕνας, πού ἦταν χριστιανός, χάραζε δῆθεν ἀφηρημένα ἤ ἀντανακλαστικά δύο κάθετες γραμμές στό ἔδαφος ἤ στό σκονισμένο τραπέζι. Ἐάν ὁ ἄλλος ἦταν ἀμύητος δέν ἔδινε σημασία στό τόσο ἁπλό αὐτό σχῆμα, τήν δῆθεν ἀφηρημένη κίνηση τοῦ ἄλλου. Ἐάν ὅμως ἦταν καί αὐτός χριστιανός, ἔβλεπε ὅτι τό σχῆμα ἦταν σταυρός καί ζωγράφιζε καί αὐτός μιά ἄτεχνη ἄγκυρα.
Ξαφνικά οἱ δύο συνομιλητές κοιτάζονταν στά μάτια. Τά βλέμματά τους ἔλαμπαν ἰδιαίτερα. «Εἶσαι τῆς ὁδοῦ;», ρωτοῦσε ὁ ἕνας. «Ἀδελφέ μου», ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ ἄλλου. Καί οἱ δύο χριστιανοί ἀναγνωρίζονταν. Ἡ συζήτησή τους, πού μέχρι τότε ἦταν ἄσκοπη, στρέφεται τώρα στήν πίστη, στόν Χριστό. Ὁ ἕνας ἀδελφός ὁδηγεῖ τόν ἄλλο στήν ἐκκλησία τοῦ τόπου του.
Δύο ἐπαρχιῶτες ἐπισκέπτονται στήν κεντρική πόλη ἕνα μακρινό συγγενῆ ἤ φίλο, τόν ὁποῖον ἔχουν νά δοῦν πέντε χρόνια. Ὁ ἕνας εἶναι χριστιανός, πρᾶγμα πού δέν τό γνωρίζει ὁ ἄλλος πού εἶναι εἰδωλολάτρης. Ὅταν μπαίνουν στήν αἴθουσα τῆς ὑποδοχῆς, βλέπουν μερικές τοιχογραφίες σάν αὐτές μέ τίς ὁποῖες συνήθιζαν νά διακοσμοῦν τά σπίτια τους οἱ ἀρχαῖοι. Ἕνα δάσος, τέσσερις ποταμοί, δέντρα, ἄνθη, ἄγρια ζῶα καί πτηνά. Στή μέση ἕνας νέος ἄνδρας παίζει λύρα καί ὅλα τ’ ἀγρίμια τοῦ δάσους τόν προσέχουν γοητευμένα. Στήν ὀροφή κρέμονται δύο λυχνίες, οἱ ὁποῖες ἔχουν σχῆμα πλοίου· τά σκάφη φέρουν στά πλευρά ἕναν ἰχθύν καί μιά ἄγκυρα. Ὁ εἰδωλολάτρης ξένος θαυμάζει τήν τοιχογραφία. «Τί πετυχημένος Ὀρφέας!», λέγει, «καί οἱ λυχνίες μοῦ ὑπενθυμίζουν τό ὑγρό βασίλειο τοῦ Ποσειδώνα. Φαίνεται ὅτι ἐπειδή ἔχετε λιμάνι, τιμᾶτε ἰδιαίτερα τόν Ποσειδώνα».
Οἱ οἰκοδεσπότες δέν ἀπαντοῦν. Προσποιοῦνται ὅτι ἐνδιαφέρονται γιά ἄλλα σημεῖα συζητήσεως. Ὁ ἄλλος ὅμως ξένος, ὁ χριστιανός, τά ἑρμηνεύει ὅλα. Γνωρίζει ὅτι βρίσκεται σέ χριστιανικό περιβάλλον. Γνωρίζει ὅτι ὁ νέος ἄνδρας τῆς εἰκόνας δέν εἶναι ὁ Ὀρφέας, ἀλλά ὁ Χριστός. Οἱ λυχνίες τοῦ ὑπενθυμίζουν τήν χειμαζομένη Ἐκκλησία καί ὄχι τό ὑγρό βασίλειο τοῦ Ποσειδώνα. Παρατηρεῖ τήν σεμνότητα τῶν γυναικῶν τῆς οἰκογενείας, βλέπει ὅτι ὁ οἰκοδεσπότης δέν άπαντᾶ σ’ ἕνα ἄσεμνο ἀστειολόγημα τοῦ ἄλλου ξένου. Εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ συγγενής του καί ἡ οἰκογένειά του εἶναι χριστιανοί.
Στό σπίτι ἑνός χριστιανοῦ συγκεντρώνονται πενήντα ἄλλοι καί διαβάζουν τίς Γραφές, ἀκοῦν τήν διδασκαλία ἑνός πρεσβυτέρου, προσεύχονται καί τελοῦν τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Στούς τοίχους τοῦ δωματίου τῆς συγκεντρώσεως ἀντί γιά ἄλλη διακόσμηση ὑπάρχει μιά συνεχής κληματαριά. Ὅσοι πιστοί τήν βλέπουν θυμοῦνται τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου «Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα» (Ἰωαν. 15,5) καί καταλαβαίνουν καλά πόσο ἀναγκαῖος καί ἀναντικατάστατος εἶναι ὁ Χριστός στήν ζωή τους καί πόσο στενή εἶναι ἡ σχέση μεταξύ τους. Εἶναι ἀδύνατον νά συνδέονται μέ τόν Χριστό, χωρίς νά συνδέονται μέ ὅλους τούς ἀδελφούς.
Συμβαίνει καί μ’ αὐτούς ὅ,τι συμβαίνει μ’ ἕνα κλωνάρι, πού γιά νά πάψει νά ἐπικοινωνεῖ μέ ἄλλο κλωνάρι πρέπει πρῶτα ν’ ἀποκοπεῖ ἀπό τήν κληματαριά. Ἡ ἰδέα αὐτή τούς διδάσκει καί τούς ἐνθουσιάζει.
Πολλά εἶναι τά σύμβολα πού χρησιμοποίησαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Τά περισσότερα τά ἔπαιρναν ἀπό τήν Γραφή. Ἀστέρια, ποταμοί, στάχυα, ἄμπελος, ἀμνός, ἰχθύς, ἄγκυρα, διάφορα μονογράμματα καί κυρίως ὁ σταυρός.
Θά διαλέξουμε καί θά μελετήσουμε τά σπουδαιότερα 24, πού συναντῶνται καί στήν Γραφή καί στά μνημεῖα πού διασώθηκαν ἀπό τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες.
Ἔτσι, ἐκτός ἀπό τήν σημασία τῆς πρωτοχριστιανικῆς συμβολικῆς ἀλφαβήτου θά δοῦμε καί ποιές ἦταν οἱ ἔννοιες πού κυριαρχοῦσαν στήν σκέψη τῶν πρώτων χριστιανῶν.
(Στέργιος Σάκκος, ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης)
Ποιμαντορική εγκύκλιος Χριστουγέννων Μητροπολίτου Κυθήρων Σεραφείμ
-
Πνευματική χαρά καί ἀγαλλίασις, χαροποιά σκιρτήματα καί εὐφροσύνη καρδίας
ἀναδύονται ἀπό τά τρίσβαθα τοῦ ψυχικοῦ μας κόσμου διά τό κοσμοσωτήριο καί
κοσμο...
Πριν από 1 ημέρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου