Tου Νεοκλή Σαρρή*
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟΝ ΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΘΑΛΕΙΑΣ ΔΡΑΓΩΝΑ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ (μέρος Γ΄)
Πολιτικές εξελίξεις και ιδεολογία την τελευταία 20ετία στην Ελλάδα
Παρουσιάζει ενδιαφέρον η είδηση κατά την οποία στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του «Ομίλου Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας» (ΟΠΕΚ) του πρώην πρωθυπουργού κ. Κώστα Σημίτη (οι συνεργάτες του οποίου στήριξαν λυσσωδώς τα Σχέδια Ανάν για την Κύπρο), λίγους μήνες πριν αναλάβει πρωθυπουργός (και στη συνέχεια εκλεγεί πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ) είχε οργανωθεί στο Πάντειο Πανεπιστήμιο μια δημόσια συζήτηση για την οποία είχε μετακληθεί από την Τουρκία ο καθηγητής Μετέ Τουντζάι (κοινός μας γνωστός, ο κ. Σημίτης συνέπεσε το 1963 με τον Μετέ στο LSE για κάποια εξάμηνα και μάλιστα είχαν συμμετάσχει στις διαδηλώσεις εναντίον της Φρειδερίκης που είχε οργανώσει στο Λονδίνο η γυναίκα του διωκόμενου στην Ελλάδα συνδικαλιστή Αμπατιέλου, ενώ με τον Μετέ ήμαστε μαθητές του ίδιου καθηγητή, του αείμνηστου Ταρίκ Ζαφέρ Τούναγια, του Σβώλου της Τουρκίας του αποκαλουμένου και «καθηγητή των καθηγητών»).
Στην ημερίδα αυτή τονίστηκε ιδιαίτερα η αναγκαιότητα προσέγγισης Ελλάδας - Τουρκίας και άλλα συναφή. Αναντίρρητα εάν in abstracto εκληφθεί η εκδήλωση όχι μόνο δεν είναι επίμεμπτη, αλλά επαινετέα. Ωστόσο, όπως διαπιστώνει κανείς, ο χρόνος που πραγματοποιήθηκε η συζήτηση αναπέμπει σε κάποιο μήνυμα που ήθελε να δοθεί σε αποδέκτες και εκτός της Ελλάδος ευρισκόμενους, όχι ειδικά στην Τουρκία! Ήταν δηλαδή ένα είδος δημόσιων διαπιστευτηρίων για την επικείμενη πρωθυπουργία!
Σύγκριση της ελληνοτουρκικής προσέγγισης του 1930 προς την εποχή μας
Είναι εκπληκτικό, αλλά αν συγκρίνει κανείς τις ελληνοτουρκικές σχέσεις της εποχής μας με εκείνες ακριβώς μετά τη Μικρασιατική τραγωδία του 1922 και τις συνέπειές της, θα διαπιστώσει ότι τότε σε μία οκταετία είχε επέλθει εντυπωσιακή συμφιλίωση και είχε εγκαινιαστεί η πολύπαθη ελληνοτουρκική φιλία, σε αντίθεση προς την εποχή μας κατά την οποία επί 35 συναπτά έτη συνεχίζεται η αντιμαχία σε πείσμα του «καλού κλίματος» που διαμορφώθηκε έντεχνα ανάμεσα στις δύο χώρες. Το αίτιο είναι πολλαπλό.
Πρώτον: Γιατί κατά την εποχή εκείνη στην Ελλάδα κυριαρχούσε το άστρο του Ελευθερίου Βενιζέλου και στην Τουρκία του Κεμάλ Ατατούρκ (το καθεστώς του οποίου δεν διάφερε, όπως επισημαίνει και ο Τουντζάι, στον οποίο αναφερθήκαμε, από τα δικτατορικά καθεστώτα που ήταν την εποχή εκείνη του συρμού).
Ο Βενιζέλος και μαζί με αυτόν και η Ελλάδα πλήρωσαν πολύ ακριβά τη φιλία αυτή, όχι γιατί δεν έπρεπε να γίνει, αλλά έτσι όπως έγινε, με τη διαγραφή των αποζημιώσεων προς τους πρόσφυγες, που όφειλε η Τουρκία βάσει της συνθήκης της Λωζάννης και τον βίαιο τερματισμό των ονείρων περί επανόδου των στις πατρογονικές τους εστίες. Και αυτό γιατί το πιο βασικό έρεισμα του Βενιζέλου στο εκλογικό σώμα, που ήταν οι πρόσφυγες, σε μεγάλη κλίμακα τον εγκατέλειψαν (στελεχώνοντας την καχεκτική μέχρι τότε Αριστερά), με αποτέλεσμα να χάσει τις εκλογές και να οδηγηθεί η χώρα σε περιπέτειες.
Πάντως ο Κεμάλ, όπως φαίνεται από εμπιστευτική αποστολή που είχε αναθέσει στον Τζαλάλ Μπαγιάρ (υπουργό Εθνικής Οικονομίας το 1934), στα πλαίσια επίσημου ταξιδίου του στην Αθήνα, ανησυχούσε σφόδρα για το ενδεχόμενο επηρεασμού των πολιτικών πραγμάτων της Ελλάδας από τους πρόσφυγες. Σχετικά στην πρόσφατη εποχή καταβλήθηκε προσπάθεια προσεταιρισμού των προσφυγικών σωματείων και κυρίως των Κωνσταντινουπολιτών, όπως και διαμέσου των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (με αδελφοποιήσεις δήμων κ.λπ.). Το 1930 όμως δεν διαπιστώνεται να θίγονται σε αμφότερες τις χώρες οι κυρίαρχοι ιδεολογικοί μηχανισμοί και γενικά υπήρξε μια εξέλιξη που άφηνε τους λαούς μάλλον αδιάφορους.
Η σύνθεση των πληθυσμών (υπέρτερος ο αγροτικός του αστεακού) και η τεχνολογία της εποχής, ιδίως των επικοινωνιών και της ενημέρωσης, έχουν παίξει σημαντικό ρόλο γι' αυτό. Πάντως αρκεί να αναφέρουμε ειδικά για την Ελλάδα ότι η κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου είχε απαγορεύσει (!) στα τηλεγραφεία να δέχονται τηλεγραφήματα διαμαρτυρίας έναντι της επελθούσας ελληνοτουρκικής συμφωνίας. Αντίθετα στην εποχή μας η προσέγγιση γίνεται με όρους αλλοίωσης των κυρίαρχων και επίσημων ιδεολογικών μηχανισμών ασυγκρίτως πολύ περισσότερο απ' ό,τι στην Τουρκία.
Δεύτερον: Η κυριότερη όμως διαφορά μεταξύ των δύο εποχών έγκειται στο ότι το 1930 η Τουρκία ήταν μια καθημαγμένη χώρα, της οποίας οι ένοπλες δυνάμεις (όπως παρατηρεί και ο ίδιος ο καθηγητής) ήταν εξαιρετικά ανίσχυρες να διεξαγάγουν επιθετικό ή έστω και αμυντικό πόλεμο). Και στο πεδίο αυτό σαφώς υπερείχε η Ελλάδα (με απόλυτη υπεροπλία στο ναυτικό) αλλά και στον στρατό όπως αποδείχθηκε με την επιτυχή απόκρουση της ιταλικής επιβουλής το 1940.
Έναν στρατό τον οποίο την ίδια εποχή η Άγκυρα φοβόταν απολύτως. Συνεπώς οι ενδιάθετες προθέσεις της έναντι της Ελλάδας παρέμεναν ευσεβείς πόθοι που εκτός της αντικειμενικής αδυναμίας δεν τους επέτρεπαν να εκδηλωθούν και οι διεθνείς συγκυρίες.
Υπάρχουν όμως και ομοιότητες ως προς την προσέγγιση των δύο χωρών: Η «φιλία» ήταν αποτέλεσμα της αγγλικής πολιτικής μέσω του Μουσολίνι, ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν ακόμη ενεργούμενο της Αγγλίας. Γι' αυτό και ο Μουσολίνι υπήρξε ο πρώτος τον οποίο έσπευσαν να ενημερώσουν για τη συμφωνία. Εξ ου και ο «Ριζοσπάστης» τη χαρακτήριζε «φασιστική». Αλλά υπήρξαν και άλλα επακόλουθα που είναι συμβατά προς τις εξελίξεις που παρατηρούνται στα τελευταία χρόνια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις όπως:
Πρώτον: Σε ένδειξη «καλής θέλησης» μετά την υπογραφή του συμφώνου με την Τουρκία η Ελλάδα εξεδίωξε κακήν κακώς όσους από τους 150 (αντικαθεστωτικούς της Τουρκίας) είχαν καταφύγει στη χώρα.
Ακόμη εξεδιώχθησαν και οι κιρκάσιοι στρατιωτικοί με επικεφαλής τον στρατηγό Ετχέμ τον Κιρκάσιο που είχαν συμπολεμήσει με τον ελληνικό στρατό στη Μικρά Ασία. Αντίθετα η Τουρκία δεν δέχτηκε να εκδιώξει τον περίφημο παπά Ευθήμ (ιδρυτή του «Τουρκορθόδοξου Πατριαρχείου» ) καίτοι ήταν ο ίδιος ανταλλάξιμος. Παρόμοια η Ελλάδα σε ένδειξη «καλής θέλησης» παρέδωσε τον Οτσαλάν στους τούρκους πράκτορες (ώστε την επομένη ο τούρκος πρωθυπουργός Μπ. Ετζεβίτ να ευχαριστήσει την ελληνική πλευρά, κάτι που αποδεικνύει μια προηγηθείσα συνεννόηση), αλλά τη μεθεπομένη, όταν είχε επιτύχει τον σκοπό του, να στραφεί εναντίον της Ελλάδος και να την κατηγορεί ότι υποθάλπει τρομοκράτες.
Κατόπιν τούτου ακολούθησε συνεννόηση μεταξύ των αρχών ασφαλείας των δύο χωρών και η Άγκυρα διαβίβασε έναν μακρύ κατάλογο αντικαθεστωτικών (κυρίως Κούρδων) που είχαν καταφύγει στην Ελλάδα οι οποίοι και εξεδιώχθησαν (μεταξύ αυτών και άτομα που είχαν ασπασθεί τον χριστιανισμό, όπως η αναδεξιμιά του Μανώλη Γλέζου, ή άτομα που εργάζονταν σε υπηρεσίες όπως η ΕΡΤ κ.α. και τα οποία μετεγκαταστάθηκαν στη Γερμανία, Σουηδία, Ολλανδία, Γαλλία κ.ά.).
Δεύτερον: Σε αμφότερες τις περιπτώσεις παρατηρείται μια προσπάθεια οικονομικής συνεργασίας με επιχειρηματίες και άλλους ενδιαφερόμενους, κάτι που το 1930 στηλιτεύτηκε ιδιαίτερα από τον Τύπο της Αριστεράς.
Η προσπάθεια αυτή όμως κατά την πρόσφατη περίοδο, όπως θα δούμε πιο διεξοδικά στη συνέχεια, υπήρξε περισσότερο οργανωμένη και τα αποτελέσματά της πιο εντυπωσιακά.
Τρίτον: Σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπάρχουν πολιτιστικές ανταλλαγές. Την περίοδο του 1930 γνωστοί ελληνικοί θίασοι έδιναν παραστάσεις στην Κωνσταντινούπολη, που λόγω της ενάριθμης ελληνικής κοινότητας ήταν πολύ καλή αγορά, υπήρξαν συμπαραγωγές ταινιών ή ελληνικές ταινίες γυρίζονταν σε τουρκικά στούντιο, κάποιες τουρκικές παραστάσεις στην Αθήνα κ.λπ.
Αντίθετα στην πρόσφατη περίοδο οι ανταλλαγές είναι κυρίως μουσικών συγκροτημάτων και συναυλιών, ενώ αγορά για τούρκους καλλιτέχνες είναι πλέον η Δυτική Θράκη λόγω του κοινωνικομορφωτικού μετασχηματισμού της εκεί μειονότητας στη μετάβασή της από αγροτική-παραδοσιακή σε αστεακή κοινωνία.
Στην πρόσφατη περίοδο όμως παρατηρείται και μια έντονη ιδεολογική παρέμβαση διαμέσου της εκπαίδευσης στα πλαίσια της οποίας θα πρέπει να αξιολογηθεί και ο διορισμός της κ. Θάλειας Δραγώνα ως ειδικής γραμματέως του απεθνικοποιηθέντος υπουργείου Παιδείας. Αυτό όμως είναι συνάρτηση και άλλων παραμέτρων και αναλόγων μεθοδεύσεων.
(Το τέταρτο μέρος θα δημοσιευτεί στο επόμενο φύλλο).
* Ο Νεοκλής Σαρρής είναι ομότιμος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος της ΕΔΗΚ.
Πηγή:«Το Παρόν» - 20/12/09
ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ
-Νεοκλής Σαρρής, Πολιτικές εξελίξεις και ιδεολογία την τελευταία 20ετία στην Ελλάδα (Α)
-Νεοκλής Σαρρής, Γιατί πρέπει να αποδομηθεί η ελληνική εθνική ταυτότητα; (Β)
Ὑπέρ βωμῶν καί ἑστιῶν: «Ἡ προσδοκία τῶν Ἐθνῶν»
-
Τίτλος Ἐκπομπῆς: *«Ἡ προσδοκία τῶν Ἐθνῶν»* ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Χαράλαμπος
Ἂνδραλης ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΣ: Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος-Καθηγητής
Πριν από 9 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου