25 Σεπ 2024

Στον άγιο Απόστολο και ευαγγελιστή και στον Χριστό εξόχως αγαπημένο Ιωάννη τον θεολόγο

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

Στον άγιο Απόστολο και ευαγγελιστή και στον Χριστό εξόχως αγαπημένο

Ιωάννη τον θεολόγο

       Σήμερα τελούμε εορτή ενός από τους προκρίτους Αποστόλους του Χριστού και εγκαινιάζουμε αυτόν ως πατέρα όλων όσοι φέρουν το όνομα του Χριστού, μάλλον δε ως πατριάρχη αυτών, «οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ᾿ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν(:οι οποίοι δεν γεννήθηκαν από γυναικεία αίματα, ούτε από σαρκική επιθυμία, ούτε από την επιθυμία κάποιου άνδρα, αλλά γεννήθηκαν από τον ίδιο τον Θεό)» [Ιω.1,13].

 Διότι, όπως ο Ιακώβ προέβαλε δώδεκα πατριάρχες κατά σάρκα, από  τους οποίους διαμορφώθηκαν οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ[Γέν.35,22: «Ἦσαν δὲ οἱ υἱοὶ Ἰακὼβ δώδεκα» κ.ε.], έτσι και ο Χριστός προέβαλε πνευματικώς τους δώδεκα μύστες[Ματθ.10,2-4: «Τῶν δὲ δώδεκα ἀποστόλων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα· πρῶτος Σίμων ὁ λεγόμενος Πέτρος καὶ ᾿Ανδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ᾿Ιωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ,  Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος, Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος ὁ τελώνης, ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ ᾿Αλφαίου καὶ Λεββαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Θαδδαῖος, Σίμων ὁ Κανανίτης καὶ ᾿Ιούδας ὁ ᾿Ισκαριώτης ὁ καὶ παραδοὺς αὐτόν» · πρβ. επίσης Μάρκ.3,14-19 και Λουκά 6,13-16 αντίστοιχα], αφού τον αριθμό εκείνου του μαθητή που εξέπεσε με ελεεινό τρόπο από το αξίωμά του[Ματθ.27,5: «Καὶ ῥίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο(:Κι αφού έριξε τα ασημένια νομίσματα στον περίβολο του ναού, έφυγε και πήγε και πνίγηκε με σκοινί)»] τον συμπλήρωσε ο Παύλος προς τον οποίο έσκυψε από τον ουρανό ο Χριστός[βλ. Πράξ.9,3-5 κ.ά.: «Καθώς όμως πορευόταν και πλησίαζε στη Δαμασκό ξαφνικά άστραψε γύρω του ένα λαμπερό φως από τον ουρανό. Κι από την εκθαμβωτική του λάμψη έπεσε κάτω στη γη κι άκουσε μια φωνή που του έλεγε: ‘’Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;’’. Τότε ο Σαύλος ρώτησε: ‘’Ποιος είσαι, Κύριε;’’. Κι ο Κύριος τού απάντησε: ‘’Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις. Δεν ξέρεις ότι, όταν καταδιώκεις τους μαθητές μου και τους πιστούς μου, είναι σαν να καταδιώκεις εμένα τον ίδιο;’’)». Ο άγιος Γρηγόριος εννοεί το πράγμα στην ουσία του, διότι από τυπική άποψη η θέση συμπληρώθηκε από τον Ματθία, Πράξ.1,15-16: «Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἀναστὰς Πέτρος ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν εἶπεν· ἦν τε ὄχλος ὀνομάτων ἐπὶ τὸ αὐτὸ ὡς ἑκατὸν εἴκοσιν·ἄνδρες ἀδελφοί, ἔδει πληρωθῆναι τὴν γραφὴν ταύτην ἣν προεῖπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον διὰ στόματος Δαυΐδ περὶ Ἰούδα τοῦ γενομένου ὁδηγοῦ τοῖς συλλαβοῦσι τὸν Ἰησοῦν(:Μια από τις ημέρες εκείνες που ακολούθησαν μετά την ανάληψη του Κυρίου, σηκώθηκε ο Πέτρος, στάθηκε στο κέντρο ανάμεσα στους μαθητές και είπε: ‘’Άνδρες αδελφοί, αφού ήταν θεόπνευστος, έπρεπε να πραγματοποιηθεί επακριβώς και ολοκληρωτικά ο λόγος της Αγίας Γραφής που προείπε τον Άγιο Πνεύμα με το στόμα του Δαβίδ για τον Ιούδα, ο οποίος κατάντησε να γίνει οδηγός εκείνων που συνέλαβαν τον Ιησού’’)»].

      Και δεν είναι καθόλου αξιοθαύμαστο αν δεν υπάρχουν και εδώ φυλές φανερώς ισάριθμες· διότι τα πνευματικά διαιρούνται αδιαιρέτως· γι'αυτό και ενώ οι κατά το σώμα φαινόμενες αισθήσεις είναι πέντε, μία είναι στην ψυχή η αίσθηση που αδιαίρετα διαιρείται. Αλλά και οι δώδεκα πηγές των υδάτων, στις οποίες στρατοπεύδευσαν οι Ισραηλίτες υπό την αρχηγία του Μωυσή και έσβησαν την δίψα από την οδοιπορία στην έρημο [ βλ. Έξ.15,27: «Καὶ ἤλθοσαν εἰς Αἰλείμ, καὶ ἦσαν ἐκεῖ δώδεκα πηγαὶ ὑδάτων καὶ ἑβδομήκοντα στελέχη φοινίκων· παρενέβαλον δὲ ἐκεῖ παρὰ τὰ ὕδατα(:Αναχώρησαν κατόπιν οι Ισραηλίτες από την Μερρά και ήλθαν στην όαση Αιλείμ. Εκεί υπήρχαν δώδεκα πηγές και εβδομήντα φοινικόδεντρα. Και στρατοπέδευσαν εκεί, σε αυτήν την όαση, κοντά στα νερά)»]προτύπωναν αυτούς τους δώδεκα. Διότι αυτοί είναι που με τα πνευματικά ποτίσματα απάλλαξαν το γένος των ανθρώπων, το προηγουμένως πορευόμενο διαμέσου των αβάτων ερήμων της αθεΐας, από τον καύσωνα της ειδωλομανίας.

        Αυτοί επίσης είναι και οι δώδεκα λίθοι, τους οποίους έστησε σαν σημάδι στα Γάλγαλα ο Ιησούς του Ναυή, αφού πέρασαν παραδόξως πεζοί τον Ιορδάνη[Ιησ. Ναυή 4,1-3: «Καὶ ἐπεὶ συνετέλεσε πᾶς ὁ λαὸς διαβαίνων τὸν Ἰορδάνην, καὶ εἶπε Κύριος τῷ Ἰησοῖ λέγων παραλαβὼν ἄνδρας ἀπὸ τοῦ λαοῦ, ἕνα ἀφ᾿ ἑκάστης φυλῆς,  σύνταξον αὐτοῖς λέγων· ἀνέλεσθε ἐκ μέσου Ἰορδάνου ἑτοίμους δώδεκα λίθους καὶ τούτους διακομίσαντες ἅμα ὑμῖν αὐτοῖς, θέτε αὐτοὺς ἐν τῇ στρατοπεδείᾳ ὑμῶν, οὗ ἐὰν παρεμβάλητε ἐκεῖ τὴν νύκτα(:Όταν όλος ο ισραηλίτικος λαός ολοκλήρωσε την διάβαση του Ιορδάνη, ο Κύριος μίλησε στον Ιησού του Ναυή και του είπε: Αφού εκλέξεις δώδεκα άντρες από τον ισραηλιτικό λαό, ένα από κάθε φυλή, διάταξέ τους ως εξής: Βγάλτε από το μέσο της κοίτης του Ιορδάνη, από εκεί που στέκονταν οι ιερείς με την Κιβωτό, δώδεκα στερεούς και ομαλούς λίθους και μεταφέρετέ τους μαζί σας έξω από τον ποταμό και τοποθετήστε τους στο στρατόπεδό σας εκεί όπου θα κατασκηνώσετε)»], τους δώδεκα αυτούς προτύπωναν. Διότι αυτοί είναι για μας σαν αιώνιο σημάδι ότι ο αληθινός Ιησούς αναχαίτισε το ρεύμα της αμαρτίας που κατέκλυζε την οικουμένη και επέτρεψε στους πιστούς του να διαβαίνουν αναμάρτητοι την οδό του βίου, όπως είχε επιτρέψει τότε στους Ισραηλίτες να περάσουν αβρόχως τον Ιορδάνη.

      Αλλά αυτά και τα όμοια με αυτά, καθώς και η κλήση από τον Χριστό, τον μονογενή Υιό του Θεού, είναι σε όλους τους αποστόλους κοινά. Ο δε τώρα εορταζόμενος από μας δεν είναι μόνο κλητός απόστολος[Ματθ.4,21: «Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῷ καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς(:Κι αφού προχώρησε πιο πέρα από εκεί, είδε άλλους δύο αδελφούς, τον Ιάκωβο, τον γιο του Ζεβεδαίου, και τον Ιωάννη τον αδελφό του, να ετοιμάζουν τα δίχτυα τους μέσα στο πλοίο μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο. Και τους κάλεσε)»], αλλά και συναριθμείται με τους εκλεκτούς, διότι δεν είναι απλώς εκλεγμένος από όλο το γένος των ανθρώπων που ζουν κάτω από τον ουρανό, αλλά και από τους εκλεγμένους αυτούς εκλεκτός και κορυφαίος του κορυφαίου χορού, των άλλων Αποστόλων δηλαδή, και ομόστοιχος με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο τους εκκρίτους. Γι'αυτό και αφού αποχωρίστηκε από τους άλλους μαζί με αυτούς τους δύο οδηγείται επάνω στο Θαβώριο όρος, ακούει την ομιλία του Μωυσή και του Ηλία προς τον Χριστό, βλέπει κατά θείο τρόπο το μεγάλο και υπερφυές εκείνο θέαμα, την αίγλη δηλαδή του φωτός της θεότητας του Υιού, που υπεράστραψε απορρήτως, και στο τέλος ακούει την φωνή του Θεού Πατρός, που απευθύνεται μόνο στον Χριστό: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε(:Αυτός είναι ο Υιός μου, που εξαιρετικά Τον αγαπώ και στον Οποίο ευαρεστήθηκα. Να υπακούτε σε Αυτόν”)» [Ματθ.17, 5]. Κι έτσι ο Ιωάννης καθίσταται με μακάριο τρόπο μαθητής όχι μόνο του Υιού, αλλά και του Πατρός.

     Αλλά και αυτό είναι κοινό σε αυτόν με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, τους κορυφαίους μαθητές του Σωτήρος, όπως είναι και η ιδιότητα του Ευαγγελιστή κοινή με εκείνους που συνέγραψαν το ευαγγέλιο, τα λόγια της αιώνιας ζωής, αν και στη μεγαλοφωνία και στο ύψος της θεολογίας υπερτερεί κατά πολύ. Εκείνα δε, στα οποία ευδοκιμεί μόνο αυτός, ποιος λόγος είναι ικανός να τα παραστήσει; Μόνο αυτός από τους Αποστόλους και όλους τους πριν από αυτόν και μετά από αυτόν περιβόητους κατόρθωσε να καλείται από όλους παρθένος, διότι, όπως φαίνεται, μόνος αυτός φύλαξε σε όλο του τον βίο και τα δύο, και την ψυχή και το σώμα, και τον νου και την αίσθηση. Την μεν παρθενία του σώματος βέβαια, λίγοι μεν την κράτησαν, την γνωρίζουν δε σχεδόν όλοι· της ψυχής δε ακριβής παρθενία είναι η προς κάθε κακία ασυμβίβαστη γνώμη. Ώστε με το προσωνύμιο αυτό προσμαρτυρείται στον Ιωάννη η σχεδόν αναμαρτησία. Γι'αυτό και έγινε αγαπημένος στον μόνο εκ φύσεως αναμάρτητο Χριστό[Ιω.13,23: «Ἦν δὲ ἀνακείμενος εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἐν τῷ κόλπῳ τοῦ Ἰησοῦ, ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς· Ιω.19,26: «Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου(:·Ο Ιησούς λοιπόν, όταν είδε τη μητέρα Του και τον μαθητή που αγαπούσε να στέκεται εκεί κοντά, λέει στη μητέρα Του: «Γυναίκα, να ποιος από τώρα θα είναι ο γιος σου)»] και αυτό το επώνυμο μόνος αυτός από όλους το απέκτησε.

    Μπορεί άραγε κανείς να βρει μεγαλύτερο σε έπαινο από αυτά τα ονόματα; Στους άλλους μεν ανθρώπους όλους δεν θα μπορούσε να βρει όχι περισσότερα και μεγαλύτερα από αυτά, αλλά ούτε αυτά μαζί. Σ’ αυτόν δε προϋπάρχουν και άλλα μεγαλύτερα από αυτά. Διότι όχι μόνο αγαπημένος παρθένος είναι, αλλά και της Παρθένου υιός, και μάλιστα της μητροπαρθένου και Θεομήτορος, αφού έγινε γι’ αυτήν κατά χάρη ό,τι ο Χριστός της είναι κατά φύση[βλ. παραπάνω, Ιω.19,26 κ.ε.]. Εάν δε μόνος αυτός απέκτησε την ίδια με τον Χριστό μητέρα, είναι και ο μόνος αδελφός Του επάνω από όλους και συγγενής και αφομοιωμένος με τον Υιό του Θεού καθ’ όλα. Υιός αγαπητός Εκείνος[Ματθ.3,17: «Καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα(:Και τότε ακούστηκε μια φωνή απ’ τους ουρανούς που έλεγε: ‘’Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπημένος, στον Οποίο ευαρεστήθηκα. Τον γέννησα προαιωνίως και είναι ως Θεός ο μονάκριβός μου Υιός, και ως άνθρωπος ο απολύτως αναμάρτητος. Πάντοτε έκανε το αρεστό ενώπιον μου’’)»], και αυτός μαθητής αγαπητός[Ιω.19,26: «Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου(:Ο Ιησούς λοιπόν, όταν είδε τη μητέρα Του και τον μαθητή που αγαπούσε να στέκεται εκεί κοντά, λέει στη μητέρα Του: «Γυναίκα, να ποιος από τώρα θα είναι ο γιος σου)»].

     Στον κόλπο του Πατρός Εκείνος [Ιω.1,18: «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε· ὁ μονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο(:Και ήταν φυσικό από τον Χριστό να λάβουμε την τέλεια αποκάλυψη της αλήθειας· διότι τον Θεό δεν Τον έχει δει κανείς ποτέ. Ο Υιός, που μόνο Αυτός γεννήθηκε από την ουσία του Πατρός και είναι μέσα στους κόλπους Του αχώριστος πάντοτε από Αυτόν, Εκείνος μας εξήγησε και μας γνώρισε τον Θεό)»] και αυτός επιστήθιος στον Ιησού[Ιω.13,23: «Ἦν δὲ ἀνακείμενος εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἐν τῷ κόλπῳ τοῦ Ἰησοῦ, ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς(:Τη στιγμή λοιπόν εκείνη ήταν γερμένος κοντά στο στήθος του Ιησού ένας από τους μαθητές Του, τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς)»]· παρθένος Εκείνος, και αυτός δια της χάριτος Εκείνου· παρθένου Υιός Εκείνος, της ίδιας και αυτός[βλ. παραπάνω, Ιω.19,26]. Βροντή Εκείνος[ βλ. Ψαλμ.17,13:«Ἀπὸ τῆς τηλαυγήσεως ἐνώπιον αὐτοῦ αἱ νεφέλαι διῆλθον, χάλαζα καὶ ἄνθρακες πυρός Καὶ ἐβρόντησεν ἐξ οὐρανοῦ Κύριος, καὶ ὁ Ὕψιστος ἔδωκε φωνὴν αὐτοῦ (:Από την εκτυφλωτική και παντού απαστράπτουσα λαμπρότητα της παρουσίας Του πέρασαν κατακόκκινα τα σύννεφα και εξαπολύθηκαν χαλάζια και αναμμένα κάρβουνα προς εξαφάνιση των εχθρών Του.  Και βρόντησε από τον ουρανό ο Κύριος και ο Ύψιστος άφησε την τρομερή φωνή Του)»], και αυτός είναι βροντή· γι' αυτό και αυτό αποκαλείται περισσότερο από τους άλλους «βροντή» και «βροντῆς υἱός» [Μάρκ.3,17: «καὶ Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν τοῦ Ἰακώβου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτοῖς ὀνόματα Βοανεργές, ὅ ἐστιν υἱοὶ βροντῆς(:Και εξέλεξε ακόμη τον Ιάκωβο τον γιο του Ζεβεδαίου και τον Ιωάννη τον αδελφό του Ιακώβου, και τους έδωσε στον καθένα το όνομα Βοανεργές, που σημαίνει ‘’παιδιά βροντής’’)»] και μάλιστα βροντή θεολογικότατη που αντηχεί σε όλα τα πέρατα της γης και θεολογεί τον από τον Πατέρα Λόγο ότι και στην αρχή είναι και προς τον Θεό είναι και Θεός είναι και ζωή έχει μέσα Του και φως αληθινό, το οποίο φωτίζει κάθε άνθρωπο ερχόμενο στον κόσμο και δια του Οποίου έγιναν στην αρχή τα πάντα [ βλ. Ιω.1,1-14].

      Αυτή η βροντή και τον από τον Θεό σταλέντα σε εμάς μάρτυρα της επιδημίας του αληθινού φωτός δήλωσε και Αυτόν τον από τον ουρανό κατελθόντα Λόγο γνώρισε σε μας, γενόμενο για χάρη μας σάρκα, και τρανότατα παρέστησε όλη την δια της σαρκός πολιτεία Του επάνω στη γη, τους λόγους, τα έργα, τα πάθη, την μετά τον σταυρό ανάσταση, την μετά από αυτήν επάνοδο στους ουρανούς από όπου κατήλθε. Και όλα αυτά, λέγει, τα ανέγρεψε για μας, όπως τα είδε, για να σωθούμε [Ιω.20,31: «Ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ(:Αυτά που εκθέσαμε, γράφτηκαν για να πιστέψετε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός που προκηρύχθηκε από τους προφήτες, ο μονογενής Υιός του Θεού˙ κι έτσι πιστεύοντας να έχετε  ως αναφαίρετο κτήμα σας τη νέα, θεία και αιώνια ζωή, την οποία μεταδίδει ο Ίδιος στις ψυχές των ανθρώπων που επικαλούνται το όνομά Του)»].

      Αλλά και σε όλο το χριστώνυμο πλήρωμα απευθύνει προτρεπτική επιστολή, καλώντας όλους για τη συμμετοχή στην αιώνια ζωή, η οποία προαιωνίως ήταν προς τον Πατέρα και φανερώθηκε σε μας: «Ὃ ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς·  καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν·  ὃ ἑωράκαμεν καὶ ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καὶ ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ' ἡμῶν· καὶ ἡ κοινωνία δὲ ἡ ἡμετέρα μετὰ τοῦ πατρὸς καὶ μετὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ(:Σας αναγγέλλουμε αυτό που ήδη υπήρχε όταν άρχισε η δημιουργία του κόσμου, αυτό που με τα αυτιά μας ακούσαμε εμείς οι Απόστολοι, αυτό που με τα μάτια μας είδαμε, και το οποίο είδαμε καλά και τα χέρια μας ψηλάφησαν˙ σας κηρύττουμε δηλαδή για τον ενυπόστατο Λόγο, ο οποίος έχει μέσα Του ζωή και τη μεταδίδει και στους άλλους. Και η ενυπόστατη ζωή προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, έγινε άνθρωπος και φανερώθηκε με σάρκα˙ και τη ζωή αυτή την έχουμε δει με τα μάτια μας και δίνουμε μαρτυρία γι’ αυτή και σας αναγγέλλουμε την ζωή την αιώνια, που υπήρχε προανάρχως και αιωνίως δίπλα στον Πατέρα και ήταν ενωμένη με Αυτόν, και φανερώθηκε σε μας τους Αποστόλους και τους πρώτους μαθητές. Αυτό λοιπόν που έχουμε δει κι έχουμε ακούσει ως αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες αναγγέλλουμε σε σας που δεν το  είδατε με τα μάτια σας και δεν το ακούσατε με τ’ αυτιά σας. Και σας το αναγγέλλουμε, για να έχετε κοινωνία και στενό σύνδεσμο μαζί μας. Κι εκείνος που έχει στενή σχέση και κοινωνία μαζί μας, έχει σχέση και κοινωνία με τον Πατέρα και με τον Υιό του Ιησού Χριστό)» [Α΄Ιω.1,1-3].

    Επειδή δε ήταν μεταξύ των προκρίτων Αποστόλων, και ιδιαιτέρως ήταν και ονομαζόταν αγαπημένος, μας διδάσκει περί της κορυφής των αρετών, δηλαδή της αγάπης λέγοντας ότι ο ίδιος ο Θεός είναι αγάπη, ώστε και όποιος έχει αγάπη να έχει τον Θεό και όποιος μένει στην αγάπη να μένει στον Θεό, και ο Θεός να μείνει σε όποιον μένει η αγάπη:« Ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν.  Ἐν τούτῳ ἐφανερώθη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν ἡμῖν, ὅτι τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεὸς εἰς τὸν κόσμον ἵνα ζήσωμεν δι᾿ αὐτοῦ.  Ἐν τούτῳ ἐστὶν ἡ ἀγάπη, οὐχ ὅτι ἡμεῖς ἠγαπήσαμεν τὸν Θεόν, ἀλλ᾿ ὅτι αὐτὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ ἀπέστειλε τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἱλασμὸν περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν. ᾿Αγαπητοί, εἰ οὕτως ὁ Θεὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ἀλλήλους ἀγαπᾶν.  Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν.  Ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν.  Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου.  ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. Καὶ ἡμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἣν ἔχει ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν. ῾Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ(: Εκείνος που δεν αγαπά, δεν γνώρισε ποτέ τον Θεό, διότι ο Θεός είναι αγάπη. Και η αγάπη του Θεού αποδείχθηκε κι έγινε φανερή ανάμεσά μας με αυτό κατεξοχήν το γεγονός: με το ότι δηλαδή ο Θεός απέστειλε στον κόσμο τον Υιό του τον μονάκριβο, έτσι ώστε εμείς, που εξαιτίας των αμαρτιών μας είχαμε καταδικαστεί στον αιώνιο θάνατο, να ζήσουμε την πνευματική και αιώνια ζωή που μας εξασφάλισε με την θυσία Του. Και αυτό είναι το χαρακτηριστικό της αγάπης του Θεού, ότι δηλαδή δεν αγαπήσαμε πρώτοι εμείς τον Θεό, αλλά Αυτός πρώτος μας αγάπησε, αν και ήμασταν ανάξιοι και δεν Τον αγαπούσαμε. Και μας αγάπησε τόσο πολύ, ώστε απέστειλε τον Υιό Του για να προσφέρει το αίμα Του θυσία εξιλεωτική για τις αμαρτίες μας. Αγαπητοί, εάν ο Θεός μάς αγάπησε με μια τέτοια εξαιρετική και μοναδική αγάπη, αυτό σημαίνει ότι κι εμείς έχουμε χρέος να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Κανείς βέβαια δεν έχει δει ποτέ ποιος είναι στη φύση και στην ουσία Του ο Θεός. Κι όμως, εάν αγαπάμε ο ένας τον άλλον, ο Θεός που είναι αόρατος και ανώτερος από κάθε κατανόηση, μένει μέσα μας˙ και αισθανόμαστε την αγάπη Του τέλεια και πλήρη στην ψυχή μας.  Απ’ αυτό το σημείο γνωρίζουμε ότι μένουμε σ’ Αυτόν και Αυτός μένει μέσα σε μας, από το ότι μας έχει δώσει από τη χάρη του Πνεύματός Του. Αυτό το Πνεύμα μάς κατέστησε ναούς και κατοικητήριά Του. Και επιπλέον εμείς οι Απόστολοι έχουμε δει με τα μάτια μας και ως αυτόπτες μάρτυρες δηλώνουμε ότι ο Πατήρ απέστειλε τον Υιό Του ως σωτήρα του κόσμου, και εκδήλωσε έτσι την τέλεια αγάπη Του σε μας.  Όποιος ομολογήσει με όλες του τις δυνάμεις ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος, ο Θεός μένει μέσα του, κι αυτός μένει ενωμένος με τον Θεό. Κι εμείς έχουμε γνωρίσει με τη χριστιανική μας πείρα και έχουμε πιστέψει την αγάπη που μας έχει ο Θεός. Και τρανό δείγμα της αγάπης Του είναι η ενανθρώπηση του Υιού Του. Ο Θεός, είναι αγάπη, κι εκείνος που μένει στην αγάπη και την ασκεί συνεχώς, μένει ενωμένος με τον Θεό, και ο Θεός μένει μέσα σ’ αυτόν)» [Α΄Ιω.4,8-16].

    Την δε ενέργειά της σε εμάς την δείχνει διπλή, διαμερίζοντάς την αμερίστως στον Θεό και στον πλησίον, και διδάσκοντας ότι αυτές συγκρατούνται η μια από την άλλη και ονομάζοντας ψεύτη αυτόν που νομίζει ότι έχει μόνο τη μια. Διότι, λέγει, σημείο της προς τον Θεό αγάπης είναι η τήρησις του λόγου και των εντολών Του[βλ. Α΄Ιω.2,6: «Ὁ λέγων ἐν αὐτῷ μένειν ὀφείλει, καθὼς ἐκεῖνος περιεπάτησε, καὶ αὐτὸς οὕτω περιπατεῖν(:Εκείνος που λέει ότι μένει και ζει με τον Χριστό, μέσα στην πνευματική του παρουσία, έχει υποχρέωση, όπως Εκείνος έζησε και συμπεριφέρθηκε, έτσι κι αυτός να συμπεριφέρεται και να ζει)»·  Α΄Ιω.4,12 κ.ε: «Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν(:Κανείς βέβαια δεν έχει δει ποτέ ποιος είναι στη φύση και στην ουσία Του ο Θεός. Κι όμως, εάν αγαπάμε ο ένας τον άλλον, ο Θεός που είναι αόρατος και ανώτερος από κάθε κατανόηση, μένει μέσα μας˙ και αισθανόμαστε την αγάπη Του τέλεια και πλήρη στην ψυχή μας)»], όπως και ο ίδιος ο Κύριος δίδαξε λέγοντας: «Όποιος με αγαπά, θα τηρήσει τις εντολές μου»·  «αυτή δε» , λέγει, «είναι η εντολή μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον· και από αυτό θα γνωρίσουν όλοι ότι είστε μαθητές μου, αν έχετε μεταξύ σας αγάπη» [ βλ. Ιω.14,21: «Ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με· ὁ δὲ ἀγαπῶν με ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ πατρός μου, καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν(:Αλλά για να σας μεταδοθεί η νέα αυτή ζωή, που θα σας κάνει ένα μαζί μου, πρέπει πρώτα απ’ όλα να με αγαπάτε. Σας επαναλαμβάνω ότι εκείνος που εγκολπώθηκε τις εντολές μου και τις τηρεί, εκείνος και μόνο με αγαπά. Κι όποιος με αγαπά, θα αγαπηθεί στοργικά από τον Πατέρα μου. Κι εγώ θα τον αγαπήσω και θα του φανερώσω τον εαυτό μου με τον εσωτερικό πνευματικό φωτισμό και τη νέα ζωή που θα του μεταδώσω)»· Ιω. 13,34: «Ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους(:Και σας δίνω γι’ αυτό νέα εντολή: Να αγαπάτε δηλαδή ο ένας τον άλλο. Όπως εγώ σας αγάπησα, έτσι κι εσείς να αγαπιέστε μεταξύ σας)»].

     Βλέπετε ότι είναι αχώριστη η αγάπη προς τον Θεό και η αγάπη μεταξύ μας; Γι΄αυτό λέγει ο αγαπημένος μαθητής: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν· ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν ὃν ἐώρακε, τὸν Θεόν ὃν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν;(: Εάν πει κανείς ότι ‘’αγαπώ τον Θεό’’, και ταυτόχρονα μισεί τον αδελφό του Χριστιανό, αυτός δεν λέει αλήθεια, αλλά είναι ψεύτης· διότι όποιος δεν αγαπά τον αδελφό του, τον οποίο διαρκώς βλέπει, πώς είναι δυνατόν να αγαπά τον Θεό που δεν τον έχει δει ποτέ;)» [Α΄Ιω.4,20]· αλλά και: «Ὁ λέγων ἐν αὐτῷ μένειν ὀφείλει, καθὼς ἐκεῖνος περιεπάτησε, καὶ αὐτὸς οὕτω περιπατεῖν(:Εκείνος που λέει ότι μένει και ζει με τον Χριστό, μέσα στην πνευματική του παρουσία, έχει υποχρέωση, όπως εκείνος έζησε και συμπεριφέρθηκε, έτσι κι αυτός να συμπεριφέρεται και να ζει)» [Α΄Ιω.2,6]. Πώς βάδισε λοιπόν Εκείνος; Υπάκουσε στον ουράνιο Πατέρα, εκπλήρωσε όλα τα του μωσαϊκού νόμου, ευεργέτησε με τις πράξεις του τη φύση, θεράπευσε τους ασθενείς, δίδαξε τους ευπειθείς, έλεγξε τους απειθείς, υπέμεινε υπέρ των ευπειθών τα ονείδη από όσους απειθούσαν, τα εμπτύσματα από τους αχάριστους, τα ραπίσματα, τους εμπαιγμούς, τις μάστιγες και τέλος τον επονείδιστο θάνατο, αφού έδωσε και τη ζωή Του για χάρη μας, από το οποίο κανένα έργο αγάπης δεν είναι μεγαλύτερο [Ιω.15,13: «Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ(:Μεγαλύτερη αγάπη προς τους φίλους του κανείς δεν έχει απ’ αυτήν, δηλαδή από το να προσφέρει και να θυσιάσει τη ζωή του για χάρη των φίλων του)»].

    Βλέπομε όμως και τον αγαπημένο μαθητή να είναι και μαθητής με τα έργα· διότι αυτός πέρασε σαφώς ανάμεσα από όλα τα διδάγματα και θαύματα και παθήματα του Διδασκάλου, ευεργετώντας όλους με έργα και λόγια και εξάγοντας από σκοτάδι σε φως και μεταβάλλοντας από αναξίους σε αξίους, αυτός δε ο ίδιος πάσχοντας για χάρη τους. Θάνατο δε δεν υπέμεινε μόνο ένα για τη μαρτυρία του Ιησού και την ωφέλειά μας, ή με άλλα λόγια για την αγάπη προς τον Θεό και τους ανθρώπους, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του παρέδιδε τον εαυτό του σε θάνατο. Πόσες φορές εμπαίχθηκε, πόσες φορές ραπίσθηκε, πόσες φορές λιθοβολήθηκε, πόσες φορές οδηγήθηκε σε τυράννους και άρχοντες για να λογοδοτήσει ως υπόδικος αυτός ο διανομέας της ευσέβειας-από τον ωμότατο δε των τυράννων τύραννο Δομετιανό εξορίζεται στην Πάτμο[βλ. Αποκ.1,9: «Ἐγὼ Ἰωάννης, ὁ ἀδελφὸς ὑμῶν καὶ συγκοινωνὸς ἐν τῇ θλίψει καὶ βασιλείᾳ καὶ ὑπομονῇ ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ, ἐγενόμην ἐν τῇ νήσῳ τῇ καλουμένῃ Πάτμῳ διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ(:Εγώ ο Ιωάννης ο αδελφός σας είμαι συγκοινωνός και συμμέτοχος στη θλίψη σας και στους διωγμούς σας για την πίστη του Χριστού, αλλά και στην ένδοξη βασιλεία, την οποία θα μας χαρίσει ως αμοιβή, εάν δείξουμε υπομονή και μείνουμε ενωμένοι με τον Ιησού. Εγώ λοιπόν ήλθα εξόριστος στο νησί που ονομάζεται Πάτμος για το κήρυγμα του λόγου του Θεού και για τη μαρτυρία που δίνω για τον Ιησού, ότι είναι ο Υιός του Θεού και ο Σωτήρας μας)»], χαιρόμενος και κηρύσσοντας παντού τα διδάγματα του αγαθού Δεσπότη και Διδασκάλου.

     Σ’ αυτά τα διδάγματα πειθόμενοι κι εμείς, αδελφοί, ας περπατήσουμε κατά δύναμη, όπως περπάτησε και ο Χριστός και ο αγαπημένος μαθητής Του, υποτασσόμενοι στους ιδιαιτέρους πατέρες μας· διότι λέγει: «Υἱὸς πανοῦργος ὑπήκοος πατρί, υἱὸς δὲ ἀνήκοος ἐν ἀπωλείᾳ(:Το έξυπνο και φρόνιμο παιδί υπακούει στον πατέρα του, ενώ το ανόητο και ανυπάκουο βαδίζει προς την καταστροφή)» [Παροιμ.13,1]. Όχι δε μόνο στους σωματικούς πατέρες, αλλά περισσότερο στους πνευματικούς, και δι’ αυτών στον Ύψιστο Πατέρα, «ἐξ οὗ πᾶσα πατριὰ ἐν οὐρανοῖς καὶ ἐπὶ γῆς ὀνομάζεται(:απ’ τον Οποίο όλα τα αγγελικά τάγματα στους ουρανούς και όλα τα γένη των ανθρώπων στη γη παίρνουν την ονομασία της φυλής και του γένους τους)»[Εφεσ. 3,15]. Διότι η αγάπη και υπακοή και ευπείθεια προς τους πνευματικούς πατέρες αναφέρεται προς τον Θεό, και όποιος απειθεί σε αυτούς προσκρούει στον Θεό των πατέρων, όπως αποφάνθηκε και ο Χριστός λέγοντας: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με(:Διότι όποιος ακούει εσάς και υπακούει σε σας, ακούει εμένα και υπακούει σε μένα. Κι όποιος παρακούει εσάς, παρακούει εμένα. Κι εκείνος που παρακούει εμένα, παρακούει τον Θεό, που με έστειλε στον κόσμο. Κάθε λοιπόν παρακοή και περιφρόνηση που θα δείξουν οι άνθρωποι σε σας είναι σαν να την δείχνουν στον ίδιο τον επουράνιο Θεό)» [Λουκά 10,16]. «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες· ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες· ἀλυσιτελὲς γὰρ ὑμῖν τοῦτο(:Να υπακούτε στους πνευματικούς προϊσταμένους σας και να υποτάσσεστε τελείως σε αυτούς· διότι αυτοί αγρυπνούν για τη σωτηρία των ψυχών σας, καθώς θα δώσουν λόγο στον Χριστό για τις ψυχές σας. Να τους υπακούτε, για να ενθαρρύνονται με την υπακοή σας, ώστε να επιτελούν το έργο τους αυτό με χαρά και όχι με στεναγμούς. Άλλωστε δεν σας συμφέρει να στενάζουν εξαιτίας σας οι πνευματικοί σας προεστοί, επειδή ο Θεός θα σας τιμωρήσει γι'αυτό)», φωνάζει ο Παύλος, ο μεγάλος κήρυκας[Εβρ.13,17], προθυμοποιούμενοι να εκτελείτε κάθε νόμιμο και κάθε αγαθό έργο· και αν παραλειφθεί κάτι εξαιτίας της ασθενείας της φύσεώς μας, ο Κύριος είναι ίλεως, αναπληρώνοντας με τη χάρη Του τις ασθένειές μας και μας προσδέχεται σαν να έχομε ζήσει με τέλεια αγαθοεργία, μάλιστα αν μας δει ταπεινωμένους για τις ελλείψεις στην αρετή και όχι επαιρόμενους για την άσκησή της.

     Ο καθένας σας να ευεργετεί τον πλησίον πολυτρόπως· με όσα έχει. Δεν μπορείς να θεραπεύσεις τους ασθενείς με θαυματοποιό λόγο; Αλλά μπορείς να θεραπεύσεις με παρηγορητικό λόγο. Εάν μάλιστα υπηρετήσεις και μόνος σου στις ανάγκες του, θα έχεις υπηρέτη τον ίδιο τον Χριστό στον μέλλοντα αιώνα κατά τον λόγο Του: «Μακάριοι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι, οὓς ἐλθὼν ὁ κύριος εὑρήσει γρηγοροῦντας. Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι περιζώσεται καὶ ἀνακλινεῖ αὐτούς, καὶ παρελθὼν διακονήσει αὐτοῖς(:Μακάριοι είναι οι δούλοι εκείνοι που όταν έλθει ο Κύριος θα τους βρει να αγρυπνούν. Αληθινά σας λέω ότι στην άλλη ζωή θα γίνει διάκονός τους και θα ζώσει τη μέση Του, για να μην εμποδίζεται στις κινήσεις του απ’ τον χιτώνα Του, και θα τους βάλει να καθίσουν, και τότε θα έλθει κοντά τους και θα τους υπηρετήσει)» [ Λουκά 12,37]. Και αν μάλιστα γίνεις και κοινωνός με αυτόν μεταδίδοντάς του από τα αναγκαία που διαθέτεις, θα είσαι κοινωνός του θείου πλούτου και της βασιλείας του Χριστού και θα τραφείς με αμβροσία σαν να έντυσες και πότισες και έθρεψες τον ίδιο και θα φορέσεις το βασιλικό ένδυμα της αθανασίας[Ματθ.25,34-40].

     Δεν έχεις λόγο διδασκαλίας, παράκληση προς αρετή, δύναμη ελέγχου, αποτρεπτική της κακίας και προτρεπτική της αρετής; Να γίνεις διδάσκαλος με τα έργα καθιστάμενος αγαθός εργάτης στον εαυτό σου και στον πλησίον. Ας λέγουν οι τέτοιοι άνθρωποι και για σένα: «ὅτι ἀνόμοιος τοῖς ἄλλοις ὁ βίος αὐτοῦ, καὶ ἐξηλλαγμέναι αἱ τρίβοι αὐτοῦ(:μας είναι τόσο ενοχλητικός και βαρύς στο να τον βλέπουμε, διότι η ζωή του δεν μοιάζει με τη ζωή των άλλων ανθρώπων και οι τρόποι της συμπεριφοράς του είναι διαφορετικοί και παράδοξοι)»[Σοφ.Σολ.2,15]. Αν πάλι δεν βαστούν και απευθύνουν ύβρεις και πλέκουν συκοφαντικές κατηγορίες κα μηχανεύονται εναντίον σου τα πάνδεινα, μείνε ατάραχος, μην αλλάξεις τρόπο παραφερόμενος ή αποχαυνούμενος, αλλά να είσαι χρηστός στον εαυτό σου και σε εκείνους, βλέποντας για παράδειγμα τον ίδιο τον Χριστό και τον αγαπημένο σε Εκείνον μαθητή. Και παίρνοντας αυτό για οδηγό πορείας στην οδό του Κυρίου την ευθεία, βάδιζε σε αυτήν χωρίς επιστροφή· διότι λέγει: «Μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν(:Μην παραξενεύεστε από το ότι θα συναντάτε ένα τέτοιο μίσος στον κόσμο. Αλλά να θυμάστε το λόγο που σας είπα: ‘’Δεν υπάρχει δούλος ανώτερος από τον κύριό του. Εάν εμένα, τον Κύριό σας, καταδίωξαν, θα καταδιώξουν κι εσάς που είστε δούλοι μου. Εάν εφάρμοσαν τον λόγο μου, θα εφαρμόσουν και τον δικό σας λόγο’’)»[Ιω.15,20], λέγει Εκείνος. Αν έτσι ενεργείς και έτσι υπομένεις, θα είσαι σε όλους φανερός ότι ενστερνίστηκες την θεία αγάπη.

     Εάν μάλιστα και εσύ ποθείς να δεις μέσα σου τα σημεία της, θα σου τα υποδείξω και αυτά· μόνο να βαδίζεις ακούραστα προς την ανεύρεσή τους. Όταν ανατείνοντας τον νου προς τον Θεό, δεν αντισύρεσαι από κανένα γήινο, αλλά, λησμονώντας αβίαστα τα πάντα χωρίς διαλογισμούς, εντρυφάς χαρούμενος στη μνήμη του Θεού και στις προς Αυτόν ευχές, τότε γνώριζε ότι έγγισες καθαρά την προς τον Θεό αγάπη και ότι μετέχεις αυτής τόσο πολύ, όσο παρατείνεται ο καιρός μιας τέτοιας συναντήσεως με τον Θεό, μάλλον δε ενώσεως. Και όταν πάλι προσεύχεσαι προς τον Κύριο με κατάνυξη και γλυκερή οδύνη καρδίας εξίσου υπέρ του εαυτού σου και υπέρ κάθε ανθρώπου, γνωστού και αγνώστου, εχθρού και φίλου, που σε λύπησε ή που δεν σε λύπησε, τότε γνώριζε ότι αγάπησες από ψυχή τον πλησίον. Αλλά αυτές οι διαθέσεις δεν προσγίνονται, εάν δεν έχεις τα φανερά έργα της αγάπης· εάν δηλαδή δεν εθίσεις τον εαυτό σου να αφήσει το θέλημά του και να εκτελεί το του πλησίον, πώς θα υπομείνεις τα επερχόμενα σε εσένα από αυτόν; Εάν επίσης δεν βαστάζεις γενναία και με μακροθυμία τις εκ μέρους των ανθρώπων προκαλούμενες δυσχέρειες, πώς θα προκόψεις στο να υπερεύχεσαι των εχθρών; Εάν δε, μη πειθόμενος  σε Εκείνον που λέγει: «Πλὴν τὰ ἐνόντα δότε ἐλεημοσύνην, καὶ ἰδοὺ ἅπαντα καθαρὰ ὑμῖν ἔσται (:Δώστε όμως ελεημοσύνη εκείνα που είναι μέσα στο ποτήρι και την πιατέλα, και γίνετε ευεργετικοί στους άλλους με τα αγαθά σας˙ και έτσι, όλα όσα τρώτε τότε θα σας γίνουν καθαρά, έστω και αν τα τρώτε χωρίς να πλυθείτε προηγουμένως)» [Λουκά 11,41], τα κατέχεις και τα διαφυλάττεις κοντά σου και δεν τα προσφέρεις για να καλύψεις τις ανάγκες του πλησίον, πώς θα χύσεις δάκρυα γι’ αυτούς;

     Διότι «όποιος έχει αγάπη», λέγει κάποιος από τους φίλους του Θεού, «σκόρπισε χρήματα· όποιος όμως λέγει ότι έχει και τα δύο, χρήματα και αγάπη, βρίσκεται σε πλάνη· απλώς ή χρήματα στερείται, ή αγάπη στερείται, δηλαδή Θεό». Διότι ο Θεός είναι αγάπη όπως ο Ίδιος αποφαίνεται λέγοντας προς εμάς: «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ (:Μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στον Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους. Διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)»[Ματθ.6,25], «μαμωνά» εννοώντας καθετί που μας περισσεύει, χρυσό ή αργυρό ή κάτι άλλο.

     Και δείχνει ότι είναι αδύνατο να προσευχηθεί αυτός που φυλάσσει απόθεμα χρημάτων, διότι, λέγει: «Ὃπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:Πρέπει λοιπόν να θησαυρίζετε θησαυρούς στον ουρανό, για να είναι και η καρδιά σας προσκολλημένη στον Θεό και στα ουράνια· διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)» [Ματθ.6,21], αλλά όχι στην προσευχή. Ώστε για τους ανθρώπους τέτοιου είδους έλεγε ο Κύριος και αυτό: «Ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος τῷ στόματι αὐτῶν καὶ τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόῤῥω ἀπέχει ἀπ᾿ ἐμοῦ(:Ο λαός αυτός με πλησιάζει μόνο με το στόμα του και με τιμά μόνο με τα χείλη του˙ η καρδιά του όμως απέχει πολύ μακριά από μένα)»[Ματθ.15,8]. Γι’ αυτό και η αγαπημένη στον Θεό βροντή βοά: «Ὃς δ᾿ ἂν ἔχῃ τὸν βίον τοῦ κόσμου καὶ θεωρῇ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ χρείαν ἔχοντα καὶ κλείσῃ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ ἀπ᾿ αὐτοῦ, πῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μένει ἐν αὐτῷ;(:Αν κάποιος που έχει τα πλούτη του κόσμου δει τον αδελφό του σε κατάσταση ανάγκης και κλείσει την καρδιά του και τα σπλάχνα του απέναντι στον αδελφό, κι έτσι δεν αισθανθεί καμία συμπάθεια για τη δυστυχία του, πώς είναι δυνατόν να μένει μέσα του η αγάπη για τον Θεό;)» [Α΄Ιω.3,17]· διότι άλλωστε ούτε μπορεί η αγάπη του κόσμου και η αγάπη του Θεού να μένουν σε ένα και τον ίδιο, αφού η αγάπη του κόσμου είναι έχθρα προς τον Θεό. Γι΄αυτό λέγει πάλι ο ίδιος: «Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον μηδὲ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ. ἐάν τις ἀγαπᾷ τὸν κόσμον, οὐκ ἔστιν ἡ ἀγάπη τοῦ πατρὸς ἐν αὐτῷ(:Μην αγαπάτε τον μάταιο κόσμο που βρίσκεται μακριά από τον Θεό, ούτε τις απολαύσεις του κόσμου, που απομακρύνουν τον άνθρωπο από τον Θεό. Εάν κανείς αγαπά τον κόσμο, δεν υπάρχει μέσα του η αγάπη προς τον ουράνιο Πατέρα)» [Α΄Ιω.2,15].

      Και ποια είναι τα πράγματα στον κόσμο, εάν όχι οι πορισμοί χρημάτων που δεν ωφελούν τίποτε την ψυχή, οι σαρκικές επιθυμίες, η υψηλοφροσύνη, το γήινο θέλημα; Όλα αυτά δεν είναι από τον Θεό, αλλά χωρίζουν από Αυτόν όσους τα έχουν, νεκρώνουν την ψυχή του νικημένου από αυτά και την θάπτουν στο χρυσό και αργυρό χώμα, πράγματα που είναι τόσο πολύ χειρότερα από το απλό χώμα, με το οποίο συνήθως καλύπτομε το δικό μας χώμα, καθόσον αυτό μεν το χώμα ριπτόμενο επάνω από τα νεκρά σώματά μας συγκλείει την από αυτά δυσωδία και την καθιστά τελείως ανέβγαλτη, ο δε χρυσός και αργυρός χους όσο περισσότερος τοποθετηθεί επάνω στον νου του κατόχου, τόσο δυσωδέστερο τον κάνει, ώστε η δυσωδία να φθάνει και μέχρι του ουρανού και των ουρανίων αγγέλων και αυτού του Θεού του ουρανού και να αποστρέφει τους από εκεί οικτιρμούς του Θεού και από την εκείθε επιστασία.

     Γι'αυτό και ο αγαπημένος απεστάλη από τον αγαπήσαντα Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, για να μας διδάξει όλη την αλήθεια και να μας αναστήσει από τα νεκρά αυτά έργα και να μας προτρέψει σε έργα φωτός, των οποίων ως κορύφωμα παρεκτικό αιωνίου ζωής παρουσίασε σαφέστατα την προς τον Θεό και τον πλησίον αγάπη. Πώς λοιπόν τον αγαπούμε και τον τιμούμε; Όχι ως έναν απόστολο που αποκάλυψε σε εμάς την αλήθεια για τα πάντα; Ας μην πράττουμε λοιπόν τα αντίθετα από τους λόγους εκείνου, αδελφοί· ούτε δείχνοντας την αγάπη και την πίστη με σχήμα και γλώσσα να απιστούμε σε αυτόν με τα έργα, πράγμα που και αυτός απαγορεύει λέγοντας: «Τεκνία μου, μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδὲ τῇ γλώσσῃ, ἀλλ᾿ ἐν ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ(:Παιδάκια μου, ας μην αγαπάμε μόνο με τα λόγια ή με τη γλώσσα, αλλά ας αγαπάμε με έργα ευεργετικά και όχι ψεύτικα, αλλά αληθινά)» [Α΄Ιω.3,18].

      Αν λοιπόν και εμείς αγαπάμε και τιμούμε τον επάνω από όλους αγαπημένο από τον Θεό, ας δείξουμε με έργα και αλήθεια την αγάπη προς αυτόν, γινόμενοι όχι μόνο ακροατές των λόγων εκείνου, αλλά και ποιητές· διότι έτσι θα είναι δυνατό να επιτύχουμε την από αυτόν ευαγγελιζομένη αιώνια ζωή και βασιλεία κατά τον Βασιλέα των αιώνων Χριστό, στον Οποίο πρέπει αιώνια δόξα στον ουρανό και επάνω στη γη μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το συναΐδιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

              ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

                      επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

·       Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες ΜΓ΄- ΞΓ΄, ομιλία ΜΔ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 42-68.

·       Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

·       Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.

·       https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/

·       https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/

·       Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.

·       http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm       

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου