12 Νοε 2016

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ, Κυριακή Η΄ Λουκά –«Μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται»

ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
«Μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται»
Ακούσαμε σήμερα την περίφημη παραβολή του καλού Σαμαρείτου, την οποία είπεν ο Ιησούς Χριστός στον νομοδιδάσκαλο, που τον επλησίασε και προς τους λοιπούς ακροατές του, εξ αφορμής του ερωτήματος που του υπέβαλε (ο νομικός) για το ποιός είναι πλησίον του.
Και αφού διηγήθηκε ο Κύριος την υπέροχη αυτή παραβολή του καλού Σαμαρείτου, που αποδείχθηκε καλός, σπλαγχνικός και ευεργετικός στον μισοπεθαμένο από τις πληγές των ληστών και εγκαταλελειμμένο συνάνθρωπό του, παρ’ ότι αλλογενής, ενώ οι ομοεθνείς του Ιερεύς και Λευΐτης τον ξεπέρασαν αδιάφοροι και ασυγκίνητοι και τον άφησαν στο έλεος του Θεού, προκάλεσε τον νομομαθή εκείνο άνθρωπο να απαντήση για το ποιός απ’ τους πιο πάνω τρεις διαβάτες αποδείχθηκε στα πράγματα πλησίον και αδελφός εκείνου, που έπεσε στα χέρια των ληστών. Και βέβαια ο θείος Διδάσκαλος πήρε την απάντησι πως πλησίον αποδείχθηκε εκείνος, που τον συμπόνεσε και τον ελέησε.

Ο Άγιος Κύριλλος Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, σχολιάζοντας την στάσι και την πρόθεσι του νομοδιδασκάλου, την ώρα που πλησίασε τον Χριστό, λέγει τα εξής: «Αφού φαντάσθηκε ότι μπορούσε να παγιδεύση τον Χριστό στο να ειπή κάτι κατά του Μωϋσέως και του Μωσαϊκού νόμου, δηλ. της εντολής, η οποία δόθηκε από αυτόν, και έτσι να χαρακτηρίση καλλίτερη την ιδική  του διδασκαλία, πλησιάζει τον Θεάνθρωπον Κύριό μας πειράζοντάς τον. Πλησιάζει με υποκρισία και πλαστή γνώμη και τον ονομάζει διδάσκαλο υποκρινόμενος ότι τον τιμά, για να μπορέση με τα καλά λόγια να αποκρύψη τον σκοπό του… Τον αποκαλεί Διδάσκαλο, χωρίς να ανέχεται το να μαθητεύη κοντά Του. Υποκρίνεται πως τον τιμά, προσδοκώντας το να επιτύχη τα σχέδιά του».
Ο αείμνηστος Πανεπιστημιακός διδάσκαλος Παναγιώτης Τρεμπέλας παρατηρεί εύστοχα ότι «το ερώτημα που έθεσε ο νομικός, σπουδαίο και χωρίς καμμιά αντίρρησι αγαθό, έπαυσε να είναι τέτοιο, αφού η πρόθεσις εκείνου, που το έθεσε ήταν πονηρή. Δεν είναι λοιπόν αρκετόν να ομιλή κάποιος για τα θεία και να τα ερευνά, αλλά πρέπει και η πρόθεσις, με την οποία ομιλεί και ερευνά να είναι ευθεία και θεοφιλής. Εάν ομιλούμε για την αιώνια ζωή και τον δρόμο, που οδηγεί σ’ αυτή με επιπολαιότητα και μόνο σαν να πρόκειται για θέμα συζητήσιμο, μάλιστα δε και αμφισβητήσιμο, ασφαλώς τότε λαμβάνουμε το όνομα του Κυρίου του Θεού «επί ματαίω»».
Γι’ αυτό και ο ερμηνευτής Ευθύμιος Ζιγαβηνός κάνει το εξής σχόλιο: «αφού ο Σωτήρας μας εγνώρισε την πανουργία (του νομικού) τον παραπέμπει στον νόμο, θέλοντας να του ειπή: τι με ρωτάς για την αιώνια ζωή και για τα έργα που θα σε αξιώσουν της αιωνίου μακαριότητας; Τι λέγει ο νόμος και πως εσύ τον αντιλαμβάνεσαι;
Ο ίδιος ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, θέλοντας να σχολιάση και να επαινέση την θεάρεστη στάσι και συμπεριφορά του καλού Σαμαρείτου, σημειώνει τα εξής: «Φαίνεται και τούτο στην παραβολή ότι πιο πολύ και πιο καλά βρίσκει τον φυσικό του πλησίον ο μη φαντασμένος και υπερήφανος, παρά ο εγωϊστής και αλαζόνας. Γιατί ο Σαμαρείτης ξεπέρασε τον Ιερέα και τον Λευΐτη. Διότι ο μεν Ιερεύς και ο Λευΐτης, όταν είδαν τον συνάνθρωπό τους μισοπεθαμένο και ευρισκόμενο σε δεινή κατάστασι τον ξεπέρασαν αδιάφορα, χωρίς να νοιώσουν κάτι το ανθρώπινο γι’ αυτόν… ενώ αντίθετα το φρόνημά τους ήταν περιφρονητικό και χωρίς συμπάθεια και επιείκεια. Ο αλλογενής βεβαίως και ευρισκόμενος ανάμεσα στους Σαμαρείτες έχει εκπληρώσει τον νόμο της αγάπης».
Και ο σήμερα εορταζόμενος Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος διασαφηνίζει τονίζοντας τα εξής: «Δεν είπε ότι κάποιος Ιουδαίος έκανε την ευεργεσία σε Σαμαρείτη, αλλ’ ότι ένας Σαμαρείτης επέδειξε όλη εκείνη την φιλοτιμία. Από εδώ μαθαίνουμε εξ ίσου να προσπαθούμε για όλους, όχι μόνο για τους οικείους της πίστεως να φροντίζουμε και να αμελούμε τους ξένους.
Έτσι λοιπόν κι εσύ, αν δης κάποιον να υποφέρη πολύ, μη τον περιεργάζεσαι. Έχει το δικαίωμα της βοηθείας, με το να υποφέρη και να δυστυχή».
Και συμπληρώνει ο ιερός Πατήρ:«Δεν είπε πλησίον ούτε τον Ιερέα, ούτε τον Λευΐτη, αλλά εκείνον, ο οποίος ήταν κατά το δόγμα εκδιωγμένος από τους Ιουδαίους, τον Σαμαρείτη λέγω, τον ξένο, αυτόν που πολύ βλασφημούσε, εκείνον μόνον είπε πλησίον, επειδή κοντά σ’ αυτόν βρέθηκε το έλεος».
Στη συνέχεια θα ανατρέξουμε και θα αναζητήσουμε την Άγια μορφή ενός αγίου Πατριάρχη, ο οποίος αναδείχθηκε τέλειος μιμητής του Δεσπότου Χριστού, ένας καλός και ευλογημένος Σαμαρείτης για τις χιλιάδες των πτωχών του ποιμνίου του και γι’ αυτό η Αγία μας Εκκλησία του προσέδωσε το προσωνύμιο ελεήμων. Πρόκειται για τον Άγιο Ιωάννη τον ελεήμονα, Πατριάρχη Αλεξανδρείας, («Χαρίσματα και χαρισματούχοι», Τόμος Γ  ἐκδ. «Παρακλήτου», σελ. 121-123), που χθες ετιμήσαμε την ιερή μνήμη του.
Ο ελεήμων Πατριάρχης
Μολις έγινε Πατριάρχης, αμέσως κάλεσε στο γραφείο του τούς ιερείς της Αλεξανδρείας που είχαν την φροντίδα των φτωχών, και τούς είπε:
– Πηγαίνετε στην πόλη και μάθετε πόσοι είναι οι κύριοί μου.
Εκείνοι τον κοίταξαν έκπληκτοι! Δεν κατάλαβαν τι εννοούσε. Τούς εξήγησε λοιπόν:
– Εννοώ αυτούς που συνήθως οι άνθρωποι τούς ονομάζουν φτωχούς. Αυτοί είναι οι δικοί μου κύριοι.
Σε λίγες μέρες οι ιερείς του έφεραν επτάμισυ χιλιάδες ονόματα φτωχών, που είχαν απόλυτη ανάγκη βοηθείας. Όλους αυτούς φρόντισε με κάθε τρόπο να τούς βοηθήση.
Αγαπούσε τόσο πολύ τούς άλλους, ώστε λησμονούσε τον ίδιο τον εαυτό του. Ζούσε φτωχικά. Δεν μπορούσε να ησυχάση όταν σκεφτόταν ότι αυτός τα είχε όλα, ενώ άλλοι μπορεί να μη είχαν ούτε ένα κομμάτι ψωμί. Γι  αὐτό έδινε, έδινε μέχρι του σημείου να μη έχει τίποτε ο ίδιος. Το ράσο του ήταν παλιό και τριμμένο. Και το δωμάτιό του σχεδόν άδειο.
Καποτε ένας άρχοντας έτυχε να δη σε τι φτωχική στρωμνή αναπαυόταν ο Πατριάρχης. Αγόρασε λοιπόν ένα ακριβό πάπλωμα και του το χάρισε. Εκείνος το δέχτηκε. Το βράδυ ξάπλωσε και σκεπάσθηκε με το πολυτελές πάπλωμα. Μα του ήταν αδύνατο να κλείση μάτι! Στο νου του ερχόταν η εικόνα τόσων φτωχών ανθρώπων που θα έτρεμαν από το κρύο. Την άλλη μέρα πρωι πρωι έστειλε και πούλησε το πάπλωμα και με τα χρήματα που πήρε έντυσε πολλούς φτωχούς, όπως γράφει ο βιογράφος του Λεόντιος. Τι συνέβη όμως; Συμπτωματικά το βλέπει ο άρχοντας που του το είχε χαρίσει, το αγοράζει πάλι και το ξαναστέλνει στον Πατριάρχη. Αλλά ο άγιος το ξαναπούλησε και έντυσε άλλους φτωχούς! Αυτό έγινε και ξανάγινε, ώσπου κάποτε συναντήθηκαν ο Πατριάρχης και ο δωρητής.
Ο άγιος χαμογέλασε και του είπε:
– Για να δούμε ποιός από τούς δυο θα κουραστή πρώτος, εγώ να πουλώ το πάπλωμα η εσύ να το αγοράζης;
Τοτε ο άρχοντας αποκρίθηκε:
– Υπάρχει κίνδυνος να κρυολογήσετε, και τι θα γίνουν τόσες χιλιάδες φτωχοί;
– Σ  εὐχαριστῶ πολύ για το ειλικρινές σου ενδιαφέρον, απάντησε ο Πατριάρχης, αλλά πως μπορούσα να ησυχάσω εγώ και να κοιμηθώ, όταν γύρω μου τόσα παιδιά μου υποφέρουν; Μπορεί ποτέ να καλοπερνά ο πατέρας, όταν στερούνται και δεινοπαθούν τα παιδιά του;
Ο άρχοντας κατάλαβε ότι είχε δίκιο ο άγιος και δεν ξαναμίλησε.
Το μήνυμα της σημερινής Κυριακής συνοψίζεται στον σχετικό μακαρισμό του Κυρίου μας «μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται». Ευτυχισμένοι και μακάριοι είναι αυτοί, που ελεούν, γιατί θα βρουν πλούσιο το θείο έλεος του μεγάλου Δωρεοδότου και ελεήμονος Θεού.
† Ο Κυθήρων Σεραφείμ
Ορθόδοξος Τύπος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου