26 Μαΐ 2011

Γεώργιος Κρίππας, Το μάθημα των Θρησκευτικών από απόψεως νομικής και εγκληματολογικής (4ον-τελευταίον)

Εἰσήγησις εἰς τὴν Διημερίδα τῆς ΠΕΘ. 12–13 Μαρτίου 2011

ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΨΕΩΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗΣ

Τοῦ κ. Γεωργίου Ἠλ. Κρίππα, Καθ. Ἐλευθέρου Παν., Διδ. Συνταγματικοῦ Δικαίου

(4ον.—Τελευταῖον)

Στὶς νέες χῶρες ποὺ εἰσῆλθαν εἰς τὴν Εὐρωπαϊκὴν Ἕνωση τὸ 2004 καὶ τὸ 2007 (πρώην κομμουνιστικὲς χῶρες), τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διδάσκεται ἐπίσης• ὡς προκύπτει ἐκ στοιχείων λεπτομερῶν, ποὺ παραθέτω σὲ πρόσφατο σύγγραμμά μου, ποὺ ἐξέδωσε ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία. Ἐν πάσει δὲ συντομία: πρέπει, νὰ ἀναφέρουμε τὰ ἑξῆς.

Εἰς τὴν Βουλγαρία τὸ μάθημα διδάσκεται καὶ ἐπίσης ὑπάρχουν καὶ πολλὰ θρησκευτικὰ σχολεῖα, εἰς τὴν Ρουμανία τὸ μάθημα εἰσήχθη ὑπὸ τοῦ νόμου 84/95 ὡς ἐτροποποιήθη διὰ τοῦ Ν. 268/2003... Εἰς τὴν Λιθουανία τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἰσήχθη διὰ ἄρθρου 9 τοῦ Ν. 89/1985. Εἰς τὴν Λεττονία τὸ μάθημα εἰσήχθη διὰ τοῦ Ν. 7.9.1995, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι τὴν ὕλη τοῦ μαθήματος τὴν καθορίζει ἡ Ἐκκλησία. Εἰς τὴν Μάλτα τὸ Σύνταγμα καθιερώνει τὴν καθολικὴ “ἐκκλησία” ὡς ἐπίσημη κρατικὴ θρησκεία, τὸ δὲ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διδάσκεται, ἡ δὲ ὕλη του καθορίζεται ἀπὸ τὴν “Ἐκκλησία”. Εἰς τὴν Σλοβακία ὁ νόμος 308/1991 καθιερώνει τὸ δικαίωμα τῶν γονέων, νὰ ἀπαιτήσουν τὴν διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Ὑπὸ δὲ τοῦ Διατάγματος 536/1990 οἱ καθηγηταὶ τῶν Θρησκευτικῶν ὁρίζονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Εἰς τὴν Σλοβενία ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν προβλέπεται ὑπὸ τοῦ ἄρθρου 229 τοῦ Συντάγματος. Εἰς τὴν Κύπρο ὁμοίως διδάσκεται εἰς τὰ σχολεῖα τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς θρησκείας. Εἰς τὴν Πολωνία τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἰσήχθη διὰ τοῦ ἄρθρου 20 παρ. 3 τοῦ Ν. 17.5.1989, καὶ ἀπὸ τὸ ἄρθρο 53 παρ. 3 τοῦ Συντάγματος, ἡ δὲ ὕλη τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καθορίζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Εἰς τὴν Τσεχίατὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἰσήχθη ὑπὸ τοῦ ἄρθρου 7 παρ. 1 ἐδάφιον (α) τοῦ Νόμου 3/2002, οἱ δὲ λεπτομέρειες ἐφαρμογῆς τῆς ἐν λόγῳ διατάξεως ὁρίζονται ἀπὸ τὴν ἐγκύκλιο 36318/1997 τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ἡ ὁποία ἀναφέρει, ὅτι οἱ ὧρες διδασκαλίας εἶναι δύο καθ᾽ ἑβδομάδα. Ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι ἡ Τσεχία ἐπὶ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος ἦταν ἡ μόνη χώρα τοῦ ἀνατολικοῦ συνασπισμοῦ, εἰς τὴν ὁποίαν ἐδιδάσκετο τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν πρωτοβουλία βεβαίως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι τοῦ κράτους. Εἰς τὴν Ἐσθονία τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διδάσκεται, ἐφ’ ὅσον τὸ ζητήσουν 15 μαθηταί. Τέλος τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν διδάσκεται ἐπίσης καὶ εἰς τὴν Οὐγγαρία, καὶ χρηματοδοτεῖται ὑπὸ τοῦ κράτους. Ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι σὲ ὅσες ἐκ τῶν χωρῶν, ποὺ ἀναφέραμε ἐπικρατεῖ ἡ καθολικὴ ἐκκλησία ἔχουν ὅλες συνάψει κονκορδᾶτο μὲ τὸ Βατικανό, διὰ τοῦ ὁποίου ὑποχρεοῦνται νὰ εἰσαγάγουν τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν. Τὸ Βατικανὸ εἶναι κυρίαρχο κράτος καὶ τὸ κονκορδᾶτο ἀποτελεῖ διεθνῆ σύμβαση, ἡ ὁποία δεσμεύει νομικά το κράτος, ποὺ τὴν ὑπέγραψε. Ἂν δηλ. τὴν παραβιάσει ἔχει διεθνῆ εὐθύνη, ἀλλὰ καὶ ἐσωτερική.

Τὸ θέμα ὅμως τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, καθ᾽ ἣν ἔκταση ἐνδιαφέρει καὶ πρέπει, νὰ ἐνδιαφέρει τὸ κράτος ἔχει καὶ ἄλλην προέκταση. Πέραν τῶν γνώσεων καὶ τῶν στοιχείων τῆς θρησκείας, ποὺ μεταδίδει εἰς τὸν μαθητήν, παρέχει εἰς αὐτὸν καὶ ἠθικὴ διδασκαλία καὶ ἠθικὲς ἀρχές, ὁπότε τὸ μάθημα αὐτὸ ἐκτὸς τῶν ἄλλων διαπλάθει καὶ τὸν αὐριανὸ ὑπεύθυνο, ἔντιμο καὶ ἠθικὸ πολίτη. Μάλιστα δὲ ὁ ἐκ τῶν διαπρεπεστέρων Γερμανῶν καθηγητῶν εἰδικῶν ἐπὶ τῶν σχέσεων κράτους – Ἐκκλησίας von Campenhausen σὲ σύγγραμμά του ὑπὸ τὸν τίτλον Staatskirchenrecht, ποὺ ἀριθμεῖ πολλὲς ἐκδόσεις, ἀναφέρει ὅτι τὸ κράτος ἀκριβῶς διὰ τὸν λόγον αὐτὸν ἔxει ἴδιον καὶ προσωπικὸ συμφέρον, νὰ διδάσκει τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, διὰ τὸν λόγον αὐτόν, ἤτοι διὰ νὰ δύναται νὰ διαπλάθει ἠθικῶς τὸν χαρακτῆρα τῶν μελλοντικῶν πολιτῶν του, ποὺ θὰ δράσουν σὲ ποικίλους τομεῖς τῆς κοινωνίας. Καὶ βεβαίως κάποιοι ἐκ τῶν πολεμίων τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ὅταν τοὺς ἀντιτάξουμε τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ (δηλ. ἂν καταργηθεῖ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, πῶς ὁ αὐριανὸς πολίτης θὰ διαπαιδαγωγηθεῖ ἠθικῶς) ἀπαντοῦν μὲ τὸ νὰ εἰσαχθεῖ εἰς τὰ σχολεῖα τὸ μάθημα τῆς ἠθικῆς: Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ ὅμως εἶναι ἐντελῶς ἀνεύθυνη καὶ ἀντιεπιστημονικὴ διὰ τὸν ἑξῆς ἁπλούστατον λόγον. Ἡ Χώρα μας (καὶ ἐπίσης οἱ λοιπὲς δημοκρατικὲς χῶρες) ἔχει ἑκάστοτε κυβερνήσεις ὁρισμένου κόμματος, τὸ ὁποῖο ἔχει πάντοτε ὁρισμένον πολιτικοϊδεολογικὸν προσανατολισμὸν ὁπότε ποίαν ἠθικὴν θὰ διδάσκουμε ἑκάστοτε, π.χ. ἕνα ἀριστερὸ κόμμα θεωρεῖ τοὺς δεξιοὺς προδότες ἀνέντιμους κ.λπ. ἄρα ὅταν τὸ κόμμα αὐτὸ ἔλθει εἰς τὴν ἀρχή, θὰ πρέπει, νὰ εἰσαγάγει τὴν ἰδικήν του ἠθικήν. Ἀντιθέτως ἕνα κόμμα δεξιό, ὅταν ἔλθει εἰς τὴν ἀρχὴν, θὰ διδάσκει τὴν ἰδικήν του ἠθικὴν βάσει τῆς ὁποίας ὅποιος εἶναι ἀριστερὸς εἶναι ἀνέντιμος, προδότης κ.λπ. Ἄρα θὰ καταλήγαμε, νὰ διδάσκεται ἑκάστοτε διαφορετικὴ ἠθικὴ σύμφωνη μὲ τὸν πολιτικοϊδεολογικὸ προσανατολισμὸ τοῦ κόμματος, πoὺ εἶναι κυβέρνηση τὴν συγκεκριμένη χρονικὴ περίοδο. Αὐτὸ ὅμως δὲν θὰ ἦταν μάθημα ἠθικῆς ἀλλὰ καθαρὴ κοροϊδία καὶ μάλιστα εἰς βάρος τῶν παιδιῶν μας, ἀνθρώπων δηλ. μὴ ἐχόντων καμμία πεῖρα καὶ δεκτικῶν ἀποπροσανατολισμοῦ. Ἔτσι ὅμως ὁ ψυχικὸς κόσμος τῶν παιδιῶν μας θὰ καταστρεφόταν.

Ἀπό ἀπόψεως de lege ferenda τίθεται τό ἐρώτημα: Τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν πρέπει ἤ ὄχι νά διδάσκεται; Δηλαδή ἡ διδασκαλία του εἶναι ἐπιβλαβής ἤ ἐπωφελής; Βεβαίως ἐπί τοῦ προκειμένου ἁρμοδία νά ἀπαντήση εἶναι ἡ παιδαγωγική ἐπιστήμη καί ὄχι ἡ νομική. Ὅμως, ὑπάρχει κλάδος τῆς νομικῆς, πού ἐξετάζει ἁρμοδίως καί αὐτό τό θέμα. Πρόκειται περί τῆς ἐγκληματολογίας, οἱ διαπρεπέστεροι ἐκπρόσωποι τῆς ὁποίας ἔχουν ἀποφανθῆ ἐπί τοῦ προκειμένου και ἔχουν δεχθῆ τά ἀκόλουθα:

α) Ὁ πολύς Γαρδίκας1 ἀναφέρει: «ἡ ἀρχή τῆς μετανοίας, ἡ στηριζομένη εἰς τόν Λουκᾶν ιθ΄, 8 ἤτοι μετάνοια δι᾽ ἔργων, εἶναι ἀπαραίτητος εἰς τήν πρόληψιν τοῦ ἐγκλήματος. Ἐπί τούτης στηρίζονται οἱ σύγχρονοι λίαν δέ δραστικοί σωφρονιστικοί θεσμοί, οἷον ὁ τῆς προσωρινῆς ἀπολύσεως καταδίκων ἐκ τῶν φυλακῶν, ὁ τῆς ὑπό αἵρεσιν καταδίκης ἤ ἀναστολῆς τῆς ποινῆς, ὁ τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ καταδίκου καί τοῦ πτωχεύσαντος ἐμπόρου... ἀλλ᾽ ἡ ἀρχή τῆς μετανοίας ἐνεργεῖ καί εὐρύτερον, διότι ἡ συγχώρησις τοῦ ἁμαρτήματος ἀποπλύνει τά μίση καί τά αἰσθήματα τῆς ἀντεκδικήσεως πρός τούς βιαιοπραγοῦντας καί συμβάλλει εἰς τήν πρόληψιν τῶν ἐγκλημάτων».

β) Ὁ Δασκαλόπουλος2 ἀναφέρει: «τό γνήσιον καί ὑγιές θρησκευτικόν συναίσθημα, πρωτίστως δέ ἐν τῷ χώρῳ τοῦ χριστιανισμοῦ ἀναπτυσσόμενον, ἐξυψώνει τόν ἄνθρωπον, εἶναι δι᾽ αὐτόν πηγή ζωῆς ἰσχύος καί ἐμπνεύσεως καί συνέχει αὐτόν ἐκ τῆς κατολισθήσεως εἰς τό ἔγκλημα καί εἰς πᾶσαν ἄλλην ἀντικοινωνικήν ἐκδήλωσιν. Διά τοῦ το ἀδήριτος ὑπάρχει ἀνάγκη τῆς καλλιεργείας καί ἀναπτύξεως τοῦ συναισθήματος τούτου πάσῃ δυνάμει εἰς τάς ψυχάς τῶν ἀνθρώπων, ἰδίως ἀπό τῆς νεαρᾶς αὐτῶν ἡλικίας, ἀλλ᾽ ὁμοίως καί μετά ταῦ τα, καθ᾽ ὅλον αὐτῶν τόν βίον».

γ) Ὁ γνωστός Γάλλος ποινικολόγος – ἐγκληματολόγος καθηγητής εἰς τό πανεπιστήμιον Παρισίων (και ἐκ τῶν συντακτῶν τοῦ νέου γαλλικοῦ ποινικοῦ κώδικος) Leaute 3 ἀνα φέρει, ὅτι ὁ ἐπίσης γνωστός ἐγκληματολόγος Ferri παρ᾽ ὅτι ἐνεφορεῖτο ἀπό ἔντονα ἀντικληρικά συναισθήματα, ἐκάλει εἰς ἐπιστροφήν εἰς χριστιανικήν πρακτικήν διά την καταπολέμησιν τοῦ ἐγκλήματος.

δ) Ὁ ἐπίσης γνωστός Γερμανός ἐγκληματολόγος Schneider 4 ἀναφέρει, ὅτι ἡ ἔλλειψις θρησκευτικῆς και ἠθικῆς παιδείας ἀποτελεῖ ἐξέχον αἴτιον τῆς ἐγκληματικότητος (ist Mangel an religioser und moralischer Erziehung eine herνorragende Ursache fur Deliquenz und Kriminalitat).

ε) Οἱ Bouzat – Pinatel 5 ἀναφέρουν, ὅτι τό χαμηλόν ἐπίπεδον θρησκευτικῆς πρακτικῆς (Le bas niνeau de pratique religieuse) καί τῶν ἀνηλίκων καί τῶν γονέων των τους ὁδηγεῖ εἰς τό ἔγκλημα.

στ) Τά ἴδια ἀκριβῶς μέ τούς ἀνωτέρω ὑποστηρίζει καί ὁ Benjamin6.

ζ) Ὁ Eisenberg7 θεωρεῖ τήν θρησκευτικότητα (Religiositat) ὡς ἀνασταλτικόν τοῦ ἐγκλήματος παράγοντα (Deliktshemmender Faktor).

η) Οἱ Elster – Lingemann8 θεωροῦν τήν ἀποξένωσιν ἀπό τόν Θεόν (Gottesentfremdung) ὡς ὁδηγοῦσαν εἰς τήν ἐγκληματικότητα καί τήν ἀντικοινωνικήν συμπεριφοράν. Περαιτέρω ἀναφέρουν ὅτι ἡ ἀληθής ἠθική δέν εἶναι δυνατή ἄνευ θρησκείας (wahre Sittlichkeit ist nicht moglich ohne Religion) καί ἐπίσης ὅτι ἡ ἠθική ἀντίστασις αὐξάνεται, ὅσον αὐξάνεται καί ἡ πίστις εἰς τόν Θεόν. Τέλος, ἀναφέρουν ὅτι ἡ θρησκεία ἀποτελεῖ τόν σημαντικώτερον παράγοντα διά τήν ἀποκατάστασιν τῶν ἐγκληματιῶν (die Religion als einer der wichtigsten Punkte bei der Resozialisierung von Straf fal lingen zu betrachten).

θ) Ὁ Κreuzer9 ἀναφέρει ὅτι ἡ κατάστασις τῶν ναρκωτικῶν σήμερα ὀφείλεται εἰς τήν ἀπώλειαν τῆς θρησκευτικότητος.

ι) Ὁ Munder10 (Frankfurter Lehrund Praxis- Kommentar zum ΚJHG, 1991, σελ. 328) ἀναφέρει ὅτι σημαντικήν βοήθειαν εἰς τόν ἐγκληματίαν νέον δύναται νά προσφέρη ἡ ἐκκλησία καί αἱ θρησκευτικαί κοινότητες.

Τά ἴδια δέχονται, τέλος καί οἱ Gerner 11 καί Ηarrer 12.

Τά στοιχεῖα τά ὁποῖα ἀναφέραμε ἐνταῦθα ἐννοεῖται ὅτι παρουσιάστηκαν ἐν πάσῃ δυνατῇ συντομίᾳ καί ἐπελέγησαν αἱ ἀντιπροσωπευτικώτεραι ἀπόψεις, αἱ ὁποῖαι ἐν πάσῃ περιπτώσει ἀπηχοῦν τήν κρατοῦσαν γνώμην καί τήν συνήθη πρακτικήν.

Ὡς πρὸς τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ μαθήματος τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς εἰς τὰ σχολεῖα ἀντὶ ἄλλων, θὰ ἀναφερθῶ σὲ μίαν ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, ἡ ὁποία λύει ἱκανοποιητικῶς τὸ παρὸν πρόβλημα. Πρόκειται διὰ τὴν ἀπόφαση–τοῦ Δικαστηρίου τούτου τῆς 7 Δεκεμβρίου 1976 (ὑπόθεση Kjeldsen, Busk Madsen καὶ Pedersen κατὰ Δανίας). Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ ἀναφέρεται στὸ ἑξῆς θέμα. Ἡ Δανία εἰσήγαγε τὸ μάθημα τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς εἰς τὰ δημόσια σχολεῖα. Ἡ Ἕνωση Χριστιανῶν Γονέων τῆς Δανίας διεμαρτυρήθη ἐπικαλούμενη τὸ ἑξῆς ἐπιχείρημα. Ἐμεῖς εἴμεθα Χριστιανοὶ καὶ ἡ θρησκεία μας δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἔχουμε προγαμιαῖες ἢ ἐξώγαμες σεξουαλικὲς σχέσεις. Τὸ κράτος εἰσάγον τὸ μάθημα τῆς σεξ. ἀγωγῆς εἰς τὰ δημόσια σχολεῖα δὲν κάνει τίποτε ἄλλο, παρὰ νὰ διδάσκει εἰς τὰ τέκνα μας ἀπόψεις – θέσεις, τὶς ὁποῖες ἡ θρησκεία μας ἀπορρίπτει. Ἄρα τὸ Δανικὸ κράτος δι᾽ αὐτοῦ τοῦ τρόπου ἀσκεῖ προσηλυτισμὸ εἰς βάρος μας. Τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ ἔγινε δεκτὸ ἀπὸ τὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο, τὸ ὁποῖο διὰ τῆς ἐν λόγῳ ἀποφάσεώς του ἔκρινε ὅτι ἡ Δανία δὲν δικαιοῦται, νὰ εἰσαγάγει τὸ μάθημα τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς εἰς τὰ δημόσια σχολεῖα, διότι δι᾽ αὐτοῦ τοῦ τρόπου ἀσκεῖ προσηλυτισμόν, ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύεται.

Ὑποσημειώσεις

1. - Ἐγχειρίδιον ἐγκληματολογίας, ἔκδ. β΄, 1957 σελ. 80 ἑπ.

2. - Θρησκευτικόν συναίσθημα καί ἐγκληματικότητα 1971, σελ.35 ἑπ.

3. – Crimilogie et science penitenciaire, 1972, σελ. 370.

4. - Kriminologie, 1987, σελ. 469.

5. - Traite de droit penal et de criminologie, τόμ. ΠΙ, criminologie 2α ἔκδ. 1970, σελ. 138.

6. - Religion et criminalite, εἰς L' annee sociologique 1963, σελ. 132 ἑπ.

7. - Kriminologie, 3η ἔκδ. 1990, σελ. 801.

8. - Handworterbuch der Kriminologie, τόμ. 3, 1975, σελ. 33.

9. – Jugend - und Rauschdrοgkiminalitat, 2α ἔκδ. 1980, σελ. 24.

10. - Frankfurter Lehrund Praxίs- Kommentar zum ΚJHG, 1991, σελ. 328.

11. - Jugendhilfe, 2α ἔκδ. 1975, σελ. 31.

12. - Jugendhilfe, 4η ἔκδ. 1980, σελ. 3-4

«Ορθόδοξος Τύπος», 27/05/2011

Δείτε και :

-Γεώργιος Κρίππας. Το μάθημα των Θρησκευτικών από απόψεως νομικής και εγκληματολογικής (3ον)

-Γεώργιος Κρίππας. Το μάθημα των Θρησκευτικών από απόψεως νομικής και εγκληματολογικής (2ον)

-Γεώργιος Κρίππας. Το μάθημα των Θρησκευτικών από απόψεως νομικής και εγκληματολογικής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου