9 Ιουλ 2009

Μετά τα πολλά και ασυλλόγιστα ανοίγματα, θέλουν τα πάντα οι Παπικοί.


Σε συνέντευξη που είχε δώσει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στην Παπική εφημερίδα “Avennire” (15-04-2009) μίλησε για πολλά θέματα.
Ενώ το κύριο θέμα της συνέντευξης ήταν ο Οικουμενισμός και η συμμετοχή της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας σ΄αυτόν, στην Ελλάδα δόθηκε έμφαση στο ζήτημα του
Βατοπαιδίου.
Αναδημοσιεύουμε από την εφημερίδα των Παπικών Σύρου "Ενοριακές Καμπάνες" 10 /05/2009, Αρ. 708, σελ.4 άρθρο και σχόλιο με τίτλο:

Οικουμενική επιλογή της Ορθόδοξης Εκκλησίας ;

Η Καθολική εφημερίδα της Ιταλίας Avvenire δημοσίευσε στις 15-4-09 συνέντευξη του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου σε Ιταλό δημοσιογράφο, από την οποία επιλέγουμε τον επόμενο διάλογο:
1η ερώτηση: Σχετικά με το οικουμενικό άνοιγμα στις αρχές της νέας χιλιετίας φάνηκε ότι στην ελληνική Εκκλησία υπήρξε σχεδόν μια οπισθοχώρηση. Ιδιαίτερα στις πιο απομακρυσμένες περιοχές- και όχι μόνο- παραμένει ισχυρή ή ισχυρότατη η αντικαθολική προκατάληψη, αν όχι και διακρίσεις, για παράδειγμα σχετικά με την αναγνώριση των ιερών Μυστηρίων. Τι μπορείτε να πείτε σχετικά;
Αρχιεπίσκοπος: Η συμμετοχή της ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην οικουμενική κίνηση είναι γεγονός. Κάποιες μεμονωμένες απόψεις ή ακραίες αντιδράσεις, δεν εκφράζουν τις επίσημες θέσεις της Εκκλησίας. Τα διάφορα θεολογικά ζητήματα εξετάζονται από τις ειδικές Επιτροπές, στις οποίες η παρουσία και η συμβολή των εκπροσώπων της δικής μας Εκκλησίας είναι ουσιαστική και εποικοδομητική, Η πορεία των διαφόρων θεολογικών διαλόγων οφείλει να είναι καρπός εποικοδομητικού διαλόγου, βασισμένου στην αλήθεια και στην εμπιστοσύνη. Σε ζητήματα τέτοιου είδους δεν πρέπει να έχουμε βιασύνη, αλλά ούτε και να είμαστε υπερβολικά σχολαστικοί, ανιαροί, εμποδίζοντας έτσι την συνέχιση.
2η ερώτηση: Πως κρίνετε τις προόδους που έγιναν στο θεολογικό διάλογο, ιδιαίτερα μετά την Ραβέννα;
Αρχιεπίσκοπος: Είναι ένας διάλογος που χαρακτηρίστηκε εξαρχής από την σοβαρότητα, τη σοφία και τη μεθοδικότητα του. Είναι ένας διάλογος που δεν εξαντλείται σε εύκολους ενθουσιασμούς, ούτε παρασύρεται σε αυταπάτες. Αυτή η γαλήνια πορεία του και η δέσμευση του με ένα θεολογικό θέμα πολύ σοβαρό όπως η εκκλησιολογία, είναι μια επιβεβαίωση της θετικής του πορείας. Ειδικότερα σε ότι αφορά το κείμενο της Ραβέννας, εκείνο που θέλει να επιτύχει η θεολογική επιτροπή, είναι να προσδιορίσει το ρόλο και την εφαρμογή του προτείνου (του Πάπα). Ως αναγκαίας προϋπόθεσης στη δομή και τη λειτουργία της Εκκλησίας, με σεβασμό προς την αρχή της πενταρχίας των Πατριαρχών. Είναι ένα θετικό βήμα, που τώρα περιμένει να συνεχιστεί. Η προσευχή μας δεν μπορεί να είναι άλλη από το να γίνουμε όλοι ένα. Με άλλα λόγια, είναι μια πορεία που κοιτάζει προς το μέλλον, με άλλα λόγια είναι ένας δρόμος δίχως γυρισμό.
3η ερώτηση: Πιστεύετε ότι θα μπορέσουν να γίνουν βήματα προς τα εμπρός σε αυτό το πεδίο; Πιστεύετε ότι ο Πάπας θα μπορούσε να επανέλθει σύντομα στην Αθήνα;
Αρχιεπίσκοπος: Στο θεολογικό επίπεδο υπάρχει η δυνατότητα να κάνουμε σημαντικά βήματα εμπρός για την αναζήτηση και την επανεύρεση την κοινής θεολογικής παράδοσης και διδασκαλίας. Αυτό εξάλλου είναι εκείνο που κάνουν οι θεολογικές επιτροπές, μακριά από αντιλήψεις διαφόρων θεολογικών και διπλωματικών ισορροπισμών εκκλησιαστικής φύσεως. Ο διάλογος πρέπει να παραμείνει διάλογος θεολογικός, όπου οι Εκκλησίες ανταλλάσσουν τις απόψεις τους και όχι τις ιδεολογίες.Σε ό,τι αφορά μια επίσκεψη του Πάπα στην Αθήνα, είναι ένα ιδιαίτερο γεγονός. Ως χριστιανοί, αλλά και ως Έλληνες, έχουμε τη φήμη της φιλοξενίας, και ότι είμαστε ανοιχτοί. Όταν όμως πρόκειται για ένα γεγονός πολύ σημαντικό, όπως αυτό, χρειάζεται σύνεση. Αυτά επομένως είναι ζητήματα που ανήκουν στην Ιερά Σύνοδο. Διότι η Εκκλησία πρέπει να κινείται έξω από εύκολους και προσωρινούς εντυπωσιασμούς. Οφείλουμε να αναζητούμε την ουσία των πραγμάτων.

ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΠΙΚΩΝ

1) Σχετικά με την αναγνώριση των ιερών Μυστηρίων ο Μακαριότατος δεν απαντά. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, πράγματι, συνεχίζει να μην αναγνωρίζει τα Μυστήρια της Καθολικής Εκκλησίας. Διάφοροι μάλιστα, θεολόγοι και μητροπολίτες, λένε ότι η Καθολική Εκκλησία δεν είναι καν εκκλησία. Διάφοροι επίσης δεν αναγνωρίζουν ως καθαγιασμένους τον Άρτο και τον Οίνο με τον οποίο κοινωνούμε στην θεία Λειτουργία: θεωρούν ότι στην δική μας Λειτουργία αυτά δεν μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα του Χριστού.
Άλλο ένα παράδειγμα: όταν ένας Καθολικός θελήσει να γίνει Ορθόδοξος, η Ορθόδοξη Εκκλησία τον ξαναβαφτίζει και του ξαναδίνει το Χρίσμα. Τουλάχιστον έτσι γράφουν τα Ορθόδοξα έντυπα όταν αναφέρουν μια τέτοια απόφαση πιστού. Όταν όμως ένας Ορθόδοξος θελήσει να γίνει Καθολικός, η Καθολική Εκκλησία δεν τον ξαναβαφτίζει ούτε του ξαναδίνει το Χρίσμα. Αυτό σημαίνει ότι η Καθολική Εκκλησία αναγνωρίζει τα Μυστήρια της Ορθόδοξης, ενώ η Ορθόδοξη δεν αναγνωρίζει τα Μυστήρια της Καθολικής. Αντίθετες θέσεις δεν ακούγονται, ούτε γράφονται.
2)Για την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη σε οποιοδήποτε μέρος στο εξωτερικό, αποφασίζει ο τοπικός Καθολικός επίσκοπος αν θα τον δεχτεί ή όχι, και μέχρι τώρα κανείς δεν του το έχει αρνηθεί. Και μάλιστα η Καθολική Εκκλησία με μεγάλη χαρά τον υποδέχεται και τον τιμά. Αντιθέτως για να επισκεφθεί ο Πάπας την Ελλάδα υπάρχει ακόμα πρόβλημα. Λέει ο Αρχιεπίσκοπος: "Ως χριστιανοί, αλλά και ως Έλληνες, έχουμε τη φήμη της φιλοξενίας, και ότι είμαστε ανοιχτή. Όταν όμως πρόκειται για ένα γεγονός πολύ σημαντικό, όπως αυτό, χρειάζεται σύνεση". Είναι αυτό ακριβώς που αναφέρει η 1η ερώτηση ως " αντικαθολική προκατάληψη". Ακόμη η Ελλάδα δεν νοιώθει τόσο άνετα, φοβάται…
3) Τίθεται όμως και ένα ερώτημα: Αν λέει ότι για μια επίσκεψη του Πάπα στην Ελλάδα “χρειάζεται σύνεση”, πως είναι δυνατό να βεβαιώνει ότι “στο θεολογικό επίπεδο υπάρχει η δυνατότητα να κάνουμε σημαντικά βήματα μπρος”; Αν τα απλούστερα (μια επίσκεψη) είναι δύσκολα, πόσο μάλλον τα θεολογικά, που είναι η βάση! Θυμάμαι πριν την επίσκεψη του Πάπα στην Ελλάδα το 2002 ότι διάφοροι Ορθόδοξοι ήταν τελείως αντίθετοι, φοβούμενοι ότι με την επίσκεψη θα υποταχτεί η Ορθόδοξη Εκκλησία στον Πάπα. Μετά την επίσκεψη έγραφαν με απορία καθημερινές εφημερίδες στην Ελλάδα: Πως και δεν υποτάχτηκε ακόμη η Ορθόδοξη Εκκλησία;
4)Πάντως ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δείχνει ότι δεν φοβάται το θεολογικό διάλογο. Αλλά τον επιθυμεί για <<να γίνουμε όλοι ένα>> και τον θεωρεί ως «δρόμο χωρίς γυρισμό»Έχουμε όμως να παρατηρήσουμε ότι αυτά τα είπε για μα δημοσιευτούν στο εξωτερικό. Θα μπορούσε άραγε να πει τα ίδια και να δημοσιευτούν…μέσα στην Ελλάδα; Πιστεύουμε πάντως ότι το Άγιο Πνεύμα εργάζεται αθόρυβα από δρόμους που εμείς συχνά δεν φανταζόμαστε, ώστε να υποχωρεί μεταξύ μας σταδιακά η δυσπιστία και να αυξάνονται τα σημάδια του αμοιβαίου σεβασμού. Πάντοτε βέβαια οι άνθρωποι μπορούμε να καθυστερήσουμε ή να διευκολύνουμε το έργο του Αγίου Πνεύματος! Η εκκλησιαστική ιστορία είναι το αποτέλεσμα συνεργασίας ή μη συνεργασίας μας στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
=== ==== ===== ===== ===== ===== ====
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΑ
ΕΙΝΑΙ ΕΓΚΥΡΑ ΤΑ «ΜΥΣΤΗΡΙΑ» ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ ;

Πριν αναφερθούμε στις διαφορές μας ως προς τα Μυστήρια, πρέπει να τονίσωμεν εξ αρχής ότι τα «Μυστήρια» των Παπικών δεν είναι κανονικά και έγκυρα. Εφ' όσον «οι Λατίνοι ου μόνον είσι σχισματικοί αλλά και αιρετικοί», όπως εβροντοφώναξεν ο ήρως της Ορθοδοξίας Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός [37], έπεται ότι δεν έχουν κανονικά Ιερά Μυστήρια.
Αφού πρεσβεύουν και διδάσκουν θεωρίες αντίθετες προς όσα εδίδαξεν ο Ιδρυτής της Εκκλησίας και εκήρυξαν οι Άγιοι Απόστολοι, ευρίσκονται έκτος της Εκκλησίας, την οποίαν ίδρυσεν ο Κύριος και η οποία είναι η Ορθοδοξία, που δεν έχει αλλάξει τίποτε ως προς την Πίστιν. Εκτός δε της Εκκλησίας, όπως έλεγεν ο Άγιος Κυπριανός, δεν υπάρχει σωτηρία. Η Αγία Εκκλησία είναι η μόνη ταμειούχος και χορηγός της Θείας Χάριτος. Οι αιρετικοί δεν έχουν, και φυσικά δεν μεταδίδουν, Χάριν. Ως προς δε το εάν αναγνωρίζωνται ή όχι τα λεγόμενα «Μυστήρια» των Παπικών, μας απαντούν σαφέστατα οι Ιεροί Κανόνες. Να τι λέγει επί παραδείγματι ο ΜΖ' Κανών των Αγίων Αποστόλων: «Επίσκοπον ή Πρεσβύτερον, αιρετικών δεξαμένους Βάπτισμα ή θυσίαν, καθαιρείσθαι προστάσσομεν, τις γαρ συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου;» Και όπως ερμηνεύει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Όποιος Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ήθελεν αποδεχθή ως ορθόν και αληθινόν το βάπτισμα των αιρετικών ή την παρ' αυτών προσαγομένην θυσίαν, ο τοιούτος προστάζομεν να καθαιρεθή. Επειδή ποίαν συμφωνίαν έχει ο Χριστός με τον Διάβολον; ή ποίαν μερίδα έχει ο πιστός με τον άπιστον; Διότι, εκείνοι όπου δέχονται τα παρά των αιρετικών, ή τα όμοια φρονήματα εκείνων έχουσι και αυτοί, ή το ολιγώτερον δεν έχουσι προθυμίαν να ελευθερώνουν αυτούς από την κακοδοξίαν των. Οι γαρ συνευδοκούντες εις τας εκείνων τελετάς, πώς δύνανται να ελέγξουσιν αυτούς δια να παραιτήσουν την κακόδοξον και πεπλανημένην των αίρεσιν;» [38].
Ο δε ΞΗ' Κανών των Αγίων Αποστόλων ορίζει ότι οι «παρά των αιρετικών βαπτισθέντες ή χειροτονηθέντες ούτε πιστοί ούτε κληρικοί είναι δυνατόν». Το βάπτισμα αυτό, λέγει πάλιν ο Άγιος Νικόδημος, ερμηνεύοντας τον Κανόνα, είναι «μόλυσμα» [39].
«Τα μυστήρια τα υπό καθηρημένων ή σχισματικών ή αιρετικών ενεργούμενα... καθ΄ ημάς είναι και άκυρα και ανίσχυρα και ως εκ τούτου δέον να επαναλαμβάνωνται»
[40]. Αυτό ακριβώς ισχύει και για τα «Μυστήρια» των Παπικών, ό,τι ισχύει δηλαδή για τα «Μυστήρια» όλων των αιρετικών. Αύτη είναι η κανονική τάξις, συμφώνως προς την διδασκαλία της Ορθοδοξίας μας.
Απ΄ αρχής όμως η Εκκλησία, ως φορεύς και ταμειούχος της Αληθείας και Χάριτος, εχρησιμοποίησε και την «οικονομίαν». Σε ορισμένες δηλαδή περιπτώσεις και περιστάσεις, και εφ' όσον έκρινε με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος, το Οποίον την οδηγεί «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν. ιζ' 13), ότι δεν θα εβλάπτετο η πίστις και ευσέβεια, αλλά θα προήρχετο πιθανόν ωφέλεια, ανεγνώρισεν ορισμένα «Μυστήρια» αιρετικών υπό βασικάς βεβαίως προϋποθέσεις.
Η εφαρμογή όμως της «οικονομίας» εγίνετο βάσει των Ιερών Κανόνων, οι οποίοι ρυθμίζουν τα της Εκκλησίας, και όχι αυθαιρέτως. Το θέμα τοποθετείται άριστα από τον Α' Κανόνα του Μεγάλου Βασιλείου. Λέγει λοιπόν ο Άγιος του Θεού ότι, από την στιγμήν που αποκόπτεται κανείς από την Έκκλησίαν με την αίρεσιν ή το σχίσμα, χάνει την Χάριν του Θεού. Και όσοι ήσαν προηγουμένως Κληρικοί, «λαϊκοί γενόμενοι, ούτε του βαπτίζειν, ούτε του χειροτονείν έχουσιν εξουσίαν, ούτε δύνανται χάριν Πνεύματος Αγίου ετέροις παρέχειν, ης αυτοί εκπεπτώκασι»[41]. Αυτή είναι η «κανονική» ακρίβεια. Και μόνον «οικονομίας ένεκα των πολλών», συνεχίζει ο ίδιος Άγιος, μπορεί να γίνη «δεκτόν» το «Βάπτισμα» τους.
Η δε ζ' Οικουμενική Σύνοδος, που επεκύρωσε και όλους τους προ αυτής Ιερούς Κανόνας, με τον 95ον Κανόνα της καθορίζει και εφαρμόζει την «οικονομίαν» αναλόγως με τις περιπτώσεις. Άλλων αιρετικών δέχεται το Βάπτισμα και τους κάμνει δεκτούς στην Ορθοδοξίαν μόνον με Χρίσμα, και άλλων δεν το δέχεται και τους αναβαπτίζει. Υποχρεώνει όμως και τους μεν και τους δε να αποκηρύξουν την αίρεσίν τους. «Χρή ποιείν λιβέλλους και αναθεματίζειν την αίρεσιν αυτών»[42].
Όταν δε τελεί μόνον το Χρίσμα και παρέχει δι' αυτού την σφραγίδα και δωρεάν του Αγίου Πνεύματος, το κάμνει για να «ζωοποιήση τα τέως νεκρά, ανίσχυρα και άκυρα μυστήρια, τα κατ' οικονομίαν υπ' αυτής αναγνωριζόμενα»[43].
«Η τα μυστήρια αναζωογονούνται κατά την επιστροφήν εις την αληθή Εκκλησίαν... ή η Εκκλησία παρίσταται ως κυρίαρχος των μυστηρίων δυναμένη να μεταβάλλη αυτά κατά τας περιστάσεις από φύσει άκυρων εις έγκυρα»[44].
Αυτή είναι η αλήθεια ως προς τα Ιερά Μυστήρια, και ας μη εξαπατούν τον εαυτόν τους οι Παπικοί. Οσονδήποτε εντυπωσιακά και λαμπρά και αν τελούν τα «Μυστήριά» τους, όσην προβολήν και αν δίνουν με τα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως, είναι άκυρα και χρειάζονται την έγκρισιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας για να γίνουν έγκυρα. Διαφορετικά είναι νεκρά και ανενεργά.
Ας προσέχουν επίσης και μερικοί σύγχρονοι «Οικουμενισταί» Ορθόδοξοι, που βιάζονται να αναγνωρίσουν τα «Μυστήρια» των Παπικών, υποτιμώντας αυθαιρέτως το κύρος της Ορθοδοξίας. Δεν έχουν αυτό το δικαίωμα. Υπάρχουν Συνοδικές αποφάσεις, όπως επί παραδείγματι εκείνη του Ιουλίου του έτους 1755 επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου του Ε' με την κοινήν ψήφον και του Αλεξανδρείας Ματθαίου και του Ιεροσολύμων Παρθενίου, πού καθώρισαν «ίνα οι από της Ρωμαιοκαθολικής και Αρμενικής εκκλησίας επιστρέφοντες αναβαπτίζωνται». Υπάρχουν Ιεροί Κανόνες σχετικοί, το δε «Πηδάλιον», πού περιέχει όλους τους Ιερούς Κανόνας της Εκκλησίας, περιέχει πολλές αναφορές του Αγίου Νικόδημου ως προς την ακυρότητα των «Μυστηρίων» των Παπικών. Μόνον εάν καταργήσωμεν τους Ιερούς Κανόνας και διαγράψωμεν την Ιστορίαν της Ορθοδοξίας, θα θεωρηθούν «έγκυρα» αυτά τα «Μυστήρια» από μόνα τους.

Βάπτισμα – Χρίσμα


Όταν τελεί το Βάπτισμα ή το Χρίσμα ο παπικός ιερεύς, λέγει: «Εγώ σε βαπτίζω...», «Εγώ σε χρίω...», δείχνοντας έτσι το κληρικοκρατικόν πνεύμα, που επικρατεί στον Παπισμόν. Ενώ στην Ορθοδοξίαν αποσύρεται κατά κάποιον τρόπον ο ιερεύς, λέγοντας: «Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού...», «Χρίεται ο δούλος του Θεού...», και αφήνει τον βαπτιζόμενον και χριόμενον να έλθη σε προσωπικήν σχέσιν με το Πανάγιον Πνεύμα. Όπως δε γράφει και ο Άγιος Συμεών, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, «το βαπτίζω εγώ δεν φανερώνει ότι θεληματικώς βαπτίζεται ο φωτιζόμενος, ότι ενδεχόμενον είναι και με καμίαν δυναστείαν (=δια της βίας) και παρά γνώμην του βαπτιζομένου ή και αφ' εαυτού μόνον ο βαπτίζων να βαπτίζει τον βαπτιζόμενον· το δε βαπτίζεται ο δούλος του Θεού... το θεληματικόν βάπτισμα του βαπτιζομένου μαρτυρεί»[45].
Ας έλθωμεν τώρα και στα καθέκαστα. Έως τον 14ον αιώνα και οι Δυτικοί έκαμναν το Βάπτισμα όπως εμείς οι Ορθόδοξοι, δηλαδή με τρεις καταδύσεις στο καθαγιασμένον ύδωρ. Αυτό άλλωστε σημαίνει και η λέξις βαπτίζω = θάπτω, βυθίζω, βουτώ εις το νερό. Έχουν βρεθεί δε και στην Δύσιν αρχαία «βαπτιστήρια», που βεβαιώνουν ότι έτσι εβαπτίζοντο και εκεί ανέκαθεν οι Χριστιανοί. Έτσι εξ άλλου εβαπτίσθη και ο Κύριος: «Και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος», γράφει ο Ιερός Ευαγγελιστής (Ματθ. γ' 16). Ανέβη αμέσως και εβγήκε από τα νερά ως αναμάρτητος· δεν έμεινε μέσα στον ποταμόν, όπως οι άλλοι Εβραίοι, που εξωμολογούντο μέσα στον Ιορδάνη τις αμαρτίες τους ενώπιον του Αγίου Ιωάννου. Το «ανέβη» όμως σημαίνει ότι είχε κατεβή, είχε βυθισθή προηγουμένως μέσα στα νερά του Ιορδανού.
Το ύδωρ του Βαπτίσματος συμβολίζει τον τάφον. Εισέρχεται μέσα σε αυτό και θάπτεται κατά τρόπον μυστικόν ο παλαιός άνθρωπος και ανίσταται πλέον νέος, αναγεννάται. Ο Απόστόλος Παύλος συσχετίζει την βάπτισίν μας με την τριήμερον ταφήν και Ανάστασιν του Κυρίου. «Όσοι εβατπίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν συνετάφημεν ουν αυτώ δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. ζ' 3-4). Γι' αυτό άλλωστε γίνεται και η τριπλή κατάδυσις στο ύδωρ της Κολυμβήθρας και η ανάδυσις. Γίνεται ψυχική νεκρανάστασις. «Νεκρός εν αμαρτίαις καταβάς, αναβαίνεις ζωοποιηθείς εν δικαιοσύνη», γράφει ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων[46]. Οι δε λέξεις «καταβάς - αναβαίνεις» τι άλλο σημαίνουν, παρά ότι εβυθίζοντο στο ύδωρ της Κολυμβήθρας ή του «βαπτιστηρίου». Το ίδιο τονίζει και η φράσις του Μεγάλου Βασιλείου: «εν τρισί καταδύσεσι και ισαρίθμοις ταις επικλήσεσι το μέγα μυστήριον του βαπτίσματος τελειούται»[47].
Παρά ταύτα οι Παπικοί εκαινοτόμησαν. Από τον 14ον αιώνα και έξης δεν «βαπτίζουν», αλλά «ραντίζουν» αυτόν, που θέλει να γίνη Χριστιανός. Καθιέρωσαν δηλαδή ως κανονικόν τύπον Βαπτίσματος το ράντισμα, το όποιον εγίνετο και παλαιότερα, για λόγους όμως εκτάκτου ανάγκης, αν δηλαδή ήτο κάποιος άρρωστος ή αν δεν υπήρχε νερό. Αυτός όμως, πού εβαπτίζετο με το λεγόμενον «κλινικόν βάπτισμα», δεν έδικαιούτο κατόπιν να χειροτονηθή, όπως αναφέρει ο ΙΒ' Κανών της εν Νεοκαισαρεία. Συνόδου, που επεκυρώθη και από Οικουμενικάς Συνόδους.
Αυτό λοιπόν το Βάπτισμα της ανάγκης, που εθεωρείτο ατελές και το αμφισβητούσαν ακόμη και Πάπαι, όπως ο Πάπας Κορνήλιος (258 μ.Χ.), καθιέρωσαν οι Παπικοί ως επίσημον τρόπον βαπτίσματος. Γιατί άραγε; Μήπως είναι όλοι τους άρρωστοι ή έχουν τόσην λειψυδρίαν στην γεμάτην με ποταμούς Ευρώπην; Όχι βεβαίως! Αλλά διότι ζητούν την άνεσίν τους. Έτσι όμως εξαπατούν τον εαυτόν τους, αν νομίζουν ότι είναι βαπτισμένοι. Αφού δεν εβυθίσθησαν στο ύδωρ, δεν εβαπτίσθησαν. Ραντισμένοι είναι, βαπτισμένοι όμως όχι.
Ας μη παραξενεύωνται δε μερικοί, όταν υποστηρίζωμεν ότι πρέπει να αναβαπτίζωνται, όσοι Παπικοί θέλουν να γίνουν Ορθόδοξοι. Για να κυριολεκτώμεν μάλιστα, δεν πρέπει να λέγωμεν να «αναβαπτίζωνται», αλλά να «βαπτίζωνται», διότι δεν έχουν βαπτισθή. Αλλο βάπτισμα και άλλο ράντισμα. Κάθε λέξις έχει το ιδικόν της νόημα.
Επί τη ευκαιρία ας σημειωθή ότι κάνουν λάθος και μερικοί Ορθόδοξοι Ιερείς, που δεν τελούν κανονικώς το Βάπτισμα και, αντί να βυθίζουν τελείως στο ύδωρ της Κολυμβήθρας τον βαπτιζόμενον, τον περιχύνουν με νερό. Δεν είναι βάπτισμα αυτό, αλλά περίχυσις.
Καινοτομίες όμως έχουν οι Παπικοί και στο Μυστήριον του Χρίσματος. Ενώ ανέκαθεν εχρίοντο και αυτοί, όπως γράφει πάλιν ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, «επί το μέτωπον... επί τα ώτα... επί την όσφρησιν... επί τα στήθη»[48] και «επί τους οφθαλμούς... και το στόμα», όπως προσθέτει ο Ζ' Κανών της Β' Οικουμενικής Συνόδου, όμως από το 1250 και έξης μετέβαλαν τον τρόπον χρίσεως. Χρίουν μόνον το μέτωπον. Έτσι όμως δεν σφραγίζουν, δεν αγιάζουν τις αισθήσεις και τα συναισθήματα, αλλά μόνον την διάνοιαν. Είναι γνωστόν άλλωστε πόσον λογικοκρατούμενοι είναι.
Σοβαρά παρέκκλισις από την αχαίαν πράξιν της Εκκλησίας είναι και το ότι χωρίζουν το Χρίσμα από το Βάπτισμα. Έτσι στερούν τα «βαπτισμένα» παιδιά τους για μερικά χρόνια από την Χάριν του Χρίσματος. Περιμένουν να μεγαλώσουν κάπως, για να καταλαβαίνουν. Έτσι νομίζουν. Βάζουν και πάλιν στην μέσην το λογικόν. Η Χάρις του Θεού όμως δεν εξαρτάται από την λογικήν ικανότητα του ανθρώπου. Επιδρά σε κάθε άνθρωπον, αρκεί να μη αντιδρά αυτός στο έργον της. Και τι θα μπορούσε άλλωστε να καταλάβη από την ανεξιχνίαστον Χάριν του Θεού ένα παιδί των δέκα ή δώδεκα ετών, όταν του πρωτοδώσουν τότε το Χρίσμα;
Αφήνοντας όμως «αμύρωτα» τα παιδιά τους για ένα διάστημα, κατ' ουσίαν τα στερούν από την Χάριν του Αγίου Πνεύματος, διότι, όπως γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «το Χρίσμα είναι σύμβολον ότι λαμβάνομεν εν τω βαπτίσματι το χάρισμα του αγίου Πνεύματος»[49] Επί πλέον, εφ' όσον είναι ασφράγιστα, διότι το Χρίσμα είναι «σφραγίς δωρεάς Πνεύματος Αγίου» και βεβαίωσις ότι ανήκομεν στον Κύριον, τα αφήνουν εκτεθειμένα στην βουλιμίαν και αρπακτικήν διάθεσιν του Διαβόλου. Χωρίς το Χρίσμα, που ονομάζεται «πνευματικόν σώματος φ υ λ α κ τ ή ρ ι ο ν και ψυχής σωτήριον»[50], είναι αφύλακτος ο άνθρωπος και κινδυνεύει ανά πάσαν στιγμήν, διότι δεν έχει την ενίσχυσιν του Αγίου Πνεύματος.
Το εγνώριζαν αυτό πολύ καλά οι θεοφώτιστοι συντάκται του αρχαίου συγγράμματος, πού λέγεται «Διαταγαί των Αποστόλων», γι' αυτό και ώρισαν: «Και μετά τούτο βαπτίσας αυτόν εν τω ονόματι του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, χρισάτω μύρω»[51]. Το εγνώριζαν επίσης και οι Πατέρες της εν Λαοδικεία Συνόδου, που καθώρισαν σαφέστατα με τον ΜΗ' Κανόνα: «ότι δει τους φωτιζόμενους, μετά το βάπτισμα, χρίεσθαι χρίσματι επουρανίω, και μετόχους είναι της βασιλείας του Χριστού»[52]. Έτσι έχριαν τους βαπτισθέντας οι πρώτοι Χριστιανοί και εν συνεχεία όλοι, όσοι δεν έγιναν αιρετικοί· μόλις έβγαιναν από την Κολυμβήθραν, «αναβεβηκόσιν από της κολυμβήθρας των ιερών ναμάτων», όπως αναφέρει ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων[53].
Μήπως πίσω από την καινοτομίαν αυτήν των Παπικών κρύβεται κάποιο τέχνασμα, κάποια «μεθοδεία» του Διαβόλου, πού κάμνει το παν, για να κρατεί τον άνθρωπον για ολίγον ή πολύ διάστημα μακριά από την ζωοποιόν και παντοδύναμον Χάριν του Κυρίου;
Υποσημειώσεις
37. Καρμίρη, Τα Δογματικά..., τόμ. Α', σελ. 419.
38. Πηδάλιον, σελ. 51-53.
39. Πηδάλιον, σελ. 90.
40. Τρεμπέλα, Δογματική, τόμ. Γ', σελ. 44.
41. Πηδάλιον, σελ. 587.
42. Πηδάλιον, σελ. 304.
43. Τρεμπέλα, Δογματική, τόμ. Γ', σελ. 57.
44. Ανδρούτσου, Δογματική, σελ. 307.
45. Συμεών, σελ. 93.
46. ΒΕΠΕΣ 39, 64.
47. ΕΠΕ 10, 370.
48. ΒΕΠΕΣ 39, 254.
49. Πηδάλιον, σελ. 438.
50. ΒΕΠΕΣ 39,255. 51.ΒΕΠΕΣ2,136.
52. Πηδάλιον, σελ. 437.
53. ΒΕΠΕΣ 39, 253.
http://www.oodegr.com/oode/papismos/apeili1.htm
Του Γεωργίου Ψαλτάκη Θεολόγου - Ιεροκήρυκος
Απο το βιβλίο "ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΜΑΣ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου