Η κατανόηση και αποδοχή της αγάπης του Θεού
Αρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Πατρών -Δρος Θεολογίας
Στο μέσον της περιόδου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής θέσπισαν οι Άγιοι Πατέρες να προσκυνούμε τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό, ως ένδειξη τιμής στο Πάθος και την Σταύρωση του Θεανθρώπου Κυρίου, τα οποία φανερώνουν την τέλεια αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο.
Πόσο και πώς μας αγάπησε ο Θεός; Αλλά και πώς γίνεται κατανοητή αυτή η αγάπη Του προς το πλάσμα Του;
Είναι γεγονός ότι αυτή η κατανόηση δεν είναι δυνατόν να γίνει διά της λογικής ούτε διά της ανθρωπίνης γνώσεως. Όσο κι αν μελετήσει η εντρυφήσει επιστημονικώς ο άνθρωπος στην Αγία Γραφή και στην Ιερά Παράδοση, δεν δύναται να εισχωρήσει στην ουσία τους και να αποδεχτεί το «πόσο» και το «πώς» ο Θεός αγάπησε τον κόσμο και ειδικότερα το πλάσμα Του, τον άνθρωπο. Και τούτο διότι, για να μπορέσει να κατανοήσει αυτά είναι απαραίτητο να αντιληφτεί προηγουμένως το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας.
Δηλαδή πρέπει να καταλάβει τι έκαμε ο Θεός για τον άνθρωπο. Πρέπει να εννοήσει το όλο Μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός: Ότι έλαβε την ανθρώπινη φύση και την ένωσε με τη Θεία φύση Του ατρέπτως, ασυγχύτως και αδιαιρέτως, για να σώσει και να λυτρώσει τον άνθρωπο.
Ότι ο τέλειος Θεός έζησε στη γη ως άνθρωπος, προσλαμβάνοντας τον πόνο, τη θλίψη, την αγωνία, όλα τα του ανθρώπου πλην της αμαρτίας, ώστε να τα θεραπεύσει και να δώσει στον άνθρωπο τη δύναμη και τη δυνατότητα να απελευθερωθεί από αυτά. Ακόμη, ότι έφθασε στην υπέρτατη θυσία να ανέλθει στον Σταυρό, γενόμενος Εσταυρωμένη Αγάπη.
Όλα τα ανωτέρω γεγονότα απαρτίζουν το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας, στο οποίο πρέπει να εμβαθύνει ο άνθρωπος και να το ενστερνιστεί, για να μπορέσει να αποδεχθεί το πόσο και πώς τον αγάπησε ο Δημιουργός του Θεός.
Ωστόσο, για να γίνει αυτό κατανοητό από τον άνθρωπο πρέπει πρώτα να το βιώσει. Η βίωση αυτή γίνεται με δύο τρόπους:
Ο πρώτος είναι να πολεμήσει τα πάθη του και να απομακρυνθεί από τις αμαρτίες του –και αμαρτία είναι η παρακοή στο θέλημα του Θεού. Ο δεύτερος τρόπος είναι η συμμετοχή του στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Καταπολεμώντας τα πάθη του, δέχεται μέσω του Μυστηρίου της μετανοίας και εξομολογήσεως την άκτιστο Χάρη του Παναγίου Πνεύματος και συμμετέχοντας στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας λαμβάνει εντός του τον Ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού Πατρός και κοινωνεί μαζί Του.
Μέσω αυτής της μετοχής και κοινωνίας με την Κεφαλή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τον Θεάνθρωπο Κύριο, εισχωρεί ο άνθρωπος στο Μυστήριο της Θείας Οικονομίας και έτσι φθάνει να γνωρίζει πόσο και πώς ο Θεός τον αγάπησε. Αντιλαμβάνεται ότι δεν τον εγκατέλειψε ο Θεός στον χώρο της φθοράς και του θανάτου, στον οποίο εισήλθε μετά την παρακοή του στον Παράδεισο, αλλά κατήλθε ο Ίδιος ο Θεός, στο Πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός και έγινε Εσταυρωμένη Αγάπη, για να χαρίσει στο πλάσμα Του, τον πεπτωκότα άνθρωπο, τη σωτηρία και τη λύτρωση.
Και όσο κατανοείται αυτή η αγάπη του Θεού από τον άνθρωπο, τόσο και προοδεύει στην πνευματική του ζωή και ελευθερώνεται και ειρηνεύει, βιώνοντας και απολαμβάνοντας σε κάθε βήμα της ζωής του αυτή την αγάπη. Και πλημμυρισμένος από την αγάπη αυτή θέλει να κάμει μέτοχό της και τον συνάνθρωπό του, δείχνοντάς του και αντιμετωπίζοντάς τον με την αληθινή και θυσιαστική αγάπη.
Ποια άλλη αγάπη ημπορεί να μετρηθεί και να συγκριθεί με αυτή τη θυσιαστική αγάπη του Θεανθρώπου Κυρίου, η οποία σώζει τον άνθρωπο αιωνίως;
Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι ο σύγχρονος άνθρωπος της αποπροσανατολισμένης, ατομοκεντρικής και αλλόφρονος εποχής μας δεν έχει αντιληφθεί το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας και άρα ούτε την αγάπη του Θεού προς αυτόν. Για τον λόγο αυτό λησμονεί όλο και περισσότερο τον Δημιουργό του Θεό, παραμένοντας στον δικό του χώρο, τον εγωκεντρικό και ουμανιστικό.
Σε αυτόν τον χώρο βιώνει όλα όσα κυριαρχούν, όταν ο άνθρωπος δεν κοινωνεί με τον Θεάνθρωπο. Βιώνει τη μοναξιά, το άγχος, την αβεβαιότητα, την ανασφάλεια, την απογοήτευση, την απελπισία. Αποτέλεσμα αυτών η αύξηση των αυτοκτονιών, των φόνων και της κάθε μορφής εγκληματικότητος. Η επικράτηση της βίας ακόμη και μέσα σε αυτά τα σχολεία.
Η περίοδος, την οποία διανύουμε, της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής μάς βοηθάει, μέσω της εντονότερης προσευχής, της καθαράς εξομολογήσεως και της ευλογημένης νηστείας να έλθωμε σε κοινωνία με τον Θεάνθρωπο Κύριο, ώστε να βιώσουμε το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας και μέσω αυτού την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου