Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα
Πολλές φορές κατά τή θεία Λειτουργία ἀκούγεται τό ὄνομα τῆς «Παναγίας ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου, Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας...». Ὅλες οἱ αἰτήσεις, εἴτε οἱ μικρές, εἴτε οἱ μεγάλες, εἴτε τά εἰρηνικά, εἴτε ἡ ἐκτενής, εἴτε τά πληρωτικά, προτοῦ νά καταλήξουν στήν ἐκφώνησι, μέ αἰτιολογική συνήθως πρότασι (π.χ. «Ὅτι πρέπει...», «Ὅτι Σόν τό κράτος...», «Σύ γάρ εἶ ὁ Βασιλεύς τῆς εἰρήνης...»), μνημονεύεται τό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου καί τά πρόσωπα ὅλων τῶν ἁγίων.
Ἔχουν δέ ἐπικρατήσει δύο συνήθειες, εὐλαβεῖς μέν, ἄτυπες δέ. Ἡ μία
συνήθεια: Νομίζοντας ὅτι ὑμνοῦν ἐκείνη τήν ὤρα τήν Θεοτόκο, ἐγείρονται
πολλοί καί κάνουν τό σημεῖον τοῦ Σταυρού. Ἡ ἄλλη συνήθεια: Ὁ ψάλτης
παρεμβαίνει στή σχετική αἴτησι τοῦ λειτουργοῦ καί ψάλλει «Ὑπεραγία Θεοτόκε,
πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν...». Ἡ πρώτη συνήθεια ὀφείλεται σέ ἄγνοια. Νομίζουν,
δηλαδή, πολλοί (εὐλαβεῖς κατά τά ἄλλα), ὅτι τό «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου...»
ἀναφέρεται στό Πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Στήν πραγματικότητα ὅμως ἡ αἴτησις αὐτή εἷναι
Χριστοκεντρική! Ἡ Παναγία καί οἱ ἅγιοι μνημονεύουν καί μνημονεύονται καί
μέ τή δική τούς μνημόνευσι, ἐνισχύουν τούς πιστούς νά ἐμπιστευθοῦν τόν ἑαυτό
τους καί τούς ἄλλους «Χριστῷ τῷ Θεῷ»! Πιό ἁπλά: Ἡ μνημόνευσις τῆς
Θεοτόκου καί τῶν ἁγίων ἀποβλέπει ἐν προκειμένῳ στό «ἑαυτούς καί ἀλλήλους
καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Ὁ Χριστός εἶναι ὁ
πρωτίστως τιμώμενος. Στόν Χριστό ἐμπιστευόμεθα τούς πάντες καί τά πάντα. Καί σ’
Αὐτόν τόν Χριστό, τόν μοναδικό Λυτρωτή καί Σωτῆρα ἀναπέμπουμε καί τήν ὅποια ἐκφώνησι
ἀκολουθεῖ.
● Θά ρωτήσετε: Εἶναι κακό νά ἐγειρώμεθα, ὅταν ἀκούγεται τό ὄνομα τῆς
Θεοτόκου; Κακό δέν εἶναι! Ἁπλῶς δέν ἔχουμε διδαχθῆ, ὅτι ἡ ἐν λόγῳ αἴτησις (ἤ μᾶλλον
ὑπόσχεσις) ἀπευθύνεται κυρίως στόν Χριστό. Καί ὅταν στή θεία Λειτουργία ἀκούγεται
τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἤ καί τῶν τριῶν ὁμοῦ Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, τότε ἐπιβάλλεται
νά «κάνουμε» τό Σταυρό μας.
● Θά ρωτήσετε πάλι: Εἶναι κακό νά ψάλλη ἐνδιάμεσα ὁ ψάλτης τό «Ὑπεραγία
Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς»; Κακό δέν εἷναι. Ἁπλῶς δέν χρειάζεται νά παρεμβάλλεται
στήν αἴτησι τοῦ λειτουργοῦ. Ἄλλωστε στις ἱερές ἀκολουθίες δέν προβλέπεται νά
καλύπτη ὁ ψάλτης τόν λειτουργό, οὔτε ὁ λειτουργός τόν ψάλτῃ. Τί μπορεῖ νά
γίνεται; Ἤ νά διακόπτεται γιά λίγο ἡ αἴτησις τοῦ λειτουργοῦ, γιά νά παρεμβληθῆ ἔνα
σύντομο καί χαμηλόφωνο «Ὑπεραγία, Θεοτόκε, πρέσβευε...», ἤ να μην
λέγεται αὐτό καθόλου, ἀφοῦ ἄλλωστε γιά τίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου ἔχουμε τό
πρώτο ἀντίφωνο: «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σώτερ, σῶσον ἡμᾶς».
● Ἀλλά μετά τά δευτερεύοντα αὐτά πού εἴπαμε, ὁφείλουμε νά δοῦμε γιατί ἡ Ἐκκλησία
ὥρισε πρίν ἀπό κάθε ἐκφώνησι νά λέγεται τό «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου...».
Φυσικά γιά τήν κυρία πρότασι τῆς σχετικῆς δεήσεως: «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους
καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».
● Σημασία βεβαίως ἔχει ἡ «μετοχή» «Μνημονεύσαντες». Μετοχή ὄχι
μόνο γιατί τό ρῆμα «μνημονεύω» εἶναι ὡς μετοχή, ἀλλά κυρίως διότι οἱ ἅγιοι καί ἰδίως
ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μετέχουν στίς δεήσεις μας, ἀκοῦνε τή σχετική
μνημόνευσί μας καί ἐκδυσωποῦν τόν Χριστό γιά τή σωτηρία μας καί εἰδικώτερα γιά
τήν ἐναπόθεσι ὅλης τῆς ζωῆς μας σ’ Αὐτόν.
● Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ ἐνδοξαζόμενοι στόν Οὐρανό, μέ πρώτη τήν Θεοτόκο. Ἐκεῖνοι
δέν μᾶς λησμονοῦν. Προσεύχονται γιά μᾶς. Πρεσβεύουν ὑπέρ ἡμῶν. Ἀλλά καί ἐμεῖς
τούς «μνημονεύουμε», ὄχι φυσικά μέ τήν ἔννοια πού μνημονεύουμε ζῶντες
καί κεκοιμημένους. Αὐτούς τούς μνημονεύουμε ὑπέρ ἀφέσεως ἁμαρτιῶν, ὑπέρ ἐλέους.
Τῶν ἁγίων καί τῆς Θεοτόκου ἡ μνημόνευσις δέν εἶναι ὑπέρ ἀφέσεως, ἀλλά
μνημόνευσις τιμῆς καί δόξας. Γι’ αὐτό καί μετά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων
Δώρων «εἰς τιμήν καί μνήμην» μνημονεύουμε τούς ἁγίους, «ἐξαιρέτως
δέ τῆς Παναγίας Ἀχράντου…».
● Ὁ Θεός καί στή γῆ τίμησε τούς ἁγίους Του. Τοῦ Πέτρου ἀκόμη καί «ἡ σκιά»
θαυματουργοῦσε (Πράξ. ε΄ 15-16). Ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος ἀξιώθηκε, ὄντας ἀκόμη
στή γῆ, νά δῆ ἀνοικτούς τούς οὐρανούς καί «δόξαν Θεοῦ καί Ἱησοῦν ἑστῶτα ἐκ
δεξιῶν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. ζ΄ 55)! Ὄχι μόνον, λοιπόν, ἐνθυμούμεθα στή θεία
Λειτουργία τούς ἁγίους, άλλά και τούς αἰσθανόμεθα συλλειτουργούς, τούς
μνημονεύουμε τιμητικά καί τούς ἰκετεύουμε.
● Καί ἐδῶ ἐρχόμαστε στόν κύριο σκοπό τῆς δεήσεως «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου...».
Καί σεῖς, Μητέρα τοῦ Χριστοῦ καί λοιποί ἅγιοι, παρακαλεῖτε. Καί μεῖς σᾶς τιμᾶμε
καί σᾶς παρακαλοῦμε. Ἀλλ’ αὐτή τη φορά, καί κάθε φορά πού λέει ὁ λειτουργός τό «Τῆς
Παναγίας Ἀχράντου....», ζητᾶμε κάτι, πού τό θεωροῦμε τό σπουδαιότερο γιά
τήν ὕπαρξί μας, γιά τήν ὄλη πορεία μας καί γιά τη σωτηρία μας. Βοηθῆστε μας, ἅγιοι,
νά παραθέσουμε, νά ἐμπιστευτοῦμε ὅλη μας τή ζωή «Χριστῷ τῷ Θεῷ».
Γι’ αὐτό, ἐνῶ σέ ἄλλες αἰτήσεις καί εὐχές ὁ λαός ἀπαντᾶ μέ τό «Κύριε, ἐλέησον»
ἤ μέ ό «Ἀμήν» ἤ μέ τό «Παράσχου, Κύριε», εἰδικά στήν δέησι «Τῆς
Παναγίας Ἀχράντου....» ἀπαντᾶμε μέ τό «Σοί, Κύριε».
Πρόκειται γιά ἱερή ὑπόσχεσι.
—Ναί, Κύριε, Σέ Σένα ἐμπιστευόμαστε τή ζωή μας, τή δική μας καί τῶν ἄλλων.
—Ναί, Κύριε, Σέ Σένα ἀφιερώνουμε τήν ὕπαρξί μας.
—Ναί, Κύριε, ἡ ἀφοσίωσίς μας εἶναι σέ Σένα καί γιά Σένα.
—Ναί, Κύριε, στό ἐξῆς θέλουμε νά ὑπακούουμε σέ Σένα, στά δικά Σου ἅγια
προστάγματα, νά τηροῦμε τό δικό Σου θέλημα.
—Ναί, Κύριε, ἐπιρρίπτουμε στή δική Σου Ἀγάπη καί στή δική Σου Ἀγκάλη τόν ὑπόλοιπο
χρόνο τῆς ζωῆς μας.
—Ναί, Κύριε, Ἐσένα θέλουμε νά εὐαρεστοῦμε μέ τίς πράξεις μας, μέ τά λόγια
μας, μέ τή σκέψι μας.
● Καί τό «Σοί, Κύριε», πού εἶναι ἱερή ὑπόσχεσις τῆς καρδιᾶς
μας, τό ἀπευθύνουμε στόν Χριστό, διότι...! Αὐτό τό «διότι» εἶναι τό «ὅτι»,
πού ἐκφράζει εὐθύς ἀμέσως ἡ ἐκφώνησις τοῦ λειτουργοῦ: «Ὅτι πρέπει Σοί πᾶσα
δόξα, τιμή καί προσκύνησις, τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῷ καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι». Στήν
προσευχή μας, στή δέησί μας, ἀπευθυνόμεθα στόν ἑνικό, στόν Ἕναν. «Σοί
Κύριε». Ἀλλ’ ὁ Ἕνας εἶναι Τρεῖς, τά Τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος! Ἡ
δοξολογία ἀπευθύνεται στόν ἐν Τριάδι Θεό. Αὐτόν προσκυνεῖ ἡ Θεοτόκος, Αὐτόν
προσκυνοῦν οἱ ἅγιοι, Αὐτόν ἀενάως ὑμνοῦν οἱ ἄγγελοι. Αὐτός εἶναι τό περιεχόμενο
τῆς πίστεώς μας καί τό ἀντικείμενο τῆς λατρείας μας. Αὐτῷ λοιπόν «ἡ δόξα καί
τό κράτος εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου