Περί των κινήτρων του Αγίου Κωνσταντίνου για το Διάταγμα
των Μεδιολάνων
Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Κατά καιρούς
εκφράστηκαν και εκφράζονται απόψεις, που αμφισβητούν τα ειλικρινή κίνητρα του
Αγίου Κωνσταντίνου, όσον αφορά την έκδοση του Διατάγματος των Μεδιολάνων, θεωρώντας τα ως δήθεν πολιτικά
κίνητρα, απόψεις οι οποίες είναι αυθαίρετες και αθεμελίωτες ιστορικά.
Ο Άγιος
Κωνσταντίνος με το Διάταγμα των Μεδιολάνων «έκανε ένα σημαντικό βήμα προς την
αναγνώριση της Χριστιανικής Πίστης, ως επίσημης θρησκείας της αυτοκρατορίας
ευνοώντας έμπρακτα τους Χριστιανούς», αναφέρει χαρακτηριστικά η καθηγήτρια της
Ιστορίας στο King’s College του Λονδίνου, Judith Herrin στο σύγγραμμα της «Τι
είναι το Βυζάντιο». Αξίζει επίσης να
αναφερθούν τα λόγια του Χάϊνριχ Κράφτ, ο οποίος σημειώνει ότι «ο Ρωμαϊκός
κόσμος ήταν ώριμος να γίνει χριστιανικός και ο Κωνσταντίνος ανταποκρίθηκε στην
ανάγκη της εποχής, επειδή θεωρούσε τον εαυτό του χριστιανό» (1).
Εάν όντως συνέβαινε αυτό που οι αμφισβητούντες λέγουν, πως ένας Αυτοκράτορας, που αναμφισβήτητα για την εποχή του ήταν ο Πανίσχυρος Αυτοκράτορας της Οικουμένης, θα κατεδείκνυε ως άλλος Ιωάννης Πρόδρομος εμπράκτως, το «εκείνον δει αυξάνειν , εμέ δε ελαττούσθαι» Ιω.3,30, αποποιούμενος το παλαιόν έθος, της θεοποίησης του Αυτοκράτορα και ανταλλάσσοντας την βασιλικήν αλουργίδα με το λευκό του Αγίου Βαπτίσματος ένδυμα, το οποίο και διετήρησε μέχρι τον θάνατό του; Είναι άξια αναφοράς τα λόγια του Ρούντολφ Χέρνεγκερ, ο οποίος σημειώνει ότι «δεν υπάρχει στην Ιστορία σχεδόν καμία άλλη προσωπικότητα που η ακτινοβολία της να διαρκεί αδιάκοπα επί δεκαεπτά αιώνες»(2). Και το μεγαλείο τούτο αφορά τον καθοριστικό ρόλο του Αγίου Κωνσταντίνου στην εξάπλωση του Χριστιανισμού.
Η μετέπειτα
πορεία των δύο αυτοκρατόρων, του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του Λικινίου
αποδεικνύει την πρόθεση, καθώς και τα κίνητρα ενός εκάστου. Το κίνητρο της πολιτικής σκοπιμότητος, θα
μπορούσε κάποιος να το αποδώσει κάλλιστα στον Λικίνιο, ο οποίος παρεβίασε το
Διάταγμα των Μεδιολάνων περί ανεξιθρησκείας, μετά που ηττήθηκε από τον Άγιο
Κωνσταντίνο, διώκοντας και πάλι τους Χριστιανούς. Αντιθέτως η μετέπειτα στάση
του Αγίου Κωνσταντίνου του πρώτου Χριστιανού Αυτοκράτορα, του «μεγαλύτερου
ηγέτη της Ρωμιοσύνης», όπως τον καλεί ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, αποδεικνύει ότι η υποστήριξη προς τους χριστιανούς, κάθε
άλλο παρά επιφανειακή ήταν και το κατ’ εξοχή κίνητρο, ήταν η πίστη του Αγίου
Κωνσταντίνου στον Χριστό.
Όταν εγκαινίαζε ο
Μέγας Κωνσταντίνος τη Νέα Ρώμη, η αφιέρωση στην αναθηματική ιδρυτική στήλη
ανέγραφε «Σοι Χριστέ Κόσμου Βασιλεύς και δεσπότης, σοι προστίθημι την δε την
δούλην πόλιν και σκήπτρα της δε και το παν Ρώμης Κράτος, φύλαττε ταύτην, σώζε
δ’ εκ πάσης βλάβης». Ο καθιερωθείς επίσης τίτλος του κάθε βυζαντινού
αυτοκράτορος, «πιστός εν Χριστώ τω Θεώ βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων», τίτλος
ο οποίος διατηρήθηκε μέχρι την άλωση της
Πόλης, όπως σημειώνει η Ελένη Γλυκατζή –Αρβελέρ στο σύγγραμμά της «Γιατί το
Βυζάντιο», καταμαρτυρεί τούτη την αλήθεια..
Το γεγονός ότι «γρήγορα η Κωνσταντινούπολη ονομάστηκε εκτός από Νέα
Ρώμη, Νέα Ιερουσαλήμ και Νέα Σιών», όπως αναφέρει η συγγραφεύς, συνηγορεί
επίσης προς τούτο.
«Οπωσδήποτε, αυτά τα δύο σημαντικότατα
γεγονότα, η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης και η αποδοχή του Χριστιανισμού,
οφείλονται σ’ έναν μόνο άνθρωπο, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο», αναφέρει η Ελένη
Γλυκατζή –Αρβελέρ. Αξίζει εδώ να αναφέρουμε τα λόγια του π. Ιωάννη Ρωμανίδη από
το σύγγραμμά του «Ρωμιοσύνη, Ρωμανία, Ρούμελη», ο οποίος σημειώνει τα εξής : «Αφ΄ενός μεν οι Ρωμαίοι έγιναν Έλληνες, αφ’
ετέρου δε οι Έλληνες έγιναν Ρωμαίοι.
Ακολουθούν πως το παράδειγμα του Αποστόλου Παύλου, το έθνος των
Χριστιανών εταυτίσθη με το έθνος των Ρωμαίων, ιδίως εν τω προσώπω του Μεγάλου
Κωνσταντίνου και ούτως εγεννήθη ή ετελειοποιήθη η Ρωμαιοσύνη ή ο
Ελληνοχριστιανικός πολιτισμός με κέντρον την Κωνσταντινούπολιν νέαν Ρώμην».
Επιπρόσθετη
απόδειξη ότι είναι παντελώς λανθασμένη η άποψη ότι ο Άγιος Κωνσταντίνος εξέδωσε το Διατάγμα των Μεδιολάνων περί ανεξιθρησκείας με σκοπό
να κερδίσει τη εύνοια των χριστιανών, αποτελεί και το γεγονός ότι οι χριστιανοί
αποτελούσαν μια μικρή μειοψηφία στην Αυτοκρατορία κατά τον καιρό εκείνο της
έκδοσης του διατάγματος. Όπως αναφέρει ο
βυζαντινολόγος Steven Runciman στο βιβλίο του «Η Βυζαντινή Θεοκρατορία», «έχει
υπολογιστεί ότι την εποχή του Διατάγματος των Μεδιολάνων το 313, όταν η
Χριστιανική Εκκλησία απέκτησε πλήρη ελευθερία λατρείας και νομική υπόσταση, οι
χριστιανοί δεν αριθμούσαν περισσότερο από το ένα έβδομο του πληθυσμού της
αυτοκρατορίας».
Πως ήταν λοιπόν δυνατό,
τα ελατήρια του Μεγάλου Κωνσταντίνου να ήταν πολιτικά, εφ’όσον οι Χριστιανοί
αποτελούσαν μια μικρή μειοψηφία στην αυτοκρατορία; Συνεπώς είναι παράλογο να υποθέσει κανείς ότι
το έπραξε με ιδιοτελή σκοπό, για να κερδίσει την εύνοια των χριστιανών. Ο μεγάλος αυτός Άγιος, αναμφισβήτητα έγινε η αιτία η Πίστις της Αληθείας να
εξαπλωθεί σε ολόκληρη την αυτοκρατορία.
(1) Τα λόγια
τούτα του Χάϊνριχ Κραφτ, αναφέρονται προλογικά στο βιβλίο του Έμπερχαρντ Χορστ
«Μέγας Κωνσταντίνος - Βιογραφία»
(2)Τα λόγια τούτα
του Ρούντολφ Χέρνεγκερ αναφέρονται προλογικά στο βιβλίο του Έμπερχαρντ Χορστ
«Μέγας Κωνσταντίνος -Βιογραφία»
(3) «Η πολιτική
ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας»,
Ελένης Γλυκατζή-Αρβελέρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου