Το
παιδομάζωμα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας
Της Λαμπρινής
Μαστρογιάννη, Εκπαιδευτικός – Θεολόγος. Μεταπτυχιακά στην
Θρησκειολογία με ειδίκευση στη Φιλοσοφία και στην Επικοινωνιακή Θεολογία.
Το παιδομάζωμα ήταν η διαδικασία εκείνη, κατά την οποία οι Οθωμανοί άρπαζαν βίαια μικρά παιδιά, αγόρια, τα απομάκρυναν από το οικογενειακό τους περιβάλλον και τα στρατολογούσαν. Υποχρεωτικά τους επέβαλαν να περάσουν από σκληρή στρατιωτική εκπαίδευση. Παράλληλα εκτός από τις σωματικές κακουχίες που υφίσταντο τα παιδιά, είχαν να αντιμετωπίσουν και την ηθική και ψυχική διάβρωση που επιχειρούσαν οι Οθωμανοί. Προσπαθούσαν δηλαδή οι κατακτητές να ξεριζώσουν μέσα από την ψυχή των παιδιών τις παραδόσεις τους και να τα αναγκάσουν να αποβάλουν όλα τα στοιχεία εκείνα που σχετίζονταν με την ελληνικότητά τους, το εθνικό τους φρόνημα και τη χριστιανική πίστη τους. Αφού το πετύχαιναν αυτό, κατόπιν τα υποχρέωναν να πολεμήσουν εναντίον των ομοφύλων τους, ακόμη και εναντίον των ίδιων τους των οικογενειών.
Η τακτική αυτή
ήταν ένας φόρος αίματος που πλήρωναν οι χριστιανικοί πληθυσμοί και αποτελούσε
ό,τι πιο σκληρό μπορούσε να υποστεί ένας λαός. Η εφαρμογή της τοποθετείται
χρονικά στο 15ο αιώνα. Ωστόσο υπάρχουν μαρτυρίες ότι έστω και
περιορισμένα, κάποιες φορές εφαρμόστηκε το παιδομάζωμα και νωρίτερα. Η πρώτη
καταγραφή αυτής της βίαιης στρατολόγησης παρέχεται από τον μητροπολίτη Ισίδωρο
Γλαβά. Πρόκειται για την ομιλία του με τον τίτλο «Περί ἁρπαγῆς παίδων κατά τό
τοῦ ἀμηρᾶ ἐπίταγμα καί περί μελλούσης κρίσεως», η οποία χρονολογείται τον
Φεβρουάριο του έτους 1395.
Ο Ισίδωρος
απευθύνεται στους γονείς και σ’ όλο του το ποίμνιο, προσπαθεί να τους
ανακουφίσει και να τους φέρει πιο κοντά στο Θεό μέσα από την μετάνοια και την
προσευχή. Οι εκφράσεις που χρησιμοποιεί ο Ισίδωρος σ’ αυτήν την ομιλία
καθρεφτίζουν την απόγνωση των ανθρώπων από το μεγάλο κακό που τους συνέβη, τη
στρατολόγηση των χριστιανοπαίδων και την συγκρότηση απ αυτούς γενιτσαρικών
στρατιωτικών σωμάτων. Ο ιεράρχης ξεκινάει λέγοντας ότι δεν έχει λόγια να πει,
αδυνατεί να σκεφτεί < ακόμη και να τους αντικρίσει, καθώς κατανοεί το
μέγεθος της συμφοράς που βρήκε αυτούς τους ανθρώπους: ««Τί εἴπω καί τί
λογίσωμαι ή τίσιν ὑμᾶς ὀφθαλμοῖς ὄψομαι, τό μέγεθος τῆς νῦν ἐννοῶν συμφορᾶς;».
Αμηχανία τον έχει καταλάβει. Νοιώθει φρίκη από τη διαταγή αυτή εναντίον του
αγαπημένου του ποιμνίου, και αισθάνεται σαν να έχει πέσει σε πυρ απρόσιτον
ρομφαία άμαχο, ακαταμάχητη. Η θλίψη είναι τόσο μεγάλη ώστε το ανθρώπινο μυαλό
να παύει να λειτουργεί και τα μάτια όλων να γεμίζουν δάκρυα. Και συνεχίζει
λέγοντας ότι είναι ό,τι χειρότερο αυτό που παθαίνει ο άνθρωπος, να βλέπει το
παιδί που γέννησε και ανέθρεψε και για το οποίο έχυσε πολλά δάκρυα ευχόμενος
την ευδαιμονία του, ξαφνικά να αρπάζεται βίαια από χέρια αλλοφύλων και να
εξαναγκάζεται να υιοθετεί ξένα και αλλόκοτα ήθη, να ενδύεται βαρβαρική στολή,
να ξεχνάει τη γλώσσα του και να εγκαταλείπει την πίστη του, πέφτοντας σε μεγάλη
ασέβεια.
Σ’ αυτό το σημείο
ο Ισίδωρος δίνει ουσιαστικά τα βασικά στοιχεία, τις βασικές αρχές, στις οποίες
στηριζόταν η στρατολόγηση των χριστιανοπαίδων και η συγκρότηση γενιτσαρικών
σωμάτων. Το παιδομάζωμα ξεκινάει με τη βίαιη αρπαγή των παιδιών των χριστιανών
υπηκόων. Η Β. Παπούλια αναλύοντας τις πληροφορίες που παρέχει ο Ισίδωρος Γλαβάς
αναφέρει τα στάδια της στρατολόγησης των χριστιανοπαίδων. Στη συνέχεια στα
παιδιά αυτά επιβάλλεται να ασπαστούν και να υιοθετήσουν τις συνήθειες και τα
ήθη των αλλόφυλων κατακτητών, απαρνούμενα τα δικά τους, που διδάχθηκαν από τους
γονείς τους. Επιπλέον εξαναγκάζονται να φορούν τις ενδυμασίες, τη στολή των
εχθρών σε μια προσπάθεια να ταυτιστούν μ’ αυτούς, να εξομοιωθούν μ’ αυτούς.
Τους απαγορεύεται επίσης να ομιλούν τη μητρική τους γλώσσα, την ελληνική, ενώ
πιέζονται να μάθουν τουρκικά, τη γλώσσα του κατακτητή. Τέλος το χειρότερο απ’
όλα είναι ότι εξαναγκάζονται να απαρνηθούν τη χριστιανική πίστη τους, βασικό
στοιχείο που τους διαφοροποιεί από τους πολεμίους και αναγκάζονται να γίνουν
ασεβείς.
Είναι σαφές ότι
οι αρχές του παιδομαζώματος, στηρίζονται στην αποψίλωση και τον ξεριζωμό από
τις ψυχές των παιδιών όλων εκείνων των στοιχείων που τους δίνουν την εθνική και
θρησκευτική οντότητα που μέχρι τότε είχαν. Επιπλέον αποκόπτονται από όλους τους
ψυχικούς συνδέσμους, που είχαν με την οικογένειά τους, τη θρησκεία και την
παράδοσή τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τα παιδιά αυτά γίνονται εύκολη λεία στα
χέρια των εκπαιδευτών τους. Έχοντας χάσει κάθε σημείο επαφής με τους ομοφύλους
τους, δηλαδή την εθνική συνείδηση τους, την πίστη τους, τη γλώσσα τους, τα ήθη
και έθιμα, την ενδυμασία, έχοντας απομακρυνθεί από την οικογένεια και τους
δεσμούς αίματος είναι πολύ εύκολο να αφομοιωθούν από τους αλλόφυλους και
αλλόθρησκους και να υιοθετήσουν έναν ξένο προς αυτούς τρόπο ζωής. Μετά από
τέτοια αλλοτρίωση δεν υπάρχει τίποτα που να τους εμποδίσει να στραφούν εναντίον
των μέχρι πρότινος συμπατριωτών τους και να τους εξοντώσουν, να γίνουν οι
γενίτσαροι που οι Οθωμανοί ετοίμαζαν.
Για τον ιεράρχη
Ισίδωρο, ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης αυτής της μεγάλης δυστυχίας είναι πάντοτε
η βοήθεια του Θεού. Μόνο Εκείνος μπορεί να παράσχει ανακούφιση και παραμυθία
στο χριστεπώνυμο πλήρωμα. Για να βοηθηθούν οι πιστοί από τη συμφορά τους αυτή,
πρέπει να στραφούν στο Θεό, να καθαρίσουν την ψυχή τους και την σκέψη τους από
τις αμαρτίες τους και να μετανοήσουν αληθινά. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει
να θυμούνται τη μέλλουσα κρίση: «Εὑρήσεις δέ τήν πρός Θεόν ταχέως ἐπιστροφήν, εἴ
γε συχνά την τῆς μελλούσης κρίσεως μνήμην ἀνελίττεις, περί ῆς δή βραχέα
διαλεξώμεθα σήμερον». Οι Χριστιανοί, όπως φροντίζουν για τα απαραίτητα
της τωρινής ζωής, έτσι, και ακόμη περισσότερο, πρέπει να φροντίσουν και για την
μέλλουσα ζωή. Γιατί το καθετί που κάνουμε στην παρούσα ζωή θα κριθεί στο τέλος
του, στη μέλλουσα κρίση. Αυτήν λοιπόν πρέπει να θυμόμαστε και γι’ αυτήν να
φροντίζουμε. Όπως οι νόμοι μας θυμίζουν ότι δεν πρέπει να τους
παραβιάζουμε, έτσι και η μνήμη της μέλλουσας κρίσης αποτρέπει τους ανθρώπους
απ’ το να πράττουν ενάντια στο θείο θέλημα.
Τέλος ο Ισίδωρος
προέτρεπε τους πιστούς να αναπολήσουν το φόβο όσων διολισθαίνουν στην αμαρτία
και να σκεφθούν τη χαρά που νιώθουν οι ενάρετοι άνθρωποι. Και εάν στο
εξής ζουν «σωφρόνως», ενάρετα θα μπορέσουν να αποφύγουν ποικίλους κινδύνους στο
μέλλον και δεν θα ξαναδούν τα παιδιά τους να ασπάζονται βαρβαρικά χέρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου