2 Ιουν 2020

Ἡ πρόσφατος ἐπιδημία τοῦ κορωνοϊοῦ ἐπέτρεψε νὰ ἀναδυθοῦν εἰς τὴν ἐπιφάνειαν ἐκκλησιαστικὰ καὶ θεολογικὰ προβλήματα.

Ὁ Μητροπολίτης Ἠλείας διὰ τὴν «κατάλυσιν τοῦ συνοδικοῦ πολιτεύματος»:
«ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΑΦ’ ΕΑΥΤΗΣ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ Η ΔΙΣ»
Τὶ φρονοῦν οἱ ὑπόλοιποι Μητροπολῖται;
Πῶς ἡ ΔΙΣ ἀπαγορεύει νὰ ὁμιλοῦν οἱ Διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων, ἀλλὰ ὁρίζει ὡς ἐκπρόσωπον Μητροπολίτην ποὺ δὲν μετεῖχεν εἰς τὴν συνεδρίασιν;
Ἡ ΔΙΣ ποιμαίνει διὰ τηλεδιασκέψεως ποίμνιον καὶ Ποιμένας;
Γράφει ὁ κ. Παναγιώτης Κατραμάδος

Ἡ πρόσφατος ἐπιδημία τοῦ κορωνοϊοῦ ἐπέτρεψε νὰ ἀναδυθοῦν εἰς τὴν ἐπιφάνειαν ἐκκλησιαστικὰ καὶ θεολογικὰ προβλήματα. Τὸ ἐπιφανέστερον ἀπὸ αὐτὰ ἦτο τὸ περὶ τῆς Θ. Μεταλήψεως. Κάθε Ὀρθόδοξος Ἐκ­κλησία διεκήρυξε μὲν ὅτι πρόκειται ἀναμφισβητήτως διὰ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, ὅμως δὲν ὑπῆρξε κοινὴ στάσις ὡς πρὸς τὴν μετάδοσιν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Γενικῶς αἱ ἑλληνόφωνοι Τοπικαὶ Ἐκκλησίαι ἀπηγόρευσαν ἢ ἀπέτρεψαν τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν μετάληψιν. Ἕτεροι προέτειναν νὰ δίδωνται τὰ Τίμια Δῶρα χωριστά ἢ ἄνευ λαβίδος, κατὰ τὸ τυπικόν τῆς Θ. Λειτουργίας τοῦ Ἁγ. Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, ἄλλοι εἶπον νὰ χρησιμοποιηθοῦν πολλαὶ λαβίδες ἢ κουτάλια μιᾶς χρήσεως, ἄλλοι ἀπελύμανον τὰ ἱερὰ σκεύη κ.ἄ. Βεβαίως, τὰ θεολογικὰ ἐπιχειρήματα ποὺ προσεκόμισαν χρήζουν σχολιασμοῦ εἰς ἰδιαίτερον ἄρθρον, ὅμως τίποτε ἀπὸ αὐτάς τὰς ἀλλαγάς, δὲν θὰ εἶχε συμβῆ ἐὰν ἑκάστη Πολιτεία δὲν ἤσκει πιέσεις ἢ ἐπέβαλε νόμους ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας. Τόσον οἱ περιορισμοὶ εἰς τὴν Θ. Κοινωνίαν ὅσον καὶ ἡ σφράγισις τῶν ἱ. ναῶν ἢ χειρότερα ἡ ἐπὶ διαστήματι ἀπαγόρευσις τελέσεως τῆς Θ. Εὐχαριστίας ὀφείλονται εἰς τὴν ὑπόταξιν τῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τοῦ Κράτους.
Ἑπομένως, ἡ πρώτη ὄψις τοῦ προβλήματος εἶναι ἡ Πολιτεία, τὴν ἀνάληψιν τῆς διοικήσεως τῆς ὁποίας ὅσον ἀναλαμβάνουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν εἶναι εὐσεβεῖς, ἀλλὰ μασόνοι, ἀγνωστικισταὶ ἢ εἰς τὴν καλυτέραν(!) τῶν περιπτώσεων «χλιαροὶ» χριστιανοί, τόσον θὰ ἐμφανίζωνται ὁλοέν σκληρότερα μέτρα κατὰ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἄλλη ὄψις τοῦ προβλήματος εἶναι ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία, ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι ἀπεδέχθη τὴν ἐπιβολὴν τοῦ Κράτους, καθὼς τῶν ἀποφάσεών της ὑπερίσχυσαν αἱ πράξεις νομοθετικοῦ περιεχομένου τῆς Κυβερνήσεως, εἰς τάς ὁποίας εἴτε πρόθυμα εἴτε ἀπρόθυμα συνεμορφώθη.
Διατί συνέβη αὐτό; Τὴν ἐξήγησιν μᾶλλον ἔδωσεν ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Σεβ. Κερκύρας, εἰς τὴν ὁποίαν ἀνέφερεν ὅτι κατελύθη τὸ συνοδικὸν πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας καθὼς καίτοι τὸ ζήτημα ἦτο μεῖζον, τάς ἀποφάσεις ἔλαβεν ἀναρμοδίως ἡ ΔΙΣ καὶ ὄχι ἡ ΙΣΙ. Τὸ αἴτημα συγκλήσεως τῆς ὁλομελείας τῆς Ἱεραρχίας εἶχον ὑποβάλει καὶ ἕτεροι Μητροπολῖται.
Ἐξ αὐτῶν ἀναδεικνύεται τὸ ἕτερον θεολογικώτερον πρόβλημα, τὸ ὁποῖον κατὰ τὴν ἄποψίν μας εἶναι και ἐπεῖγον, καθὼς ἀφορᾶ τὸ συνοδικόν συν­ειδός τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας: Τὰ Ἄχραντα Μυστήρια ἠμφισβήτησαν (κακῶς, κάκιστα βέβαια) οἱ κοσμικοί, ἀλλὰ τὴν «ἀρρυθμίαν» εἰς τὸ συνοδικὸν πολίτευμα, δηλ. νὰ ἀποφασίζη ἡ ΔΙΣ, ἐδέχθησαν σχεδὸν ἅπαντες οἱ Ἱεράρχαι ὡς αὐτονόητον!  Πρα­γματικά μᾶς ἐκπλήσσει, διότι δὲν κατέστη ἀντιληπτὸν οὔτε τὸ προφανές: ὅτι εἰς ἕνα ὀλιγομελὲς συνοδικὸν ὄργανον (δίκην «ἀριστίνδης» Συνόδου), ὅπως τὴν ΔΙΣ, εἶναι εὔκολον νὰ ἐπιβληθῆ -ἢ νὰ παρακάμψη- ἡ κρατικὴ ἐξουσία. Πολὺ διαφορετικὰ θὰ ἀντιμετώπιζεν ἡ κρατικὴ ἐξουσία τὴν ὁλομέλειαν τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς αὐτὸ ἔχει ἀποδειχθῆ πάλιν καὶ πολλάκις.
Ἐκκλησιαστικῶς ὅμως κρινομένη ἡ ὅλη κατάστασις, πέραν τοῦ προφανοῦς, παρουσιάζει ποικίλα ἱεροκανονικὰ προβλήματα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ καθ’ αὑτὸ γεγονός, ὅτι ἀπεφάσισε μία ὀλιγομελής Σύνοδος δι’ ὅλην τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος (Μόλις δώδεκα Μητροπολῖται διὰ 10.000 κληρικοὺς καὶ 10.000.000 Ἕλληνας).
Τρία φλέγοντα προβλήματα
Πρῶτον πρόβλημα: ἡ ΔΙΣ συνεδρίασε μὲ τηλεδιάσκεψιν. Τὴν τηλεδιάσκεψιν αὐτὴν ὑποτίθεται ὅτι «ἐγγυήθη» ἡ ἠλεκτρονικὴ πλατφόρμα τῆς Πολιτείας! Ἐκτός τοῦ γεγονότος ὅτι κανένα ἠλεκτρονικὸν σύστημα δὲν εἶναι ἀπολύτως ἀσφαλὲς (ἀκόμη καὶ κρατικὰ συστήματα τῶν ΗΠΑ ἔχουν δεχθῆ κυβερνοεπιθέσεις), εἰς τὴν παροῦσαν περίπτωσιν ἡ Πολιτεία διεδραμάτισε τὸν ρόλον τοῦ «μεσολαβητοῦ» μεταξὺ τῶν διαδόχων τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Μητροπολιτῶν! Ὡς γνωστόν, αὐτὰ τὰ συστήματα, ποὺ εὑρίσκονται ὑπὸ τὸν ἔλεγχον τῆς Πολιτείας, παρακολουθοῦνται διὰ λόγους ἀσφαλείας. Καταλήγομεν, λοιπόν, εἰς τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Πολιτεία ἦτο τρόπον τινὰ «μέρος» αὐτῆς τῆς συνεδριάσεως, ὄχι ὅμως τὸ ποίμνιον. Παρατηροῦμεν, εἰς τελικὴν ἀνάλυσιν, ὅτι τὸ συνοδικὸν σύστημα εἰς τὴν κοινὴν γνώμην δὲν εἶναι ἔκφρασις τοῦ ποιμαινομένου λαοῦ, ἀλλὰ ἕνα σύνολον «ἀνωτέρων διοικητῶν» τῆς Ἐκκλησίας ποὺ συνέρχεται ὑπὸ τὸ βλέμμα τῶν κρατικῶν ἀξιωματούχων. Πρόκειται διὰ μίαν διαδικασίαν ποὺ δὲν ἀγγίζει εἰς βάθος κανένα πιστόν, κατὰ παρόμοιον τρόπον ποὺ ἡ δημόσια γραφειοκρατία ἀπωθεῖ τὸν πολίτην νὰ ἐμπιστευθῆ τὸν κρατικὸν μηχανισμόν.
Ἐνυπάρχει ὅμως εἰς τὴν τηλεδιάσκεψιν μία μεγαλυτέρα τραγωδία: ἡ τηλεδιάσκεψις καταργεῖ τὸν «μυστηριακὸν» χαρακτῆρα τῆς Συνόδου, καθὼς οἱ Συνοδικοὶ ἀντιλαμβάνονται τὸ καθῆκον τους ὡς διοικητικὸν καὶ ὄχι ὡς προέκτασιν τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Αὐτὸ διαπιστώνει κανεὶς ἀπὸ τὰς ἀποφάσεις τῆς ΔΙΣ, ὅπου αὐτὴ παρουσιάζεται ὡς διαχειριστὴς τῆς Θ. Εὐχαριστίας καὶ ὄχι ὡς προέκτασις αὐτῆς. Λησμονεῖ ὅτι τὸ συνοδικὸν σύστημα εἶναι ἀπόρροια τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Εἶναι ἡ Θ. Εὐχαριστία ποὺ συγκροτεῖ τὴν Σύνοδον καὶ ὄχι ἡ Σύνοδος τὴν Θ. Εὐχαριστίαν καὶ ὅπως δὲν γίνεται νὰ τελῆται Θ. Εὐχαριστία μέσῳ ἠλεκτρονικῶν μέσων, ἀκριβῶς διὰ τὸν ἴδιον λόγον εἶναι ἀδύνατον νὰ συγκροτῆται Σύν­οδος ἄνευ τῆς φυσικῆς παρουσίας τῶν μελῶν της. Εἶναι ἀδιανόητον νὰ «συνέρχωνται» ἐξ ἀποστάσεως, ὄχι διότι ἡ προσευχὴ δὲν μεταδίδεται διὰ τῶν καλωδίων, οὔτε ἐπειδὴ χάνεται ἡ ἀλληλεπίδρασις τῶν Ἱεραρχῶν, ποὺ καὶ αὐτὸ εἶναι σπουδαιότατο καὶ ἐπιβάλλεται νὰ συμβαίνη, ἀλλὰ διότι κάθε ἁγιοπνευματικὴ ἐκδήλωσις τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ὡς ἀπαράβατον κανόνα τὴν φυσικὴν παρουσίαν. Ἀπαιτεῖται πάντοτε ἡ προσωπικὴ παρουσία τῶν Ἱεραρχῶν ἐπὶ τῷ αὐτῷ, διὰ τοῦτο καὶ ὅλα τὰ Πατριαρχεῖα ἂν καὶ ἔχουν Ἱεράρχας εἰς τὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης δὲν λειτουργοῦν ποτὲ συνοδικῶς μὲ τηλεδιάσκεψιν.
Δεύτερον πρόβλημα: ἡ ΔΙΣ ἐξέλεξεν ὡς ἐκπρόσωπον ὅλης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεον. Δὲν ἀμφισβητοῦμεν ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος διαθέτει τὰ προσόντα διὰ τὴν θέσιν αὐτήν, ἂν αὐτὴν τὴν θέσιν τὴν θεωρήση κανεὶς ὡς θέσιν δημοσίων σχέσεων καὶ ἐπικοινωνίας, ὅπως εἰς ἑκάστην ἑταιρείαν. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως δὲν εἶναι ἐπιχείρησις. Ὁ ἐκπρόσωπός της ὤφειλε νὰ εἶναι μέλος τῆς ΔΙΣ, διότι ἂν δὲν εἶναι, τότε ἀντὶ ἡ ΔΙΣ νὰ εἶναι εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ σώματος τῆς Ἱεραρχίας, καταλήγουν οἱ Ἱεράρχαι νά εἶναι εἰς τὴν διαθεσιμότητα τῆς ΔΙΣ, ὡς νὰ ἦσαν  ὑπάλληλοι τοῦ Βατικανοῦ ἀποστελλόμενοι εἰς οἱανδήποτε ἀποστολὴν, ὅποτε τοὺς ζητηθῆ. Δὲν εἶναι Ὀρθοδόξως δυνατὸν ἄλλοι Ἱεράρχαι νὰ συν­έρχωνται καὶ ἄλλος Ἱεράρχης νὰ εἶναι ὁ ἐκπρόσωπος μιᾶς συνεδριάσεως, εἰς τὴν ὁποίαν δὲν μετεῖχε. Τί καλεῖται αὐτὸς νὰ «ὑπερασπισθῆ», ἀποφάσεις μιᾶς «κεντρικῆς ἐπιτροπῆς» ἢ τὴν ἐν Συνόδῳ καθοδήγησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς χάριτος τῆς ὁποίας μένει ἄγευστος ὡς μὴ μετασχών; Ἂν δὲν εἶναι παρών εἰς τὰς θεολογικάς ζυμώσεις τῆς Συνόδου πῶς ὡς «φύραμα» θὰ ζυμώση ὅλην τὴν κοινωνίαν; Ἡ ἐπιλογὴ ἑνὸς καταλλήλως κατηρτισμένου, διὰ νὰ ἀνταπεξέλθη εἰς τὴν κριτικὴν τῆς δημοσίας γνώμης, πείθων τὸ κοινὸν καὶ ἐμμένων ἀπαρεγκλήτως εἰς ὅσα ἡ «κεντρικὴ ἐπιτροπὴ» ἐξέδωσεν ἐν εἴδει «καταλόγου ἀρχῶν καὶ ὑποδείξεων» δὲν ὑπάρχει πουθενὰ εἰς τὴν Ἱ. Παράδοσιν, ἀλλὰ θυμίζει ὁλοκληρωτικὰ καθεστῶτα. Εἰς τὴν Σοβιετικὴν Ρωσίαν ἡ κεντρικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ ΚΚΣΕ ἀπεφάσιζε καὶ ἔπειτα ἔμπιστοι ἐκπαιδευμένοι κήρυκες εἰς τὴν ἰδεολογίαν τοῦ κόμματος ἀνελάμβανον τὸν προπαγανδισμὸν τῶν ἀποφάσεων. Δὲν εἶναι ὅμως αὐτὸ πρότυπον διὰ τὴν Ἐκκλησίαν. Οὔτε ἐπίσης ἀποτελεῖ πρότυπον ἡ κοινοβουλευτική μας Δημοκρατία. Ἡ ΔΙΣ δὲν εἶναι ἡ Κυβέρνησις, οὔτε ἡ Ἱεραρχία ἡ Βουλή, ὥστε νὰ ὑπάρχουν ἐκπρόσωποι διὰ τὰ μέσα ἐνημερώσεως καὶ νὰ ἐπεξηγοῦν πῶς ὀφείλει τὸ νομοθετικὸν σῶμα νὰ ὑποτάσσεται εἰς τὸ ἐκτελεστικόν. Δὲν εἶναι αὐτὸ Ἐκκλησία.
Τρίτον πρόβλημα: εἰς συνάρτησιν μὲ τὸ προηγούμενον ὀφείλει κανεὶς νὰ περισκεφθῆ σχετικῶς μὲ τὴν ἀπόφασιν τῆς ΔΙΣ ὄχι μόνον νὰ διορίση ἕνα καὶ μοναδικὸν ἐκπρόσωπον τύπου, ἀλλὰ νὰ ἀπαγορεύση καὶ εἰς οἱονδήποτε ἄλλον, εἴτε Ἀρχιερέα εἴτε λαϊκόν, νὰ διατυπώση ἄποψιν. Κατ’ ἀρχάς, εἶναι δυνατὸν νὰ συμβαίνουν αὐτὰ εἰς τὴν σύγχρονον ἐποχὴν τῆς ἐλευθερίας τοῦ λόγου; Οὔτε εἰς τὸ παρελθὸν συνέβαινον, καθὼς ἀκόμη καὶ εἰς τὰ μοναστήρια, ὅπου ὑπάρχει ὁ κανὼν τῆς αὐστηρᾶς ὑπακοῆς, ὅταν ὁ Ἡγούμενος δὲν λειτουργῆ ὡς σατράπης ἀλλὰ Ὀρθόδοξα, συνέρχεται τὸ ἡγουμενοσυμβούλιον καὶ εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ ἐκφέρουν ἄποψιν ἀκόμη καὶ ἄν αὐτὴ εἶναι δυσάρεστος εἰς τὸν προεστῶτα. Τί ἦτο αὐτὸ ποὺ ἐφοβεῖτο ἡ ΔΙΣ καὶ προέβη εἰς αὐτὴν τὴν πρωτοφανῆ ἀπαγόρευσιν; Μήπως «φύγει κανεὶς ἀπὸ τὴν κεντρικὴν γραμμήν»; Πρόκειται διά ἐκκλησιαστικὴν ἀπόφασιν ἢ κομματικὴν γραμμὴν πειθαρχίας; Μόνον τὰ ἰδεολογικὰ κοσμικὰ συστήματα δροῦν μὲ ὁλοκληρωτικάς μεθόδους, ὄχι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα! Ἀπεναντίας, ἡ διατύπωσις διαφορετικῶν γνωμῶν ἐντός τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἔπρεπε νὰ ἐπιδιώκεται, διότι τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν πνέουν ἀποκλειστικῶς εἰς τὴν Σύνοδον, ἀλλὰ εἰς τοὺς Ἁγίους.
Ἀντ’ αὐτῶν ὅμως παρετηρήσαμεν νὰ ἐπαναλαμβάνεται τὸ σύνθημα «πρέπει ὅλοι νὰ πειθαρχήσουμε στὶς ἀποφάσεις τῆς ΔΙΣ». Ἂν κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Καινῆς Διαθήκης οἱ μισοὶ Ἅγιοι Ἀπόστολοι δὲν ἠδύναντο νὰ ἐπιβάλλουν σιωπὴν εἰς τοὺς ὑπολοίπους, ἀλλὰ διωκόμενοι συνῆλθον ἅπαντες εἰς Σύνοδον, διὰ νὰ ἀποφασίσουν, εἶναι δυνατὸν τὸ 1/8 τῆς Ἱεραρχίας νὰ ἐπιβάλλεται εἰς τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας; Καὶ ἐν πάσῃ περιπτώσει ἂν αἱ ἀποφάσεις ἀπαιτοῦν ὁπωσδήποτε «πειθαρχίαν» διὰ τὴν τήρησίν των, αὐτὸ αὐτομάτως σημαίνει ὅτι πρόκειται διά ἀποφάσεις ποὺ προσκρούουν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον συνείδησιν! Νὰ σημειωθῆ ὅτι αὐτὴ ἡ πειθαρχία ἔθεσεν ἀνεπιτρέπτως εἰς τὸ περιθώριον κάθε διάδοχον τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ὁ πλήρης ἀποκλεισμὸς συνέβη μὲ τὴν ἀναμετάδοσιν πανελλαδικῶς ἀκολουθιῶν μόνον ἀπὸ τὴν Ἱ. Ἀ. Ἀθηνῶν καὶ τὸ Φανάρι, ὄχι ἐναλλὰξ ἀπὸ κάθε Ἱ. Μητρόπολιν.
Σεβ. Ἠλείας: «Ἡ ΔΙΣ εἶναι μὴ Κανονικὸν Ὄργανον»
Ἡ βαρύτητα ποὺ ἔχει ἀποκτήσει ἡ ΔΙΣ εἶναι εἰς βάρος τῆς Ἱεραρχίας. Ἄλλωστε δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ συνέβη αὐτὸ μὲ τὸν κορωνοϊόν, ἀλλὰ ἤδη μὲ τὸ «Σκοπιανὸν» ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ «Οὐκρανικὸν» ἐζήσαμεν παρομοίους καταστάσεις. Ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος τὸ συνοδικὸν πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας νὰ καταλήξη εἰς σχῆμα πυραμίδος, ὅπως τὸ παπικόν, ὅπου μία ὑπερέχουσα ΔΙΣ θὰ ἔχη ἀπορροφήσει τὰς ἁρμοδιότητας τῆς Ἱεραρχίας, κατευθυνομένη ἀπὸ τὸν Πρόεδρόν της. Ἐπαναλαμβάνεται ὅ,τι ἀκριβῶς συνέβη καὶ ἐπὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κυροῦ Χριστοδούλου, διὰ τὴν ὁποίαν κατάστασιν ὁ Σεβ. Ἠλείας εἶχεν ἀποστείλει ἐπιστολὴν τῆς 23ης Φεβρουαρίου 2002 (Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΜΟΥ, τ. β, σελ. 27-28) πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπον, γράφων καὶ τὰ ἑξῆς:
«…Μακαριώτατε, θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ ἐπιμείνω περισσότερον εἰς τὸ ἐσφαλμένον τῆς ἀπόψεώς σας, ὅτι δηλαδὴ ἡ ΔΙΣ ἔχει τὴν ἁρμοδιότητα νὰ ἀποφασίζη δι’ ὅλα τὰ θέματα τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί τὸ θέμα τοῦτο θεωρῶ ἐκκλησιολογικῶς, κανονικῶς καὶ γενικώτερα ἐκκλησιαστικῶς θεμελιῶδες ζήτημα, τὸ ὁποῖον δὲν μοῦ ἐπιτρέπεται νὰ ἀφήσω ἀπαρατήρητο. Ἀλλοίμονον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν μας, ἂν ἐπικρατήση ἡ ἐσφαλμένη αὐτὴ γνώμη σας.
Καὶ ἡ γνώμη σας αὐτή, Μακαριώτατε, εἶναι λανθασμένη, διὰ τοὺς ἑξῆς λόγους:
Α) Ἐκ τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τοῦ Συντάγματος καὶ τῶν Νόμων τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἡ ΙΣΙ καὶ ὄχι ἡ ΔΙΣ. Ἄρα, ἡ ΔΙΣ δὲν μπορεῖ ἀφ’ ἑαυτῆς νὰ ἀποφασίζει κυριαρχικά.
Β) Ἡ ΔΙΣ, ὡς γνωστόν, εἶναι μὴ Κανονικὸν Ὄργανον τῆς Ἐκκλησίας μας. Λαμβάνει ὅμως Κανονικότητα, ἐκ τῆς ἐξουσιοδοτήσεως τὴν ὁποίαν ἑκάστοτε τῆς παρέχει ἡ ΙΣΙ.
Διὰ τοῦτο, ὡς κατ’ ἐξουσιοδότησιν Ὄργανον ἐνεργεῖ μόνον ὅσα ἡ ΙΣΙ τὴν ἐξουσιοδοτεῖ. Διὸ καὶ ἡ παράγραφος 2 τοῦ ἄρθρου 9, τοῦ Καταστατικοῦ, ἡ ὁποία παρέχει εἰς τὴν ΔΙΣ τὴν ἐξουσιοδότησιν, ὁρίζει χαρακτηριστικά: «Ἡ ΔΙΣ… ἀσκεῖ πᾶσαν ἐκκλησιαστικὴν – διοικητικὴν ἐξουσίαν κατὰ τοὺς ἱεροὺς κανόνας, τὰς ἱεράς παραδόσεις καὶ τοὺς νόμους…».
Γ) Ἂν ἡ γνώμη σας αὐτὴ ἐπικρατήση, καταργεῖται τὸ Συνοδικὸν σύστημα τῆς Ἐκκλησίας μας –ὑπὲρ τοῦ ὁποίου ἐσεῖς λέγετε ὅτι ὑπερμαχεῖτε-. Ἐπικρατεῖ ὀλιγαρχικὸν σύστημα, τοῦ ὁποίου κυριαρχεῖ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, καὶ ἡ ΙΣΙ περιορίζεται νὰ ἀσχολῆται ΜΟΝΟΝ μὲ τὰς 4 περιπτώσεις τῆς ἐξαιρέσεως τῆς παραγράφου 2, τοῦ Ἄρθρου 9 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου. Τὸ πολὺ πολύ, κατὰ τὴν ἀνωτέρω γνώμη σας, ἡ ΙΣΙ δύναται ἀκόμη νὰ συνέρχεται, διὰ νὰ ἀκούη πολύωρες εἰσηγήσεις τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου της, τὶς ὁποῖες ὅμως θὰ ὑλοποιῆ ἡ ΔΙΣ, καὶ νὰ συζητῆ «περὶ ἀνέμων καὶ ὑδάτων».
Δ) Ἡ ρητὴ καὶ εἰδικὴ διάταξις τῆς παραγράφου 2, τοῦ Ἄρθρου 11 δὲν μπορεῖ νὰ ἀναιρεθῆ ἀπὸ τὴν γενικὴ διάταξι τῆς παραγράφου 2, τοῦ Ἄρθρου 9 καὶ διὰ τὸν λόγον ὅτι αὕτη ρυθμίζει θέμα γενικόν τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ κατὰ τὸν ΛΔ΄ Ἀποστολικὸν καὶ τὸν Θ΄ Κανόνα τῆς Ἀντιοχείας, δέον νὰ λύση ΜΟΝΟΝ ἡ Ἐπαρχιακὴ Σύνοδος.
Ἑπομένως, καὶ ἂν ὁ Νόμος ἦτο ὑπὲρ τῆς γνώμης σας –ἐγὼ πιστεύω ὅτι δὲν εἶναι- οἱ Κανόνες ἀπαγορεύουν τοῦτο. Καὶ ἐσεῖς, δὲν νομίζω ὅτι θέλετε νὰ τοποθετήσετε τὸν Νόμον πάνω ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας.
Ε) Ἀντίθετη μὲ τὴν γνώμη σας, Μακαριώτατε, εἶναι καὶ ἡ πρᾶξις τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀπὸ τῆς ψηφίσεως τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου οὐδέποτε ἔγινε ἐπίκλησις τοιαύτης ἀπόψεως οὔτε ποτὲ ἐφηρμόσθη τοιαύτη πρακτική…».
Ἂν τότε ἡ ὑπαγωγὴ τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Σώστη εἰς τὴν Ἱ. Ἀρχιεπισκοπήν, ἦτο ἡ θρυαλλὶς, διὰ νὰ τεθῆ ζήτημα ὀρθῆς λειτουργίας τοῦ συνοδικοῦ συστήματος, ἀντιλαμβάνεται κανεὶς σήμερα μὲ μείζονα ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα, ὅπως ἡ ἀπαγόρευσις τῆς λατρείας καὶ ἡ ἐνδεχομένη ἐπανάληψις αὐτῆς μετὰ τὸ θέρος, πόσον κατεπεῖγον εἶναι νὰ ὑπάρξη ἐπαναφορὰ εἰς τὴν κανονικότητα, δηλ. ἡ Ἱεραρχία νὰ συν­έρχεται ὡς κυρίαρχον ὄργανον. Πόσον ὅμως ἀκόμη μεγαλυτέρα εἶναι ἡ ἀνάγκη νὰ ἀναψηλαφήσωμεν τί σημαίνει συνοδικὸν σύστημα εἰς τὴν οὐσίαν του.
Ορθόδοξος  Τύπος

1 σχόλιο:

Efstathios Efstathios είπε...

Η "επιδημία" του Κορόν(Α)ϊού δεν επέτρεψε να αναδυθούν προβλήματα της Εκκλησίας, αλλά οι προβληματικοί "ποιμένες". Το πρόβλημα είναι οι ποιμένες και όχι η Εκκλησία αυτή καθ αυτή!!!

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com