Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου και Αγίου Δημητρίου
- Στόμιο Λάρισας
|
Τα κυριότερα αστικά κέντρα της Θεσσαλίας [Ε΄ μέρος]
Α΄ ΟΙΚΟΝΟΜΕΙΟΣ
[ΚΟΜΝΗΝΕΙΟΣ], Ι. ΜΟΝΗ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ Ή ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ:
Η Ι. Μονή του Αγίου Δημητρίου είναι κτισμένη στις πλαγιές της Όσσας
σε υψόμετρο 350 μέτρων και στη θέση παλαιότερης Μονής της ονομαζόμενης Πανάγνου
Θεομήτορος Παρθένου. Ο Σωτηρίου πίστευε ότι εκεί κοντά υπήρχε οικισμός με
το όνομα Οικονομείο. Αλλά Οικονομείο πιθανότατα σημαίνει το χώρο
που βρίσκονταν οι αποθήκες της Ι. Μονής. Διατηρήθηκε το Καθολικό του 13ου αιώνα
χωρίς τον τρούλο. Υπάρχουν τέσσερα μικρά ναϋδρια ένα σε κάθε γωνιά του
Καθολικού. Έχουν εντοιχιστεί μέλη προχριστιανικής και Πρωτοχριστιανικής Εποχής1. Τα
τελευταία χρόνια έγινε πρώτα το έργο εγκιβωτισμού των υπογείων υδάτων κάτω από
το Καθολικό της Μονής, ώστε να μη θίγονται στο εξής τα θεμέλια της από τη
διάβρωση, ενώ εν συνεχεία το Καθολικό ανακαινίσθηκε, ενώ σήμερα αναμένεται η
αποπεράτωση των εργασιών.
Β΄ΚΑΣΤΡΙ Ή
ΚΕΡΚΙΝΕΟΝ: Εδώ πιθανώς βρισκόταν η Επισκοπή
Καστρίας ή Κατρίας [11ος -14ος αιώνας].
Εκεί κτίστηκε αμυντικός πύργος, η τοιχοποιία του οποίου ανακαινίστηκε επί
Ιουστινιανού. Το 1325 το Καστρί ήταν στην κατοχή της γενιάς των Μελισσηνών,
που όντας υποτελής των Καταλανών, είχαν δώσει την αδελφή του Μελισσηνού στον
επικεφαλής της Καταλανικής Εταιρίας Odon de Novelles. Το 1333 το κάστρο
κατελήφθη από τον Κων/νο Μονομάχο, ενώ το 1350 από τον Ιωάννη
Καντακουζηνό. Το 1380 το Καστρί ονομαζόταν Castel del Espaniol από
τον Misili deNovelles Senyor, που ήταν διάδοχος-
κληρονόμος του ελληνο-καταλανικού οίκου της Δημητριάδας. Σήμερα σώζονται
ερείπια τειχών, όπως και αρκετοί μικροί πύργοι με φθορές. Στην κορυφή του
υψώματος υπήρχε ο κεντρικός πύργος και η στέρνα. Τέλος κοντά στις όχθες της
πρώην λίμνης Βοιβηίδας σώζονταν (1975) ερείπια πύργου ή μάλλον βίγλας που
ήλεγχε για πιθανούς εισβολείς με πλωτά μέσα2.
Γ΄ΛΥΚΟΣΤΟΜΙΟΝ
(ΤΕΜΠΩΝ)-ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΩΡΙΑΣ:
Ορισμένοι τοποθετούν το Λυκοστόμιο στην περιοχή του Πυργετού (Διαβατό).
Πιθανότερη όμως τοποθεσία φαίνεται πως είναι οι βόρειες πλαγιές της Όσσας,
εντός της κοιλάδας των Τεμπών, στην περιοχή του λεγόμενου Κάστρου της
Ωριάς. Στην πρώιμη Βυζαντινή Εποχή ήταν η έδρα της Επισκοπής των Θεσσαλικών
Σαλτών που ανήκε στην Ιερά Μητρόπολη της Λάρισας. Ο Επίσκοπός
της Περραίβιος, υπογράφει, μεταξύ άλλων, τα πρακτικά της Συνόδου
της Εφέσου (431). Κατά τις επιδρομές των Σλάβων (7ος-8ος αι.)
ο οικισμός καταστράφηκε. Στην Notitia του 13ου αιώνα η
Επισκοπή ονομάζεται πλέον Λυκοστομίου. Το 1333 το Λυκοστόμιο κυριεύθηκε από
τον Ιωάννη Μονομάχο. Το 1340 επισκέφθηκε την πόλη ο Μητροπολίτης
Λάρισας Αντώνιος, ενώ το 1350 η περιοχή περιήλθε στα χέρια τουΚαντακουζηνού.
Τα ερείπια του κάστρου της Ωριάς είναι προσπελάσιμα μόνο από τα Αμπελάκια.
Κάτω ακριβώς από το κάστρο αυτό βρέθηκαν ίχνη οχύρωσης, ίσως φραγκικής.
Δ΄ ΠΕΤΡΑ
ΒΟΙΒΗΙΔΟΣ:
Ήταν κτισμένη στην κορυφή ενός συμπαγούς βραχώδους υψώματος κοντά στις ΝΔ όχθες
της λίμνης Κάρλας, ακριβώς πίσω από το σημερινό χωριόΣωτήριο της
Λάρισας. Το 1276 η περιοχή της Πέτρας διαμοιράστηκε μεταξύ των Ι. Μονών της
Μακρινίτισσας και της Θεοτόκου Πέτρας. Η κορυφή ενός γειτονικού στην Πέτρα
λόφου ονομαζόταν Αρμενόπετρα ή Αρμεν ονήσι (από
τον μυθικό βασιλιά Άρμενο, που, κατά τον Στράβωνα, συμμετείχε
στην Αργοναυτική εκστρατεία). Την ίδια χρονιά και η Αρμενόπετρα διαμοιράστηκε
μεταξύ των ίδιων Μονών. Στην Πέτρα βρέθηκαν ερείπια, που, κατά τον Fr. Hild, ίσως
να είναι τα υπολείμματα της Ι. Μονής Θεοτόκου Πέτρας3.
Ε΄ΒΕΛΕΣΤΙΝΟ:
Ο βυζαντινός οικισμός ήταν κτισμένος πάνω από την αρχαία πόλη των Φερών και
αναφέρεται από τις πηγές με την παλαιά της ονομασία μέχρι το τέλος της
Πρωτοβυζ. Εποχής. Κοντά στο γειτονικό Σέσκλο βρέθηκαν υπολείμματα της παλαιάς
οδού Δημητριάδας – Λάρισας, της λεγόμενης Βελεστινόστρατας. Στον
κοντινό της περιοχή λόφο, Σπαρτιά, υπήρχε φυλάκιο της
Βυζαντινής Εποχής, για τον έλεγχο της οδού. Η παλιά ονομασία Φεραί ξεχάστηκε
μετά την κατάκτηση της περιοχής από τους Βελεγιζήτες Σλάβους. Ο
οικισμός, με το σλαβικό πλέον όνομα Βελεστίνο, αναφέρεται, για πρώτη φορά, στις
επιστολές του πάπα Ιννοκέντιου(1208), όπου ορίζεται κυρίαρχος της
περιοχής ο βαρώνοςBerthold von Katzenelle nbogen .
Από τα μέσα του 13ου αιώνα το Βελεστίνο εμφανίζεται ως έδρα
Επισκοπής. Το 1259 η περιοχή (κορατωρία) του Βελεστίνου υπαγόταν
στο Θέμα Αλμυρού, ενώ από το 1280 το Βελεστίνο αναφέρεται ως
χωριστό θέμα. Από την Βυζ. Εποχή βρέθηκαν μόνο χριστιανικοί τάφοι κοντά στον
αρχαίο ναό των Φερών4.
ΣΤ΄ ΓΟΛΟΣ –
ΒΟΛΟΣ: Η βυζαντινή πόλη – κάστρο βρισκόταν στη
θέση της ακρόπολης της αρχαίας Ιωλκούστα δυτικά της σημερινής
πόλης. Μέχρι και τον 4ο αιώνα μ.Χ. αναφέρεται με το
προγενέστερο όνομά της. Τους επόμενους αιώνες θα πέσει σε αφάνεια καθώς
βρισκόταν στη σκιά της Δημητριάδας. Το 1333 αναφέρεται ότι η πόλη–κάστρο του
Γόλου έπεσε στα χέρια του βυζαντινού στρατηγού Ιωάννη Μονομάχου. Σε
έγγραφο του 1359, ο Σέρβος ηγεμόνας της Θεσσαλονίκης Συμεών Ουρόςπαραχώρησε
στην Ι. Μονή Ζαβλαντίων τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των αλυκών του
Βόλου. Από το 1393 το φρούριο του Γόλου στεγάζει την Οθωμανική φρουρά. Από τότε
αρχίζει η ανάπτυξη της πόλης. Σύμφωνα με ορισμένους το τοπωνύμιο Γόλος είναι
σλαβικό ενώ κατά τη γνώμη των περισσοτέρων ερευνητών προέρχεται από την αρχαία
ονομασία Ιωλκός. Σώζονται ερείπια του βυζαντινού Γόλου καθώς και πολυάριθμα
αρχιτεκτονικά μέλη παλαιοχριστιανικών ναών , κυρίως από την εποχή του Μ.
Θεοδοσίου. Δυτικότερα του κάστρου βρέθηκε πρωτοχριστιανικό και βυζαντινό
κοιμητήριο5.
Ζ΄ΜΑΚΡΥΝΙΤΙΣΣΑ
(Ή ΜΑΚΡΙΝΙΤΣΑ):
Ονομασία του μοναστηριού της Θεοτόκου στη Μακρινίτσα πάνω από το παρακλάδι του
Πηλίου, όρος Δρόγγο. Κτίστηκε από τονΤοπάρχη Δημητριάδας Κων/νο
Μαλιασηνό λίγο πριν το 1240. Η Μονή υπαγόταν απ’ ευθείας στο
Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κων/λης [Σταυροπηγιακή Μονή]. Αυτό επιβεβαιώνεται
και από σειρά πατριαρχικών εγγράφων διαφόρων ετών, όπως 1240, 1254, 1256 και 1266-1275,
επί πατριαρχίας Ιωσήφ Α΄, που όλα επιβεβαιώνουν αυτό το προνόμιο. Η περιουσία
του μοναστηριού αυξανόταν χρόνο με το χρόνο και η κάθε νέα προσθήκη ακινήτων
ιδιοκτησίας της Μονής επικυρωνόταν με νέο έγγραφο. Το 1246 επικυρώθηκε ως
μετόχι της Μονής η Ι. Μ.Ιλαρίωνος στον Αλμυρό. Το 1256
επικυρώθηκε αντίστοιχα η Ι. Μ. του Α. Ονουφρίου. Τα υπόλοιπα
μετόχια της Ι. Μονής μαζί με τη χρονολογία επικύρωσης ήταν: α΄ οικισμός
Κάπραινας (1272), β΄ οικισμοίΜέλισσα και Κρυπούς ( 1267,
1273), γ΄ το μονύδριο Α. Δημητρίου Μεγάλης (1270 και 1272), δ΄
οικισμόςΜαγούλας (1268), ε΄ Ι. Μ. Ράσουσας (1272),
στ΄ τμήμα της περιοχή Πέτρας (1276), ζ΄ Ι. Μ.
Χάρμαινας (1277, 1279), και η΄ Ι. Μ. Σωτήρα Λατόμου
Θεσσαλονικης(1277 ή 1279). Στην Ι. Μ. Μακρινίτισσας μόνασε τα τελευταία έτη
της ζωής του ο γιος του ιδρυτή Νικόλαος Μαλιασηνός ή
μοναχός Ιωάσαφ. Μετά το θάνατο του τελευταίου, ένα διάταγμα
του Μιχαήλ Η΄ (1274) προέβλεπε την απόδοση της Ι. Μονής στο γιο του
θανόντος Ιωάσαφ, Ιωάννη Κομνηνό Μαλιασηνό. Άλλες περιοχές που
επικυρώθηκαν στην Μονή από τονΑνδρόνικο β΄ Παλαιολόγο (1285-6) και
τον ΠατριάρχηΙωάννη ΙΑ΄ Βέκκο (1282) ήταν οι εξής : Ι. Μ.
Α. Νικολάου του Νέου κοντά στο σημερινό Στεφανοβίκειο,
ο Βάλτος της Κρυπούς, η Αειδαροράχη, η Βασιλίς,
οΒούκοβας, η Καλή, η Καλή του Ζερβού, η Καλίτσα,
ηΚατούνα, η Κυρακαλή, ο Λόγγος, κ.α. Δυστυχώς,
σήμερα, δεν σώζεται τίποτα από αυτή την τόσο σπουδαία Μονή της Θεσσαλίας. Λίγα
μόνο ανάγλυφα από το παλαιό καθολικό σώζονται σε ναό του Άνω Βόλου (περιοχή
Επισκοπής)6.
……………………………………………………………………………………
1 Σωτηρίου, ΕΕΒΣ (1928), 348-375, Πορφύριος
Ουσπέσκι, «Το βυζαντινό Μοναστήρι της Όσσας Παναγία του Οικονομείου», μτφρ.
Κ. Γκριτζώνας, Θ. Η., 53,59.
2 Προκόπιος δ΄4, Κορδάτος,
171-3.
3 Γιαννόπουλος, Βυζαντιναί
Μοναί, 1, 220,
4 Στ.
Βυζάντιος, 662, Α. Αρβανιτόπουλος ΠΑΕ, 1911,
301, Α. Αβραμέα,ό.π., 112, Γ. Κορδάτος,
151,
5 Καντακουζηνός, 3,
473, Α. Αβραμέα, ό.π., 108.
6 Fr. Hild, ό.π., 74.
Δείτε και:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου