Οἱ Ἕλληνες Θεσσαλονικεῖς
Ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος
Πρωτ. Ἀναστασίου Παρούτογλου,
Γεν. Ἀρχιερατικοῦ Ἐπιτρόπου, Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαγκαδᾶ, Λητῆς καί Ρεντίνης
«Ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων τά ἀγαθά». (Ρωμ. ι΄ 15, Ἡσ.
νβ΄7).
Στίς
11 Μαΐου ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει τίς δύο μεγάλες μορφές τῶν Ἑλλήνων
Θεσσαλονικέων ἀδελφῶν Ἱεραποστόλων, φωτιστῶν τῶν Σλάβων, Ἁγίων Κυρίλλου καί
Μεθοδίου, οἱ ὁποῖοι μέ τή ζωή τους ἔγραψαν σελίδες ἀπό τίς ἐνδοξότερες τῆς Ὀρθοδοξίας
καί τοῦ Βυζαντίου. Μέ τόν ἁγνό τρόπο ἐνεργείας τους καί τόν ἔνθεο ζῆλό τους γιά
τή διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ θεωροῦνται Ἀπόστολοι τῶν Σλάβων. Ἀπό τήν ἐξιστόριση
τῆς ζωῆς τῶν δύο ἀδελφῶν φαίνεται καί τό χρέος τῶν Σλάβων πρός τόν Ὀρθόδοξο Ἑλληνισμό.
Ὁ
Κύριλλος καί ὁ Μεθόδιος (Κωνσταντῖνος καί Μιχαήλ ἦταν ἀντίστοιχα τά κοσμικά τους
ὀνόματα) ἦσαν ἀδελφοί Ἕλληνες καταγόμενοι ἀπό τή Θεσσαλονίκη. Ἔζησαν στήν πόλη
αὐτή καί ἐκτός ἀπό τή μητρική τους γλῶσσα, τήν ἑλληνική, ἔμαθαν καί τήν σλαβική,
τήν ὁποία μιλοῦσαν σλάβοι ἔποικοι, κατοικοῦντες στά περίχωρα τῆς πόλεως.
Νωρίς
οἱ δύο ἀδελφοί ἐγκατέλειψαν τήν πατρίδα τους καί πῆγαν στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου
καί διέπρεψαν. Ὁ Κύριλλος ἐκπαιδεύθηκε μέ ἐπιμέλεια ὡς μαθητής τοῦ Φωτίου, τοῦ
μετέπειτα Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Ἀνέλαβε σημαντικές ἐκκλησιαστικές ὑπηρεσίες
καί διορίσθηκε καθηγητής τῆς φιλοσοφίας καί τῆς θεολογίας στήν περίφημη Σχολή τῆς
Μαγναύρας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Στράφηκε ἐπίσης καί στό ἱεραποστολικό ἔργο
καί ἀνέλαβε κατ’ ἀρχάς ἱεραποστολή μεταξύ τῶν Μωαμεθανῶν καί κατόπιν στό κράτος
τῶν Χαζάρων στήν Ἀζοφική Θάλασσα, στή Ν. Ρωσσία. Λίγο πρίν πεθάνει, ἔγινε μοναχός
καί ὀνομάσθηκε Κύριλλος.
Ὁ
ἀδελφός του Μεθόδιος εἶχε ἔξοχα διοικητικά χαρίσματα. Στήν ἀρχή ἀπασχολήθηκε ὡς
ἀνώτερος διοικητικός ὑπάλληλος τῆς αὐτοκρατορίας σέ περιοχές κατοικούμενες ἀπό
Σλάβους καί κατόπιν ἔγινε μοναχός καί ἡγούμενος τῆς Μονῆς Πολυχρονίου στή
Βιθυνία τοῦ Ὀλύμπου τῆς Μ. Ἁσίας.
Ἐπειδή
οἱ δύο ἀδελφοί εἶχαν τέτοια κατάρτιση, ἀξία καί εὐσέβεια, θεωρήθηκαν ἱκανοί ν’ ἀναλάβουν
τό ἀξιόλογο καί ἱστορικό τους ἔργο, τό ὁποῖο τούς κατέστησε περίφημους καί ὠφέλησε
ὄχι μόνον τούς Δυτικούς καί Νότιους Σλάβους, ἀλλά καί ὁλόκληρο γενικά τόν
σλαβικό κόσμο.
Στίς
σημερινές Τσεχία καί Σλοβακία περίπου βρισκόταν ἡ Μοραβία μέ ἡγεμόνα τόν
Ρατισλάβο (846-870), ὁ ὁποῖος ἵδρυσε ἐκεῖ ἀνεξάρτητο κράτος Δυτικῶν Σλάβων. Ὅλοι
οἱ ὑπήκοοι τοῦ Ρατισλάβου δέν ἦσαν χριστιανοί, ὁ Χριστιανισμός ὅμως εἶχε διαδοθεῖ
ἐκεῖ ἀπό τό Φρα-γκικό κράτος καί ἀπό τή Β. Ἰταλία. Ἡ Μοραβία γειτόνευε μέ τό
Φραγκικό κράτος καί ὁ Ρατισλάβος, ἐπειδή ἤθελε νά διατηρήσει τήν ἀνεξαρτησία
του, σκέφθηκε νά καταστήσει καί τήν ἐκκλησία του ἀνεξάρτητη ἀπό τήν Φραγκική, ἡ
ὁποία ὑπήγετο στή Ρώμη. Ἐκ μέρους τοῦ Φραγκικοῦ κράτους ὑπῆρχε φόβος, γιατί ὁ βασιλιᾶς
του Λουδοβῖκος ὁ Γερμανικός εἶχε συνάψει συμμαχία μέ τούς Βουλγάρους ἐναντίον
τοῦ Ρατισλάβου.
Αὐτός,
λοιπόν, ὅταν ἄρχισε ἔριδες μέ τούς Φράγκους ἡγεμόνες, ἐξεδίωξε ἀπό τήν ἐπικράτειά
του τούς γερμανούς ἱερεῖς καί ἀπευθύνθηκε πρός τόν αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου
Μιχαήλ Γ΄, μέ τήν παράκληση ὅπως ἀποστείλει ἱερεῖς καί διδασκάλους γιά τό λαό
του, οἱ ὁποῖοι νά γνωρίζουν τή σλαβική γλῶσσα.
Ὁ
αὐτοκράτορας, ἐπειδή γνώριζε τήν ἀξία τῶν δύο ἀδελφῶν, καθώς καί τό ὅτι αὐτοί
μιλοῦσαν τη σλαβική γλῶσσα, τούς ἐξέλεξε ὡς πλέον καταλλήλους καί τούς ἀπέστειλε
στό Ρατισλάβο. Πράγματι, οἱ δύο ἀδελφοί ἔφθασαν στή Μοραβία τό 864, συνοδευόμενοι
ἀπό κληρικούς, μοναχούς, ἐμπόρους καί τεχνίτες καί ἄρχισαν ἀμέσως τό ἔργο τους.
Κατ’
ἀρχάς κυρίως προσπάθησαν νά ἐκπαιδεύσουν μαθητές, γιά νά τούς καταστήσουν ἱκανούς
νά χειροτονηθοῦν ἱερεῖς καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ Ἐκκλησία τῆς Μοραβίας ν’ ἀποκτήσει
ντόπιους σλάβους ἱερεῖς. Ἐδῶ ἄς τονισθεῖ τό σημαντικό τοῦτο σημεῖο, ἡ εὐρύτητα
δηλαδή τῆς ἀντιλήψεως, ἡ ὁποία διέκρινε τούς δύο ἀδελφούς καθώς καί τήν αὐτοκρατορική
πολιτική τοῦ Βυζαντίου.
Ἀλλά
δέν ἦταν μόνο τοῦτο τό καθῆκον, τό ὁποῖο ἔθεσαν ἐνώπιόν τους οἱ δύο ἀδελφοί, ὅταν
ἦλθαν στή Μοραβία. Ὁ Κύριλλος ἄρχισε ἀμέσως τή μετάφραση στή σλαβωνική γλῶσσα τῆς
Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς λειτουργίας, μέρος τῶν ὁποίων καί τελείωσε τότε. Τό ἔργο αὐτό
παρουσίασε ἀπό τή ἀρχή του ἕνα σημαντικότατο πρόβλημα, τήν ἔλλειψη δηλαδή
γραμμάτων στή γλῶσσα αὐτή. Τοῦτο δέν ἀπογοήτευσε τόν Κύριλλο, ὁ ὁποῖος
προχώρησε μέ θάρρος καί δημιούργησε ὁ ἴδιος ἀλφάβητο, τό γλαγολιτικό (γλαγόλ =
λόγος), τό ἀρχαιότερο σλαβικό ἀλφάβητο, τό ὁποῖο βρίσκεται σέ μνημεῖα τοῦ 10ου
αἰώνα καί παλαιότερα ἀκόμη μετά τά μέσα τοῦ 9ου αἰώνα. Τά περισσότερα γράμματα
τοῦ ἀλφαβήτου ἔλαβε ἀπό τήν Ἑλληνική.
Μαζί
μέ τίς μεταφράσεις εἰσήχθησαν στήν Ἐκκλησία τῆς Μοραβίας καί ἑλληνικά ἔθιμα,
καθώς καί τό σύμβολο τῆς πίστεως χωρίς τήν προσθήκη τοῦ filiogue, δηλαδή «καί ἐκ
τοῦ Υἱοῦ», φράση τήν ὁποία εἰσήγαγε ἡ παπική ἐκκλησία.
Πλήν
τῆς δραστηριότητος, τήν ὁποία ἔδειξαν, ἡ φήμη τῶν δύο ἀδελφῶν θεμελιώθηκε
σταθερότερα στό λαό τῆς Μοραβίας καί ἀπό τό γεγονός, ὅτι ἔφεραν μαζί τους τό
λείψανο τοῦ Ἁγίου Κλή-μεντος, ἐπισκόπου Ρώμης, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μέ ἀρχαία
παράδοση εἶχε ἐξορισθεῖ κατά τήν ἐποχή τῶν διωγμῶν στήν Κριμαία, ὅπου καί
πέθανε.
Ἄν
καί βρισκόμαστε στήν ἐποχή τῆς διαμάχης μεταξύ δύο τμημάτων, τοῦ Ἀνατολικοῦ καί
τοῦ Δυτικοῦ, ὁ χωρισμός δέν εἶχε γίνει ἀκόμη συνειδητός καί οἱ δύο ἀδελφοί, ἀφοῦ ἐργάσθηκαν ἐπί τρία
καί μισό ἔτη στή Μοραβία, ἀποφάσισαν νά μεταβοῦν στή Ρώμη, γιά νά τακτοποιήσουν
ὁρισμένα ζητήματα τῆς Ἐκκλησίας, ἄν καί εἶχαν σταλεῖ ἀπό τό Βυζάντιο. Ἤθελαν ἀκόμη
νά ἐξασφαλίσουν τήν Ἐκκλησία τῆς Μοραβίας ἀπό τίς ἀξιώσεις τῆς φραγκογερμανικῆς
ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶχε κηρύξει τό Χριστιανισμό καί εἶχε ἐκεῖ καί ἱερεῖς, τούς ὁποίους
ἐξεδίωξε ὁ Ρατισλάβος.
Πράγματι,
διά μέσου τῆς Παννονίας - τῆς σημερινῆς Οὑγγαρίας – μετέβησαν στή Ρώμη, ὅπου ὁ
πάπας Ἀδριανός Β΄ τούς ὑποδέχθηκε ἐπίσημα καί φιλόφρονα. Συμφώνησε πρός τόν
τρόπο τῆς ἱεραποστολικής δράσης τους, ζήτησε μόνο τό Εὐαγγέλιο καί ὁ Ἀπόστολος
κατά τή λειτουργία νά λέγονται στή λατινική καί κατόπιν στήν σλαβική γλῶσσα.
Δυστυχῶς
ὁ Κωνσταντῖνος, ἀφοῦ ἔγινε μοναχός, πέθανε στή Ρώμη στίς 14 Φεβρουαρίου 869 καί
κηδεύθηκε μέ ἐπισημότητα στό ναό τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος. Ὁ Μεθόδιος χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος
καί προήχθη σέ Ἀρχιεπίσκοπο, διορισθείς καί παπικός ἀπεσταλμένος γιά τήν
Παννονία καί Μοραβία, πράγμα τό ὁποῖο σήμαινε ὅτι ἀναλάμβανε τόν ἐκχριστιανισμό
καί τήν ἐκκλησιαστική διοργάνωση τῶν δυτικῶν Σλάβων.
Κατ’
αὐτόν τόν τρόπο ὁ Μεθόδιος, ἀφοῦ ἀνυψώθηκε καί ἀνέλαβε ὑψηλά καθήκοντα, ξεκίνησε
γιά τή θέση του, ἀλλά ἀναγκάσθηκε νά διακόψει τό ταξίδι του καί νά σταματήσει
στήν περιοχή τοῦ Σάλτσμπουργκ, γιατί στό μεταξύ εἶχε ἀρχίσει πόλεμος μεταξύ
Μοραβῶν καί Γερμανῶν ἡγεμόνων καί θά ἦταν ἐπικίνδυνο γι’ αὐτόν νά περάσει διά
μέσου τῶν ἐμπόλεμων περιοχῶν. Ἡ περιοχή, ὅπου σταμάτησε καί ἄρχισε τή δράση
του, ἀνῆκε στόν ἡγεμόνα τῆς Παννονίας Κότσελ καί σ’ αὐτήν εἶχε δράσει
προηγουμένως προσηλυτιστικῶς ἡ ἀρχιεπισκοπή τοῦ Σάλτσμπουργκ τῆς Βαυαρίας, στήν
ὁποία ἀνῆκε καί ἐκκλησιαστικῶς.
Ἡ
δραστηριότητα τοῦ Μεθοδίου ἐκεῖ προκάλεσε τήν ἰσχυρή ἀντίδραση τοῦ ἀρχιεπισκόπου
τοῦ Σάλτσμπουργκ καί ὑπῆρξε ἡ ἀρχή μιᾶς ὁλοκλήρου σειρᾶς ἐρίδων, οἱ ὁποῖες
κατέληξαν στήν καθαίρεση καί καταδίκη τοῦ Μεθοδίου ὑπό συνόδου στή Βαυαρία
(870) καί τόν ὁδήγησαν τέλος στή φυλακή, ὅπου παρέμεινε ἐπί δύο καί μισό ἔτη. Ὅταν
ὁ πάπας Ἰωάννης Η΄ ἔμαθε αὐτά, ἐπενέβη συμβιβαστκά καί ὁ Μεθόδιος ἀπολύθηκε καί
ἀποκαταστάθηκε στό ἀξίωμά του, ὑπό τόν ὅρο ὅμως νά χρησιμοποιεῖ τή λατινική καί
ὄχι τή σλαβική γλῶσσα στή λειτουργία.
Μετά
τήν ἀπόλυσή του, ἦρθε καί ἐγκαταστάθηκε στή Μοραβία, ὅπου ἐπίστευε ὅτι εἶναι ἀσφαλής,
ἐπειδή δέ ἔβλεπε ὅτι εἶχε τό δίκιο μέ τό μέρος του καί ὁ ὅρος τοῦ ἐπεβλήθηκε
βίαια, δέν τόν τήρησε καί ἐξακολούθησε χρησιμοποιώντας στή λατρεία τή σλαβική. Ἡγεμόνας
τώρα ἦταν ὁ Σβιατοπόλκος, ὁ ὁποῖος κατήγγειλε τό Μεθόδιο στή Ρώμη, κατηγορώντας
τον γιά τήν ἀνυπακοή του. Γιά νά προλάβει νέες περιπλοκές, ἀναγκάσθηκε νά
ταξιδέψει πάλι στή Ρώμη, ὅπου κατόρθωσε νά πείσει τόν πάπα Ἰωάννη Η΄ ὑπέρ τῶν ἀπόψεών
του, ἐπιτράπηκε ὅμως στούς ἐπιθυμοῦντες νά χρησιμοποιοῦν τή λατινική στή
λατρεία. Τήν ἐποχή αὐτή συμπλήρωσε καί τή μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Μετά
τό θάνατο τοῦ Μεθοδίου (885), οἱ Γερμανοί ἡγεμόνες καί οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες
κατόρθωσαν νά κερδίσουν ὑπέρ τῶν ἀπόψεών τους τόν πάπα Στέφανο ΣΤ΄καί ματαίωσαν
κατ’ αὐτόν τόν τρόπο τό ἀρχικό σχέδιο τοῦ Ἀδριανοῦ Β΄ καί τη συμβιβαστική λύση
τοῦ Ἰωάννου Η΄ καί ἔτσι ἡ σλαβική καταργήθηκε ἀπό τή λατρεία καί ἐπιβλήθηκε ἡ
λατινική. Ἐπίσης τά ἑλληνικά ἔθιμα καταργήθηκαν καί τό filiogue ἐπανῆλθε στό
Σύμβολο τῆς Πίστεως.
Καί
στή Βοημία, ὅπου εἶχε ἐξαπλωθεῖ τό ἔργο τῶν δύο ἀδελφῶν διά τῶν μαθητῶν τους,
δέν κατέστη δυνατόν νά διατηρηθεῖ. Ἡ σλαβική ἱεραρχία διαλύθηκε ἀπό τίς ἐπιδρομές
τῶν Οὔγγρων, οἱ ὁποῖοι ὑπέταξαν καί τήν μέχρι τότε ἀνεξάρτητη Μοραβία.
Ἡ
κύρια αἰτία ὅλων τῶν ἐρίδων καί τῆς καταστροφῆς τοῦ ἔργου τῶν δύο ἀδελφῶν ἦταν ἡ
ἀντίσταση τοῦ γερμανικοῦ κλήρου κατά τῆς εἰσαγωγῆς τῆς λειτουργίας στή σλαβική
γλῶσσα καί τῆς δημιουργίας ἐκκλησιαστικῆς ἐπαρχίας μέ σλαβικό κλῆρο καί σλαβική
γλῶσσα στή λατρεία.
Κατ’
αὐτόν τόν τρόπο στό κύριο ἔργο τῆς ζωῆς τῶν δύο ἀδελφῶν δημιουργήθηκε πρόβλημα ἐξαιτίας
τῆς ἀντιζηλίας καί τῶν διωγμῶν τῶν γερμανῶν κληρικῶν καί εἰς τό ἑξῆς τά δυτικο σλαβικά φύλα παρέμειναν ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ γερμανικοῦ
κλήρου, χρησιμοποιώντας στή λατρεία τή λατινική γλῶσσα.
Παρ’
ὅλες τίς δυσκολίες στή Μοραβία, τό ἔργο τοῦ Κυρίλλου καί τοῦ Μεθοδίου δέν ἐξαφανίσθηκε,
ἀλλά βρῆκε νέο καί ἀπροσδόκητο πεδίο ἐξαπλώσεως διά τῶν μαθητῶν τοῦ Μεθοδίου, οἱ
ὁποῖοι, ἀφοῦ καταδιώχθηκαν ἀπό τή Μοραβία, μετέβησαν στίς περιοχές τῶν νοτίων
Σλάβων παρά τόν Δούναβη καί στή Βουλγαρία καί ἐξακολούθησαν τό ἔργο τους. Τότε
βασίλευε στή Βουλγαρία ὁ Συμεών (889-927), ὁ ὁποῖος ἦταν γνώστης τῆς ἑλληνικῆς,
ἐπειδή εἶχε διατελέσει ὅμηρος στήν Κωνσταντινούπολη. Προσπαθώντας νά ἐκπολιτίσει
τούς Βουλγάρους, ἀνέλαβε φιλολογικό ἔργο, μεταφράζοντας καί ὁ ἴδιος καί διά συνεργατῶν
του ἑλληνικά ἐκκλησιαστικά κείμενα.
Οἱ
νεοελθόντες, ἐπειδή εἶχαν τήν πεῖρα ἀπό τό Μεθόδιο, ἀναδείχθηκαν πολύτιμοι
βοηθοί στό ἔργο τοῦ Συμεών. Ἄρχισαν, λοιπόν, νά μεταφράζουν ἑλληνικά ἐκκλησιαστικά
βιβλία καί χρησιμοποίησαν νέο εἶδος γραφῆς ἀντί τῆς γλαγολιτικῆς, τήν Κυρίλλεια,
ἡ ὁποία πάλι βασίσθηκε στήν ἑλληνική, διότι χρησιμοποίησαν τά κεφαλαῖα γράμματα
τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας.
Παρ’
ὅλο ὅτι στή Μοραβία, ἀρχικό πεδίο δράσεως τῶν δύο ἀδελφῶν, τό ἔργο τους
πολεμήθηκε γιά λόγους ἀνεξαρτήτους τῆς θελήσεώς τους, γιατί προσέκρουε στήν ἀντίδραση
καί τήν ἀντιζηλία τοῦ γερμανικοῦ κλήρου καί ἀπορρίφθηκε ἀπό τήν παπική Ρώμη, ὅμως
τό φιλολογικό τους ἔργο προσέ-λαβε τεράστια σημασία γιά τήν ἱεραποστολή, τόν ἐκχριστιανισμό
καί ἐκπολιτισμό τῶν Σλάβων. Οἱ δύο Ἕλληνες ἀδελφοί εἶναι οἱ δημιουργοί τῆς ἀρχαίας
σλαβωνικῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας. Διά τῆς μεταφράσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί
λειτουργικῶν βιβλίων ἔθεσαν τίς βάσεις τῆς σλαβικῆς γλώσσας καί τήν κατέστησαν ἱκανή
ν’ ἀποδίδει ὑψηλότερα νοήματα. Διά τῆς φιλολογικῆς τους δημιουργίας ἔθεσαν τά
θεμέλια πρός ἐξέλιξη τῆς σλαβικῆς ἐκκλησιστικῆς φιλολογίας. Σημαντικότατο ἐπίσης
εἶναι τό ὅτι οἱ δύο ἀδελφοί ἐφεῦραν τό γλαγολιτικό σύστημα γραφῆς καί οἱ
μαθητές τους τό Κυρίλλειο, ἔτσι κατ’ αὐτόν τόν τρόπο δημιούργησαν τήν γραφόμενη
σλαβική γλῶσσα.
Γιά
τίς ὑπηρεσίες τους αὐτές οἱ δύο ἀδελφοί ὄχι μόνον τιμῶνται ὡς ἅγιοι ἀπό τούς
Σλάβους, ἀλλά θεωροῦνται καί ὡς ἐθνικοί τους ἥρωες. Ἡ πορεία τοῦ Χριστιανισμοῦ
στά σλαβικά ἔθνη ὑπῆρξε ραγδαία καί μεγαλειώδης. Τά ὅσα ἀναφέρει ἡ ἱστορία σχετικά
μέ τόν ἐκχριστιανισμό αὐτῶν τῶν λαῶν, ἀπ’ ὅτι φαίνεται, τό ὀφείλει σ’ ἕναν συνεκτικό
δεσμό καί πίσω ἀπό αὐτό διαφαίνεται μία δύναμη, ἡ ὁποία θέτει σέ κίνηση
καλοσχεδιασμένο πρόγραμμα. Ἡ δύναμη εἶναι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τό ὁποῖο
προγραμμάτισε ὅλο τό ἔργο.
Ἐκτελεστές
αὐτοῦ τοῦ προγράμματος ὑπῆρξαν τά δύο ἀδέλφια ἀπό τή Θεσσαλονίκη, ὁ Κύριλλος
καί ὁ Μεθόδιος, οἱ ὁποῖοι ἐργάστηκαν ἀκούραστα μεταξύ ὅλων τῶν σλαβικῶν λαῶν,
Ρώσων, Μοραβῶν, Σλοβένων, Κροατῶν, Σέρβων, Σλοβάκων, Τσέχων, Πολωνῶν καί
Βουλγάρων.
Τό
ἔργο τους ἦταν βασικά θρησκευτικό. Μέσα ἀπό τίς ἐνέργειες τίς δικές τους καί τῶν
μαθητῶν τους ὅλοι οἱ σλαβικοί λαοί εἰσῆλθαν στή χορεία τῶν χριστιανικῶν ἐθνῶν. Ἀλλά
μαζί μέ τά ἰδεώδη τῆς πίστεως οἱ δύο Ἀπόστολοι δίδαξαν στούς Σλάβους τήν ἀγάπη
καί τήν εὐγένεια καί τούς ἐμφύτευσαν τό πνεῦμα τῆς θυσίας. Τούς χάρισαν τούς
πρώτους γραπτούς νόμους, μέ τούς ὁποίους ὀργάνωσαν καθεστώς εὐνομίας καί εὐταξίας.
Τούς πρόσφεραν γλώσσα γραπτή καί ἕτοιμη νά χρησιμοποιηθεῖ στή θεολογία, τή
λογοτεχνία, τήν ἐπιστήμη καί τήν παιδεία. Ἡ γλῶσσα αὐτή ἀποτέλεσε κρίκο, πού συνέδεσε
ὅλον τόν σλαβικό κόσμο. Γι' αὐτό τά σλαβικά ἔθνη αἰσθάνονται αἰώνιο χρέος στούς
δύο Θεσσαλονικεῖς ἀδελφούς, ἐνῶ ἡ Θεσσαλονίκη μαζί μέ ὁλόκληρο τόν Ἑλληνισμό αἰσθάνεται
δίκαια καύχηση γι' αὐτούς.
Ὅταν
τό 1985 συνεκλήθη στή Θεσσαλονίκη Θεολογικό Συνέδριο πρός τιμήν τους στά 1.100
χρόνια ἀπό τήν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου σ’ ἕνα σημεῖο τῆς ἐμπνευσμένης ὁμιλίας
του ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Β΄, πού τόσο πολύ ἀγάπησε
τούς Ἁγίους καί κοπίασε γι’ αὐτούς, ἀνέφερε: «Οὗτοι ἔθεσαν τάς βάσεις τοῦ πολιτισμοῦ
τῶν σλαβικῶν λαῶν, ὁ χαρακτήρ τοῦ ὁποίου τυγχάνει ἑλληνοχριστιανικός, ἀναδειχθέντες
οὕτως οἱ μέγιστοι εὐεργέται τοῦ χριστιανικοῦ καί τοῦ εὐρωπαϊκοῦ κόσμου. Τό
μεγαλειῶδες ἔργον των εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῆς μεγαλοφυΐας των
... κατέχουν ἐξέχουσαν θέσιν μεταξύ τῶν διδασκάλων τῆς Τρισηλίου θεότητος...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου