Πῶς καταπολεμεῖται τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας;
Τὸ
πάθος τῆς φιλαργυρίας εἶναι ἀκόρεστο. Ὁ φιλάργυρος ὅσα χρήματα κι ἂν ἔχει, δὲν
χορταίνει. Ποτὲ δὲν λέει, φθάνουν αὐτὰ ποὺ ἀπέκτησα. Κυριεύεται ἀπὸ ἄκρατη ἐπιθυμία
νὰ ἀποκτήσει περισσότερα. Δίνει ὅλη τὴν ἀγάπη του στὰ κέρματα καὶ στὰ
χαρτονομίσματα. Τὰ μετράει, τὰ ξαναμετράει καὶ δὲν θέλει νὰ τὰ ἀποχωριστεῖ.
Θυσιάζει
ἀκόμη καὶ τὸν ὕπνο του γιὰ νὰ αὐξήσει τὰ πλούτη του. Ἀλλὰ ὅσο πιὸ πολλὰ
λαμβάνει, τόσο περισσότερα ἐπιθυμεῖ. Αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἐλάχιστα αὐτὰ ποὺ ἤδη
λαμβάνει. Δὲν ἱκανοποιεῖται ἀπὸ τὰ πλούτη του, διότι βασανίζεται ἀπὸ τὸ
τυραννικὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας.
Ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ γραφίδα τοῦ ἀποστόλου Παύλου μᾶς βεβαιώνει ὅτι οἱ ἄνθρωποι
ποὺ κυριεύονται ἀπὸ τὴν ἐ πιθυμία τοῦ πλουτισμοῦ, πέφτουν σὲ πειρασμὸ καὶ
παγίδα καὶ ἐπιθυμίες πολλές, ἀνόητες καὶ βλαβερές, ποὺ τοὺς βυθίζουν στὸν ὄλεθρο
καὶ τὴν ἀπώλεια. Εἶναι δυνατὸν ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν πίστη νὰ παρεκκλίνουν καὶ νὰ
μπήξουν στὸν ἑαυτό τους σὰν ἄλλα καρφιὰ πόνους πολλοὺς καὶ ἀγωνίες μεγάλες (Α΄
Τιμ. ς΄ 9-10). Καὶ τὸ κυριότερο: κιν δυνεύουν νὰ χάσουν τὴν ψυχή τους. Δι ότι
«οἱ τοιοῦτοι Θεῷ ἀρέσαι οὐ δύνανται» (Ρωμ. η΄ 8).
Τί
χρειάζεται νὰ κάνουμε, γιὰ νὰ πολεμήσουμε τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας; Πρωτίστως νὰ πείσουμε τὸν ἑαυτό μας ὅτι
τὰ πλούτη δὲν ἀξίζουν τὴν ἀγάπη μας. Διότι σήμερα ἀνήκουν σὲ μᾶς κι αὔριο θὰ ἀνήκουν
σὲ ἄλλους. Θὰ μὲ εὐχαριστοῦσε, γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν ἐξαίρετο λόγο του
Πρὸς τοὺς πλουτοῦντας, νὰ ἔλεγα στοὺς φιλάργυρους τὴν ὥρα ποὺ φεύγουν ἀπ᾿ αὐτὴ
τὴ ζωή: Ποῦ εἶναι τὰ πλούτη σας; Διότι εἶναι σὲ ὅλους γνωστὸ ὅτι φεύγον τας δὲν
παίρνουν τίποτε μαζί τους. Ὅλα ἐδῶ τ᾿ ἀφήνουν. Δὲν ἀξίζουν λοιπὸν τὴν ἀγάπη μας
τὰ πλούτη. Εἶναι ἀπατηλὸ νὰ θελγόμαστε ἀπὸ τὰ χαμηλὰ καὶ τὰ γήινα τοῦ παρόντος
κόσμου. Εἶναι τυραννικὸ νὰ δίνουμε τροφὴ στὸ
πάθος τῆς φιλαργυρίας. Τὸ ζητούμενο εἶναι νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ νὰ
παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας
Τὸ δεύτερο
ποὺ χρειάζεται νὰ κάνουμε εἶναι νὰ δώσουμε ὅλη τὴν ἀγάπη μας στὸν Θεό. Σ᾿ Αὐτὸν
ἀνήκει ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἀγάπη μας. Τὸν Κύριο ὀφείλουμε νὰ ἀγαποῦμε μὲ ὅλη τὴν
καρδιά
μας, ὥστε Αὐτὸν ἐξ ὁλοκλήρου νὰ ποθοῦμε· καὶ μὲ ὅλη τὴν ψυχή μας, ὥστε ὁλόκληρη
ἡ θέλησή μας σ᾿ Αὐτὸν νὰ εἶναι παραδομένη· καὶ μὲ τὸν νοῦ μας ὁλόκληρο, ὥστε Αὐτὸν
πάντοτε νὰ σκεπτόμαστε. Οἱ θεοφιλεῖς ψυχὲς τὸν Κύριο ἐνθυμοῦνται πάντοτε. Τὸ ὄνομά
Του τοὺς εἶναι τὸ πιὸ γλυκὸ καὶ πολυπόθητο. Ὁ πόθος τῆς ἑνώσεως μαζί Του
γίνεται ὁ ἰσχυρότερος πόλος ἕλξεως. Ἡ ψυχή τους ἑλκύεται ἀδιάκοπα πρὸς τὰ ἄνω.
Μετέχει «τῆς ἄνωθεν εὐγενείας καὶ πρὸς ἐκείνην ἐπείγεται», ὅπως λέει ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ὅτι οἱ
κοσμικοὶ ἄνθρωποι «ἐπὶ κτήμασιν ἀγάλλονται», χαίρονται ὅταν ἔχουν κτήματα
πολλά, περιουσία μεγάλη. Ἐνῶ «οἱ γευσάμενοι τῶν ἄνω (ὅσοι γεύθηκαν τὶς χαρὲς τοῦ
οὐρανοῦ), τῷ ἀληθινῷ αὐτοῦ (τοῦ Θεοῦ) πλούτῳ παρακαλοῦνται». Εὐφραίνονται ὅταν
πλουτίζουν κατὰ Θεόν, ὅταν ἔχουν στὴν καρδιά τους τὸν Κύριο. Ἀπολαμβάνουν
πνευματικὲς καὶ θεῖες ἀπολαύσεις, προγεύονται τὸν γλυκύτατο Παράδεισο. Κοντὰ στὸν
Χριστὸ βρίσκουν «θησαυροὺς ἀνελλιπεῖς». Βρίσκουν τὸν πραγματικὸ θησαυρό τους, τὸν
πολύτιμο μαργαρίτη, ποὺ ἀξίζει νὰ πουλήσουν τὰ πάντα γιὰ νὰ τὸν ἀποκτήσουν.
Τὸ τρίτο
ποὺ χρειάζεται νὰ κάνουμε εἶναι νὰ γίνουμε ἐλεήμονες στοὺς συνανθρώπους μας. Ὁ
θεῖος Διδάσκαλος εἶπε στὸν πλούσιο νεανίσκο, ποὺ ἦταν ὑποδουλωμένος στὸ πάθος τῆς
φιλαργυρίας: «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρόν ἐν
οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι» (Λουκ. η’ 22). Αὐτὸ χρειάζεται νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς.
Νὰ χρησιμοποιήσουμε χειρουργικὸ νυστέρι. Ὅπως οἱ κακοήθεις ὄγκοι ἀφαιροῦνται μὲ
ἐγχείρηση, ἔτσι κι ὁ κακοήθης ὄγκος τῆς φιλοπλουτίας χρειάζεται νυστέρι, γιὰ νὰ
ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὸ πάθος καὶ νὰ μυροβλύσει στὴν καρδιά μας ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν,
ἡ ἀγάπη. Ἂν γίνουμε ἐλεήμονες στοὺς συνανθρώπους μας, θὰ χαιρόμαστε νὰ
μοιράζουμε στοὺς φτωχοὺς τὰ δῶρα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Κι ὅσο πιὸ πολλὰ
μοιράζουμε, τόσο πλουσιότεροι θὰ γινόμαστε.Τέλος, γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὸ
πάθος τῆς φιλαργυρίας, νὰ μιμούμαστε, ὅσο μᾶς εἶναι δυνατόν, τὴν ἑκούσια
πτωχεία τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Κύριος δὲν εἶχε ποῦ νὰ κλίνει τὴν κεφαλή Του (Ματθ.
η΄ 20). Ἔζησε φτωχικά. «Τοῦτον τὸν ἐντειλάμενον ζηλώσωμεν»! Ἂς κάνουμε μιὰ
προσπάθεια νὰ βαδίσουμε στὰ ἴχνη τοῦ Κυρίου μας.
Ἂν
δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ζοῦμε ὡς πτωχοὶ καὶ ἀκτήμονες, ἰδίως ὅσοι ἔχουν οἰκογένεια
καὶ παιδιά, τουλάχιστον νὰ ἀρκούμαστε στὰ λίγα, στὰ ἀπαραίτητα. «Ἔχοντες
διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. ς΄ 8). Νὰ ἀφήσουμε τὴ
νοοτροπία ποὺ εἴχαμε μέχρι τώρα νὰ μαζεύουμε πολλὰ καὶ νὰ μὴν ξέρουμε ποῦ νὰ τὰ
βάλουμε. Πανευτυχεῖς εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἱκανοποιοῦνται καὶ μὲ τὰ λίγα.
Κύριε,
Σὺ ποὺ «δι᾿ ἡμᾶς ἐπτώχευσας πλούσιος ὤν» (Β΄ Κορ. η΄ 9), δῶσε μας τὴ χάρη Σου νὰ
ἐννοήσουμε τὴ ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων καὶ νὰ ἀρκούμαστε στὰ λίγα, στὰ ἀπαραίτητα.
Τότε θὰ εἴμαστε πραγματικὰ πλούσιοι!
Περιοδικό ”Ο ΣΩΤΗΡ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου