16 Ιουλ 2011

Αρχιμ. Αυγουστίνος Γ. Μύρου, Εγγυημένα κριτήρια αληθείας

ΕΓΓΥΗΜΕΝΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

Αρχιμ. Αυγουστίνου Γ. Μύρου, Δρος Θ. Ιεροκήρυκος Ι. Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης

Συμβαίνει πολλές φορές, όταν ορθό­δοξοι χριστιανοί συναντούν ανθρώ­πους που ανήκουν σε κάποια από τις αιρέσεις, να εκπλήσσονται, διότι δίνουν την εντύπωση καλών, αγαθών και αξιοπρόσεκτων ανθρώπων. Η καλωσύνη, η ευγένεια, η εξυπηρετικότητα, η σεμνότη­τα, η αφοσίωση στον Θεό, ο ζήλος για τη μελέτη των αγίων Γραφών, η αποφυγή αμαρτωλών συνηθειών, εντυπωσιάζουν τους πολλούς και δημιουργούν μέσα τους ερωτήματα και προβληματισμό˙ μήπως η πίστη τους είναι αληθινή; μήπως έχουν δίκαιο για τα όσα υποστηρίζουν; Όμως εμείς διερωτώμαστε· μπορούν οι εξωτε­ρικές αυτές εκδηλώσεις και συμπεριφο­ρές να αποτελέσουν αλάνθαστα κριτήρια για την γνησιότητα της Πίστεως;

Όταν πάλι συμβαίνει να συζητούν με κάποιους αιρετικούς και φθάνουν στο σημείο να ερωτήσουν, που στηρίζονται αυτά που πιστεύουν και υποστηρίζουν, η απάντησή τους είναι αυθόρμητη· μα που αλλού από την Αγία Γραφή· αυτά είναι γραμμένα στη Βίβλο. Και εμείς ξανά διερωτώμαστε· πως είναι δυνατόν να υπάρχουν τόσες αιρετικές ομάδες με δο­ξασίες διαμετρικά αντίθετες για τα ίδια ζητήματα και να στηρίζονται όλες στην Αγία Γραφή;

Ο προβληματισμός αυτός μας αναγκάζει να αναζητήσουμε κάποια σταθερά και εγγυημένα κριτήρια, για να μπορούμε με ασφάλεια κάθε φορά να ανιχνεύουμε την αλήθεια και τη γνήσια Πίστη.

Το ζήτημα αυτό των κριτηρίων της αληθείας απασχόλησε τους αγίους πατέ­ρες της Εκκλησίας ακόμη από τα αρχαία χριστιανικά χρόνια, όταν βρέθηκαν στην ανάγκη να αντιμετωπίσουν τους αιρετικούς της εποχής τους, οι οποίοι ισχυρί­ζονταν ότι κατείχαν την αλήθεια.

Οι άγιοι πατέρες ξεκίνησαν από μία απόλυτα σταθερή βάση για να αναπτύξουν την επιχειρηματολογία τους· ταύτι­σαν την αλήθεια με τον Ιησού Χριστό, τον ενανθρωπήσαντα Υιό τού Θεού. Στην πραγματικότητα δεν πρωτοτύπησαν, διότι απλώς αξιοποίησαν την αποκάλυψη αυτού τού ιδίου τού Χριστού, ο οποίος ομολόγησε ότι «εγώ ειμί... η αλή­θεια» (Ιω. 14,6). Είναι χαρακτηριστική η παρατήρηση τού Τερτυλλιανού ότι «ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αποκάλυψε τον εαυτό του όχι ως ένα έθιμο, αλλ' ως την αλήθεια» (De Virginibus Velandis1,1). Επομένως δεν μπορεί να υπάρξει άλλο πιο αυθεντικό κριτήριο για την αλήθεια από αυτόν τον Ιησού Χριστό, που την ενσαρκώνει.

Το πρόβλημα όμως των κριτηρίων της αληθείας δεν λύνεται τελεσίδικα με την διαπίστωση αυτή, διότι αμέσως γεννάται άλλο ερώτημα· που μπορούμε να βρούμε τον ενανθρωπήσαντα Χριστό μετά την Ανάληψή του, για να μαρτυρήσει την αλήθεια; Η αποστολική και πατερική απάντηση είναι και εδώ δεδομένη. Ο Ιησούς Χριστός είναι παρών και ζων στην μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία, αφού αυτή δεν είναι τίποτε άλλο παρά το ίδιο του το Σώμα (Εφ. 1,23-24).

Η Εκκλησία δεν είναι ένα σω­ματείο ανθρώπων που συμβαίνει να έ­χουν την ίδια ανθρώπινη πίστη (όπως την ορίζουν οι αιρετικοί). Η αληθινή Εκκλη­σία είναι αυτός ο ενανθρωπήσας Χρι­στός, που παραδίδεται ολόκληρος, αναλλοίωτος και ζωντανός από γενεά σε γε­νεά. Ο Ιησούς Χριστός αναγνωρίζεται από τους πιστούς στο Μυστήριο της θεί­ας Ευχαριστίας, όπως ακριβώς μας το δείχνει ο ευαγγελιστής Λουκάς, ο οποίος, μαζί με τον Κλεώπα, τον αναγνώρισε «εν τη κλάσει τού άρτου» (Λκ. 24, 30-35). Έτσι η μία αληθινή Εκκλησία αποτελεί συγχρόνως το κριτήριο και το θησαυροφυλάκιο της αληθείας.

Είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη για το ζήτημα αυτό η μαρτυρία τού αγίου Ειρηναίου.

«Αυτό το κήρυγμα και αυτήν την Πίστη παρέλαβε η Εκκλησία, όπως προαναφέ­ραμε, μολονότι έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο και με επιμέλεια τα φυλάγει σαν να κατοικεί σε ένα σπίτι. Παρομοί­ως τα πιστεύει σαν να έχει μία ψυχή και την ίδια καρδιά· τα διακηρύσσει εν αρμονία και τα διδάσκει και τα παραδί­δει σαν να έχει ένα στόμα. Οι διάλεκτοι ανά τον κόσμο είναι ανόμοιες, αλλ' η δύ­ναμη της παραδόσεως είναι μία και η αυτή» (Έλεγχος και ανατροπή της ψευ­δωνύμου γνώσεως 1,10,2).

Οι άγιοι πατέρες της Εκκλησίας ομολογούν και κηρύττουν αυτό που πρώτος ο απόστολος Παύλος έγραψε στον μαθη­τή του Τιμόθεο, ότι δηλαδή η Εκκλησία τού ζώντος Θεού είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α' Τιμ. 3,15). Ο κάθε πιστός, επομένως, ως μέλος της αληθινής Εκκλησίας, έχει λάβει «τον κα­νόνα της αληθείας», δηλαδή το κριτήριο της αληθείας, με το Μυστήριο τού Βα­πτίσματος (Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως 1,9,4). Όλα αυτά σημαίνουν ότι έξω από την μία αληθινή Εκκλησία δεν υπάρχει αυθεντικό και εγγυημένο κριτήριο της αληθείας. Ο ίδιος ο άγιος Ειρηναίος γράφει για τον άγιο Πολύκαρπο ότι «δίδασκε πάντα αυτά που έμαθε από τους αποστόλους και η Εκκλησία παραδίδει και είναι τα μόνα αληθινά» (Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως 3,3,4).

Είναι ολοφάνερο ότι όταν οι αιρετικοί αποκόβονται από την μία, αγία καθολι­κή και αποστολική Εκκλησία, τότε χά­νουν οπωσδήποτε τον «κανόνα της αληθείας», με αποτέλεσμα να παρεκκλίνουν από την αλήθεια και να περιπλανώνται μέσα στα σκοτάδια της πλάνης.

Πως, όμως, και με ποια κριτήρια μπο­ρεί κάποιος να αναγνωρίση την μία αληθινή Εκκλησία, το αυθεντικό Σώμα τού Χριστού, από το οποίο αποκόπτονται οι αιρετικοί; Ευτυχώς τα κριτήρια αυτά υ­πάρχουν θησαυρισμένα μέσα στο πολύ­τιμο θησαυροφυλάκιο της Ιεράς μας Παραδόσεως. Εκείνο που απαιτείται εί­ναι το ανύστακτο ενδιαφέρον και η επιμελημένη έρευνα, ώστε ο καθένας μας να τα γνωρίσει και να συνειδητοποιήσει την σημασία τους. Εμείς θα επιχειρήσουμε σε επόμενα άρθρα να επισημάνουμε τα πιο κύρια από αυτά.

Από το περιοδικό ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011

Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com