«Έκατσα που εσκαπέτισαν (διέφυγαν) με τα μπαϊράκια τους απέ κατέβηκα κάτω. Ήταν μια εκκλησία, εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς... Σίμωσα, έδεσα το άλογο μου σ' ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου, είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου, βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. "Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα στο άλογο μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου πετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφος μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του.
- Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι.
- Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια... Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του».
Θ. Κολοκοτρώνης, «Απομνημονεύματα
Αλλά Αυτή μόνη απέμεινε καταφυγή και στον Μακρυγιάννη, όταν είχε γίνει κράτος η Ελλάδα, αλλά είχε κιόλας ξεχάσει που χρώσταγε τη σωτηρία της. Την Παναγία έβλεπε στα «οράματα» του και σ'αυτής τα «θάματα» πίστευε η καταπληγωμένη από την κατάντια της πατρίδας του ψυχή του.
«Θεοτόκο, μητέρα του παντός..., προστρέχομεν οι αμαρτωλοί, οι αδύνατοι, εις την εσπλαχνίαν της αγαθότης σου, να λυπηθείς τους αθώους εκείνους... οπού τρέξαν ξυπόλυτοι και γυμνοί, εκείνους οπού άφησαν χήρες και ορφανά, εκείνους οπού χυσαν το αίμα τους, κατά τον όρκον τους, ν' αναστηθεί δια της δυνάμεως του Παντοκράτορα η σκλαβωμένη τους πατρίδα και να λαμπρυθεί ο σταυρός της ορθοδοξίας, και δι' αυτόν τον όρκον αυτείνοι πέθαναν δι' αυτείνη την πατρίδα και θρησκεία, και θυσίασαν και το έχει τους..., Θεοτόκο μου, να περικαλέσεις τον αφέντη μας και τον μονογενήν σου ν’ αναστήσει πίσου αυτά... οπού κατακερματίσαμεν εμείς οι αχάριστοι και μας ήβρε η δίκια του οργή... και να φέρει πίσου την ευκή του και την ευλογίαν του και της βασιλείας του, οπού την στερηθήκαμεν από την κακία μας και διοτέλεια μας και εγίναμεν η παλιόψαθα της κοινωνίας, και εγίναμεν καθώς φαινόμαστε ως την σήμερον».
Στρατηγός Μακρυγιάννης «Οράματα και θάματα»
Μάρτιος 2011, 190 χρόνια από τότε.
Ανήμερα του Ευαγγελισμού θα παραστούνε επίσημοι άρχοντες και απλοί πολίτες στις δοξολογίες, που γίνονται ακόμη για την ανάσταση του Γένους και τη μεγάλη γιορτή της Παναγίας μας. Θ' ακούσουμε εκεί να ψάλλεται στη χάρη Της και το περίφημο τροπάριο της εορτής, το «Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον...».
Πόσοι απομένουν ικανοί να καταλάβουν από ποιο «κεφάλαιο» έχουμε τόση ανάγκη σήμερα;
Πόσοι απομένουν έμπιστοι, σαν τον Κολοκοτρώνη και τον Μακρυγιάννη, να συνάψουνε μυστικές συμφωνίες με την Παναγία και σ' αυτές να καθοδηγήσουν να πιστέψουν οι σύγχρονοι Έλληνες;
Πόσοι απομένουνε άξιοι να προσφύγουν με κλάματα στη χάρη Της για την «Ελλάς»;
Πόσοι απομένουν αντάξιοι να δεχτούν την προσταγή Της να ψάξουνε να βρούνε την κρυμμένη στα σημερινά χαλάσματα εικόνα Της;
Αυτοί μπορούν και σήμερα με τη μυστική μαρτυρική πορεία τους, με τούς αγώνες τους για την αλήθεια, την ελευθερία και το δίκαιο, με μεγάλα «οράματα», με την πίστη τους στο ποιος κυβερνάει τελικά αυτό τον κόσμο, αυτοί μπορούνε με τη μεσιτεία Της να δούνε και σήμερα τα «θάματα» που τόσο έχουμε ανάγκη.
Ορθόδοξοι Ιεραπόστολοι - Περιοδικό «Προς την Νίκην», Μάρτιος 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου