Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ἀγαποῦσαν τὸν ἅγιο Θεὸ «ἐξ ὅλης τῆς καρδίας των καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς των καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος των καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας των». Δὲν μέριζαν τὴνἀγάπη τους στὸν κόσμο καὶ στὰ τοῦ κόσμου, στὰ φθαρτὰ καὶ στὰ γήινα, ὅπως συνήθως κάνουμε οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἔδιναν ἀμέριστη τὴν ἀγάπη τους στὸν Θεό. «Ἡμεῖς τὴν κρείττω καὶ θειοτέραν φιλίαν ἀσπαζόμεθα», ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος. Κι ὁ ἱερὸςΧρυσόστομος βεβαίωνε ὅτι εἶναι τόσο ἰσχυρὴ ἡ φωτιὰ τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸνΘεό, ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ ἐπιθυμήσουμε τίποτε ὑλικὸ καὶ πρόσκαιρο, «ἀλλ’ εἰς ἕτερον ἡμᾶς μεθίστησιν ἔρωτα».
Οἱ τρεῖς φωστῆρες τῆς τρισηλίου θεότητος θεωροῦσαν χειρότερο κι ἀπὸ τὴν κόλαση τὸ νὰ λυπήσουν τὸν ἀγαπημένο τους Κύριο. Διότι κόλαση εἶναι ὁ χωρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, κι αὐτοὶ ἐπιθυμοῦσαν σφόδρα νὰ εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν λατρευτὸ τῆς καρδιᾶς τους, τὸν ἀξιαγάπητο Κύριο. Ἐπιθυμοῦσαν νὰ εἶναι «τοῦ ἀληθινοῦ κάλλους» θεατές. Ποθοῦσαν νὰ ἀναπνέουν Χριστόν – «τοῦ Θεοῦ μνημονευτέον μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον» – νὰ ζοῦν γιὰ τὸν Χριστό, νὰ ὑπηρετοῦν τὸν Χριστό, νὰ θυσιάζουν τὰ πάντα γιὰ τὸν Χριστό.
Εἶχαν ἰσόβιο σύνθημά τους τὸ «δεῖ πάντα διὰ τὸν Χριστὸν ποιεῖν». Ὅλα πρέπει νὰ τὰ κάνουμε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴ δόξα του. Ἔκαναν καὶ οἱ τρεῖς λαμπρὲς σπουδές, εἶχαν ἄριστες ἐπιδόσεις καὶ μποροῦσαν, ἂν τὸ ἐπεδίωκαν, νὰ καταλάβουν ὑψηλοὺς θώκους καὶ μεγάλα ἀξιώματα. Ἀλλὰ δὲν προτίμησαν μία λαμπρὴ κατὰ κόσμον σταδιοδρομία. Ἐπειδὴ ἀγαποῦσαν μὲ πόθο τὸν Κύριο, ἀφιερώθηκαν ἐξ ὁλοκλήρου σ’ Αὐτὸν ποὺ εἶναι «ἀληθινὰ ἀγαπητὸς καὶ ἀξιέραστος».
Ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸν Θεό, κατὰ τὴ χρυσοστομικὴ ἔκφραση, ἦταν ἰσχυρὴ ὅπως ὁ θάνατος καὶ σκληρὴ σὰν τὸ διαμάντι, γιὰ ν’ ἀντέχει σὲ ὁποιονδήποτε πειρασμό, σὲ ὁποιαδήποτε δυσκολία. Δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς χωρίσει τίποτε ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, κανένα ἐμπόδιο. «Ἀγάπης οὐδέν, οὔτε μεῖζον, οὔτε ἴσον ἐστίν, οὐδὲ αὐτὸ τὸ μαρτύριον». Τίποτε δὲν ὑπάρχει σὰν τὴν ἀγάπη, οὔτε μεγαλύτερο οὔτε ἴσο οὔτε αὐτὸ τὸ μαρτύριο. Ὡς πρὸς τὴν προαίρεση, γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μαρτυροῦσαν καὶ πέθαιναν καθημερινῶς, κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα τῆς ζωῆς τους. «Μυρίους ἀπεθάνομεν θανάτους»!
Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπειλήθηκε ἀπὸ τὸν ἀπεσταλμένο τοῦ αὐτοκράτορα Οὐάλη μὲ δήμευση τῆς περιουσίας του καὶ μ’ ἄλλες βαρύτερες ἀπειλές. Ἀλλὰ ἀπέδειξε ἐπάνω στὰ πράγματα ὅτι εἶναι «κρείττων ἀπειλῶν (ἀνώτερος ἀπὸ τὶς ἀπειλές) ὁ ἀνήρ». Καθόλου δὲν πτοήθηκε ἀπὸ τὶς ἀπειλὲς τοῦ Μοδέστου, διότι ἡ καρδιά του ἦταν ὁλοκληρωτικὰ δοσμένη στὸν Κύριο.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως καὶ Πρόεδρος τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, κατηγορήθηκε ἀναιτίως ὅτι δὲν εἶναι κανονικὸς Ἀρχιεπίσκοπος καὶ ὅτι δὲν δικαιοῦται νὰ προεδρεύει τῆς Συνόδου. Καὶ αὐτὸς ἀπέδειξε ἐμπράκτως ὅτι ἀγαπάει τὸν Χριστὸ περισσότερο ἀπὸ τὰ ἀξιώματα. Παραιτήθηκε καὶ ἀπὸ τὰ δυὸ ἀξιώματά του καὶ ἀποσύρθηκε στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του, στὴν προσφιλὴ ἡσυχία του, ὅπου καλλιεργοῦσε ταπεινὰ ἕναν κῆπο καὶ προσευχόταν δοξολογώντας τὸν Κύριο καὶ Θεό του, τὸν αἰώνιο Μονάρχη, «δι’ ὅν (γιὰ τὸν ὁποῖο) ὕμνος, δι’ ὃν αἶνος, δι’ ὃν ἀγγέλων χορεία». Εὐφραινόταν νὰ ἐπαναλαμβάνει τὴ φράση: «Ὁ ἐμὸς Ἰησοῦς» καὶ νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὰ καθαρῶς πνευματικὰ ἔργα, τὴν προσευχή, τὴ θεία λατρεία, τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, τὴν ἕνωσή του μὲ τὸν Κύριο!
Τέλος, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος καθαιρέθηκε ἄδικα ἀπὸ ἀντικανονικὴ Σύνοδο καὶ ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἀρκάδιο καὶ τὴ σύζυγό του Εὐδοξία δυὸ φορὲς στὰ βάθη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ταλαιπωρήθηκε ἀφάνταστα, σήκωσε διπλὸ σταυρό, ἀλλὰ δὲν λύγισε. Πετοῦσε ἀπὸ τὴ χαρά του καὶ μέσα στὶς θλίψεις του, ὥσπου παρέδωσε τὴν ἀγωνιστικὴ ψυχή του στὸν Κύριο ψελλίζοντας: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν»! Τὸν συνεῖχε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Δεσπότης Χριστὸς μᾶς ἀγαπᾶ τόσο πολὺ «καὶ οὐ διανιστάμεθα»; Καθόλου δὲν συγκινούμαστε νὰ ἀνταποκριθοῦμε κι ἐμεῖς στὴν ἀγάπη του; ρωτοῦσε μὲ εὔλογη ἀπορία. «Αἰδεσθῶμεν τὴν ἀγάπην αὐτοῦ, αἰσχυνθῶμεν τῆς φιλανθρωπίας τὴν ὑπερβολήν».
Ἂς ντραποῦμε ποὺ εἴμαστε τόσο φτωχοὶ στὴν ἀγάπη μας.Εἴθε μὲ τὶς πρεσβεῖες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν νὰ καίει καὶ στὶς δικές μας καρδιὲς ἡ φλόγα τῆς θείας ἀγάπης. Νὰ κινεῖ καὶ τὶς δικές μας ψυχὲς «ὁ τῆς εὐσεβείας ἔρως» πρὸς «πρᾶξιν ἁγίαν». Ψυχή, καρδιά, νοῦς, θέληση, ἐπιθυμίες, πόθοι, ὅλα νὰ στρέφονται πρὸς τὸν Θεό, ὅπως στρέφονται τὰ λουλούδια πρὸς τὸ φῶς. Τὸν Θεὸ θερμὰ νὰ ποθοῦμε, τὸν Χριστὸ εἰλικρινὰ νὰ ἀγαποῦμε, μὲ τὸν Χριστὸ νὰ εἴμαστε ἀληθινὰ ἑνωμένοι, γιὰ νὰ ἀκούγεται μελωδικὰ καὶ ἀπὸ τὶς δικές μας καρδιὲς τὸ τραγούδι τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ: «Ἀγαπήσω σε, Κύριε, ἡ ἰσχύς μου…»
«Ο ΣΩΤΗΡ» 15-0Ι-2009
1 σχόλιο:
Δεν τους αρέσουν αυτά όμως τους νεοεποχίτες και θέλουν παθιασμένα την θρησκειολογία και όχι τους Πατέρες. Αχ κατακαημένη Ελλάδα τί θα τραβήξεις απο δαυτους...
Σπύρος
Δημοσίευση σχολίου