«Μη μέταιρε όρια αιώνια, α έθεντο οι Πατέρες σου»(Παροιμ. 22, 28)
Υπάρχουν σύνορα και Σύνορα. Τα πρώτα οριοθετούν τον γεωγραφικό μας χώρο. Τα δεύτερα σηματοδοτούν τα ιδανικά και τις αξίες της ζωής μας. Αυτά για εμάς είναι αιώνια, διαχρονικά και αδιαπραγμάτευτα. Είναι όρια ζωής. Γι΄ αυτό και δεν επιδέχονται υπερβάσεις ή αλλοιώσεις. Πέραν τούτων κίνδυνος-θάνατος.
Ποια είναι αυτά;
Πρώτον: Η Ορθοδοξία μας
Τα ορθόδοξα δόγματα της πίστεως μας είναι τα ορόσημα εκείνα τα οποία: «οι Προφήται είδον, οι απόστολοι εδίδαξαν, η Εκκλησία παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι εδογμάτισαν, η οικουμένη συμπεφώνηκεν, η χάρις έλαμψεν, η αλήθεια αποδέδεικται, το ψευδός απελήλαται, η σοφία επαρρησιάσατο, ο Χριστός εβράβευσεν» (Απόφασις Ζ' Οικουμ. Συνόδου). Πιστεύω Ορθόδοξα σημαίνει «σχοινοβατώ» ήτοι, δεν παρεκκλίνω «ούτε αριστερά ούτε δεξιά» (Παροιμ. 4, 27). Δεν προσχωρώ, ούτε κατά χιλιοστό, στην πλάνη και στο ψευδός. Και αυτό μου το εξασφαλίζει η ταύτισις με την Εκκλησία μου.
Στα άπαντα του Γ. Τερτσέτη αναφέρεται ότι κάποτε «ένας περιηγητής είδε βοσκόν με το κοπάδι του καθήμενον εις το πεζούλι ενός εξωκκλησιού και τον ηρώτησε. «Τί πιστεύεις;» Ο βοσκός, κτυπώντας με την μαγκουρα του τον τοίχο της εκκλησίας, είπε; «ό,τι πιστεύει ετούτη». Και ο περιηγητής του είπε, «Και τί πιστεύει ετούτη;». «Ο,τι πιστεύω εγώ...»! (Τόμ. 3ος, 1967, σελ. 232).
Δεύτερον: Το ορθόδοξο ήθος μας
Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο και εδημιούργησε τον «καινόν άνθρωπον, τον κατά Θεόν κτισθέντα. (Έφεσ. 4,24) με το νέο ήθος και τον καινούργιο τρόπο ζωής. Αυτό το νέο ήθος, πού οριοθετείται μέσα στο Ευαγγέλιο του Χριστού και την ζωή των Αγίων μας, ως ορθοπραξία, η Εκκλησία το πραγματώνει μέσα από την θεία της λατρεία, την άσκησι, την θυσιαστική αγάπη, την αυτομεμψία και την προσευχή. Είναι το ήθος της εύσεβείας, η οποία «προς πάντα ωφέλιμος εστίν, επαγγελίαν έχουσα της ζωής της νυν και της μελλούσης», κατά τον Παύλο, και όχι του ευσεβισμού, που είναι απλή «μόρφωσις ευσέβειας» (Α' Τιμ. 4,8. Β' Τιμ. 3, 5). Είναι φιλοθεΐα, φιλαδελφία και φιλοκαλία. Είναι φιλότιμο και αρχοντιά-δύο λέξεις πού δεν μεταφράζονται σε καμιά ξένη γλώσσα. Με μια λέξι είναι το ήθος του Χριστού. Αυτό είναι το ήθος του ορθοδόξου, του Ρωμιού. Γνήσιος εκπρόσωπος αυτού του ήθους είναι και ο στρατηγός Μακρυγιάννης, πού συνεχώς μέμφεται τον εαυτόν του και ζητεί να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του, κάνοντας χίλιες μετάνοιες την ήμερα!... Το ίδιο και ο σκλαβωμένος λαός μας. Όταν, κατά την τουρκοκρατία, τον επεσκέπτοντο Ευρωπαίοι περιηγηταί και τον έβλεπαν να ζή την μια σαρακοστή μετά την άλλη -παρά την φτώχεια του- τις ατέλειωτες αγρυπνίες του, την συγκινητική φιλοξενία του, εθαύμαζαν και έλεγαν: «ένας τέτοιος λαός δεν είναι ποτέ δυνατόν να χαθή!...».
Τρίτον: Η έννοια της Πατρίδος
Η Ορθοδοξία και η Ορθοπραξία είναι βέβαια μεγέθη οικουμενικά και υπερεθνικά, ως προϋποθέσεις σωτηρίας όλων των ανθρώπων, σε μας όμως τους Ρωμιούς είναι συνδεδεμένα και με την έννοια της Πατρίδος. Άλλωστε, ο ίδιος ο Θεός είναι, κατά τον Παύλο, «ο ορίσας τας οροθεσίας της κατοικίας» των εθνών (Πράξ. 17, 26), ο δε Κύριός μας «Ναζωραίος εκλήθη» (Ματθ. 2,23).
Βέβαια, οι διάφοροι «διεθνισμοί» και η λαίλαπα της «παγκοσμιοποίησης», πού απεργάζονται την ισοπέδωσι των πάντων, δυστυχώς, κατά ένα μέγα μέρος, έχουν διαβρώσει και την εθνική μας αυτοσυνειδησία, με αποτέλεσμα να διστάζη κανείς σήμερα να ομιλή για το ιδανικό του πατριωτισμού, από φόβο μήπως χαρακτηρισθή ως εθνικιστής ή ρατσιστής! Αυτό είναι κατάντημα! Εξ άλλου είναι ευδιάκριτα πια τα «σύνορα» μεταξύ γνησίου πατριωτισμού, ήτοι αγάπης προς την Πατρίδα και ρατσισμού, πράγμα πού ουδέποτε εχαρακτήριζε τον ορθόδοξο έλληνα.
Το φρόνημα των ορθοδόξων ελλήνων ήταν και πρέπει να είναι, διαπαντός, αυτό πού είχαν και διεκήρυτταν οι ηρωικοί πολεμισταί του '21: «Η υπέρ της Πατρίδος μας αγάπη, ο υπέρ Χριστού έρως και η σταθερά μας τελευταία άπόφασις του να ζήσωμεν Χριστιανοί ελεύθεροι, εί δε μη να χαθώμεν»!...
Τέταρτον: Η οικογένεια
Η οικογένεια αποτελεί την οντολογική μονάδα της ανθρωπότητας και, κατά το 21ο άρθρο του Ελληνικού Συντάγματος: «το θεμέλιο της συντηρήσεως και της προαγωγής του έθνους μας». Είναι το κύτταρο της κοινωνίας και το θερμοκήπιο της ζωής. Κατά τον Ί. Χρυσόστομο «εκεί συρρέει πάντα τα αγαθά», δηλ. εκεί συντρέχουν όλα τα καλά. Όμως, στους καιρούς μας το ιερό αυτό άντρο διέρχεται δεινή κρίσι, υπό την επήρεια νέων δήθεν αντιλήψεων και την μίμησι των ξένων προτύπων. Τόσον, ώστε η ελληνική ορθόδοξη οικογένεια να είναι ο μεγάλος μας ασθενής.
Χρειάζεται, λοιπόν, η «παλινόρθωσις» και η «αναστήλωσις» της οικογενείας στα ελληνορθόδοξε ασάλευτα βάθρα της. Είναι ανάγκη να συνεχίζη να αποτελή ένα από τα απόρθητα εθνικά μας κάστρα, πού οι πολυποίκιλοι εσωτερικοί και εξωτερικοί εχθροί δεν θα κατορθώσουν να αλώσουν.
Πέμπτον: Η ελληνορθόδοξη Παιδεία μας
Ο Πλούταρχος στο περίφημο έργο του «Περί παίδων αγωγής» αποφαίνεται ότι: «παιδεία ουκ εστί το πληρώσαι υδρίαν, αλλά το ποιήσαι πυράν»! Δηλαδή -αν κατανοούμε ορθά το νόημα των λόγων του- κύριος σκοπός της Παιδείας δεν πρέπει να είναι ο «υδροκεφαλισμός» του άνθρωπου, με την συσσώρευσι γνώσεων στον εγκέφαλο του, αλλά πρέπει να ανάπτη το «εγκάρδιο πυρ» της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης στις εύπλαστες ψυχές των νέων.
Η δε μεγάλη Μητέρα της Εκκλησίας, Οσία Συγκλητική, τονίζει ότι, όπως, όταν θέλη κανείς να ανάψη φωτιά, πρέπει πρώτα να συλλέξη τα ξύλα, να καπνισθή κ.λπ. δηλαδή να κοπιάση, έτσι και όταν θέλη να καλλιεργηθή πνευματικά, πρέπει να καταβολή κόπους και να υποστή θυσίες. Παιδεία, επίσης, δεν είναι μόνον η άσκησις και απόκτησις δεξιοτήτων, προς κάλυψιν των αναγκών εργασίας της αγοράς, αλλά η διάπλασις ανθρώπων με ήθος και αρετή, τιμιότητα και ειλικρίνεια, καθώς και απόφασι να υπηρετήσουν τον συνάνθρωπο.
Αυτό είναι το παιδευτικό ιδεώδες της ελληνορθόδοξης παιδείας, σύμφωνα και με την μακραίωνα παιδευτική μας παράδοσι, όπως την εξέφρασαν, βίω και λόγω, οι τρεις Ιεράρχαι, προστάται των Ελληνικών Γραμμάτων, ένας εκ των οποίων (Ίερ. Χρυσ/μος) επιγραμματικά καθορίζει τον σκοπό της: «η παιδεία μετάληψις αγιότητός εστίν».
Και ενώ αυτό είναι το εθνικό «σύνορο» της Παιδείας μας, ήλθαν οι νέοι καιροί και «έπνευσαν άνεμοι» βίαιοι και μας ξερρίζωσαν εν πολλοίς από τις αιώνιες πνευματικές μας ρίζες.
Μας έφεραν τα «άθεα γράμματα» και μας πήραν «του Θεού τα πράγματα»! «Μας απομάκρυναν από τον μαστό της Μάνας μας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και μας έδωσαν να πιούμε γάλα κονσέρβας». Γι΄ αυτό και η Παιδεία μας σήμερα παραπαίει απροσανατόλιστη, επειδή ο καθένας πού κυβερνά αυτόν τον τόπο αυτοσχεδιάζει, μετακινώντας αυθαίρετα τα «αιώνια όρια α έθεντο οι Πατέρες» αυτού του Γένους. Κρίμα!...
Έκτον: Ο Μοναχισμός μας
Ο θεοΐδρυτος ορθόδοξος Μοναχισμός μας είναι το αιωνόβιο δένδρο, πού έχει βαθειές τις ρίζες του μέσα στο έδαφος της δισχιλιετούς ορθοδόξου παραδόσεως, όντας «οστούν εκ των οστέων και σαρξ εκ της σαρκός» της Εκκλησίας του Χριστού.
Ο Μοναχισμός της ορθοδόξου Εκκλησίας μας, αποτελών, κατά τον Αγ. Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, το όγδοο μυστήριο Της, είναι τρόπος υψηλής ευαγγελικής ζωής, το Ευαγγέλιο εφηρμοσμένο στην πλέον γνήσια και αυθεντική του μορφή. Προσανατολισμένος προς το εν ουρανοίς πολίτευμα «εκκολάπτει αετιδείς και δημιουργεί χρυσαετούς της αρετής, οι οποίοι πέτανται ως νεφέλαι» (Άθων. Άνθη, Θεοκλήτου Μονάχου, σελ. 27).
Οι ορθόδοξες Ιερές Μονές μας αποτελούν -κατά τον χαρακτηρισμό πολλών- τους πνεύμονας και τους ενδοκρινείς αδένας της Εκκλησίας, οι όποιοι εργάζονται, για να κρατούν σε ευεξία ηθική και να ρυθμίζουν μυστικά και αθόρυβα την όλη αύξησι και ισορροπία του Σώματός Της. Δεν είναι υπερβολή το λεχθέν ότι «χωρίς τους μοναχούς ο χριστιανισμός θα είχε εξαφανισθή» (Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ).
Δεν αγνοούμε, βεβαίως, ότι ο Μοναχισμός μας αποτελεί -όπως και ο Χριστός-
«σημείον αντιλεγόμενον» και πέτρα σκανδαλισμού για τους αμφισβητίες κάθε εποχής, ου μην αλλά και της δικής μας. Και ασφαλώς, υπάρχουν εκείνοι πού θα ήθελαν τα Μοναστήρια και οι Μοναχοί να μη υπήρχαν, προσπαθώντας με κάθε τρόπο να τα διαλύσουν. Όπως υπάρχουν και μερικοί άλλοι πού επιχειρούν να αλλοιώσουν το εξωκόσμιο πνεύμα και την ουσία του ορθοδόξου Μοναχισμού.
Εις πείσμα όλων αυτών των ορατών και αοράτων εχθρών ο Μοναχισμός δεν παύει να αποτελή και θα αποτελή εις το διηνεκές, το ορόσημο για την πνευματική ζωή της Εκκλησίας, αλλά και τον φωτεινό σηματοδότη στην πορεία του κόσμου. Ανέκαθεν τα Μοναστήρια μας στάθηκαν τα ιερά καταφύγια του πονεμένου ορθοδόξου λάου μας και μάλιστα, στους δυσχειμέρους εθνικούς μας καιρούς. Πρέπει, επομένως, οι νεοέλληνες να συνειδητοποιήσουμε το πόσα οφείλουμε στον «θεοδρόμον αστέρα» του Ορθοδόξου Μοναχισμού μας, ως Έθνος, ως κοινωνία και ως Εκκλησία...
Αυτά, λοιπόν, είναι τα αιώνια σύνορα μας, τα οποία δεν πρέπει ποτέ να τα υπερβούμε, ούτε να επιτρέψουμε να τα παραβιάσουν άλλοι. Εμείς «εν αυτοίς εγεννήθημεν, εν αυτοίς ζώμεν, ει δε καιρός καλέση, μυριάκις υπέρ αυτών τεθνηξόμεθα».
Περιοδικό «Αγία Λυδία», τεύχος 389, Ιούλιος 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου