5 Δεκ 2010

Θρησκευτικών απολογία…

(άρθρο από την περιοδική έκδοση του 3ου Γενικού Λυκείου Αιγαλέου,τευχ.15, 2009-2010)

Με την έναρξη της φετινής σχολικής χρονιάς, κοιτάζοντας τα όμορφα και σπινθηροβόλα μάτια των μαθητών μου, αισθάνθηκα έντονα και περισσότερο από κάθε άλλη φορά, μιαν ανάγκη «απολογίας» ακούγοντας όλους αυτούς που επιχειρούν να υποτιμήσουν τη νοημοσύνη αυτών των εφήβων διαδίδοντας ότι το θεολογικό μάθημα μόνο στη «μισαλλόδοξη» και «θεοκρατική» Ελλάδα είναι υποχρεωτικό και ότι μάλιστα η διδασκαλία του δε συμβαδίζει με τις υποχρεώσεις της χώρας μας που απορρέουν από τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Συνοπτικά και προφητικά τη στάση αυτή είχε ζωγραφήσει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στον Λαμπριάτικο ψάλτη, «Μη θρησκευτικά προς Θεού! Τό Ελληνικό έθνος δεν είναι Βυζαντινοί, ενοήσατε; Οί σημερινοί Έλληνες είναι κατ' ευθείαν διάδοχοι των αρχαίων. Έπειτα επολιτίσθησαν επροώδευσαν και αυτοί. Συμβαδίζουν με τά άλλα έθνη»! Σκέφτομαι, ότι είναι ο καιρός που πρέπει να κατανοήσουμε και όχι να αποκρύψουμε περισσότερο τη θρησκευτική διαφορετικότητα του άλλου, του διπλανού, σαν να είναι κάτι κακό. Διότι το θέμα απασχολεί την ελληνική κοινωνία ποικιλοτρόπως εδώ και κάποιες δεκαετίες και για μια ακόμα φορά είμαστε θεατές διαφόρων αντιδράσεων, που βασίζονται είτε σε ιδεοληψίες και προκαταλήψεις «καθυστερημένων συντηρητικών», είτε σε γενικόλογες «προοδευτικές αντιλήψεις», που επιχαίρουν για το δρόμο που άνοιξε «επιτέλους» προς τον «εκσυγχρονισμό» και «εξευρωπαϊσμό» του σχολείου.

Το θολό αυτό τοπίο μας εμποδίζει σαφώς να βάλουμε το χέρι μας «επί τόν τύπον των ήλων» και να οριοθετήσουμε την εργασία μας, ώστε να αποβεί γόνιμη και ουσιαστική και να απαντά στα κρίσιμα ερωτήματα.

Με αφορμή λοιπόν αυτά που λέγονται για το μάθημα των θρησκευτικών (κατάργηση, προαιρετικό, επιλεγόμενο, θρησκειολογικό) θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε, τι ισχύει στην Ελλάδα και στις χώρες της Ευρώπης και να σκεφτούμε και να προβληματιστούμε για την προοπτική του μαθήματος.

Το μάθημα των θρησκευτικών δέχεται τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας σφοδρή πολεμική. Υποτιμάται η συμβολή του στην αγωγή των νέων και στην εθνική μας παιδεία. Ζητείται η κατάργηση ή η αντικατάσταση του με θρησκειολογία.

Έτσι οι «κατά συρροήν» εγκύκλιοι του ΥΠΕΠΘ το καλοκαίρι του 2008 που νόμιζαν ότι λειτουργούν διευκρινιστικά, αγνοώντας ότι «σοφόν τό σαφές», δεν απέφυγαν με την ασαφή τους διατύπωση τις αντιφάσεις, με αποτέλεσμα να αρχίσει η σχολική χρονιά με μια καταιγίδα θέσεων και αντιθέσεων του «ποδαριού» για το «καλό της παιδείας».

Με μανία και πάθος γράφονται άρθρα, για να εξοβελιστεί το μάθημα από τη Β/θμια εκπαίδευση. Βεβαίως όλοι αυτοί «ξεχνούν» ότι σε μια συντεταγμένη πολιτεία οι επιθυμίες και επιδιώξεις όλων θα πρέπει να είναι και συμβατές με τις Συνταγματικές επιταγές. Το μάθημα λοιπόν των θρησκευτικών βάλλεται από πολλές τάξεις και παρατάξεις ποικίλων θεωρήσεων, απόψεων και τοποθετήσεων σε όλες τις σφαίρες της σκέψης και της ζωής. Υπάρχει μια συνεχής πολεμική, μια συνδυασμένη ομοβροντία από πολλούς «μαχητές», παθιασμένους εχθρούς της εκκλησίας, άπιστους, πολιτικούς, ορθολογιστές, παραταξιακούς αρνητές των αξιών της ζωής και πολλούς (π.χ συνδικαλιστές) που θεωρούν τον εαυτό τους «μέσα στην παιδεία», αλλά τον θέλουν έξω από την τάξη. Πρόκειται, αλήθεια, για μια επιθετικότητα κατά του μαθήματος πρωτόγνωρη στις διαστάσεις της και στην επιμονή της. Τον παρατηρητή της πολεμικής αυτής τον εντυπωσιάζει η ένταση της επιθέσεως, που είναι πεισμωμένη και ασυγκράτητη, δυσανάλογη προς το πρόβλημα, για το οποίο πολεμά. Έτσι αναμασώνται παλαιότερες απόψεις για το θεολογικό μάθημα, όπως ότι είναι μονοφωνικό, κατηχητικό, μονόπλευρο και σκοταδιστικό και άλλες τέτοιες κατηγορίες. Οι επικριτές του δεν είναι μόνο μέλη της επιστημονικής κοινότητας, συνταγματολόγοι, ή απλώς ιδιώτες που καταθέτουν την άποψη τους, αλλά και θεσμοθετημένα όργανα και αρχές της πολιτείας, όπως η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και ο Συνήγορος του Πολίτη.

Οι θεολόγοι λοιπόν για άλλη μια φορά, καλούμαστε να βγάλουμε «το φίδι από την τρύπα», χωρίς καμιά στήριξη από αυτούς που έπρεπε. Βιώνουμε πάλι αυτή την ιδιότυπη μοναξιά (εμείς και οι μαθητές μας),σαν να θέλουν κάποιοι τη σιωπή μας, άρα και τη συνενοχή μας. Δυστυχώς όμως, αντί για ήρεμη και ειλικρινή συζήτηση, προκαλούνται ενστικτώδεις αντιδράσεις λόγω προκαταλήψεων και διαστρεβλώσεων. Αφενός μεν η μνήμη ενός νεφελώδους, ευσεβιστικού παρελθόντος, αφετέρου δε τα απωθημένα βιώματα ορισμένων, τα τεχνητώς αθεράπευτα ψυχικά τους τραύματα από μια αυταρχική παιδεία του παρελθόντος, με αιχμή την θρησκευτική καταπίεση, οδηγούν τις συζητήσεις για το θέμα αυτό σε ακρότητες. Σκεφτόμαστε ακόμη πόσο θεμιτό είναι άραγε να γράφονται άρθρα για την «αξία» και τη νομιμότητα του μαθήματος με επιχειρήματα που αντλούνται αποκλειστικά από τις προσωπικές αρνητικές εμπειρίες κάποιων που απαξιώνουν συλλήβδην την εκπαίδευση με αδέξιους πειραματισμούς, χάριν ενός κάλπικου προοδευτισμού. Μήπως ξεχνάμε ότι ο θρησκευτικός εγγραμματισμός, που επιτυγχάνεται στα όρια ενός υποχρεωτικού θρησκευτικού μαθήματος, προβάλλει απαραίτητος για το σύγχρονο νέο άνθρωπο και είναι ανάγκη να υλοποιείται νηφάλια και επιστημονικά με σεβασμό στις συνθήκες του σύγχρονου δημοκρατικού και πλουραλιστικού σχολείου;

Για τους θεολόγους της σχολικής τάξης αυτή η ανάγκη δεν είναι εμπόδιο, αλλά μια σοβαρή και σύνθετη πρόκληση για τη δουλειά τους. Το θρησκευτικό μάθημα οφείλει να διδάσκεται κάθε πολίτης αυτής της χώρας, πιστός ή άπιστος, χριστιανός, αλλόθρησκος ή αλλόδοξος, που θέλει να είναι ενημερωμένος και ενσυνείδητα πνευματικά τοποθετημένος θετικά ή αρνητικά -είναι θέμα επιλογής του- μέσα στο χώρο στον οποίο ζει.

Πριν προχωρήσει λοιπόν η Πολιτεία στην καταδίκη των θρησκευτικών, ας στρέψει το βλέμμα πίσω στην ιστορία και ας διαπιστώσει τι κέρδισε και τι έχασε η ανθρωπότητα από τη συγκεκριμένη γνώση της Θεολογίας. Οι τυχόν πληγές τελικά προέρχονται από την επιστήμη ή από ανθρώπους που πίστευαν πως την υπηρετούν;

Είναι βέβαιο ότι η ιστορική αναδρομή θα αποδείξει πως ο μοναδικός εχθρός των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι ο άνθρωπος και η αδυναμία του να χαλιναγωγεί τον εαυτό του.

ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

Η θρησκεία, στην οποίαν αναφέρεται το μάθημα των θρησκευτικών είναι ευρύτερη του όρου Εκκλησία και με αυτή την έννοια δεν μπορούμε να διανοηθούμε πώς μπορεί κανείς, που ζει στη σύγχρονη εποχή, να μην ενδιαφέρεται για το θέμα αυτό και από πλευράς μόνο εγκυκλοπαιδικής. Όταν κάνουμε λόγο λοιπόν για θρησκεία εννοούμε ένα σύστημα αντιλήψεων που διακρίνονται ανάλογα με το τι υπερτερεί, ο φόβος ή η αγάπη. Ακόμη και η αθεΐα είναι ένα είδος θρησκευτικής πίστης που ασχολείται με τα δίπολα φόβος-αγάπη, ιδέα-πρόσωπο. Επιπλέον και η στρατευμένη αθεΐα είναι ένα είδος θρησκείας, στο πλαίσιο της οποίας εκφράστηκε και ο Διαφωτισμός. Επίσης είναι γνωστή η σχέση του καπιταλισμού και της προτεσταντικής ηθικής και η έκφραση του μαρξισμού με τον θρησκευτικό ιουδαϊκό μεσσιανισμό. Γενικά κάθε ιδεολογική πολιτική είναι επενδυμένη με θρησκευτικό μανδύα ή ψευτοθεολογικά ενδύματα. Έτσι η κοινωνία είναι διαποτισμένη από θρησκευτικές και αντιθρησκευτικές αρχές.

Για τους Ελληνες βέβαια, η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελεί κεφαλαιώδη παράγοντα της κουλτούρας μας. Ο Χριστιανισμός ενώθηκε με τον Ελληνισμό από τον 1 ° αιώνα μ.Χ. και αυτή η παράλληλη διαδρομή έφερε τη σύνδεση της Εκκλησίας με την ιστορία μας. Τροφοδότησε πολιτιστικά προϊόντα και με την πάροδο των εποχών αποτέλεσε βασικό τμήμα της ελληνικής σκέψης.

Η οργανική σχέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με την παιδεία προέκυψε από το έργο και την κληρονομιά των Ελλήνων Πατέρων κατά την χιλιόχρονη πορεία του Βυζαντίου. Μέσα στο κλίμα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής η Εκκλησία υπήρξε σχεδόν ο μόνος φορέας που ανέλαβε, χωρίς καμιά αντιπαράθεση με την βυζαντινή πολιτεία, την ευθύνη για τον προγραμματισμό και την λειτουργία ενός συγκεκριμένου εκπαιδευτικού συστήματος. Το έργο αυτό εκάλυπτε τις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά και τις ανάγκες των ανθρώπων κάθε κοινωνικής τάξης για συμμετοχή στα μορφωτικά αγαθά. Η ίδια παράδοση συνεχίστηκε και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν η Εκκλησία έλαβε, ως εθνικός φορέας των υπόδουλων, την ευθύνη της κοινοτικής αυτοδιοίκησης για την υπό όρους οργάνωση και λειτουργία της παιδείας. Ανεξάρτητα από το πλαίσιο, το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό της παρεχόμενης παιδείας από την Εκκλησία, είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλη τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο δεν υπήρξε ποτέ ειδικό μάθημα θρησκευτικής αγωγής στα σχολικά προγράμματα της προπαιδείας, αλλά και της εγκυκλίου παιδείας.Τα μαθήματα που διδάσκονταν ήταν η γραμματική, η αριθμητική, η ρητορική, η φιλοσοφία, η γεωμετρία, η μουσική. Για αναγνωστικό είχαν τον Όμηρο και τη Βίβλο. Η γνωριμία με την ορθόδοξη θεολογία της εκκλησίας πραγματοποιούνταν μέσα από το γενικότερο κλίμα και την ατμόσφαιρα του πολιτισμού, δίχως την ύπαρξη ειδικού θεολογικού μαθήματος.

Με την ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους, η Εκκλησία παραχωρεί στην Πολιτεία την ευθύνη για την οργάνωση και λειτουργία των σχολείων. Τότε ακριβώς εισάγεται στο δημόσιο σχολείο το θρησκευτικό μάθημα. Αρχικά, με την ίδρυση σχολείων από τον Καποδίστρια (1828-1831) που μόνο αυτός προσπάθησε να πράξει κάτι παραδοσιακό, αλλά χλευάστηκε και πολεμήθηκε από του ξένους μισσιονάριους και τους συνεργάτες τους δικούς μας (την τότε αφρόκρεμα της ελληνικής κοινωνίας) ως μεσαιωνικός και υπονομευτής της «προόδου». Λίγο μετά, με την οργάνωση της παιδείας από τη βαυαρική αντιβασιλεία κατά τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, όπως γράφει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, «έπεσαν, όχι ως μέλισσες, αλλ' ως σφήκες, οι ευρωπαίοι και ευρωπαϊστές και εφάρμοσαν τα διαφωτιστικά ή και ευσεβιστικά προγράμματα τους που καταβρόχθισαν και τα θρησκευτικά».

Το 1833 ανακηρύσσεται πραξικοπηματικά το αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το όλο κλίμα της εποχής ευνοεί την υποταγή της στην κρατική εξουσία. Με την επικράτηση των θέσεων του Θεόκλητου Φαρμακίδη η Εκκλησία περιθωριοποιείται ως μια υπηρεσία ελεγχόμενη από την πολιτεία, η οποία και αναλαμβάνει τον εκσυγχρονισμό της παιδείας, σύμφωνα με τις νέες ιδέες του Διαφωτισμού κατά τα γερμανικά πρότυπα. Η θέση του μαθήματος των θρησκευτικών στα αναλυτικά προγράμματα είναι σαφώς υποβαθμισμένη.

Μετά την αντιβασιλεία το πρώτο Σύνταγμα του 1844 αναγνωρίζει την παραδοσιακή θεσμική θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία Την περίοδο εκείνη σημειώνεται μια στροφή από την κυριαρχία των ιδεών του Διαφωτισμού. Η ελληνική κοινωνία επηρεάζεται πλέον από το ρεύμα του Ρομαντισμού. Είναι η περίοδος κατά την οποία τονίζεται η διαχρονική συνέχεια της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού από την αρχαιότητα και το Βυζάντιο ως τον Νέο Ελληνισμό και καλλιεργείται η νοσταλγία για την πατροπαράδοτη εθνική κληρονομιά. Για πρώτη φορά το 1852 χρησιμοποιείται ο όρος «ελληνοχριστιανικός πολιτισμός». Η ελληνική Εκκλησία ανασυνδέεται με το Πατριαρχείο και το θρησκευτικό μάθημα ανακτά οργανική σχέση στα αναλυτικά προγράμματα της εκπαίδευσης. Από το 1853 έως το 1867 ενισχύεται επιπλέον η διδασκαλία του θρησκευτικού μαθήματος στην τότε δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Αν θέλαμε να αποτιμήσουμε τους προσανατολισμούς, τους σκοπούς και το περιεχόμενο του μαθήματος μέχρι το Μεσοπόλεμο, τότε η ταύτιση του με την ηθική και τον ηθικισμό είναι έκδηλη. Τα θρησκευτικά στο σχολείο απέβλεπαν στη «διάπλαση του ήθους των νέων». Η σημασία της θρησκείας ταυτιζόταν με την έννοια της ηθικής.

Στις αρχές του εικοστού αιώνα έγινε για πρώτη φορά συζήτηση για τον υποχρεωτικό ή μη χαρακτήρα του μαθήματος στην εκπαίδευση. Ισως οι ζυμώσεις αυτές να προκάλεσαν και τις αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν με τις κυβερνήσεις του Ελ. Βενιζέλου. Τα προγράμματα αλλάζουν μορφή και προσλαμβάνουν πλέον γνωσιακό και πληροφοριακό περιεχόμενο. Τα αναλυτικά προγράμματα των ετών 1913, 1914, 1931 γίνονται πιο ακαδημαϊκά, σε μια προσπάθεια να ξεπεραστεί ο ηθικισμός της πρώτης περιόδου, ενώ εισάγεται για πρώτη φορά και η διδασκαλία των μεγάλων θρησκευμάτων του κόσμου. Το 1961 το νέο αναλυτικό πρόγραμμα εμπνέεται κυριολεκτικά από ηθικές και συναισθηματικές αντιλήψεις, που εκφράζουν σαφώς την ατομική και κοινωνική σωτηριολογία.

Με τη μεταρρύθμιση του Γ. Παπανδρέου, στα μέσα τπς δεκαετίας του '60, τα νέα σχολικά εγχειρίδια που γράφονται φέρουν τη σφραγίδα μιας προσπάθειας να απαλλαχτεί η ορθόδοξη θεολογική παιδεία από τα ηθικιστικά στοιχεία του παρελθόντος.

Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας ο σκοπός του μαθήματος χαρακτηρίζεται πλήρως από θρησκευτικό ηθικισμό. Την περίοδο αυτή τα σχολικά εγχειρίδια και οι διδάσκοντες εμπνέονται από ηθικολογία και από τη συντηρητική νοοτροπία του καθεστώτος. Τα βιώματα εκείνης της εποχής άργησαν πολύ να σβήσουν.

Το Σύνταγμα του 1975 στο άρθρο 16 § 2 ορίζει ότι «η παιδεία έχει σκοπό... την ανάπτυξιν της εθνικής και θρησκευτικής συνειδήσεως» και στο άρθρο 3 § 1 ορίζεται ότι «επικρατούσα θρησκεία εν Ελλάδι είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας».

Τα Προεδρικά Διατάγματα τοΰ 1978 κατά τη μεταπολίτευση δεν παρέχουν ουσιαστικές δυνατότητες σύγχρονου θεολογικού προβληματισμού, ενώ η ορθόδοξη θεολογική σκέψη γνωρίζει την περίοδο αυτή μια σπάνια και πρωτόγνωρη ακμή.

Το 1985, αφού προηγήθηκαν θεολογικές ζυμώσεις σε συνέδρια θεολογικών σχολών, θεολογικών ενώσεων, με τον νόμο 1566 το θρησκευτικό μάθημα αλλάζει τίτλο και ονομάζεται Ορθόδοξη Χριστιανική Αγωγή.

Στο άρθρο 1 § 1, ο σκοπός της εκπαίδευσης εξειδικεύεται, έτσι ώστε οι μαθητές «να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη».

Ειδικότερα στο άρθρο 6 § 2, επισημαίνεται ότι στο λύκειο επιδιώκεται η ολοκλήρωση των σκοπών της εκπαίδευσης, ώστε οι μαθητές, «να συνειδητοποιούν τη βαθύτερη σημασία του ορθόδοξου χριστιανικού ήθους και της σταθερής προσήλωσης στις πανανθρώπινες αξίες...».

Το μάθημα των θρησκευτικών δεν αντιμετωπίζεται ως ειδικό μάθημα, αλλά ως ένα κανονικό μάθημα του σχολικού προγράμματος ενταγμένο στην παρεχόμενη από την Πολιτεία εκπαίδευση. Ως εκ τούτου υπηρετεί τους γενικούς σκοπούς της παιδείας, όπως αυτοί ορίζονται από το Σύνταγμα και τους Νόμους.

Η θρησκευτική αγωγή των μαθητών συνιστά όρο της ηθικής και πνευματικής τους ανάπτυξης και έχει ύψιστη παιδαγωγική και κοινωνική σημασία. Για το σκοπό αυτό, σύμφωνα με τους νόμους 1 566/85 (άρθρο 24) και 2525/97 (άρθρο 7), ο καταρτισμός των Προγραμμάτων Σπουδών και Αναλυτικών Προγραμμάτων του μαθήματος αυτού, όπως και όλων των άλλων, είναι έργο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ως ανεξάρτητης δημόσιας υπηρεσίας, η οποία υπάγεται κατευθείαν στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας.

Τα νέα αναλυτικά προγράμματα έδωσαν καινούρια βιβλία θρησκευτικών σε ολόκληρο τον κορμό της εκπαίδευσης. Αξίζει να επισημάνουμε ότι σπουδαίοι θεολογικοί άξονες καθώς και ψυχοπαιδαγωγικές αρχές και επιδιώξεις χαρακτηρίζουν τα καινούρια προγράμματα. Το θεολογικό μάθημα αποβλέπει:

1. Να ενημερωθούν οι μαθητές για την έννοια του θρησκευτικού φαινομένου.

2. Να γνωρίσουν το χριστιανισμό και κατεξοχήν την ορθοδοξία και να τοποθετηθούν υπεύθυνα.

3. Να αξιοποιήσουν την προσφορά του μαθήματος για την καλλιέργεια του ήθους και της προσωπικότητας τους, να ευαισθητοποιηθούν απέναντι στον σύγχρονο κοινωνικό προβληματισμό και να βοηθηθούν, ώστε να πάρουν έμπρακτη θέση.

Το 2002 το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο με νέο σχεδιασμό για την υποχρεωτική εκπαίδευση κατάρτισε και δημοσίευσε το νέο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών (ΔΕΠΠΣ) και τα συνακόλουθα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (ΑΠΣ). Τα νέα αυτά ΑΠΣ διευρύνουν και εκσυγχρονίζουν τον ορίζοντα του θρησκευτικού μαθήματος στις νέες κοινωνικές και ιστορικές πραγματικότητες. Αξίζει να σημειώσουμε στους ειδικούς σκοπούς που αναφέρονται στις προτάσεις του Χριστιανισμού στο σύγχρονο κόσμο για τη συνοχή του, αλλά και για την ποιότητα της ζωής, στην ευαισθητοποίηση και έμπρακτη θέση των μαθητών απέναντι στον σύγχρονο κοινωνικό προβληματισμό, στον υπερφυλετικό, υπερεθνικό και κοινωνικό χαρακτήρα του χριστιανικού μηνύματος, στην αντίληψη για την πολυπολιτισμική, πολυφυλετική και πολυθρησκευτική δομή των σύγχρονων κοινωνιών και τέλος στη συνειδητοποίηση της ανάγκης για διαθρησκειακή επικοινωνία. Το έργο της συγγραφής των νέων βιβλίων με βάση τα νέα αυτά (ΑΠΣ) είναι ήδη σε εξέλιξη και εποπτεύεται από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.

Από το τέλος της δεκαετίας του 70 και μετά έχει ανοίξει ένας ευρύς διάλογος, ενίοτε και διαμάχη, για το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία του μαθήματος, για την υποχρεωτική ή προαιρετική του ύπαρξη στο δημόσιο σχολείο, για την πλήρη κατάργηση ή την αναθεμελίωσή του σε νέες βάσεις και προοπτικές.

Πέρα από τις αστοχίες του παρελθόντος, φαινόμενο που διαπερνούσε συνολικά τις τάσεις και τις προτεραιότητες της νεοελληνικής κοινωνίας και εκ παίδευσης, το θρησκευτικό μάθημα άλλαξε πολύ από το '80 και μετά. Η αφηρημένη ηθικολογία έδωσε τη θέση της στη θεολογική προσέγγιση και στο διάλογο με τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου.

Το 2003 έγινε η ισχύουσα μέχρι σήμερα αναδιατύπωση του σκοπού του μαθήματος των θρησκευτικών από την Πολιτεία, ώστε η διδασκαλία του να συμβάλλει στην απόκτηση γνώσεων γύρω από την χριστιανική πίστη και την Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση, στην ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης, στην προβολή της ορθόδοξης πνευματικότητας, ως ατομικού και συλλογικού βιώματος, στην κατανόηση της χριστιανικής πίστης, ως μέσου νοηματοδότησης του κόσμου και της ζωής, στην παροχή ευκαιριών στους μαθητές για θρησκευτικό προβληματισμό και στοχασμό, στην κριτική επεξεργασία των θρησκευτικών παραδοχών, αξιών και στάσεων, στην διερεύνηση του ρόλου που έπαιξε και παίζει ο Χριστιανισμός στον πολιτισμό και την ιστορία της Ελλάδας και της Ευρώπης, στην κατανόηση της θρησκείας ως παράγοντα, που συντελεί στην ανάπτυξη του πολιτισμού και της πνευματικής ζωής, στην επίγνωση της ύπαρξης διαφορετικών εκφράσεων της θρησκευτικότητας, στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων και των μεγάλων σύγχρονων διλημμάτων, στην ανάπτυξη ανεξάρτητης σκέψης και ελεύθερης έκφρασης, στην αξιολόγηση του Χριστιανισμού ως παράγοντα βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων. Αυτά προσδοκά η πολιτεία από το μάθημα των θρησκευτικών μέχρι σήμερα.

Υπάρχει το μάθημα και πρέπει να παραμείνει χωρίς «εκπτώσεις» στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου, ως μορφωτικό αγαθό ιδιαίτερης παιδευτικής αξίας, ειδικά στους ταραγμένους καιρούς που ζούμε. Το έχουν ανάγκη οι μαθητές για την ψυχική τους ωφέλεια.

orthmad.gr/node/358

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com