Αυτές τις μέρες καταλαβαίνουμε πιο πολύ «τι είχαμε, τι χάσαμε και τι μας πρέπει». Κοιτάζουμε γύρω μας και δεν βλέπουμε τίποτε, κανένα στοιχείο από εκείνη την ηρωϊκή στιγμή του «ΟΧΙ». Που είναι η ενότητα, η πίστη, η φιλοπατρία, το φιλότιμο, η αξιοπρέπεια, η υπομονή και η αυτοθυσία. Όλα σκεπάσθηκαν από τόνους τηλεοπτικών και κομματικών σκουπιδιών. Που είναι τα πνευματικά ιδρύματα, οι Σχολές και η Ακαδημία, η Ιερά Σύνοδος, οι πνευματικοί άνθρωποι, οι αοιδοί και η ηθοποιοί, όσοι τουλάχιστον ασχολούνται κατά κάποιον τρόπο με τις τέχνες και τα γράμματα; «Πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός»!
Φοβερό κατάντημα. Δεν μιλάει κανένας. Που και που ακούμε κάποιες μεμονωμένες και σποραδικές φωνές. Κανά δυό Μητροπολίτες, δυό καθηγητές των Θεολογικών Σχολών, ένας μουσικοσυνθέτης, κάποιοι αγιορείτες και μερικοί συγγραφείς. Πού είναι η μαζικότητα και ο ενθουσιασμός του ΄40; Που είναι η πνευματική και εθνική εκείνη αναγέννηση, που μέσα από την ταπείνωση και την πρόκληση ξεπήδησε ένας λαός ενωμένος και δυνατός;
Χάσαμε το διαχρονικό πνεύμα της φυλής. Έσβησε η ιερή φωτιά του γένους μας. Ξεχάσαμε ποιών προγόνων είμαστε απόγονοι και πως έζησε και ζει αυτός ο τόπος. Είναι κρίμα η Ελλάδα να μας πεθάνει σήμερα στα χέρια μας. Ένα πελώριο και αδυσώπητο γιατί καίει τα σωθικά όσων απόμειναν ακόμη να κοιτάζουν ψηλά στον ουρανό, όσων απόμειναν ακόμη να διαβάζουν τα παλιά βιβλία και τα γράμματα από το Μέτωπο. Πρέπει οπωσδήποτε να δούμε τι φταίει. Να δούμε ποιος φταίει.
Λίγο πρίν από τον κατακλυσμό, όταν ο Θεός έριξε ένα βλέμμα στη γη και είδε την αμαρτία, είπε ότι θα πάρει το Άγιο Πνεύμα από τους ανθρώπους, γιατί είχαν γίνει σάρκες. Ακριβώς αυτό συνέβη και με μας. Γίναμε σάρκες. Χάσαμε το πνευματικό μέρος της υπάρξεώς μας. Ζούμε μακριά από το Θεό, αυτόνομα, με αποστασία και αμαρτία και διαστροφή. Αυτά είναι τα συμπτώματα της πνευματικής νόσου που μας έχει πάρει από κάτω: αδιαφορία για τα πνευματικά, απάθεια για τα θεία, αποστασία από τις εντολές του Θεού, παραβατικότητα, αμαρτία και διαστροφή ψυχής και σώματος. Γίναμε χώμα. Καμιά ανάταση, κανένα σκίρτημα, καμιά χαρά και ελπίδα, κανένα όραμα και κανένας στόχος.
Κι αυτό γιατί; Για την άγνοια του Θεού. Μια άγνοια που σκοτώνει. «Πως θα πιστεύσουμε αν δεν ακούσουμε και πως θα ακούσουμε αν δεν κηρύξουν κάποιοι και πως θα κηρύξουν αν δεν αποσταλούν και δεν βγούν στο κήρυγμα;» Χάθηκαν οι Προφήτες! Έλειψαν οι απόστολοι. Μας τελείωσαν οι κήρυκες! «Δεν υπάρχει ολοκάρπωση και θυσία, θυσιαστήριο και προσφορά», έλεγαν οι τρείς παίδες στην κάμινο του πυρός. Οι εχθροί τότε κατέσκαψαν τα θυσιαστήρια του Θεού και σήμερα τις καρδιές των παιδιών μας και τους έμψυχους ναούς. Τότε «εγενήθη η Ιερουσαλήμ ως οπωροφυλάκειο» και σήμερα η Πατρίδα μας «ξέφραγο αμπέλι». Οι φύλακες κοιμήθηκαν στις σκοπιές και οι σάλπιγγες βουβάθηκαν στα στόματα των σαλπιγκτών. «Άκρα του τάφου σιωπή» βασιλεύει παντού. Δεν υπάρχει πλέον «ηγούμενος του λαού» να μπεί μπροστά. «Δια το μη υπάρχειν άνδρα εβασίλευσεν Δεββώρα», βασίλευσαν στην Ελλάδα δειλές και «γυναικείες» καρδιές, που δεν μπορούν δυστυχώς να πουν το ΟΧΙ, στην χώρα που έλεγε πάντοτε ΟΧΙ.
Ο λαός μας πλέον δεν έχει κριτήρια. Δηλαδή είναι πλέον τυφλός. Άκριτος και αδιάκριτος. Αναποφάσιστος και στατικός. Δεν μπορεί να προχωρήσει παραπέρα από αυτό που βλέπει. Τρώει αυτό που του δίνουν. Έχασε το αισθητήριο και την δυνατότητα της επιλογής, γιατί δεν ξέρει το σωστό. Δεν έχει μέσα του παραδείγματα και δεν ακούει μαθήματα. «Δεν έχει μάθηση και γνώση της ιστορίας και της πίστεως». Γι αυτό δεν είναι μακάριος, αλλά δυστυχής. Αν ήξερε την ιστορία θα εύρισκε και σήμερα τον μίτο της Αριάδνης να βγεί από τον Λαβύρινθο της κομματικής θρησκείας, και της διεθνούς σε βάρους μας συμπαιγνίας. Μέσα στην Ιστορία θα έβλεπε τι έκαναν άνθρωποι για την Πατρίδα με τη δύναμη της Πίστεως. Πως σκέφτονταν και αποφάσιζαν, πως στέκονταν και δρούσαν, τι τους ενοιαζε περισσότερο και πως πέθαιναν για κάτι που άξιζε πιο πολύ από τη ζωή.
Γι αυτό το κατάντημα φταίει καθαρά η πνευματική ηγεσία του τόπου. Αυτή άφησε αδίδακτα τα ελληνόπουλα και ακατήχητο το λαό και αποίμαντη την κοινωνία. Αυτή για λόγους σκοπιμότητος, πολιτικού κόστους, έξωθεν πιέσεων και έσωθεν υποχωρήσεων, εκκοσμίκευσης και ανθρωπαρέσκειας, άρχισε σιγά σιγά να γκρεμίζει το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα που οδηγούσε στην πίστη και την αρετή. Υποδουλωμένη η πνευματική ηγεσία στο κομματικό κράτος, ελεγχόμενη από ξένα κέντρα αποφάσεων, υποκύπτουσα στις οδηγίες του σιωνιστικού και μασονικού υποκόσμου, έκλεισαν τη νερομάνα που πότιζε τις γενιές των Ελλήνων με το αθάνατο νερό της πίστεως και της ανδρείας. Τα παιδαγωγικά ινστιτούτα: άνθρωποι ημιμαθείς, ξενόφερτοι, αλλοιωμένα και ληγμένα προϊόντα της δύσεως, με διασυνδέσεις σκοτεινές και με υπόγειες διαδρομές, με καυτηριασμένη συνείδηση και χαμένη – ναυαγισμένη πίστη - , πήραν πάνω τους το έργο της αγωγής και ασχολήθηκαν με τις αθώες ψυχές με βρώμικα χέρια και μυαλά.
Δυστυχώς αυτοί οι ολέθριοι άνθρωποι του Υπουργείου Παιδείας διαδέχτηκαν τους Διδασκάλους του Γένους και κατάστρεψαν ό,τι έχτισαν με αίμα και πνεύμα ο Αγιος Κοσμάς ο Αιτωλός και οι σύν αυτώ άγιοι προπάτορές μας. Άνθρωποι από τη Δύση έσβησαν το φως της φυλής μας. Χάσαμε την καθ΄ ημάς Ανατολή των Πατέρων μας, των Μαρτύρων μας και των Ηρώων μας. Μαθημένοι στην ήσσονα προσπάθεια και βολεμένη στην καλοπέραση των παχυλών τίτλων και μισθών τους, για να μη χάσουν τη βρώμικη θεσούλα τους και μη ακούσουν δυσάρεστα και αρνητικά σχόλια από τους φίλους τους παπικούς και προτεστάντες συμφοιτητές, διέγραψαν κάθε τι το ηρωϊκό και σταυρικό από την ελληνική παιδεία. Έφτιαξαν μαθητές χωρίς ελληνορθόδοξη ψυχή. Δεν είχαν να μεταγγίσουν τίποτε άλλωστε από την νεκρή ψυχή τους. Είχαν «μηδίσει». Είχαν πεθάνει για τον Χριστό και την Ελλάδα. Ζούσαν αλλού. Στην αυλή του Ξέρξη και του Δαρείου.
Σαν να μη έφτανε αυτό, η Αγία μας Ορθόδοξη Εκκλησία βρέθηκε εκείνη τη στιγμή, ίσως ακόμη και σήμερα, ανέτοιμη να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, να καυτηριάσει την αναπηρία που επιχειρείτο σε βάρος της νέας γενιάς και να πάρει τη σκυτάλη της αγωγής στα χέρια της με σύγχρονα κρυφά σχολειά, να στηρίξει δασκάλους και να κηρύξει «ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν». Να πεί δηλ. «καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω, διεσκέδασαν τον νόμον σου». Να αρχίσει να γκρεμίζει ο,τιδήποτε άλλο και να χτίζει σχολειά Ελληνικά και ευλογημένα, - κρυφά και φανερά σχολειά - όπως έκανε ο Πατροκοσμάς. Συνέπλεε κάθε φορά με την εξουσία και δεν είχε το θάρρος, αλλοτε από άγνοια, άλλοτε από ανικανότητα και άλλοτε από «πλάνη» των προσώπων - όντας η ίδια συχνά ως προσωπικό δυναμικό - εκβιάσιμη, δεν μπόρεσε να σταθεί στο ύψος της προφητικής αποστολής της.
Μετά ήρθαν οι μετανάστες, δύο εκατομμύρια! Εκεί πάθαμε σύγχυση μεταξύ φιλανθρωπίας και χαρακτηριστικής αφέλειας, που άγγιξε τα όρια της βλακείας. Όχι, δεν είπαμε, να τους σκοτώσουμε ή να τους πετάξουμε τους ανθρώπους στη θάλασσα, αλλά να σταματήσουμε την είσοδο και να τους διοχετεύσουμε. Κάτι να κάνουμε για να επαρκέσουμε ως Έλληνες και να ζήσουμε ως Ορθόδοξοι. Η λαγνεία που επικράτησε γύρω από τους ξένους, που δεν «μετέχουν της ημετέρας παιδείας», μη γελιόμαστε, μας έκλεισε το στόμα και στόμωσε το πνεύμα πολλές φορές.
΄Ηρθε και η Τηλεόραση με τα σκουπίδια, της πλάκας και της σάρκας. Τίποτε άλλο δεν μπορεί να δείξει! «Αυστηρώς ακατάλληλη» για τους Έλληνες. Χτύπησαν οι δημοσιογράφοι της την Οικογένεια, το Σχολείο, την Παράδοση, κατασυκοφάντησαν όσους μίλαγαν και θεώρησαν γραφικούς, όσους έμειναν «στερρώς εχόμενοι και ζηλωτές υπάρχοντες των πατρικών παραδόσεων». Κρίμα και πάλι κρίμα!
Όσοι έμειναν πίσω τώρα, μακριά από το πνεύμα του κοσμοπολιτισμού και της προδοσίας, μακριά από την νοοτροπία της «σημαίας που την πήρε ο αέρας», του «ευχαριστούμε τους Αμερικανούς», ξένοι προς το πνεύμα του «συνωστισμού στην παραλία της Σμύρνης» και του δραγώνειου θεωρήματος ότι «δεν είμαστε Έλληνες» και της πλαστής και ψευδεπίγραφης αναγκαιότητας να πάει «η Πατρίς ευγνωμονούσα» στο Μουσείο, όσοι δεν ξέρουμε από αυτά, δηλ. τις έξυπνες κάρτες του χαζού πολίτη, ας αναλάβουμε δράση, τουλάχιστον ας μιλάμε. Αλλά με άγια ψυχή και αληθινό λόγο. Με μετάνοια προσωπική και πατριωτική ευθύνη…
Μετανοιωμένοι στα γόνατα θα κερδίσουμε τη μάχη. Χάσαμε το πνεύμα του ΟΧΙ γιατί είπαμε ΝΑΙ στην αμαρτία και έτσι χάσαμε το Πνεύμα του Θεού. Είπαμε ΝΑΙ σε όλα των ξένων και αμαρτωλών συμφερόντων και των εμπαθών δικαιωμάτων μας. Έτσι χάσαμε την ελευθερία μας γιατί χάσαμε την αίσθηση του Θεού και την καθαρότητα του βαπτίσματός μας.
Ίσως εξομολογούμαστε, αλλά δε μετανοιώνουμε. Κοινωνούμε αλλά δεν μετέχουμε. Εκκλησιαζόμαστε, αλλά δεν συμπροσφέρουμε. Προσευχόμαστε, αλλά δεν γινόμαστε ένα με το Θεό και τους άλλους. Προσέχουμε τι θα πεί ο κόσμος και όχι τι θα πεί ο Θεός. Πλυνόμαστε καθημερινά, αλλά δεν καθαρίζουμε την ψυχή μας. Μιλάμε, αλλά δεν ακούμε. Κατακρίνουμε, αλλά δεν αυτοκρινόμαστε. Ζούμε, αλλά δεν βιώνουμε. Φωνάζουμε, αλλά δεν παρακαλούμε. Μαλώνουμε, αλλά δεν αγωνιζόμαστε. Τα «σπάμε» με όλους, ποτέ όμως με τον εαυτό μας. Διαβάζουμε, αλλά δεν κατανοούμε. Χάνουμε τον χρόνο μας και χανόμαστε. Εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας, αλλά δεν τα μορφώνουμε. Έχουμε τα πάντα και δυστυχώς χάσαμε το πνεύμα του ΄40!
1 σχόλιο:
Πολυ αληθινες οι διαπιστώσεις αυτές!Ειδικά για το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο τι να πεί κανεις?
ΕΝας Εκπαιδευτικός απο το Βόλο.
Δημοσίευση σχολίου