Κριτική του νέου Λυκείου
του Δρ Ιωάννη Κ. Αγγελόπουλου
Θεολόγου – Διευθυντή Λυκείου
Διαβάσαμε τὸ σχέδιο προγράμματος γιὰ τὸ νέο Λύκειο στὸν τύπο (Καθημερινὴ 2.10.2010) καὶ στὸ διαδίκτυο. Καταθέτομε κατωτέρω κάποια ἐρωτήματα καὶ κάποιους προβληματισμούς μας σχετικὰ μὲ τὸν προτεινόμενο σχεδιασμὸ ἑνὸς νέου τύπου Λυκείου:
1. Ποιὸ εἶναι τὸ ὅραμα γιὰ τὴν ἐγκύκλιο παιδεία τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας; Δηλαδή, τί θέλομε νὰ γνωρίζη, ἀλλὰ καὶ τί χαρακτῆρα θέλομε νὰ ἔχη διαμορφώση ὁ νέος ἀποφοιτῶντας ἀπὸ τὸ Λύκειο; Ἀπὸ αὐτὸ τὸ θεμελιῶδες ἐρώτημα θὰ ἐξαρτηθοῦν τὸ ποιὰ καὶ πόσα μαθήματα μποροῦν νὰ συμβάλλουν στὴν ἐπίτευξι αὐτοῦ τοῦ στόχου.
2. Ἐξαρτόμαστε ὡς πρὸς τὸν σχεδιασμὸ τοῦ νέου σχολείου καὶ σὲ ποιὸ βαθμὸ ἀπὸ τὴν ἀπαίτησι καὶ τὴν διεκδίκησι τῶν διαφόρων ἐπιστημονικῶν κλάδων γιὰ ἀπορρόφησι τοῦ προσωπικοῦ τους στὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευσι; Δηλαδὴ διαμορφώνομε τὸ πρόγραμμα σπουδῶν μὲ βάση τοῦ ποιὲς καὶ πόσες εἰδικότητες καθηγητῶν διαθέτομε, προσπαθῶντας νὰ ἰσορροπήσουμε τὶς πιθανὲς ἀντιδράσεις ἢ θέτομε σὲ δεύτερη μοῖρα τὸ διδακτικὸ προσωπικὸ στοχεύοντας πρωτευόντως γιὰ τὴν κάλυψι τῶν ἀναγκῶν τῶν σημερινῶν καὶ τῶν αὐριανῶν μαθητῶν; Ἡ ἀπάντησις σὲ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα θὰ ἀποσαφηνίση ἐὰν μᾶς ἐνδιαφέρει περισσότερο ἡ παιδεία τῶν νέων ἢ ἡ πολιτικὴ διαχείρισις τοῦ τεραστίου ὄγκου (καὶ συνεχῶς αὐξανομένου) τοῦ διδακτικοῦ προσωπικοῦ.
3. Τὸ ἑπόμενο ἐρώτημα ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἀπαντήση ἡ «ἐπιτροπὴ τῶν σοφῶν», ἡ ὁποία ἐνεπνεύσθη τὸ σχέδιο γιὰ τὸ νέο Λύκειο εἶναι: τί σχέσι θὰ ἔχει τὸ νέο πρόγραμμα σπουδῶν μὲ τὴν παράδοσι τοῦ γένους μας, ἐὰν βεβαίως θεωροῦμε ἀκόμη ὅτι τὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο ἀπευθύνεται καὶ σὲ Ἕλληνες. Ἕνα σχολεῖο ἀποκομμένο ἀπὸ τὶς ρίζες τῆς παραδόσεώς μας, σταθερὰ προσανατολισμένο στὴν ἀγγλικὴ γλῶσσα (κι ὄχι γενικῶς στὶς ξένες γλῶσσες), στὴν ἀρχαιογνωσία (κι ὄχι καὶ στὴν βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ προέκτασή της), στὴν ἀποβολὴ τῶν μαθημάτων τῶν θρησκευτικῶν καὶ τῆς ἱστορίας ἀπὸ τὰ μαθήματα κορμοῦ. Νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ πλέον πρόσφατη δημοσκόπηση τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας ἀπαιτοῦσε μὲ 68% τὴν ὑποχρεωτικὴ διδασκαλία τῶν θρησκευτικῶν στὸ σχολεῖο.
4. Τὸ τέταρτο ζήτημα εἶναι πρακτικῆς φύσεως: οἱ συντάκτες τοῦ σχεδίου παραθεωροῦν τὸ πῶς λειτουργοῦν τὰ σχολεῖα καὶ τὸ πῶς σκέπτονται οἱ μαθητές. Καὶ σήμερα στὸ Λύκειο ὑπάρχουν ἐπιλεγόμενα μαθήματα. Στὴν Γ’ Λυκείου, μάλιστα, οἱ μαθητὲς καλοῦνται νὰ ἐπιλέξουν ἕνα (1) μάθημα ἀπὸ ἕνα μακρὺ κατάλογο μὲ δεκαεπτὰ (17) ἐπιλογές. Στὴν πράξι ἐπιλέγουν δύο μὴ ἐξεταζόμενα τὸν Ἰούνιο μαθήματα (Ἐφαρμογὲς ὑπολογιστῶν καὶ Πολυμέσα – δίκτυα) καὶ τὶς Ἀρχὲς Οἰκονομικῆς Θεωρίας, μάθημα αὐξημένης βαρύτητος γιὰ τὸ πέμπτο ἐπιστημονικὸ πεδίο. Ἐὰν ὑπολογίση κάποιος ὅτι σὲ ἕνα μεσαίου μεγέθους Λύκειο θὰ πραγματοποιηθοῦν μόνον ἕνα ἀπὸ τὰ προβλεπόμενα μαθήματα τῶν ἕξι ὁμάδων θὰ χρειασθοῦν ἕξι αἴθουσες γιὰ τὴν Β’ τάξι καὶ ἄλλες ἕξι γιὰ τὴν Γ’ τάξι. Σύνολο 12 αἰθουσῶν χωρὶς νὰ ὑπολογίζομε καὶ τὶς αἴθουσες τῶν τμημάτων τῆς Α’ τάξεως. Πόσα σχολεῖα στὴν ἐπικράτεια τὶς διαθέτουν;
5. Τὸ κυριώτερο, ὅμως, μειονέκτημα τοῦ σχεδίου προγράμματος γιὰ τὸ νέο Λύκειο εἶναι ἡ ὑπολανθάνουσα νοοτροπία του. Δῆθεν δίνομε τὴν δυνατότητα ἐπιλογῆς στοὺς μαθητὲς καὶ θεωροῦμε ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ κάνομε πιὸ ἑλκυστικὸ τὸ σχολεῖο στὸν μαθητή. Ἀγνοοῦν οἱ συντάκτες τοῦ σχεδίου τὴν ψυχολογία τοῦ μαθητοῦ. Ἀφ’ ἑνὸς τὰ περισσότερα παιδιὰ δὲν ἔχουν κριτήρια καὶ οὔτε ἔχουν κατασταλάξη ἀκόμη καὶ στὴν Γ’ Λυκείου γιὰ τὸ τί θέλουν νὰ σπουδάσουν. Καὶ ἀφ’ ἑτέρου ἀκόμη κι ἂν τὸ ἔχουν ἐπιλέξει (ἐξ ὑποχρεώσεως) δὲν σημαίνει ὅτι θὰ τὸ ἀγαπήσουν καὶ θὰ τὸ μελετήσουν. Ἡ ἐπιλογή τους γίνεται ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ἀρχῶν: τὸ μὴ χεῖρον βέλτιστον καὶ τῆς ἥσσονος προσπαθείας. Ὑπάρχει, ὅμως, στὴν πληθώρα τῶν προσφερομένων ἐπιλογῶν κι ἄλλο ἕνα κρυφὸ στοιχεῖο: μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ (σύμφωνα μὲ τὴν λογικὴ τοῦ «κοινωνικοῦ αὐτοματισμοῦ») κάποια μαθήματα καὶ κάποιες εἰδικότητες καθηγητῶν θὰ μποῦν στὸ περιθώριο τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος. Κι ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει τὸ θάρρος καὶ ἡ εἰλικρίνεια στοὺς πολιτικοὺς ταγοὺς νὰ ἐξοβελίσουν μαθήματα καὶ καθηγητὲς εὐθέως ἀπὸ τὸ σχολεῖο, ὡς μὴ ἀρεστοὺς ἢ ὡς μὴ χρειαζομένους, βάζομε τοὺς μαθητές μας νὰ τὸ πραγματώσουν μὲ τὶς ἐπιλογές τους. Τώρα, ἂν σκεφθοῦμε ὅτι τὶς ἐπιλογὲς τῶν μαθητῶν μας, ἐν πολλοῖς τὶς καθορίζουν τὰ φροντιστήρια στὰ ὁποῖα φοιτοῦν καὶ πληρώνουν, κατανοοῦμε ὅλοι μας ἐκ τῶν προτέρων σὲ ποιὰ μαθήματα θὰ στραφοῦν.
6. Ἡ ἀναμόρφωσις τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος χρειάζεται μία ἐκ τῶν βάθρων ἀναδιάρθρωσι. Καὶ αὐτὴ θὰ γίνει ὅταν τὸ σχολεῖο καταστεῖ ἀπαιτητικό: πρὸς τοὺς διδάσκοντες καὶ πρὸς τοὺς διδασκομένους. Ὅταν «ἀβρόχοις ποσίν» προάγεται ὁ μαθητὴς ἀπὸ τάξι σὲ τάξι καὶ εἰσάγεται μὲ ἐξευτελιστικὸ μέσο ὅρο σὲ ΑΤΕΙ τῆς περιφέρειας ἡ οὐσία παραμένει ἡ ἴδια: ἀπολυτήρια καὶ πτυχία χωρὶς ἀντίκρυσμα μὲ μαθητὲς καὶ φοιτητὲς ποὺ δὲν ἔμαθαν νὰ μαθαίνουν, ποὺ δὲν γνώρισαν καὶ δὲν ἀγάπησαν τὸν μόχθο ποὺ προϋποθέτει ἡ δημιουργικὴ μάθησις καὶ γνῶσις.
7. Θεωροῦμε ὅτι τὸ πρόβλημα στὸ ἑλληνικὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα προέρχεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι κάθε κόμμα (κι ἀκόμα χειρότερα κάθε ὑπουργὸς κόμματος) φιλοδοξεῖ νὰ κάνη ἀπὸ μία ἐκπαιδευτικὴ μεταρρύθμισι. Τὰ ζητήματα, ὅμως, τῆς παιδείας, (ὅπως καὶ τῆς ὑγείας, τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς καὶ τῆς ἀμύνης) πρέπει νὰ καταστοῦν κάποτε ὑπερκομματικὰ - ἐθνικὰ καὶ νὰ σχεδιάζονται μὲ προοπτικὴ δεκαετιῶν κοινῇ συναινέσει καὶ ὁπωσδήποτε μὲ τὴν συμβολὴ τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων τῆς χώρας μας. Νὰ ἔχουν διάρκεια καὶ συνέχεια.
Σὲ ἕνα ὑπουργεῖο παιδείας ποὺ σχεδὸν ὅλοι πιθηκίζουν ξένα πρότυπα (βλ. International Baccalaureate), θὰ βρεθεῖ ἄραγε ἕνας «Θεόφιλος», ποὺ μὲ τὸν χρωστῆρα του νὰ ζωγραφίση καὶ νὰ ἐκφράση τὸν πόθο τοῦ λαϊκοῦ σώματος γιὰ παιδεία ἑλληνική;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου