Γράφει ο κ. Κωνσταντίνος Κορναράκης, Επίκουρος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΕΚΠΑ
Η επώδυνη αναζήτηση της φάτνης.
Η ευαγγελική αυτή περικοπή μετά την εορτή των Χριστουγέννων θα μπορούσε να έχει ως κεντρικό νόημά της, το ότι ο Θεός δεν εγκαταλείπει ποτέ τον άνθρωπο που τον αναζητά, αλλά μέσα από τη θλίψη και την απογοήτευση επιτρέπει να ανθίζει πάντοτε η αισιοδοξία και η ελπίδα.
Όπως είχαμε υπογραμμίσει στο πλαίσιο της εορτής των Χριστουγέννων, ο άνθρωπος διδάσκεται από το ταξίδι των Μάγων να επιχειρήσει μία έξοδο από τον εαυτό του, να αποδράσει από τον τακτοποιημένο κόσμο του για να προσπαθήσει να συναντήσει τον Κύριο. Αυτή η έξοδος είναι πάντοτε επώδυνη, όχι μόνο γιατί πρέπει να κοπιάσει για το ταξίδι αυτό της αναζητήσεως, αλλά και διότι θα συναντήσει απειλές εναντίον του εαυτού του! Απειλές που σχετίζονται με ενδεχόμενες ανατροπές της εικόνας που έχει μορφοποιήσει για τον εαυτό του, εφόσον στο ταξίδι αυτό θα αναθεωρηθούν πολλά δεδομένα της υπαρξιακής του καταστάσεως!
Η προφητεία του Ιερεμία για τον θρήνο της Ραχήλ.
Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας έχει ως αφετηρία της το γεγονός ότι οι Μάγοι (και αναγωγικά ο πνευματικός άνθρωπος) επέτυχαν να προσκυνήσουν τη φάτνη. Ωστόσο πληροφορούμεθα ότι η προσκύνηση αυτή είχε ως συνέπειά της τους αποτρόπαιους φόνους των νηπίων, γεγονός που εκφράζεται με σπαρακτικό τρόπο από τον θρήνο της Ραχήλ(1). Η ευαγγελική περικοπή μάλιστα υπενθυμίζει την προφητεία του βιβλίου του προφήτη Ιερεμία, «φωνή εν Ραμά ηκούσθη, θρήνος κλαυθμός και οδυρμός Ραχήλ η κλαίουσα τα τέκνα αυτής και ουκ ήθελε παρακληθήναι ότι ουκ εισί». Κατά την ευαγγελική περικοπή, όταν φονεύθηκαν τα νήπια επαληθεύτηκε αυτή η παλαιά προφητεία. Τι σημαίνει αλήθεια αυτός ο θρήνος, και γιατί θρηνεί η Ραχήλ τα νήπια που φόνευσε ο Ηρώδης;
Αναζητώντας την ταυτότητα της Ραχήλ!
Σύμφωνα με τη βιβλική διήγηση, η Ραχήλ ήταν η αγαπημένη γυναίκα του Ιακώβ. Ο Ιακώβ δούλεψε στον πατέρα της Λάβαν επτά χρόνια για να λάβει την άδεια να την παντρευτεί, επειδή την αγαπούσε πολύ αλλά ο Λάβαν τον εξαπάτησε και του έδωσε ως γυναίκα του την πρώτη θυγατέρα του, τη Λεία. Τότε ο Ιακώβ δούλεψε άλλα επτά χρόνια για να αποκτήσει τη γυναίκα που αγαπούσε και καρποί αυτής της αγάπης υπήρξαν ο Ιωσήφ και ο Βενιαμίν(2).
Σύμφωνα με την βιβλική διήγηση, η υποτιμητική συμπεριφορά του Ιακώβ έναντι της Λείας και η προτίμηση της Ραχήλ είχαν ως αποτέλεσμα την τεκνογονία της πρώτης και τη στειρότητα της δεύτερης(3). Αργότερα η Ραχήλ με την υπομονή και την προσευχή πέτυχε να αρθεί η δοκιμασία του Θεού απ’ αυτής(4). Στην αλληγορική λοιπόν γλώσσα των Πατέρων, ο άνθρωπος εργάζεται για τη «Ραχήλ», ωστόσο πρέπει πρώτα να ταπεινωθεί λαμβάνοντας τη Λεία, δηλαδή να ασκηθεί στη μετάνοια και έπειτα να είναι έτοιμος για την «ποθουμένη», δηλαδή την «τελειότατη αρετή»(5). Επομένως «Ραχήλ» είναι η ψυχή εκείνη η οποία έχει δουλευτεί μέσα από τους κόπους, τους αγώνες και τους πνευματικούς μόχθους και έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο ώστε, όπως λένε οι Πατέρες, να είναι πρακτική και θεωρητική, δηλαδή να γνωρίζει την πνευματική ζωή δια της πράξεως, αλλά να έχει και τη δυνατότητα η πράξη αυτή να απολήγει σε θεωρία, ώστε να αισθάνεται την παρουσία του Θεού και να τον πλησιάζει μέσα από την εργασία των εντολών.
Γιατί λοιπόν η Ραχήλ θρηνεί και για ποια νήπια θρηνεί;. Οι ερμηνευτές αναφέρουν ότι η Ραχήλ, σύμφωνα με την προφητεία, θρηνούσε τα «τέκνα» της, δηλαδή τους απογόνους της• πρόκειται για τις φυλές εκείνες του Ισραήλ που υπέστησαν ταπεινωτικές ήττες από εχθρικούς λαούς (όπως η αιχμαλωσία στους Βαβυλωνίους)(6). Γιατί όμως παρεμβάλλεται αυτή η προφητεία στην ευαγγελική περικοπή; Μόνο λόγω του θρηνητικού της χαρακτήρα;
Ο θρήνος της Ραχήλ στο πλαίσιο της Ορθόδοξης πνευματικότητας.
Πιθανόν να μπορούσαμε να εξηγήσουμε τον θρήνο αυτό, εάν βλέπαμε το ταξίδι του ανθρώπου προς τη φάτνη ως εξής. Η πνευματική έξοδος του ανθρώπου από τον εαυτό του συμπίπτει προς το γεγονός της αναζητήσεως της αυθεντικής του καταστάσεως. Το ταξίδι προς τη φάτνη είναι όλη η πορεία της αυτοσυνειδησίας του ανθρώπου, ο οποίος πλέον έχει αντιληφθεί τον αληθή προορισμό της υπάρξεώς του. Σ’ αυτό το ταξίδι η ψυχή φθάνει στη φάτνη, αλλά αυτό δεν αρέσει στον Ηρώδη, δηλαδή στις αντίθεες δυνάμεις. Ο Ηρώδης προσπαθεί να εξαπατήσει εκείνον ο οποίος ξεκινά μαζί με τους Μάγους να αναζητήσει τον αληθή προορισμό της υπάρξεώς του, ζητώντας του να του αποκαλύψει τον πνευματικό χώρο που τον αναπαύει με σκοπό να τον επισκεφθεί και εκείνος. Αν ο άνθρωπος επιτύχει να φθάσει σ’ αυτόν τον πνευματικό προορισμό, δηλαδή στην επίγνωση του Θεού, τότε ο διάβολος, ο Ηρώδης, θα προσπαθήσει να τον τιμωρήσει.
Ποια είναι τα νήπια που φονεύθηκαν; Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε τον αββά Ισαάκ τον Σύρο, ο οποίος περιγράφει ως νήπιο τον πνευματικό άνθρωπο, ο οποίος κατευθύνει την καρδία του και το φρόνημά του, χάρη στην απλότητα της προαιρέσεώς του, μόνο σε αγαθούς λογισμούς και έργα, αποστρεφόμενος παν πονηρόν έργον(7). Αυτοί οι λογισμοί, σύμφωνα με την πατερική σκέψη, έχουν πνευματική δυναμική διότι συνδέονται με την πρακτική αρετή και από αυτούς πηγάζουν τα αγαθά έργα της ψυχής. Επίσης ως Ηρώδης περιγράφεται το σαρκικό φρόνημα το οποίο επιχειρεί να καταστρέψει τους αρχικούς αυτούς λογισμούς(8). Αν δε αρχίσουμε να συνθέτουμε εκ νέου την εικόνα της πνευματικής ζωής επί τη βάσει της ευαγγελικής περικοπής, κατανοούμε ότι όταν ο άνθρωπος ξεκινά την έξοδο από τον εαυτό του για να συναντήσει το νεογέννητο Χριστό, δηλαδή τον προορισμό της ζωής του, μέσα από αυτή την πορεία γεννά νήπια, δηλαδή νηπιώδεις λογισμούς που τον εξυψώνουν, διότι μόνο νηπιάζοντι φρονήματι πλησιάζει τον Θεό ο άνθρωπος(9). Αυτό όμως προκαλεί φθόνο στις δαιμονικές δυνάμεις οι οποίες διεγείρουν το σαρκικό φρόνημα, και όπως ο Ηρώδης σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση φόνευσε τα νήπια, εξαποστέλλουν τις δυνάμεις τους ώστε να καταστραφούν όλοι αυτοί οι λογισμοί(10).
Τότε η ψυχή του πνευματικώς πληγέντος ανθρώπου, όταν κατανοήσει ότι ο Ηρώδης την πρόλαβε, θρηνεί για τη χαμένη αθωότητα, τους πνευματικούς λογισμούς που «φονεύθηκαν», βίωμα κοινό σε όσους ασκούνται στην πνευματική ζωή και έχουν την οδυνηρή εμπειρία να ανατρέπεται αίφνης η πνευματική αναψυχή και όλα να καταστρέφονται. Τότε γεννάται ο θρήνος της Ραχήλ για τα φονευθέντα νήπια(11). Τότε γεννάται το βίωμα της απελπισίας για τον άνθρωπο εκείνο ο οποίος αισθάνεται πνευματικώς άτεκνος, εφόσον οι πνευματικοί του μόχθοι διασκορπίστηκαν.
Ένας θρήνος με προοπτική ελπίδας!
Ωστόσο, το μήνυμα της σημερινής περικοπής είναι σαφές. Εκεί που υπάρχει απελπισία, είναι παρών ο Χριστός. Έρχεται από την Αίγυπτο(12), και δεν εγκαταλείπει μόνο του τον άνθρωπο στην κηδεμονία των εμπαθών λογισμών. Επιστρέφει το κατεξοχήν νήπιο, δηλαδή ο Χριστός. Είναι πάλι εδώ εκείνος για τον οποίο όλοι οι άγιοι και οι πατέρες λέγουν ότι θα πρέπει να αποτελεί το κέντρο της ζωής του ανθρώπου. Το νήπιο εκείνο που θα πρέπει η ψυχή μας να γεννήσει και να αναθρέψει!
Επομένως, το βαθύτερο νόημα της ευαγγελικής περικοπή της ημέρας, εντοπίζεται στην αντίσταση κατά της απελπισίας, όταν ο άνθρωπος καθίσταται μάρτυρας του αποτρόπαιου φόνου των νηπιωδών λογισμών του πνευματικού του αγώνα από τον Ηρώδη της πνευματικής ζωής. Ωστόσο ο Κύριος έρχεται, είναι πάντοτε εδώ, ποτέ δεν έλειψε. Επιστρέφει νήπιος από τη χώρα της Αιγύπτου, η οποία στη γλώσσα των συμβόλων εικονίζει την αμαρτία και όπου με την παρουσία του εκεί την απάλλαξε από τα είδωλα(13), και συντρίβει την αμαρτία για να ανακαινίσει τον άνθρωπο, μετατρέποντας τον θρήνο σε χαρά και σε ύμνους αγαλλιάσεως. Ο όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής μάλιστα, ερμηνεύοντας τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, προτρέπει τον άνθρωπο να μην ακηδιά αλλά «να καλεί» τον Κύριο από την Αίγυπτο, δηλαδή να αντιμετωπίζει τις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης, διωκόμενος μαζί του(14).
Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας, παρά τη θρηνητική της περιγραφή είναι τελικώς μια αισιόδοξη παρακαταθήκη για τον άνθρωπο. Αρκεί να βρίσκεται εκείνος πάντοτε έτοιμος να εξέλθει από τον εαυτό του για να συναντήσει τον Κύριο που επιστρέφει για να τον αναγεννήσει.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ματθ. 2, 17-18. Πρβλ. Ιερ. 38, 15: Ούτως είπεν Κύριος∙ Φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνου και κλαυθμού και οδυρμού∙ Ραχήλ αποκλαιομένη ουκ ήθελε παύσασθαι επί τοις υιοίς αυτής, ότι ουκ εισίν.
2. Γεν. 29, 16-30.
3. Γεν. 29, 31.
4. Εμνήσθη δε ο Θεός της Ραχήλ, και επήκουσε αυτής ο Θεός και ανέωξεν αυτής την μήτραν, και συλλαβούσα έτεκεν τω Ιακώβ υιόν. Είπεν δε Ραχήλ, αφείλε ο Θεός μου το όνειδός μου (Γεν. 30, 22-23).
5. Νείλου του ασκητού, Επιστολαί, ΙΙΙ, 254, Ιουλιανώ αναγνώστη, PG 79, 509ΑΒ.
6. Πρβλ. Λ.χ., Bob Becking, «Jeremiah's Book of Consolation: A Textual Comparison Notes on the Masoretic Text and the Old Greek Version of Jeremiah XXX-XXXI», Vetus Testamentum 44. 2 (1994) 168∙ B. Lindars, "Rachel weeping for her children, Jeremiah 31, 15-22", JSOT 12 (1979) 47-62.
7. Πρβλ. Ισαάκ του Σύρου, Λόγος ΙΘ΄, Περί ταπεινοφροσύνης, εκδ. Ι. Σπετσιέρης, Τα ευρεθέντα ασητικά, Εν Αθήναις 1895, σ. 67.
8. Μαξίμου του Ομολογητού, Περί διαφόρων περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου προς Θωμάν τον ηγιασμένον, 100, J.H. Declerck, Maximi confessoris quaestiones et dubia, C.C.S.G. 10, Brepols, Turnhout – Leuven, 1982, σ. . Πρβλ. Μαξίμου του Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον περί διαφόρων απόρων της Αγίας Γραφής, 24, C. Laga - C. Steel, Maximi Confessoris quaestiones ad Thalassium, τ. 1, CCSG 7 εκδ. Brepols, Turnhout – Leuven 1980, σ. 157, 5-18.
9. Πρβλ. Ισαάκ του Σύρου, Λόγος ΙΘ΄, Περί ταπεινοφροσύνης, εκδ. Ι. Σπετσιέρης, Τα ευρεθέντα ασητικά, Εν Αθήναις 1895, σ. 67.
10. Πρβλ. Μαξίμου του Ομολογητού, Περί διαφόρων περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου προς Θωμάν τον ηγιασμένον, 100, J.H. Declerck, Maximi confessoris quaestiones et dubia, C.C.S.G. 10, Brepols, Turnhout – Leuven, 1982, σ. .
11. Sr. Kenneth L. Waters, «Saved through Childbearing: Virtues as Children in 1 Timothy 2:11-15», Journal of Biblical Literature, 123. 4 (2004) 703-735. B. Lindars, "Rachel weeping for her children, Jeremiah 31, 15-22", JSOT 12 (1979) 47-62.
12. Ματθ. 2, 14-15.
13. Γρηγορίου του Παλαμά, Ομιλίαι, ΝΗ΄, 11, Γρηγορίου του Παλαμά, Έργα τ. 11, Εισαγ. – μτφρ. – σχόλια Π. Κ. Χρήστου, ΕΠΕ 79, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 471.
14. Μαξίμου του Ομολογητού, Περί διαφόρων περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου προς Θωμάν τον ηγιασμένον, 100, J.H. Declerck, Maximi confessoris quaestiones et dubia, C.C.S.G. 10, Brepols, Turnhout – Leuven, 1982, σ.
Πηγή:Ζωηφόρος
Μπανάνες
-
*Οι δημοπρασίες έργων ‘τέχνης’ και άλλων παραδόξων αντικειμένων μας έχουν
δώσει κατά καιρούς τροφή για σχολιασμό και περίσκεψη σχετικά με το
αισθητικό γο...
Πριν από 13 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου