Απαντήσεις
σε σχόλια
Του Γιώργου Ν.
Παπαθανασόπουλου
Με αφορμή σχόλια που γράφτηκαν στο άρθρο μου για την εκκλησιαστική καρατόμηση του κανονικού Αρχιεπισκόπου Αχρίδος Ιωάννου και απαντώντας σε αυτά μου δίδεται η ευκαιρία να επεκτείνω το κείμενό μου και να εξηγήσω περαιτέρω την εκκλησιαστική κατάσταση στη γειτονική χώρα και γενικά στην Ορθοδοξία.
Το
πρώτο ευγενικό σχόλιο ανωνύμου σημειώνει ότι κατά τη γνώμη του το Φανάρι στην
περίπτωση της Εκκλησίας των Σκοπίων έδρασε συνετά και εύχεται να τηρηθούν τα όσα
συμφωνήθηκαν από τους αναγνωρισθέντας σχισματικούς Μητροπολίτες. Συμφωνώ με τον
ανώνυμο σχολιαστή μου και το έγραψα, ότι οι όροι που ετέθησαν ικανοποιούν την
ιστορική αλήθεια. Και από πλευράς μου έθεσα τον ίδιο προβληματισμό, αν δηλαδή
θα τηρηθούν οι όροι του Φαναρίου, αφού επί αυτών (ιστορική υπόσταση της
Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, το όνομα «Μακεδονία» και η διασπορά) βασίζεται όλη η
προπαγάνδα των Σκοπίων περί «μακεδονικού έθνους». Επισημαίνω πάντως πως για μία
ακόμη φορά το Φανάρι αποκαθιστά την
εκκλησιαστική κοινωνία με σχισματικούς, χωρίς να θέτει ως προϋπόθεση τα υπό των
Κανόνων προβλεπόμενα. Ως προς το Πατριαρχείο της Σερβίας, οι σχισματικοί έλαβαν
από αυτό, την «μητέρα Εκκλησία» τους, την έγκριση του ονόματος «Μακεδονία», τη
συνέχιση της (ανθελληνικής) δραστηριότητάς τους στη διασπορά (Αμερική, Καναδά,
Αυστραλία) και τη σύνδεσή τους με την Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, κάτι ιστορικά ανακριβές. Σημειώνω ότι στον Τόμο του
Πατριαρχείου της Σερβίας στην κανονική
υπό τον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Εκκλησία δεν υπήρχε το όνομα «Μακεδονία», δεν
υπήρχε αναφορά στη διασπορά και δεν είχε συνδεθεί η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος με τον
αλυτρωτισμό των γειτόνων μας. Οι περιορισμοί αυτοί εξέφραζαν την εκκλησιολογία του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, να μην αναμιγνύονται
τα κοσμικά, πολιτικά, αλυτρωτικά με την Εκκλησία. Είναι η εκκλησιολογία που
εφάρμοσε στην περίπτωση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος ο άγιος στη ζωή Πατριάρχης Σερβίας Παύλος.
Το
δεύτερο σημείο, που θίγει ο σχολιαστής είναι πως έως σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος
Ιωάννης δεν έχει προβεί σε κάποια δήλωση, κάτι που τον τιμά και που πρέπει και
η Σερβική Εκκλησία «να τον τιμήσει έμπρακτα και ίσως υπηρεσιακά για τις θυσίες
του και την υπακοή του στην Εκκλησία». Πράγματι σε δημόσια δήλωση ο
Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης έως σήμερα δεν
έχει προβεί. Ήταν παρών αλλά παραμερισμένος, ως ένας από τους πολλούς
κληρικούς που ως απλό εκκλησίασμα συμμετέσχον στις πανηγυρικές Θείες
Λειτουργίες στο Βελιγράδι και στα Σκόπια, κατά τις οποίες αποκαταστάθηκε η
εκκλησιαστική κοινωνία του Πατριαρχείου της Σερβίας με τους σχισματικούς της
Αρχιεπισκοπής Αχρίδος και τους δόθηκε και η αυτοκεφαλία. Πάντως λειτούργησε και
μετά τη συμφωνία του Βελιγραδίου με τους σχισματικούς ως Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος
Στο
δεύτερο αυτό ζήτημα επισημαίνω ότι δεν ασχολήθηκα με τη στάση του Αρχιεπισκόπου
Ιωάννη, αλλά με αυτήν του Πατριαρχείου της Σερβίας. Θεώρησα απάνθρωπη τη στάση
του, προς έναν Αρχιεπίσκοπο, ο οποίος άφησε τις ανέσεις του, τη θέση που ως
κοσμικός κατείχε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Μοναστήρι, και εκουσίως υπέστη
επί είκοσι περίπου χρόνια βασανιστήρια, φυλακίσεις, προπηλακισμούς και πόλεμο
εξοντωτικό, αφού κατ’ επανάληψη τον κατηγόρησαν ως «προδότη» και «καταχραστή
χρημάτων». Θυμίζω ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης πρώτα πήρε το δίπλωμα του
πολιτικού μηχανικού στο Πολυτεχνείο των Σκοπίων και εξάσκησε με επιτυχία αυτό
το επάγγελμα. Υπακούοντας όμως στην κλήση του γράφτηκε στη Θεολογική Σχολή του
Βελιγραδίου, όπου μαθητές του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς ήσαν καθηγητές του και
του ενεφύσησαν την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και την αγάπη προς τον Ελληνισμό.
Μετά το πέρας των σπουδών του και κατά παραίνεση των καθηγητών του σπούδασε στο
Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης όπου και έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα
επεξεργασθείς το επίκαιρο θέμα «Η ενότητα της Εκκλησίας και τα σύγχρονα
εκκλησιολογικά προβλήματα».
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης το 1998 εκάρη μοναχός και γρήγορα ανήλθε στις
βαθμίδες της ιερωσύνης, εκλεγείς το 1998 Επίσκοπος Δρεμβίτσης και το 2000
Μητροπολίτης Βέλες και Παραβαρδαρίου. Το 2002 είναι η κομβική απόφαση.... Το
Πατριαρχείο της Σερβίας έρχεται σε συνεννόηση με τη Σκοπιανή Εκκλησία και στη
Νις (Νίσσα) της Σερβίας υπογράφεται συμφωνία να επανέλθει η μεταξύ τους
κοινωνία σε εκκλησιαστικό καθεστώς ευρείας αυτονομίας υπό την Σερβική Εκκλησία.
Όλοι οι Σκοπιανοί Επίσκοποι υπέγραψαν τη συμφωνία, αλλά μετά από λίγες ημέρες και
μετά από πιεστική πολιτική παρέμβαση ανακάλεσαν την υπογραφή τους και
ανακήρυξαν πάλι την αυτοκεφαλία... Ένας εξ αυτών των Επισκόπων που υπέγραψαν
δεν εδέχθη την πολιτική παρέμβαση, δήλωσε ότι τιμά την υπογραφή του και ότι διαχωρίζει
τη θέση του από τους υπόλοιπους που υπέκυψαν στην κοσμική εξουσία. Ήταν ο
Ιωάννης. Από τότε αρχίζουν τα βάσανά του. Διατηρεί με μεγάλη δυσκολία μιαν
επαρχία της Αχρίδας και έχει κανονική εκκλησιαστική κοινωνία με το Πατριαρχείο
της Σερβίας, το οποίο τον ψηφίζει Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος. Αντίθετα δεν έχει
κοινωνία με τους υπολοίπους σχισματικούς Επισκόπους της γειτονικής χώρας.
Το δεύτερο σχόλιο
αφορούσε τη θέση και την
κανονικότητα του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη. Η θέση του ασφαλώς δεν ήταν
«Αρχιεπίσκοπος των Σέρβων που ζουν στο κράτος των Σκοπίων». Απλή ανάγνωση του
Τόμου του Πατριαρχείου της Σερβίας για την υπό τον Ιωάννη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος
δείχνει ότι ήταν επικεφαλής της Αυτόνομης Εκκλησίας της γειτονικής χώρας, υπό
το Πατριαρχείο της Σερβίας. Ως προς την κανονικότητα. Το Πατριαρχείο της
Σερβίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και όλα τα Πατριαρχεία και οι Ορθόδοξες
Εκκλησίες αναγνώρισαν τον Ιωάννη ως τον κανονικό Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος.
Μερικά παραδείγματα: Στις 17 Μαΐου 2004 με ιδιόχειρη
επιστολή του, με την υπογραφή του και με
την σφραγίδα του Πατριαρχείου της Σερβίας ο τότε Πατριάρχης Παύλος τονίζει: « Ο
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βέλες και Παραβαρδαρίου και Έξαρχος Αχρίδος κύριος
κύριος Ιωάννης είναι σε λειτουργική και κανονική ενότητα με τον άγιο θρόνο μας
και με όλες τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες». Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.
Βαρθολομαίος με επιστολή απάντησή του προς τον Πατριάρχη Παύλο, στις 20
Ιανουαρίου 2004, γράφει μεταξύ άλλων ότι ο ίδιος και η περί αυτόν Πατριαρχική
Σύνοδος «μελέτησε με μεγάλη προσοχή και με ευνόητη ανησυχία τις απαράδεκτες
ενέργειες των σχισματικών ηγετών του Ορθοδόξου λαού της FYROM, μαζί με την
ισχυρή υποστήριξη των κρατικών αρχών, εναντίον των επισκόπων, των κληρικών, των
μοναστών και μοναζουσών και του πιστού λαού της».
Στις 30 Αυγούστου 2002 ο τότε Πατριάρχης Αντιοχείας
Ιγνάτιος σε επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Ιωάννη τον διαβεβαιώνει
ότι η Αντιοχειανή Εκκλησία βρίσκεται σε πλήρη κανονική και λειτουργική κοινωνία
με την Σερβική Εκκλησία στο σύνολό της και επομένως και με την Αρχιεπισκοπή
Αχρίδος. Ανάλογη αναγνώριση είχε από το Πατριαρχείο της Ρωσίας και από τα άλλα
Πατριαρχεία και Εκκλησίες. Ως προς την κανονικότητα της χειροτονίας του Ιωάννη λοιπόν
θεωρώ ότι καλύτερα γνωρίζουν το θέμα το Πατριαρχείο
της Σερβίας, το οποίο πρώτο εδέχθη το πλήγμα του σχίσματος και μετά όλες οι
υπόλοιπες Ορθόδοξες Εκκλησίες, που αναγνώρισαν τον Ιωάννη. Υπόθεση κάνω ότι πρώτον
χειροτονήθηκε από Επισκόπους χειροτονηθέντας πριν από το 1967 και δεύτερον ότι
το 2002, αλλά και το 2022 οι συζητήσεις
γίνονταν με τους σχισματικούς χωρίς να τεθούν όροι για την επανένταξή τους στην
κανονικότητα. Επομένως αν εδόθη τώρα η αυτοκεφαλία στους σχισματικούς των
Σκοπίων χωρίς αυτοί να έχουν δείξει κάποια
μεταμέλεια, αλλά μάλλον να φέρονται ως θριαμβευτές που δέχονται την
επιβράβευση των όσων έπραξαν σε βάρος του κανονικού Αρχιεπισκόπου Αχρίδος
Ιωάννου, θα μιλάμε τώρα για αυτόν που στη Νις δέχθηκε τη συμφωνία με την
Σερβική Εκκλησία και διατηρώντας την
κανονικότητα υπέστη τα πάνδεινα; Τα περί κανονικότητας λοιπόν δεν αφορούν τον
Ιωάννη, αλλά τις ηγεσίες των Πατριαρχείων και των άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών,
που δέχθηκαν τους σχισματικούς σε κοινωνία. Ο Ιωάννης έπραξε ό, τι του
εζήτησαν.-
Δείτε και -Εκκλησιαστική
εκτέλεση Αρχιεπισκόπου
Κύριε Παπαθανασόπουλε σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια ως προς το σχόλιό μου και για τις επιπλέον πληροφορίες που μας δώσατε για το θέμα. Οσον αφορά την ουσία του θέματος του Αυτοκεφάλου της Εκκλησίας των Σκοπίων και το αν πράγματι θα εφαρμόσουν την συμφωνία τους με το Φανάρι, έχουμε ήδη λάβει απαντήσεις και μάλιστα δημόσιες για το ζήτημα αυτό. Στην πρόσφατη επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Στεφάνου και της συνοδείας του επαναληφθηκαν στην ουσία εκ μερους τους διαβεβαιώσεις εφαρμογής των συμφωνηθέντων καθώς και καλής μελλοντικής συνεργασίας με το Φανάρι. Το Πατριαρχείο παρόλα αυτά δεν βιάζεται να τους δώσει άμεσα το Αυτοκέφαλο το οποίο δημοσίως ουσιαστικά συνάρτησε από την εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Η προϋπόθεση αυτή για το Φανάρι δεν τέθηκε, κατά την γνώμη μου, απλώς για λόγους τυπικής συνέπειας αλλά και για τον λόγο του άμεσου ενδιαφέροντος του Φαναρίου λόγω της πνευματικής του σχέσης με τις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών. Συμπερασματικά εαν οι των Σκοπίων επιθυμούν ως πρώτη τους προτεραιότητα το Αυτοκέφαλο και όντως το επιθυμούν, θα πρέπει πρώτα να αποδείξουν εν τοις πράγμασι την συνέπειά τους λόγων και έργων( ο πρωτος σχολιογράφος στην προηγούμενη ανάρτησή σας)
ΑπάντησηΔιαγραφή