Εόρτιον κλίμα και αλλότριαι ενέργειαι
«Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν Λαοί»,
άδει ο μέγιστος των θεολόγων ποιητής του Κανόνος της Αναστάσεως, Ιωάννης ο
Δαμασκηνός.
Το δοξαστικόν των Αίνων (περικοπέντος και αυτού Συνοδική αποφάσει), διαπερά τας κεκαθαρμένας ήδη διανοίας ημών, ως προτροπή «και αλλήλους περιπτυξώμεθα», εν «φιλημάτι αγίω», ως θα συνεπλήρωνε και θα απήτει ο ουρανοβάμων Παύλος.
Η κατακλείς ολίγον προ του παιάνος
της Αναστάσεως, έκδηλος και αύτη του πνεύματος της ημέρας, εντέλλεται «είπωμεν
αδελφοί...συγχωρήσωμεν πάντας τη Αναστάσει».
Αναντιλέκτως, πρόκειται περί εξαισίων
ύμνων, που προσιδιάζουν εις το εόρτιον μέγεθος και δημιουργούν υπερφυά
θρησκευτικήν συναισθηματικήν φόρτισιν.
Εις πόσους όμως; Ποίους συνεγείρουν αι ανεωγμέναι πύλαι του
άδου και τηλαυγώς τους ωθούν εις συμπόρευσιν και καταλλαγήν;
Ατυχώς, οι ύμνοι δεν μεταβάλλουν
φρονήματα και δεν παρέχουν πνευματικήν οιακοστροφίαν βιοτής. Η συμμόρφωσις
είναι προϊόν ιδιαιτέρας δυσκολίας; Αι συναισθηματικαί φορτίσεις δεν αντανακλούν
προς όλους ανεξαιρέτως;
Εορτάσαμεν αισίως, χάριτι Θεού, και
κατά τον παρόντα ενιαυτόν, την μεγίστην των εορτών.
Οι αντικείμενοι του λαμπρού εορτασμού
έδρασαν, ως είθισται να λειτουργεί ο εκάστοτε Καίσαρ. Πειθήνια όργανα ακρίτου
αποδοχής, μόνον η εκκλησιαστική τάξις των αρχιερέων και οι μη αγαπήσαντες τα
του Θεού κατώτεροι κληρικοί, αφ’ ης στιγμής δεν απετόλμησαν να βάλουν «έξω τον
φόβον».
Αι κατανυκτικαί ακολουθίαι των του Κυρίου Παθών και η όλη τελετουργία
της Αναστάσεως, εορτάσθησαν κατά τας κοσμικάς εντολάς. Διέλαθε της προσοχής
«των αρχόντων» η ύπαρξις κληρικών υψηλού πνευματικού και λειτουργικού
διαμετρήματος και ασθμαίνοντες επιτίθενται κατ’ αυτών.
Το ανοσιούργημα της καταδιώξεως,
χωρίς να συνιστά έγκλημα καθοσιώσεως επί ποινή θανάτου, σχετίζεται αμέσως προς
την επικρατούσαν εις αυτούς ορθοπραξίαν, ως συνεπείας υψηλόφρονος Ορθοδόξου
φρονήματος. Ευτυχώς, αν και υπήρξαν εν αρχή τουλάχιστον ολίγοι, αποτελούν «την
μικράν ζύμην» ήτις «όλον το φύραμα ζυμοί».
Αγνοούν οι εκκλησιαστικοί άρχοντες,
ότι η Εκκλησία δεν σύγκειται εκ μόνων αυτών, αλλά και εκ σύμπαντος του
πεπιστευμένου εις Θεόν πληρώματος Αυτής, και οι οποίοι αδυνατούν να συλλάβουν
και να κατανοήσουν τα τεκταινόμενα.
Τα ως ανωτέρω αποτελούν
ενσυνειδήτους σκέψεις απογοητεύσεως, διά πάντα εχέφρονα, όταν υφίσταται η
είδησις δημοσιευμένη εις πλήθος εγκρίτων θεολογικών ιστοτόπων, ότι ένιοι των
αρχιερέων, προκειμένου άμα μεν να αναδείξουν τας Κανονικάς παραβατικάς
ενεργείας ιερέων τελεσάντων κατά την αρχαίαν και παραδεδομένην τυπικήν διάταξιν
την Θείαν Λειτουργίαν της Αναστάσεως, ως παραβατικήν Κανονικήν ενέργειαν και
ανυπακοήν προς τα κελεύσματα της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, άμα δε να καταστήσουν
εαυτούς τιμωρούς, επί τη βάσει Κανονικών δικαιοδοσιών, στέργουν όχι να
εγκαλέσουν τους εν θέματι κληρικούς, αλλά να τους παραπέμψουν (Θου Κύριε
φυλακήν τω στόματί μου) εις Εισαγγελείς, ποινικών, μάλιστα, υποθέσεων, ως εάν
πρόκειται περί «κακούργων» ή επί το δοκιμώτερον ασεβεστάτων και αναιδεστάτων
κληρικών, απειλούντων την έννομον τάξιν.
Οι εν θέματι «παρανομήσαντες»
κληρικοί, κατά την επιεικεστέραν γνώμην, επειθάρχησαν «Θεώ μάλλον ή ανθρώποις».
Εις τους διώκτας, μάλιστα,
εμφιλοχωρεί αρχιερεύς, μεστός παιδείας και λιπαράς γνώσεως, ο οποίος, ειρήσθω
εν παρόδω, κατά την περίοδον του Αγίου Δωδεκαημέρου, υπερέβη τον Καίσαρα,
αρνούμενος την είσοδον εις τους ναούς της ποιμαντικής του δικαιοδοσίας, εις
πάντα πιστόν.
Ευτυχώς, εξ’ όσων πληροφορούμεθα,
επέτρεπε την εκτός ναού, υπό των εμπεριστάτων, Μετάληψιν των Αχράντων
Μυστηρίων.
Αι διώξεις ευλαβών ιερέων
δημιουργούν λυπηράν εντύπωσιν εις τον πιστεύοντα λαόν, ο οποίος εις περίοδον
υψίστου μεγέθους πνευματικής ανατάσεως ή μάλλον καταπτώσεως σκανδαλίζεται.
Άγιοι Αρχιερείς, εγκαλούντες τους
τελέσαντας Κανονικώς τας Ακολουθίας, διαπράττετε μέγιστον ολίσθημα Κανονικής
και Πνευματικής φύσεως. Αντιστρατεύεσθε, ευτελίζετε και καταργείτε Παραδόσεις
αιώνων, δι’ υμετέρων πράξεων, αι οποίαι δεν συνάδουν εις Ορθοδόξους Επισκόπους.
Εντός ολίγου, και άλλοι ναοί δεν θα
κλείουν μόνον «λόγω κρουσμάτων» ως συμβαίνει εν Θεσσαλονίκη, αλλά λόγω της
αναμενομένης οσονούπω απαξίας του λαού, ο οποίος οιονεί αντιλαμβάνεται ότι
προδίδεται.
Μην τολμήσετε, να σύρετε τους
εμπεπιστευμένους εις υμάς υπό του Κυρίου, ως «αφώνους αμνούς», διότι τότε «και
λίθοι κεκράξονται».
Αντιληφθήτε ότι δεν είναι μόνοι,
ούτε τόσον ευάλωτοι.
Ενθυμηθήτε επιτέλους ότι η οργή
του Θεού θα αποβή φωνή λαού, πανδήμως και σθεναρώς υπερασπίζοντος τους ους
υμείς διώκετε και μάθετε ότι «σκληρόν...προς κέντρα λακτίζειν».
Και τότε «όψονται εις ον εξεκέντησαν».
Δρ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ
ΚΟΝΤΑΚΗΣ
τ. Καθηγητής Πατρολογίας και Ερμηνείας Πατερικών Κειμένων της Ανώτατης
Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (ΑΕΑΘ)
τ. Διευθυντής Ανωτέρας Εκκλησιαστικής Σχολής Θεσσαλονίκης (ΑΕΣΘ)
τ. Πρόεδρος Διοικούσης Επιτροπής της ΑΕΑΘ
τ. Πρόεδρος Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της ΑΕΑΘ
Δραμα-τικές "εκκλησιολογικές" καταστάσεις ή όταν ο επίσκοπος δεν έχει τον Θεό Του!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο, οι Χριστιανοί οφείλουν να
ΑπάντησηΔιαγραφήκρίνονται από Εκκλησιαστικά και όχι κοσμικά Δικαστήρια.
Συγκεκριμένα αναφέρει: «Τολμᾷ τις ὑμῶν, πρᾶγμα ἔχων πρὸς τὸν ἕτερον,
κρίνεσθαι ἐπὶ τῶν ἀδίκων καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῶν ἁγίων;»
178 Στην προοπτική
αυτή, ο Καρθ. 59 (68) απαγορεύει στους Κληρικούς που κρίνονται
πρωτόδικα σε Εκκλησιαστικό Δικαστήριο να εφεσιβάλλουν την απόφαση
σε κοσμικό Δικαστήριο, καθώς και να προσκληθούν εκεί ως μάρτυρες ή ως εναγόμενοι179 Κατά τον 9ο Κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου180
και τους Καρθ. 14181 και Καρθ. 104(115)182, εφόσον κάποιος Επίσκοπος
ή εν γένει Κληρικός αιτηθεί να παρουσιαστεί σε κοσμικό αντί για
Εκκλησιαστικό Δικαστήριο, αυτός να καθαιρείται.