Η οκνηρία -ακηδία
“Νωθρότης σύζυγος
ύπνου εστί και οκνηρία πείνης” (Γρηγόριος Θεολόγος)
Του Κων/νου
Α. Οικονόμου δασκάλου - συγγραφέα
Η ΟΚΝΗΡΙΑ: Η τεχνολογική εξέλιξη και η αέναη επιθυμία του ανθρώπου για περισσότερα υλικά αγαθά τον ωθούν σε όλο και περισσότερη εργασία. Κι όμως, ο σύγχρονος άνθρωπος πάσχει από την αρρώστια της οκνηρίας. Οκνηρία ορίζεται η χαλαρότητα του νου και η εξ αυτής αδυναμία του σώματος να ανταποκριθεί στο κάλεσμα εκτάκτων καταστάσεων. Μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού πάσχει κυρίως από πνευματική οκνηρία.
Στις μέρες
μας, τουλάχιστον προ της οικονομικής κρίσης, όλες οι ψυχοσωματικές δυνατότητές
μας αναλώνονται στο βωμό της εύρεσης χρήματος και της κοινωνικής καταξίωσης.
Ελάχιστη προσοχή δίνεται στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και του τρόπου
σκέψης. Φιλοσοφία, θρησκεία, πολιτισμός, δεν απασχολούν την κοινωνία, ως μη
απτόμενα της εννοίας του χρήματος. Παράδειγμα το εκπαιδευτικό σύστημα,
ιδιαίτερα μετά την ανανέωση της ύλης προς το “χρηστικότερο” και της αλλαγής
προσανατολισμού του προς τον “κοσμοπολίτικο κοινωνικό χυλό”, πρωταρχικό στόχο
έχει την δημιουργία μηχανικών μυαλών και όχι ελεύθερων σκεπτόμενων ανθρώπων. Η
πνευματική οκνηρία είναι επικίνδυνη για τον πολιτισμό, καθώς οδηγεί σε
κοινωνική στασιμότητα. Έτσι κατευθυνόμαστε, αν δεν έχουμε ήδη φτάσει, σε εποχές
άκρατου εγωισμού, υλισμού και απάθειας.
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΣΟΦΙΑ: “Οκνηρός δε είναι μόνο εκείνος που δεν κάνει τίποτα, αλλά εκείνος που
μπορεί να κάνει κάτι καλύτερα και δεν το κάνει”, έλεγε ο Σωκράτης, ενώ ο Πλάτων
προσέθεσε: “Κανένας κοιμισμένος δεν είναι άξιος για τίποτε”. Ο Αριστοτέλης
διατείνεται: “Αδύνατον τον μηδέν πράττοντα πράττειν ευ”, ενώ ο προγενέστερος
Ηράκλειτος πίστευε πώς οι οκνηροί “Συμμετέχουν δια της απραξίας τους στα
δρώμενα του κόσμου.” Ο Ησίοδος χαρακτήριζε “ντροπή” την οκνηρία, ενώ ο Σοφοκλής
πρέσβευε ότι “Θεός τοις αργούσιν ου παρίσταται”. Τέλος ο “παραμυθάς” Αίσωπος
βρίσκει στην εργασία το θησαυρό: “Ο μόχθος είναι για τους ανθρώπους θησαυρός”.
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ: Η
Βίβλος απαγορεύει την τεμπελιά: “ακούομεν γαρ τινας (...) μηδὲν εργαζομένους, αλλὰ
περιεργαζομένους· τοιούτοις παραγγέλλομεν και παρακαλούμεν διὰ του Κυρίου ημών Ιησού
Χριστού, ίνα μετὰ ησυχίας εργαζόμενοι τον εαυτών άρτον εσθίωσιν.” (Β΄Θεσ.
γ΄11,12). Αλλού διαβάζουμε: “Ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω” ( Τιμ. γ' 10), ενώ
ο σοφός “εν πειρασμοίς” Ιώβ έλεγε: “Η αργία είναι η μητέρα της πείνας κι αδελφή
της κλεψιάς.” Ο Σολομώντας βρίσκει το φάρμακο κατά της οκνηρίας στην παιδεία: “Υιὸς
πεπαιδευμένος σοφὸς έσται, τω δε άφρονι διακόνω χρήσεται.” (Παρ. ι΄4,), ενώ
αλλού προσθέτει: “ω οκνηρέ! γίνε σοφός. (...) Πότε θα σηκωθείς από τον ύπνο
σου; Λίγος ύπνος, λίγος νυσταγμός, λίγο δίπλωμα των χεριών στον ύπνο. Έπειτα η
φτώχεια σου έρχεται σαν ταχυδρόμος και η γύμνια σου σαν οπλισμένος άνδρας."
(Παρ. στ΄ 6 – 11).
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ
ΟΚΝΗΡΙΑΣ: Η οκνηρία είναι φαινόμενο που έχει μεγάλες συνέπειες σε
βιοποριστικούς και πνευματικούς αγώνες. Σε περίπτωση που υπάρχει οικογένεια
έχουμε περιπτώσεις πείνας και άλλων συνεπειών με τις οποίες επιβαρύνει ο οκνηρός
τους συνανθρώπους του. Για να μπορέσει ο οκνηρός να αλλάξει, χρειάζεται από
παιδί οι γονείς ή οι δάσκαλοί του να εντοπίσουν την οκνηρία ωθώντας τον με το
καλό στην εργασία. Αν δεν δεχθεί, θα πρέπει να είναι κοντά του κάποιος
εμψυχωτής μέχρι να αυξήσει την υπομονή του. Με υπομονή και επιμονή
επιτυγχάνονται πολλά. Τυχόν δέλεαρ αμοιβής σε οκνηρό άτομο είναι καλό να
αποφεύγεται ή να χρησιμοποιείται μόνο αρχικά, γιατί μπορεί να αναπτυχθεί
ιδιοτέλεια. Αν διαπιστώνουμε εμείς οι ίδιοι ότι η οκνηρία μάς ανακόπτει την
πορεία, μπορούμε να επιβάλλουμε στον εαυτό μας εργασίες που θα συνεχίζουμε
“μέχρις εσχάτων”. Έτσι, η αρχική δυσφορία, σταδιακά, θα εκλείψει και αργότερα
θα εξαφανιστεί κάθε ίχνος οκνηρίας. Ταυτόχρονα η άσκηση στην υπομονή θα
αποφέρει εσωτερική ηρεμία, που με τη σειρά της θα δώσει γαλήνη, εκμηδενίζοντας
το άγχος.
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ
ΘΕΣΗ: Αυτό το λεγόμενο “θανάσιμο” αμάρτημα είναι διαφορετικό των υπολοίπων,
καθώς εκείνα αφορούν στην ανεξέλεγκτη υπερβολη, ενώ η οκνηρία αφορά στην
έλλειψη κινήτρων. “Η δουλειά απαλλάσσει τον άνθρωπο από τα τρία βασικότερα
κακά: την ανία, τα ελαττώματα, την ανάγκη”, έγραφε ο Βολτέρος δείχνοντας την
ευεργετική σημασία του κινήτρου της εργασίας. Ένας άλλος τρόπος να εξετάσουμε
την οκνηρία είναι με την οπτική της ''αποφυγής έργου''. Τότε η οκνηρία είναι
αποτέλεσμα παλαιότερης αποτυχίας σε κάποιο έργο που κατέληξε σε απογοήτευση και
αποθάρρυνσή του ατόμου για μελλοντικό ανάλογο έργο. Άτομα που βίωσαν τέτοια
δυσάρεστη εμπειρία, εγκλωβίζονται σε φαύλο κύκλο καθώς, φοβούμενοι την αποτυχία,
αποφεύγουν τη δράση, γεγονός το οποίο πάλι οδηγεί σε αποτυχία, απογοήτευση και
νέες δυσάρεστες εμπειρίες. Όμως, αυτή η περίπτωση αφορά λίγους, γιατί υπάρχει
σημαντικός αριθμός ατόμων, και μάλιστα στην πατρίδα μας, που αποζητούν εύκολο
χρήμα, εύκολη αναγνώριση και “καλή ζωή” με το μικρότερο δυνατό κόπο. Ο οκνηρός,
ως άνθρωπος κενός, δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τις χαρές της εργασίας. Η
οκνηρία είναι καταστροφικότατο πάθος καθώς ένας οκνηρός ζημιώνει ολόκληρο το
κοινωνικό σύνολο, διότι σε οτιδήποτε συμβεί παραμένει απαθώς αμέτοχος,
αποδεχόμενος αβίαστα ό,τι πλασάρεται, πράγμα που σήμερα διευκολύνεται με την
αποχαύνωση που απλόχερα και ακοπίαστα προσφέρει η τηλεόραση και το διαδίκτυο.
Η ΑΚΗΔΙΑ: Η λέξη
προέρχεται από το ρήμα κήδομαι (= φροντίζω). Κηδεία είναι η φροντίδα (προς τους
νεκρούς συνήθως) και α-κηδεία η έλλειψη φροντίδας. Η ακηδία είναι αθυμία,
ανορεξία, που κυριεύει τον άνθρωπο, κάνοντάς τον απρόθυμο, αμελή ή αδιάφορο για
κάθε πνευματικό έργο, μ΄άλλα λόγια είναι οκνηρία του πνεύματος ή παραλυσία της
ψυχής. Η ακηδία ως επικίνδυνη πνευματική ασθένεια - γιατί το μικρόβιό της
παραλύει το νου κάνοντάς τον ανίκανο να σκεφτεί ή να κάνει οτιδήποτε καλό -
αντανακλά τα συμπτώματά της και στο σώμα, αφού ο άνθρωπος αποτελεί ενιαία
ψυχοσωματική ύπαρξη. Κι επειδή "αργία μήτηρ πάσης κακίας", όταν ο
νους δεν ασχολείται με θεάρεστα, υποκύπτει σταδιακά σε πειρασμούς. Επιθυμεί,
εξιδανικεύοντας καταστάσεις που πριν είχε απορρίψει, όπως ηδονές, δόξα, πλούτο.
Η “μάνα” οκνηρία “τίκτει επωδίνως” δύο “άσχημες” θυγατέρες: τη μικροψυχία που
οδηγεί στην αμέλεια και την απόγνωση, όπου ο άνθρωπος χάνει κάθε ελπίδα
σωτηρίας. Η τελευταία είναι η χειρότερη πνευματική κατάστάση γιατί, είναι
άρνηση της θείας φιλανθρωπίας και της λυτρωτικής θυσίας του Κυρίου. Ο αββάς
Παμβώ είδε κάποτε στην Αλεξάνδρεια μια γυναίκα στολισμένη προκλητικά, και
δάκρυσε. Όταν τον ρώτησαν σχετικά, εκείνος απάντησε: «Αφενός για τη δική της
απώλεια, και αφετέρου γιατί εγώ δεν φροντίζω ν’ αρέσω στον άγιο Θεό τόσο, όσο
εκείνη στους ανθρώπους». Ο Ευσέβιος Καισ. έγραψε: “Το σώμα το λιώνει η τεμπελιά
και την ψυχή η αδιαφορία.”. Ο Μ. Φώτιος υπογραμμίζει: “Η άνεση και η ανάπαυση
αποχαυνώνουν και χαλαρώνουν την δύναμη της ψυχής”. Το δραστικότερο φάρμακο-όπλο
κατά της ακηδίας, σύμφωνα με Πατέρες, είναι η πεποίθηση “ότι η σημερινή μέρα
είναι η στερνή πάνω στη γη, ότι σήμερα μόνο ζούμε και αύριο πεθαίνουμε”, πράγμα
που αναμφίβολα μπορεί να συμβεί. Έτσι, χρειάζεται αγώνας και νήψη ώστε να μη
χαθεί μάταια ο δοσμένος χρόνος για την καλλιέργεια της ψυχής. Το τάλαντο που
κατέχουμε ας μην κρυφτεί, αλλά να πολλαπλασιαστεί, για να μην ακουστεί κάποτε:
«Πονηρέ δούλε και οκνηρέ! (...) έδει ουν σε βαλείν το αργύριόν μου τοις
τραπεζίταις” (Μτθ. κε΄26,27).
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Η ΝΗΨΗ
ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΚΗΔΙΑΣ: Η πνευματική επαγρύπνηση (νήψη) και ο αγώνας διαρκεί μέχρι το
τέλος της ανθρώπινης ζωής: «Γίνου πιστός άχρι θανάτου, και δώσω σοι τον
στέφανον της ζωής» (Αποκ. β΄ 10). Όπως ο Χριστός υπέφερε για όλους, ας μιμηθεί
Αυτόν κατ' ελάχιστον κι ο πιστός για χάρη Του, για να απολαύσει αγαθά, «α
οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε» (Α' Κορ. β΄ 9), αγαπώντας Τον «εξ όλης
της καρδίας και εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της δυνάμεως» (Δευτ. στ΄ 5), «ηγούμενος
πάντα σκύβαλα είναι ίνα Χριστόν κερδήση» (Φιλιπ. γ΄ 8).
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ!
ΑπάντησηΔιαγραφή