Ὁ Ἄρχων Ἀσηκρήτις καὶ ἡ
ἐπιστολὴ τῶν τεσσάρων Μητροπολιτῶν.
Toῦ Βασίλειου Εὐσταθίου,Δρ. Φυσικοῦ, πτ.
Θεολογίας (Τμ.Κοιν.Θ.ΕΚΠΑ)
Ὁ κ. Βαβούσκος,
γνωστὸς πλέον γιὰ τὶς ἀπόψεις του περὶ τῆς χορήγησης τῆς Αὐτοκεφαλίας στὴν Οὐκρανία
ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο,
ὡς θερμὸς ὑπερασπίστής του, αὐτὴν τὴν φορὰ ἔβαλε στὸ στόχαστρο τὴν ἐπιστολὴ τῶν
τεσσάρων Μητροπολιτῶν. Γράφει λοιπόν: «Τελευταίο
κρούσμα, η επιστολή των τεσσάρων Μητροπολιτών της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι
οποίοι ζητούν με αυτήν την αντιμετώπιση σε πανορθόδοξο επίπεδο της κρίσεως, η
οποία προκλήθηκε από την παραχώρηση του αυτοκεφάλου καθεστώτος στην Ουκρανική
Εκκλησία. Δεν θα σχολιάσω την αντικανονικότητα της ενέργειας αυτής, όχι μόνο
διότι είναι γνωστές οι απόψεις μου αλλά πάνω απ’ όλα, διότι ήδη έχει προηγηθεί
η αποστολή της προβλεπομένης επιστολής από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών
και Πάσης Ελλάδος και Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος προς
τον Μητροπολίτη Κιέβου». Εἶναι σαφὲς γιὰ ὅποιον παρακολουθεῖ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐπικαιρότητα,
ὅτι τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση καὶ τὴν συνείδηση τοῦ λαοῦ ἐξέφρασε ἡ ἐπιστολὴ τῶν
τεσσάρων Μητροπολιτῶν, ποὺ κινήθηκαν γιὰ νὰ τὴν γράψουν πάνω στὴν βάση τῶν ἱερῶν
κανόνων καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, καὶ ὄχι ἀντικανονικά, ἀντισυνοδικὰ καὶ
μονομερῶς, ὅπως ἔκανε ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, χωρὶς νὰ ὑπολογίσει
τὴν πανορθόδοξες ἀντιδράσεις στὸ ὅλο θέμα, ἀκολουθῶντας τυφλὰ τὸν «Πατριάρχη τοῦ
Γένους» στὴν διασάλευση τῆς ἑνότητας τοῦ ὀρθόδοξου κόσμου μὲ τὴν ἀνάμειξη στὰ ἐσωτερικὰ
τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ἐν Οὐκρανία, χρησιμοποιώντας πλασματικὰ ἱεροκανονικὰ ἐρείσματα.
Συνεχίζει ὁ ἀρθρογράφος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου: «Και
αν μη τι άλλο, ο Μακαριώτατος δεν ενήργησε ως άτομο ούτε ως Μητροπολίτης Αθηνών
αλλά ως θεσμικός φορέας, οπότε εύλογες μεν οι αντιρρήσεις των σεβαστών
Μητροπολιτών ως δικαίωμα αλλά συνιστούν καθαρή αμφισβήτηση του θεσμικού
εκπροσώπου της Εκκλησίας της Ελλάδος». Ἄν δὲν ἔχει καταλάβει ὁ κ. Βαβοῦσκος στὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἰσχύει τὸ παπικὸ ἀλάθητο καὶ ὡς ἐκ τούτου ὁ κάθε θεσμικὸς
ἐκπρόσωπος τῶν τοπικῶν Εκκλησιῶν μπορεῖ νὰ ἐλεγχθεῖ προσωπικῶς ἤ δημοσίως γιὰ σοβαρὰ
λάθη του, ὅπως στὴν συγκεκριμένη περίπτωση.
Στὴν συνέχεια ὁ κ.Βαβοῦσκος ἐκπλήσσει μὲ τὴν ἀναφορὰ του σὲ
λόγους τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, χωρὶς νὰ δίνει τὴν
πηγὴ ἀπὸ ὅπου τοὺς ἔλαβε καὶ ἐπομένως εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐλεχθούν, γράφοντας μόνο
«δήλωσε (κατά δημοσιεύματα)», μιὰ παντελῶς ἀντιδεολογικὴ ἐπιστημονικῶς πρακτική.
Αὐτοὺς τοὺς λόγους τοῦ Μητροπολίτη Ἰλαρίων που ἀναφέρει «ότι η Πανορθόδοξη για
το Ουκρανικό δεν μπορεί να συγκληθεί από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος
δεν μπορεί και να μετέχει στη σύνθεσή της», πουθενὰ δὲν ἔχουμε καταφέρει νὰ βροῦμε,
πέρα τῆς πρόσφατης δήλωσής του μετὰ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Πατριάρχη Ἱεροσολύμων
Θεοφίλου, ἡ ὁποία τὸ μόνο ποὺ ἀναφέρει γιὰ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη εἶναι ὅτι
δὲν θέλει τὸν διάλογο γιὰ τὸ Οὐκρανικό (βλέπε στὸ Παράρτημα στὸ τέλος αὐτούσια ὅλη
τὴν δήλωση).
Τὰ συμπεράσματα τοῦ κ.Βαβοῦσκου παρακάτω ἐπὶ τοῦ ρόλου τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχου στὴν σύγκληση μιὰς Πανορθόδοξης Συνόδου ἐξάγονται ἀναλογικὰ ἀπὸ τοὺς
ἱεροὺς κανόνες περὶ τῆς συγκλήσεως τοπικῶν συνόδων ἀπὸ τὸν Προκαθήμενό τους, ὅπως
γιὰ παράδειγμα τὸν ιθ' τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς καὶ τὸν η' τῆς Πενθέκτης, τὰ ὁποία
συμπεράσματα συνεπῶς ὡς κατ’ ἀναλογία δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν τὸν ἀπόλυτο
χαρακτήρα τῶν ἴδιων τῶν ἱερῶν κανόνων, ἀλήθεια ποὺ γίνεται σαφῆς ἄν λάβουμε ὑπόψιν
ὅτι καμιὰ Πανορθόδοξη Σύνοδο δὲν συγκάλεσε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἀρμοδιότητα
ποὺ ἀποδίδονταν στὸν Αὐτοκράτορα.
Στὴν συνέχεια ὁ ἀρθρογράφος, ἀφοῦ ἀναφέρεται στὴν προσυνοδικὴ
προετοιμασία τῶν θεμάτων τῆς ἡμερησίας διατάξεως τῆς Πανορθόδοξης Συνόδου, ἀποφασισμένης
πανορθοδόξως, ποὺ θὰ πρέπει νὰ ὑπάρξει, ἡ ὁποία θὰ πρέπει νὰ ξεκινἠσει ἀπὸ ἐκεῖνον
ποὺ θὰ συγκαλέσει τὴν Σύνοδο, καὶ ἀφοῦ κάνει μιὰ ἀναλυτικὴ ἀναφορὰ στὰ τρία
διαφορετικὰ ἐπίπεδα κανονικῆς δικαιοδοσίας, τῆς Ἐπισκοπῆς, τῆς Μητροπόλεως καὶ
τοῦ Πατριαρχείου ἤ τῆς Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας κατὰ τοὺς ἱεροὺς κανόνες, ἐπανέρχεται
στὴν περίπτωση τοῦ Οὐκρανικοῦ Αὐτοκεφάλου, θέτοντας ἕνα ἐρώτημα : «Στην
περίπτωση του Ουκρανικού ζητήματος, το φλέγον θέμα είναι η άσκηση εκ μέρους της
Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου κανονικού δικαιώματος και
αρμοδιότητας, που προβλέπεται από το Κανονικό Δίκαιο. Οπότε τίθεται το ερώτημα:
η άσκηση από συνοδικό όργανο μιας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας αρμοδιότητας, στην
περίπτωση μας η παραχώρηση αυτοκεφάλου καθεστώτος, που προβλέπεται από το
Κανονικό Δίκαιο και αναγνωρίζεται και από τις άλλες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες,
συνιστά πρόβλημα;», ἀπαντῶντας στὸ ἐρώτημα ἀρνητικά. Δὲν εἶναι δύσκολο κάποιος
νὰ ἀντιληφθεῖ τὴν παραπλάνηση τοῦ ἐρωτήματος, καθὼς ἡ κανονικὴ παραχώρηση τοῦ αὐτοκεφάλου
περικλύει ὅρους καὶ προϋποθέσεις, οἱ ὁποῖες ἔχουν παραβιαστεῖ, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες
εἶναι καὶ ἡ πανορθόδοξη ἀναγνωρίση ἀπὸ τὶς ἄλλες αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, ὅπου ὁ
πασαένας, ποὺ ἔχει ἀκούσει καὶ ἔστω καὶ ἑλάχιστα γιὰ τὸ Οὐκρανικό, γνωρίζει ὅτι
πρὸς τὸ παρὸν πόρρω ἀπέχουμε ἀπὸ αὐτήν τὴν ἀναγνωρίση.
Στὴν συνέχεια ὁ Ἄρχων Ἀσηκρήτις προσπαθεῖ νὰ δικαιολογήσει τὴν
ἀρνητικὴ του ἀπάντηση, ὑποστηρίζοντας ὅτι τὸ οὐκρανικὸ ζήτημα δὲν εἶναι
«μείζονος σημασίας». Γράφει λοιπὸν ὅτι «Στην περίπτωση, όμως, του «Ουκρανικού»
ζητήματος, η απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου
περί παραχωρήσεως αυτοκεφάλου καθεστώτος στην Εκκλησία της Ουκρανίας, ουδέν
αντικανονικό αποτέλεσμα επέφερε εντός των ορίων κανονικής δικαιοδοσίας της
Συνόδου αυτής. Συνεπώς, αντικανονικό αποτέλεσμα που δεν επήλθε, πώς μπορεί να 'εξαχθεί'
σε άλλη ή άλλες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, ώστε να έχουμε μείζον ζήτημα;». Γιὰ νὰ ἰσχυριστεῖ
κάποιος ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου δὲν ἔχει ἀντικανονικὸ
ἀποτέλεσμα ἐντὸς αὐτοῦ ἤ τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, θὰ πρέπει νὰ ἀποδείξει
βάση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου, α) ὅτι ἡ Οὐκρανία εἶναι τόπος κανονικῆς
δικαιοδοσίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ μόνο, καὶ ὅτι ἐπὶ τὰ τελευταία
330 χρόνια δὲν ἄνηκε στὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας, ἄσχετα τὶ γράφουν ὅλα τὰ ἐπίσημα ἔγγραφα
ἀπὸ τότε καὶ τὶ λέει ἡ πανορθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση καὶ τὰ πατριαρχικὰ
γράμματα τοῦ 1992 καὶ τοῦ 1997, β) ὅτι εἶχε δικαίωμα νὰ δεχθεῖ ἔκκλητο προσφυγὴ
τῶν καθηρημένων καὶ ἀφορισμένων ἀπὸ τὴν τέλεια Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, παρὰ
τὴν ἀναφορὰ τῶν ἱερῶν κανόνων σὲ ἰσότιμη μεταξὺ Πατριαρχείων προσφυγή καὶ ὄχι ἀπόλυτη
στὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ἀποφεύγοντας νὰ τοῦ ἀποδώσουν τέτοια ὑπερεκκλησιαστικὴ
ἐξουσία, γ) ὅτι ἀρκοῦσε ἡ ἁπλὴ συνοδικὴ ἀπόφαση, χωρὶς δημόσια ἔκφραση μετανοίας
καὶ ἀναχειροτονία, γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν καθηρεμένων, ἀκόμα καὶ τῶν ἀχειροτόνητων (ὅπου στὴν περίτπωση τῶν δεύτερων βέβαια δὲν
τίθεται θέμα ἀναχειροτονίας, ἀλλὰ πρώτης χειροτονίας).
Ἐπ’ αὐτοῦ συνεχίζει καὶ ἡ ἑπόμενη παράγραφο τοῦ ἄρθρου, τῆς ὁποίας
ὅμως τὸ περιεχόμενο ξεφεύγει ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς λογικῆς ἐπιχειρηματολογίας ἐπὶ τοῦ
θέματος καὶ εἶναι ἄνευ νοήματος: «Και το ανυπόστατο της θεωρίας περί 'μείζονος'
ζητήματος αποδεικνύεται από την ίδια την πραγματικότητα, αφού το αποτέλεσμα που
η απόφαση αυτή επέφερε, είναι η άρνηση των περισσοτέρων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών
να αποδεχθούν, όπως έχουν υποχρέωση, την απόφαση αυτή. Δηλαδή, αλλού επήλθε το
γεγονός (εντός των ορίων κανονικής δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου)
αλλού όμως δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το αποτέλεσμα (εντός των ορίων μερικών
εκ των υπολοίπων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών). Και το αποτέλεσμα αυτό το δημιούργησαν
οι ίδιες οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και όχι η κανονική απόφαση της Αγίας και
Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Συμπερασματικώς, δεν υφίσταται
ζήτημα «μείζονος σημασίας», που να απαιτεί σύγκληση της Συνόδου των
Προκαθημένων».
Στὴν συνέχεια ὁ κ .Βαβοῦσκος ἐπανέρχεται στὸ θέμα τῆς
σύγκλησης τῆς Πανορθόδοξης Συνόδου, ἀπαραιτήτως ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη,
κάτι ποὺ ἤδη ἀναφέραμε ὅτι δὲν ἀντλεῖ ἀπόλυτα ἐρείσματα, οὔτε ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς
κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οὔτε ἀπὸ τὴν ἱστορία τους. Καὶ βέβαια δὲν ἔχουμε
ἀντίρρηση, ὡς Πανορθόδοξη καὶ ὄχι ὡς Οἰκουμενική, ἐλλείψη Αὐτοκράτορα, νὰ συγκληθεῖ
ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, ἀλλὰ ὡστόσο στὴν περίπτωση πού, ἐνῶ ἐμπλέκεται ἀμέσως
στὸ θέμα ὑπὸ ἐξέταση, ποὺ ἀφορὰ αἵρεση ἤ σχίσμα, ὅπως στὴν προκειμένη
περίπτωση, δὲν ἐπιδεικνύει τὴν διάθεση νὰ τὴν συγκαλέσει, θὰ πρέπει νὰ κινηθοῦν
τὰ νήματα πρὸς σύγκληση αὐτῆς ἀπὸ ἄλλη κατεύθυνση, βάση τῆς τάξης τῶν
πρεσβείων, καὶ μὲ πανορθόδοξη συγκατάθεση ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες τοπικὲς Ἐκκλησίες.
Φυσικά, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκλείσει τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη νὰ συγκαλέσει
τὴν Πανορθόδοξη Σύνοδο, ἐὰν καὶ μόνο ἐὰν ὁ ἴδιος πάψει νὰ ἀποκλείει τὴν
σύγκλησή της, τῆς ὁποίας ἡ προσυνοδικὲς ἐργασίες ὀφείλουν νὰ ξεκινήσουν χωρὶς ἄλλη
καθυστέρηση, γιατὶ αὐτὴ μόνο σὲ διεύρυνση και ἐκβάθυνση τοῦ σχίσματος ὁδηγεῖ
τελικά.
Σχετικὰ μὲ τὴ θέση τοῦ ἄρθρου ὅτι «οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες
Εκκλησίες επιθυμούν την διατήρηση του θεσμού του αυτοκεφάλου, θα πρέπει να τον
ενισχύσουν, σεβόμενες οι ίδιες την διαδικασία παραχωρήσεώς του, η οποία άλλωστε
ακολουθήθηκε και στις δικές τους περιπτώσεις», ἔχουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ ἄρνηση
τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκέφαλων Ἐκκλησιῶν νὰ ἀναγνωρίσουν τὸν Τόμο στὴν περίτπωση τῆς
ἐν Οὐκρανία Αὐτοκεφαλίας δὲν ὀφείλεται στὸ ὅτι δὲν σέβονται τὴν διαδικασία
χορηγήσεώς του, ἀλλὰ ἀκριβῶς ἀντιστρόφως στὸ ὅτι αὐτὸς χορηγήθηκε χωρὶς σεβασμὸ
στὴν κανονικὴ διαδικασία χορηγήσεως τοῦ Αὐτοκεφάλου. Ἡ ἀντικανονικότητα καὶ οἱ
παραβιάσεις τῆς διαδικασίας στὴν περίπτωση τῆς Αὐτοκεφαλίας τῆς Οὐκρανίας
περιγράφονται μὲ σφαιρικὴ καὶ ἀναλυτικὴ πλήρη ἱεροκανονικὴ κατοχύρωση στὴν ἐπιστολὴ
τῶν τεσσάρων σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Πειραιῶς Σεραφεῖμ, Κυθήρων Σεραφεῖμ, Αἰτωλοκαρνανίας
Κοσμὰ καὶ Κονίτσης Ἀντρέα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Ἡ δήλωση τοῦ Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ Ἰλαρίων μετὰ τὴν ἐπίσκεψη
τοῦ Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Θεοφίλου.
«Πολύ θετικά βλέπουμε την ὡς άνω πρωτοβουλία. Ήμασταν πάντα έτοιμοι
για διάλογο και τα λέγαμε επανειλημμένως στον Κωνσταντινουπόλεως.
Το διάλογο όμως δεν τον ήθελε ο ίδιος ο Κωνσταντινουπόλεως.
Επισκεπτόμενος αυτόν τον Αύγουστο 2018 ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και Πασών
των Ρωσσιών Κύριλλος πρότεινε να συζητηθεί το ουκρανικό στο διμερές και στο
διορθόδοξο επίπεδο. Εντούτοις όλες οι προτάσεις απορρίφθηκαν διότι ο
Κωνσταντινουπόλεως είχε ήδη λάβει την απόφαση να «εκχωρήσει το αυτοκέφαλο στην
Ουκρανία», όπως τα διατύπωσε, κάτι το οποίο στην πραγματικότητα μετεξελίχθηκε
στην έκδοση του «τόμου αυτοκεφαλίας» στους ουκρανούς σχισματικούς. Σήμερα
διαπιστώνουμε τις θλιβερές συνέπειες αυτής της πράξεως.
Χαιρόμεθα που την πρωτοβουλία της διορθοδόξου συναντήσεως την
ανέλαβε ο Προκαθήμενος της Ορθοδόξου Εκκλησίας Ιεροσολύμων. Στα λειτουργικά
κείμενα αναφέρεται αυτή ως Μήτηρ πασών των Εκκλησιών. Έτσι, το στιχηρό
Αναστάσιμο της Οκτωήχου Ἦχος πλ. δ΄, ένα αρχαίο κείμενο, το οποίο
συντάχθηκε το αργότερο τον 8ο αι. μ.Χ. ειδικότερα δε λέγει το εξής: «Χαῖρε
Σιὼν ἁγία, μήτηρ τῶν Ἐκκλησιῶν, Θεοῦ κατοικητήριον· σὺ γὰρ ἐδέξω πρώτη ἄφεσιν ἁμαρτιῶν,
διὰ τῆς Ἀναστάσεως».
Η Εκκλησία Ιεροσολύμων έχει ιστορικά πρωτεία στην οικογένεια
των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών διότι στην Ιερουσαλήμ έπαθε και πέθανε επί
του Σταυρού ο Κύριος Ιησούς Χριστός, στην Ιερουσαλήμ και ανέστη και ήταν η
αποστολική κοινότητα Ιεροσολύμων η οποία στάθηκε μάρτυς της Αναστάσεως του
Χριστού. Αυτό το ιστορικό πρωτείο ουδείς και ουδέποτε πρόκειται να το αφαιρέσει
από την Εκκλησία Ιεροσολύμων. Και σήμερα στην κατάσταση της πανορθοδόξου
κρίσεως ανέλαβε αυτή μια πολύ σπουδαία πρωτοβουλία. Ελπίζω ότι θα τύχει
υποστήριξης των άλλων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, ώστε το ζήτημα της
θεραπείας του ουκρανικού σχίσματος θα συζητηθεί τελικά στο πανορθόδοξο επίπεδο
και θα αντιμετωπισθεί πανορθοδόξως».
Δείτε σχετικά και:
Συγχαρητήρια αγαπητέ κ. Ευσταθίου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα σέβη μου υποβάλλω στους τέσσερις μητροπολίτες, τον Άγιο Πειραιώς κ. Σεραφείμ, τον Άγιο Κυθήρων κ. Σεραφείμ, τον Άγιο Αιτωλοακαρνανίας κ. Κοσμά και τον Άγιο Κονίτσης κ. Ανδρέα για την πρωτοβουλία τους να συγκαλέσουν άμεσα Πανορθόδοξη Σύνοδο για το Ουκρανικό. Στην Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία δεν υπάρχει κανένας αλάθητος Πάπας, υπάρχει μόνον η Πανορθόδοξη Σύνοδος, η οποία αποφασίζει αλάθητα, με τον φωτισμό ασφαλώς του Αγίου Πνεύματος