26 Αυγ 2014

Ικανοποίηση θείας δικαιοσύνης; ( Κ΄)

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Φθάνοντας στό τέλος αύτής τής μελέτης γιά τό μυστήριο του Σταυρού, μπορούμε νά συνοψίσουμε όλα τά προηγούμενα στά παρακάτω κύρια σημεία:

Ό Σταυρός άποτελεί μυστήριο άπροσπέλαστο άπό τήν άνθρώπινη λογική. Κα­μία θεολογική θεωρία δέν μπορεί νά τό έρμηνεύσει. Αναμφιβόλως ή οποιαδήπο­τε προσέγγιση τοϋ μυστηρίου είναι έπιτρεπτή, άρκεί νά μήν παραβιάζει τά βα­σικά στοιχεία του και νά μή διεκδικεί γιά τόν έαυτό της τήν πλήρη και άπόλυτη άλήθεια. 'Οφείλει νά καταλήγει πάντο­τε μέ τή σοφή διατύπωση τοϋ άγίου Γρηγορίου τοϋ Θεολόγου: «τά πλείω σιγή σεβέσθω»· τά περισσότερα άς γίνονται σε­βαστά μέ σιωπή (Λόγος ΜΕ', Εις τό Πά­σχα, ΕΠΕ 5, 200).
Ή θεωρία «περί ικανοποιήσεως τής θείας δικαιοσύνης, τήν όποια διετύπωσε τόν 11ο αιώνα ό Ρωμαιοκαθολικός Αρ­χιεπίσκοπος Καντερβουρίας Άνσελμος (1033-1109), παραβίασε τόν άσφαλή αύτόν κανόνα, διεκδικώντας γιά τόν έαυτό της πλήρη έρμηνεία τοϋ μυστηρίου τοϋ Σταυρού. "Ετσι στό έρώτημα «Γιατί ό Θεός έγινε άνθρωπος; (Cur Deus homo?)», ό 'Άνσελμος άπάντησε: «"Εγινε άνθρωπος γιά νά σταυρωθεί και νά ικανοποιήσει μέ τή Θυσία Του τήν προσβεβλημένη άπό τήν άμαρτία τοϋ άνθρώπου θεία δικαι­οσύνη. Ή προσβολή, έπειδή έγινε στόν άπειρο Θεό, είχε άπειρη βαρύτητα' συνε­πώς άπαιτεΐτο νά θυσιαστεί κάποιο θύ­μα άπειρης άξίας γιά νά τήν άπαλείψει.
Άπειρη άξία έχει μόνο ό Θεός, συνεπώς ήταν άπόλυτη άνάγκη νά γίνει ό Ίδιος άν­θρωπος και νά θυσιαστεί γιά νά ικανο­ποιήσει τήν προσβεβλημένη δικαιοσύνη Του».
Στήν καλβινική κυρίως έκδοχή τοϋ Προτεσταντισμού ή θεωρία τοϋ Άνσέλμου έλαβε σκληρότερη μορφή, καθώς το­νίστηκε ύπερβολικά ή άντίληψη ότι ή θεία δικαιοσύνη τήν ίκανοποίησή της τήν άπαιτούσε έπιτακτικά, προκειμένου νά μήν κα­ταδικάσει σέ αιώνια κόλαση τόν άνθρω­πο. Μέ τέτοια σκληρή μορφή, ή και σκλη­ρότερη άκόμη, μεταφέρεται και σήμερα ή άνσέλμεια θεωρία άπό 'Ορθόδοξους θε­ολόγους στόν έλλαδικό χώρο, προκει­μένου νά τής άσκήσουν κριτική. Κάτι βέ­βαια πού έχει ώς άποτέλεσμα νά ασκείται αύστηρός ή και έμπαθής έλεγχος σέ ό­σους 'Ορθόδοξους συγγραφείς χρησιμο­ποίησαν κατά τό παρελθόν κάποιες φρά­σεις άπό τήν ορολογία τής θεωρίας και κυρίως τήν πιό γνωστή σέ όλους έκφρα­ση «ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης».
Ή έρευνά μας έδειξε πρωτίστως ότι ή χρήση αύτής τής ορολογίας έκτείνεται σέ βάθος άρκετών αιώνων, πρώτα στοιχεία τής όποιας μπορούν ίσως νά άνιχνευθοϋν σέ κείμενα τοϋ έπισκόπου Μεθώνης Νικολάου (12ος αί.) και τού άγίου Νικολάου Καβάσιλα (14ος αι.).
Σημαντικό στοιχείο τής έρευνας αύτής υπήρξε και ή διαπίστωση ότι ή έννοια τής θείας δικαιοσύνης άποτελεΐ διαχρονικά βασικότατο στοιχείο τής διδασκαλίας τών Πατέρων περί τής σωτηρίας. Στόν πυ­ρήνα αύτής τής θεωρήσεως βρίσκεται ή άντίληψη ότι ό Θεός σώζει τόν άνθρωπο μέ δίκαιο τρόπο, σεβόμενος τήν έλευθερία του.
Όπως διεξοδικά άποδείξαμε, στήν 'Ορθόδοξη θεολογική σκέψη ή θεία δικαιοσύνη θεωρείται όχι μόνο άναπόσπαστο στοιχείο τής θεϊκής άγάπης άλλά καί άπο- κορύφωσή της. Άκριβώς διότι συντελεί στό νά πραγματοποιείται ή σωτηρία μέσα στό πλαίσιο του σεβασμού τής έλευθερίας τού άνθρώπου. Αύτός δέ ό τρόπος σωτηρίας φανερώνει τήν ύπέρτατη άγά­πη τού Θεού πρός τό πλάσμα Του, τήν άγάπη στή θεϊκή τελειότητά της.
Στήν πλειονότητά τους οί 'Ορθόδο­ξοι συγγραφείς πού χρησιμοποίησαν τήν ορολογία καί έννοιες τής άνσέλμειας θεω­ρίας παρέμειναν στή σκέψη τους 'Ορθό­δοξοι. Ό οποιοσδήποτε έπηρεασμός τους άπ' αύτήν ύπήρξε έπιφανειακός καί έξαντλήθηκε στή χρήση μόνο τής ορολογίας καί στήν υιοθέτηση τών θετικών στοιχεί­ων τής θεωρίας. Τόνισαν έπί παραδείγματι όρθά τή βαρύτητα τής άμαρτίας, ή όποία δέν είναι άπλώς άστοχία καί άποτυχία, όπως διατείνονται πολλοί σήμερα. Ή άμαρτία είναι άφενός θανατηφόρα άπο- κοπή άπό τήν πηγή τής ζωής πού είναι ό Θεός, άφετέρου, ώς παράβαση τού νό­μου Του, συνιστά ύβρη πρός τόν Θεό, γι' αύτό καί δημιουργεί ένοχή.
Μέ τόν τρόπον αύτόν ή έκ πρώτης όψεως έπιλήψιμη διατύπωση «ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης» έντάσσεται άπό τούς 'Ορθόδοξους συγγραφείς σέ όρθά πλαίσια. Θεωρείται δηλαδή πράξη ύπέρτατης θεϊκής άγάπης, ώστε νά σω­θεί ό άνθρωπος μέ δίκαιο τρόπο- πού ση­μαίνει νά έλευθερωθεί άπό τή σκλαβιά τοϋ διαβόλου δικαίως, νά έξέλθει άπό τή φυλακή τοϋ Άδη «άξιοπρεπώς», πληρώ­νοντας μέ τό Αίμα τοΰ ένανθρωπήσαντος Θεοϋ τό ύπέρογκο τών άμαρτημάτων του χρέος.
Στήν άνσέλμεια θεωρία ή Θυσία τοϋ Σταυροϋ παρίσταται ώς άνάγκη τοΰ Θεοϋ, ανάγκη νά ικανοποιηθεί ή προσβεβλη­μένη δικαιοσύνη Του καί νά άποκατασταθεί ή διασαλευμένη θεϊκή τάξη τού κό­σμου. Στή σκέψη τών 'Ορθόδοξων συγ­γραφέων ή ικανοποίηση τής θείας δικαι­οσύνης διά τής Θυσίας τοϋ Σταυροϋ κα­τανοείται ώς άνάγκη τοϋ άνθρώπου· ά­νάγκη νά σωθεί αύτός όχι δυναστικώς άλ­λά δικαίως, νά ικανοποιηθεί τό περί δικαί­ου αίσθημα τού άνθρώπου.
Είναι φανερό ότι έχουμε έτσι πλήρη άντιστροφή τών όρων. Στήν πρώτη περίπτωση φανερώνεται κάτι σάν προσβε­βλημένος έγωισμός. Στή δεύτερη;
Στή δεύτερη έχουμε σημαντική θεολο­γική σύνθεση: Ή ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης άποκαλύπτεται ώς ύπέρτα­τη ένέργεια τής σοφίας τοϋ Θεού καί ώς έκρηξη τής άπειρης αγάπης Του, πού σώ­ζει τόν άνθρωπο μέ σεβασμό στήν έλευθερία του.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
-Ή χρήση τοϋ βασικού όρου τής άνσέλ- μειας θεωρίας «ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης», άπό τή συντριπτική πλειονό­τητα τών 'Ορθόδοξων -συγγραφέων γίνε­ται μέσα σέ 'Ορθόδοξα πλαίσια.
Στό έρώτημα άν πρέπει σήμερα νά χρη­σιμοποιείται αύτή ή ορολογία, ή άπάντησή μας είναι άρνητική, διότι ή διατύπωση έχει διεστραμμένη προέλευση καί δικαίως έπισύρει καταδικαστικές κρίσεις.
-Στούς 'Ορθόδοξους όμως συγγραφείς τών περασμένων αιώνων άνήκει δίκαιος έπαινος, διότι μετέτρεψαν μιά διαδεδομέ­νη στή Δύση θεολογική άστοχία σέ σπουδαία Ορθόδοξη σύνθεση.    
Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
Δείτε σχετικά και:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου