ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Φθάνοντας
στό τέλος αύτής τής μελέτης γιά τό μυστήριο του Σταυρού, μπορούμε νά συνοψίσουμε
όλα τά προηγούμενα στά παρακάτω κύρια σημεία:
Ό
Σταυρός άποτελεί μυστήριο άπροσπέλαστο άπό τήν άνθρώπινη λογική. Καμία θεολογική
θεωρία δέν μπορεί νά τό έρμηνεύσει. Αναμφιβόλως ή οποιαδήποτε προσέγγιση τοϋ μυστηρίου
είναι έπιτρεπτή, άρκεί νά μήν παραβιάζει τά βασικά στοιχεία του και νά μή διεκδικεί
γιά τόν έαυτό της τήν πλήρη και άπόλυτη άλήθεια. 'Οφείλει νά καταλήγει πάντοτε
μέ τή σοφή διατύπωση τοϋ άγίου Γρηγορίου τοϋ Θεολόγου: «τά πλείω σιγή σεβέσθω»·
τά περισσότερα άς γίνονται σεβαστά μέ σιωπή (Λόγος ΜΕ', Εις τό Πάσχα, ΕΠΕ 5,
200).
Ή
θεωρία «περί ικανοποιήσεως τής θείας δικαιοσύνης, τήν όποια διετύπωσε τόν 11ο αιώνα
ό Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος Καντερβουρίας Άνσελμος (1033-1109), παραβίασε τόν
άσφαλή αύτόν κανόνα, διεκδικώντας γιά τόν έαυτό της πλήρη έρμηνεία τοϋ μυστηρίου
τοϋ Σταυρού. "Ετσι στό έρώτημα «Γιατί ό Θεός έγινε άνθρωπος; (Cur Deus homo?)»,
ό 'Άνσελμος άπάντησε: «"Εγινε άνθρωπος γιά νά σταυρωθεί και νά ικανοποιήσει
μέ τή Θυσία Του τήν προσβεβλημένη άπό τήν άμαρτία τοϋ άνθρώπου θεία δικαιοσύνη.
Ή προσβολή, έπειδή έγινε στόν άπειρο Θεό, είχε άπειρη βαρύτητα' συνεπώς άπαιτεΐτο
νά θυσιαστεί κάποιο θύμα άπειρης άξίας γιά νά τήν άπαλείψει.
Άπειρη
άξία έχει μόνο ό Θεός, συνεπώς ήταν άπόλυτη άνάγκη νά γίνει ό Ίδιος άνθρωπος και
νά θυσιαστεί γιά νά ικανοποιήσει τήν προσβεβλημένη δικαιοσύνη Του».
Στήν
καλβινική κυρίως έκδοχή τοϋ Προτεσταντισμού ή θεωρία τοϋ Άνσέλμου έλαβε σκληρότερη
μορφή, καθώς τονίστηκε ύπερβολικά ή άντίληψη ότι ή θεία δικαιοσύνη τήν ίκανοποίησή
της τήν άπαιτούσε έπιτακτικά, προκειμένου νά μήν καταδικάσει σέ αιώνια κόλαση τόν
άνθρωπο. Μέ τέτοια σκληρή μορφή, ή και σκληρότερη άκόμη, μεταφέρεται και σήμερα
ή άνσέλμεια θεωρία άπό 'Ορθόδοξους θεολόγους στόν έλλαδικό χώρο, προκειμένου νά
τής άσκήσουν κριτική. Κάτι βέβαια πού έχει ώς άποτέλεσμα νά ασκείται αύστηρός ή
και έμπαθής έλεγχος σέ όσους 'Ορθόδοξους συγγραφείς χρησιμοποίησαν κατά τό παρελθόν
κάποιες φράσεις άπό τήν ορολογία τής θεωρίας και κυρίως τήν πιό γνωστή σέ όλους
έκφραση «ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης».
Ή
έρευνά μας έδειξε πρωτίστως ότι ή χρήση αύτής τής ορολογίας έκτείνεται σέ βάθος
άρκετών αιώνων, πρώτα στοιχεία τής όποιας μπορούν ίσως νά άνιχνευθοϋν σέ κείμενα
τοϋ έπισκόπου Μεθώνης Νικολάου (12ος αί.) και τού άγίου Νικολάου Καβάσιλα (14ος
αι.).
Σημαντικό
στοιχείο τής έρευνας αύτής υπήρξε και ή διαπίστωση ότι ή έννοια τής θείας δικαιοσύνης
άποτελεΐ διαχρονικά βασικότατο στοιχείο τής διδασκαλίας τών Πατέρων περί τής σωτηρίας.
Στόν πυρήνα αύτής τής θεωρήσεως βρίσκεται ή άντίληψη ότι ό Θεός σώζει τόν άνθρωπο
μέ δίκαιο τρόπο, σεβόμενος τήν έλευθερία του.
Όπως
διεξοδικά άποδείξαμε, στήν 'Ορθόδοξη θεολογική σκέψη ή θεία δικαιοσύνη θεωρείται
όχι μόνο άναπόσπαστο στοιχείο τής θεϊκής άγάπης άλλά καί άπο- κορύφωσή της. Άκριβώς
διότι συντελεί στό νά πραγματοποιείται ή σωτηρία μέσα στό πλαίσιο του σεβασμού τής
έλευθερίας τού άνθρώπου. Αύτός δέ ό τρόπος σωτηρίας φανερώνει τήν ύπέρτατη άγάπη
τού Θεού πρός τό πλάσμα Του, τήν άγάπη στή θεϊκή τελειότητά της.
Στήν
πλειονότητά τους οί 'Ορθόδοξοι συγγραφείς πού χρησιμοποίησαν τήν ορολογία καί έννοιες
τής άνσέλμειας θεωρίας παρέμειναν στή σκέψη τους 'Ορθόδοξοι. Ό οποιοσδήποτε έπηρεασμός
τους άπ' αύτήν ύπήρξε έπιφανειακός καί έξαντλήθηκε στή χρήση μόνο τής ορολογίας
καί στήν υιοθέτηση τών θετικών στοιχείων τής θεωρίας. Τόνισαν έπί παραδείγματι
όρθά τή βαρύτητα τής άμαρτίας, ή όποία δέν είναι άπλώς άστοχία καί άποτυχία, όπως
διατείνονται πολλοί σήμερα. Ή άμαρτία είναι άφενός θανατηφόρα άπο- κοπή άπό τήν
πηγή τής ζωής πού είναι ό Θεός, άφετέρου, ώς παράβαση τού νόμου Του, συνιστά ύβρη
πρός τόν Θεό, γι' αύτό καί δημιουργεί ένοχή.
Μέ
τόν τρόπον αύτόν ή έκ πρώτης όψεως έπιλήψιμη διατύπωση «ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης»
έντάσσεται άπό τούς 'Ορθόδοξους συγγραφείς σέ όρθά πλαίσια. Θεωρείται δηλαδή πράξη
ύπέρτατης θεϊκής άγάπης, ώστε νά σωθεί ό άνθρωπος μέ δίκαιο τρόπο- πού σημαίνει
νά έλευθερωθεί άπό τή σκλαβιά τοϋ διαβόλου δικαίως, νά έξέλθει άπό τή φυλακή τοϋ
Άδη «άξιοπρεπώς», πληρώνοντας μέ τό Αίμα τοΰ ένανθρωπήσαντος Θεοϋ τό ύπέρογκο τών
άμαρτημάτων του χρέος.
Στήν
άνσέλμεια θεωρία ή Θυσία τοϋ Σταυροϋ παρίσταται ώς άνάγκη τοΰ Θεοϋ, ανάγκη νά ικανοποιηθεί
ή προσβεβλημένη δικαιοσύνη Του καί νά άποκατασταθεί ή διασαλευμένη θεϊκή τάξη
τού κόσμου. Στή σκέψη τών 'Ορθόδοξων συγγραφέων ή ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης
διά τής Θυσίας τοϋ Σταυροϋ κατανοείται ώς άνάγκη τοϋ άνθρώπου· άνάγκη νά σωθεί
αύτός όχι δυναστικώς άλλά δικαίως, νά ικανοποιηθεί τό περί δικαίου αίσθημα τού άνθρώπου.
Είναι
φανερό ότι έχουμε έτσι πλήρη άντιστροφή τών όρων. Στήν πρώτη περίπτωση φανερώνεται
κάτι σάν προσβεβλημένος έγωισμός. Στή δεύτερη;
Στή
δεύτερη έχουμε σημαντική θεολογική σύνθεση: Ή ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης
άποκαλύπτεται ώς ύπέρτατη ένέργεια τής σοφίας τοϋ Θεού καί ώς έκρηξη τής άπειρης
αγάπης Του, πού σώζει τόν άνθρωπο μέ σεβασμό στήν έλευθερία του.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
-Ή
χρήση τοϋ βασικού όρου τής άνσέλ- μειας θεωρίας «ικανοποίηση τής θείας δικαιοσύνης»,
άπό τή συντριπτική πλειονότητα τών 'Ορθόδοξων -συγγραφέων γίνεται μέσα σέ 'Ορθόδοξα
πλαίσια.
Στό
έρώτημα άν πρέπει σήμερα νά χρησιμοποιείται αύτή ή ορολογία, ή άπάντησή μας είναι
άρνητική, διότι ή διατύπωση έχει διεστραμμένη προέλευση καί δικαίως έπισύρει καταδικαστικές
κρίσεις.
-Στούς
'Ορθόδοξους όμως συγγραφείς τών περασμένων αιώνων άνήκει δίκαιος έπαινος, διότι
μετέτρεψαν μιά διαδεδομένη στή Δύση θεολογική άστοχία σέ σπουδαία Ορθόδοξη σύνθεση.
Περιοδικό
“Ο ΣΩΤΗΡ”
Δείτε σχετικά και:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου