Τι είνε Ορθοδοξία
(ἐν Χριστῷ ἐλευθερία & ἁγιότης)
Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας εἴπαμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι τὰ
πρῶτα χαρακτηριστικὰ τῆς Ἐκκλησίας μας εἶνε ἡ ἱερὰ παράδοσις καὶ ἡ θεία εὐχαριστία.
Συνεχίζουμε τώρα προσθέτοντας ἄλλα δύο.
3. ΕΝ ΧΡΙΣΤ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Ἡ
Ὀρθοδοξία μας κρατεῖ τὸ κήρυγμα τῆς ἐλευθερίας, τὴν διακήρυξι τοῦ Χριστοῦ ποὺ
λέει «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν…» (Ματθ. 16,24· βλ. καὶ Μᾶρκ. 8,34. Λουκ.
9,23). Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία δὲν χρησιμοποίησε βία γιὰ νὰ ὑποτάξῃ ἀνθρώπους. Δὲν εἶπε
σὰν τὸν πάπα, ποὺ ἔγινε κοσμικὸς ἄρχοντας, Θὰ πέσετε νὰ μὲ προσκυνήσετε, νὰ
φιλήσετε τὴν παντούφλα μου. Οἱ ὀρθόδοξοι κληρικοὶ δίνουμε ἁπλῶς τὸ χέρι, ὁ
πάπας δίνει τὴν παντούφλα του.
Ἡ
Ἐκκλησία μας δὲν ἔχει παπικό, αὐταρχικό, ὑπερήφανο χαρακτῆρα· δὲν ἔχει τὰ συνθήματα
τῶν ἀρχόντων τῆς γῆς, δὲν λέει· Ἂν δὲ μ᾽ ἀκούσῃς, θὰ σὲ ἀφορίσω, θὰ σὲ κάψω. Ἡ Ἐκκλησία
μας ἔχει ἐλευθερία· ἔχει τὸ φιλελεύθερο καὶ δημοκρατικὸ ἢ ἐν ἐκκλησιαστικῇ
γλώσσῃ τὸ συνοδικόν. Ἡ Ἐκκλησία μας δὲν δέχεται, ὅτι ὁ ἕνας ἔχει τὸ ἀλάθητο. Τὸ
ἀλάθητο, τὸ νὰ μὴ σφάλλῃ, οἱ παπικοὶ λένε ὅτι τὸ ἔχει μόνο ὁ πάπας· ὅ,τι πεῖ αὐτὸς
εἶνε ἀλάθητο, δὲν σφάλλει ποτέ. Ἀντίθετα ἐμεῖς λέμε, ὅτι τὸ ἀλάθητο δὲν τὸ ἔχει
ἕνας, ἔστω κι ἂν εἶνε Βασίλειος, Χρυσόστομος, Ἀντώνιος· τὸ ἀλάθητο τὸ ἔχει ἡ Ἐκκλησία
σὲ Συνόδους οἰκουμενικὲς ἢ τοπικές.
Καὶ ὄχι ἁπλῶς σὲ τοπικὲς καὶ οἰκουμενικὲς συνόδους. Γιατὶ μπορεῖ νὰ μαζευτοῦν καὶ χίλιοι ἀκόμη δεσποτάδες καὶ νὰ βγάλουν μία ἀπόφασι. Νομίζετε ὅτι ἀρκεῖ αὐτὸ γιὰ νὰ εἶνε αὐτὴ μία ἁγία Σύνοδος; Γιὰ νὰ ὀνομασθῇ μία σύνοδος οἰκουμενικὴ ἢ τοπική, ἐκτὸς τοῦ ὅτι αὐτοὶ πρέπει προηγουμένως νὰ νηστέψουν καὶ νὰ παρακαλέσουν τὸ Θεὸ νὰ ἔλθῃ ἐπ᾽ αὐτοὺς Πνεῦμα ἅγιο, χρειάζεται καὶ κάτι ἄλλο. Μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ σήμερα μιὰ τοπικὴ σύνοδος, νὰ μαζευτοῦν ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι· ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶνε ἡ συνέλευσίς τους ἁγία Σύνοδος καὶ ὄχι σύνοδος παρανομούντων, πρέπει, μόλις βγῇ καὶ ἀκουστῇ ἡ ἀπόφασις, ν᾽ ἀναπαύσῃ τὸ λαό. Τί ὅρους ἔχει θέσει ἡ Ἐκκλησία μας! Ἔβγαλε λόγου χάριν ἡ σύνοδος μιὰ ἀπόφασι; πρέπει ὅλο τὸ πλήρωμα, μικροὶ καὶ μεγάλοι, νὰ ποῦν «Μάλιστα, ἐδῶ εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ», νὰ ἐπιδοκιμάσουν δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ ἀποφάσισε ἡ σύνοδος. Ἐὰν ὁ εὐσεβὴς λαὸς διαφωνήσῃ –δὲ μᾶς ἐνδιαφέρουν οἱ αἱρετικοὶ ποὺ διαφωνοῦν, ἐννοοῦμε τοὺς πιστούς, τοὺς μοναχούς, αὐτοὺς ποὺ πονοῦν τὴν Ἐκκλησία–, ἐὰν αὐτὸς ὁ λαὸς διαφωνήσῃ, τότε ξέρετε τί θὰ γίνῃ; Ἡ σύνοδος δὲν θὰ εἶνε ἁγία, ἀλλὰ θὰ ὀνομασθῇ λῃστρική. Καὶ ἔχουμε τέτοιες συνόδους στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία. Ὥστε κριτήριο πάνω ἀπ᾿ ὅλα εἶνε ὁ λαός, αὐτὸς εἶνε ὁ φύλακας τῆς Ὀρθοδοξίας.
Καὶ ὄχι ἁπλῶς σὲ τοπικὲς καὶ οἰκουμενικὲς συνόδους. Γιατὶ μπορεῖ νὰ μαζευτοῦν καὶ χίλιοι ἀκόμη δεσποτάδες καὶ νὰ βγάλουν μία ἀπόφασι. Νομίζετε ὅτι ἀρκεῖ αὐτὸ γιὰ νὰ εἶνε αὐτὴ μία ἁγία Σύνοδος; Γιὰ νὰ ὀνομασθῇ μία σύνοδος οἰκουμενικὴ ἢ τοπική, ἐκτὸς τοῦ ὅτι αὐτοὶ πρέπει προηγουμένως νὰ νηστέψουν καὶ νὰ παρακαλέσουν τὸ Θεὸ νὰ ἔλθῃ ἐπ᾽ αὐτοὺς Πνεῦμα ἅγιο, χρειάζεται καὶ κάτι ἄλλο. Μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ σήμερα μιὰ τοπικὴ σύνοδος, νὰ μαζευτοῦν ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι· ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶνε ἡ συνέλευσίς τους ἁγία Σύνοδος καὶ ὄχι σύνοδος παρανομούντων, πρέπει, μόλις βγῇ καὶ ἀκουστῇ ἡ ἀπόφασις, ν᾽ ἀναπαύσῃ τὸ λαό. Τί ὅρους ἔχει θέσει ἡ Ἐκκλησία μας! Ἔβγαλε λόγου χάριν ἡ σύνοδος μιὰ ἀπόφασι; πρέπει ὅλο τὸ πλήρωμα, μικροὶ καὶ μεγάλοι, νὰ ποῦν «Μάλιστα, ἐδῶ εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ», νὰ ἐπιδοκιμάσουν δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ ἀποφάσισε ἡ σύνοδος. Ἐὰν ὁ εὐσεβὴς λαὸς διαφωνήσῃ –δὲ μᾶς ἐνδιαφέρουν οἱ αἱρετικοὶ ποὺ διαφωνοῦν, ἐννοοῦμε τοὺς πιστούς, τοὺς μοναχούς, αὐτοὺς ποὺ πονοῦν τὴν Ἐκκλησία–, ἐὰν αὐτὸς ὁ λαὸς διαφωνήσῃ, τότε ξέρετε τί θὰ γίνῃ; Ἡ σύνοδος δὲν θὰ εἶνε ἁγία, ἀλλὰ θὰ ὀνομασθῇ λῃστρική. Καὶ ἔχουμε τέτοιες συνόδους στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία. Ὥστε κριτήριο πάνω ἀπ᾿ ὅλα εἶνε ὁ λαός, αὐτὸς εἶνε ὁ φύλακας τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἡ
Ἐκκλησία μας ἔχει τὸ φιλελεύθερο καὶ συνοδικόν. Ἀπόδειξις αὐτοῦ εἶνε ὅτι στὶς
χειροτονίες λαμβάνει μέρος ἀπαραιτήτως ὁ λαός. Ὑπάρχει κανόνας! Ἄλλο τώρα ὅτι
πήραμε τοὺς κανόνες καὶ τοὺς θάψαμε. Οἱ κανόνες λένε· δὲν ἐπιτρέπεται διᾶκος
ἢ παπᾶς ἢ δεσπότης νὰ χειροτονηθῇ νύχτα μὲ κλειστὲς πόρτες. Ὄχι, δὲν εἶνε ὑπόθεσις
οἰκογενειακή, τεσσάρων – πέντε ἀνθρώπων. Θὰ χειροτονηθῇ Κυριακὴ ἢ μεγάλη ἑορτή,
καὶ θὰ εἰδοποιηθῇ νὰ παρίσταται ὅλος ὁ λαὸς ποὺ θὰ τὸν ἔχῃ ποιμένα. Καὶ πρὶν τὴ
χειροτονία ὁ προεστὼς θὰ ρωτήσῃ· –Εἶνε ἄξιος; Ἐὰν ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα ἀκουστῇ
φωνὴ «ἀνάξιος», τί λένε τὰ βιβλία, οἱ κανόνες; – ἄλλο τὸ τί γίνεται τώρα· ἡ Ὀρθοδοξία
λέει· θὰ σταματήσῃ ἡ χειροτονία καὶ ὁ ἀρχιερεὺς ποὺ ἔχει συνείδησι τῆς ἀποστολῆς
του θὰ πῇ· –Ποιός φωνάζει; Ἔλα ἐδῶ, παιδί μου. Τί ἔχεις νὰ πῇς γιὰ τὸν
χειροτονούμενο; –Ἔχω αὐτὰ κι αὐτά… –Πολὺ καλά. Ἀναβάλλεται ἡ χειροτονία γιὰ
δύο μῆνες· δὲν χάθηκε ὁ κόσμος. Καὶ στὸ διάστημα αὐτὸ θ᾿ ἀποδειχθῇ, ἂν οἱ
κατηγορίες ἀληθεύουν ἢ εἶνε συκοφαντία. Καὶ ἂν μὲν εἶνε συκοφαντία, οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονο
στὸν συκοφάντη. Ἂν ὅμως γίνουν ἀνακρίσεις, ἐξετασθοῦν μάρτυρες καὶ ἀποδειχθῇ ὅτι
οἱ καταγγελίες ἀληθεύουν, τότε ἡ χειροτονία ματαιώνεται. Δυστυχῶς τώρα, ὄχι
πέντε – δέκα, ἀλλὰ ὅλη ἡ Ἑλλάδα νὰ φωνάξῃ «ἀνάξιος», αὐτοὶ μὲ τὴ δύναμι ποὺ
διαθέτουν, μὲ βίαια μέσα, χειροτονοῦν τοὺς ἀναξίους. Σᾶς λέω ὑπευθύνως· χειροτονίες ποὺ γίνονται μὲ φωνὲς «ἀνάξιος», εἶνε ἀντικανονικές.
4. ΑΓΙΟΤΗΣ. Τὸ
ἑπόμενο χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας ποιό εἶνε; Ὁ σκοπός, τὸ ἰδανικό
της. Ὅλα ὅσα γίνονται στὴν Ἐκκλησία ποιό σκοπὸ ἔχουν; γιατί ἀνάβουμε τὸ κερὶ ἢ
τὸν πολυέλεο, γιατὶ διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο, γιατί κηρύττει ὁ ἱεροκήρυκας,
γιατί γίνεται τὸ μυστήριο; Ἀπαντᾷ ὁ Παῦλος· «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων»
(Ἐφ. 4,12). Τὸ ἰδανικὸ τῆς Ἐκκλησίας, στὸ ὁποῖο κατατείνουν ὅλα, εἶνε ἡ ἁγιότης·
«ἅγιοι γίνεσθε» (Α΄ Πέτρ. 1,16· βλ. Λευϊτ. 20,7,26).
Τί
θὰ πῇ ἁγιότης; Νά· ἕναν ἀγράμματο τσοπᾶνο ποὺ βόσκει τὰ πρόβατά του καὶ μόλις ἀκούσῃ
τὴν καμπάνα –εἶδα τέτοιους– σταματάει καὶ κάνει τὸ σταυρό του καὶ λέει «Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καὶ τὰ μάτια του δακρύζουν, μοῦ ᾽ρχεται νὰ πέσω νὰ τὸν
προσκυνήσω. Ἕνας τέτοιος, ποὺ πιστεύει στὸ Θεό, ζυγίζει παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους
τοὺς πολυγραμματισμένους καθηγητάδες καὶ θεολόγους, αὐτοὺς ποὺ ξέρουν πολλά,
μὰ δὲν ἔχουν μέσα τους οὔτε δράμι ἀπὸ τὴν πίστι αὐτή. Ἕνας τέτοιος ἀγράμματος
πιστὸς στὸ Θεὸ εἶνε ἀνώτερος ἀπὸ δαύτους. Ἡ Ἐκκλησία μας παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα ἐκτιμᾷ
τὴν ἁγιότητα. Εἶνε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Παῦλος· «Βλέπετε τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ἀδελφοί,
ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς»· δὲν εἶνε
μεταξύ σας πολλοὶ σοφοί, πολλοὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγάλοι· «ἀλλὰ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου
ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ»· «ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ
συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου;» (Α΄ Κορ. 1,26-27,20). Ναί, αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος
θεωρεῖ ἀνοήτους, αὐτοὺς ἐκτιμᾷ ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἕνα
δράμι ἁγιότης ζυγίζει περισσότερο ἀπὸ ἕνα τόννο ἀνθρωπίνης σοφίας. Δῶστε μου
λίγη ἁγιότητα ἀπ᾽ αὐτὴν ποὺ εἶχαν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ νὰ σᾶς χαρίσω
τὰ διπλώματα καὶ τὶς γλῶσσες καὶ ὅλη τὴν ἐγκυκλοπαιδικὴ μόρφωσι ποὺ ἔχουν
σήμερα μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς μας. Ἡ ἁγιότης εἶνε παραπάνω·
σ᾽ αὐτὴν κατευθύνει κάθε προσπάθεια ἡ Ἐκκλησία μας.
Τί εἶνε ἁγιότης;
Τὸ νὰ κόψῃ κανεὶς τὰ ἐλαττώματά του. Ὁ ἅγιος, ἐνῷ αὐτὸς εἶνε ὁ μεγάλος ἥρωας,
ὁ νικητὴς τῶν παθῶν καὶ θριαμβευτής, ἐμπαίζεται σήμερα. Ποιόν νὰ ρωτήσουμε τί
εἶνε ἁγιότης; Τὸ ἄνθος τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸν ἅγιο Ἰσαὰκ τὸν Σῦρο. Ὅταν τὸν
ρώτησαν τί εἶνε ἁγιότης, ἀπήντησε· βάθος ταπεινώσεως.
Ἕνα παράδειγμα. Κάποιος ἀσκητὴς εἶχε ἕνα ὑποτακτικό. Μιὰ μέρα αὐτὸς κατέβηκε στὸν κόσμο. Ὅταν τὸ βράδυ γύρισε στὸ κελλὶ ἦταν διαφορετικός· δὲν ἐκτιμοῦσε πιὰ τὸ γέροντα. Τὸ κατάλαβε ἐκεῖνος καὶ λέει· –Τί ἔπαθες, παιδάκι μου; –Ξέρεις, γέροντα, τί σοῦ σέρνουν οἱ γλῶσσες; –Τί, παιδί μου; –Σ᾽ ἕνα σπίτι ἄκουσα ὅτι εἶσαι ὑπερήφανος. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι. –Σὲ ἄλλο σπίτι σὲ κατηγοροῦν ὅτι εἶσαι πόρνος. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι. –Ἄλλοι λένε πὼς εἶσαι κλέφτης. –Ναί, εἶμαι. –Ἀλλοῦ σὲ κατηγοροῦν ὅτι εἶσαι θυμώδης. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι· παρακάλει τὸ Θεὸ νὰ μ᾽ ἐλεήσῃ. –Λένε ἀκόμα πὼς εἶσαι καὶ μοιχός. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι. –Κάποιοι μοῦ εἶπαν, ὅτι εἶσαι αἱρετικός. –Τί, αἱρετικός; ὄχι, παιδί μου, αἱρετικὸς δὲν εἶμαι!… Ὅλα τὰ δέχτηκε ὁ ἀσκητής, γιατὶ ἦταν ἅγιος κ᾽ εἶχε ταπείνωσι· τὴν κατηγορία τοῦ αἱρετικοῦ δὲν τὴ δέχτηκε, γιατὶ ἦταν ὄντως ὀρθόδοξος. Σήμερα πᾶνε στὸν πνευματικὸ καὶ ζητοῦν νὰ δικαιωθοῦν. Ἐγὼ δὲν ἔκανα τίποτα! λένε. Μὰ ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει λεπτὸ κόσκινο, ζυγαριὰ φαρμακείου. Ἂν μᾶς κοσκινίσῃ ὁ ἄγγελος!…
Μά, ἀφοῦ δὲν ἦταν πόρνος, θὰ πῆτε, γιατί ἔλεγε πὼς εἶνε; Δὲν ἁμαρτάνεις μόνο μὲ τὸ κορμί· κ᾽ ἕνα βλέμμα κ᾽ ἕνα λογισμὸ νὰ δεχτῇς μέσα σου, πάει, τὴν ἔκανες τὴν καρδιά σου οἶκο ἀνοχῆς. «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός…» (Ψαλμ. 50,12). Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· Ὅποιος δῇ γυναῖκα μὲ βλέμμα φιλήδονο, ἁμάρτησε, «ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. 5,28). Ἂν περάσῃς ἀπὸ ἕνα περιβόλι καὶ πῇς «Ἄχ νὰ τά ᾿χα ἐγὼ αὐτά», ἔγινες κλέφτης μὲ τὴ διάθεσι. Καὶ ἂν μέσα σου δεχθῇς γιὰ κάποιον λογισμὸ μίσους, ἔ τὸν σκότωσες· «πᾶς ὁ μισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί» (Α΄ Ἰω. 3,15).
Ἕνα παράδειγμα. Κάποιος ἀσκητὴς εἶχε ἕνα ὑποτακτικό. Μιὰ μέρα αὐτὸς κατέβηκε στὸν κόσμο. Ὅταν τὸ βράδυ γύρισε στὸ κελλὶ ἦταν διαφορετικός· δὲν ἐκτιμοῦσε πιὰ τὸ γέροντα. Τὸ κατάλαβε ἐκεῖνος καὶ λέει· –Τί ἔπαθες, παιδάκι μου; –Ξέρεις, γέροντα, τί σοῦ σέρνουν οἱ γλῶσσες; –Τί, παιδί μου; –Σ᾽ ἕνα σπίτι ἄκουσα ὅτι εἶσαι ὑπερήφανος. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι. –Σὲ ἄλλο σπίτι σὲ κατηγοροῦν ὅτι εἶσαι πόρνος. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι. –Ἄλλοι λένε πὼς εἶσαι κλέφτης. –Ναί, εἶμαι. –Ἀλλοῦ σὲ κατηγοροῦν ὅτι εἶσαι θυμώδης. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι· παρακάλει τὸ Θεὸ νὰ μ᾽ ἐλεήσῃ. –Λένε ἀκόμα πὼς εἶσαι καὶ μοιχός. –Ναί, παιδί μου, εἶμαι. –Κάποιοι μοῦ εἶπαν, ὅτι εἶσαι αἱρετικός. –Τί, αἱρετικός; ὄχι, παιδί μου, αἱρετικὸς δὲν εἶμαι!… Ὅλα τὰ δέχτηκε ὁ ἀσκητής, γιατὶ ἦταν ἅγιος κ᾽ εἶχε ταπείνωσι· τὴν κατηγορία τοῦ αἱρετικοῦ δὲν τὴ δέχτηκε, γιατὶ ἦταν ὄντως ὀρθόδοξος. Σήμερα πᾶνε στὸν πνευματικὸ καὶ ζητοῦν νὰ δικαιωθοῦν. Ἐγὼ δὲν ἔκανα τίποτα! λένε. Μὰ ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει λεπτὸ κόσκινο, ζυγαριὰ φαρμακείου. Ἂν μᾶς κοσκινίσῃ ὁ ἄγγελος!…
Μά, ἀφοῦ δὲν ἦταν πόρνος, θὰ πῆτε, γιατί ἔλεγε πὼς εἶνε; Δὲν ἁμαρτάνεις μόνο μὲ τὸ κορμί· κ᾽ ἕνα βλέμμα κ᾽ ἕνα λογισμὸ νὰ δεχτῇς μέσα σου, πάει, τὴν ἔκανες τὴν καρδιά σου οἶκο ἀνοχῆς. «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός…» (Ψαλμ. 50,12). Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· Ὅποιος δῇ γυναῖκα μὲ βλέμμα φιλήδονο, ἁμάρτησε, «ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. 5,28). Ἂν περάσῃς ἀπὸ ἕνα περιβόλι καὶ πῇς «Ἄχ νὰ τά ᾿χα ἐγὼ αὐτά», ἔγινες κλέφτης μὲ τὴ διάθεσι. Καὶ ἂν μέσα σου δεχθῇς γιὰ κάποιον λογισμὸ μίσους, ἔ τὸν σκότωσες· «πᾶς ὁ μισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί» (Α΄ Ἰω. 3,15).
Ἀπὸ
τὶς εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας ὡραία εἶνε ἐκείνη τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ γονατίζουμε
καὶ λέμε· «Σοὶ μόνῳ ἁμαρτάνομεν, ἀλλὰ καὶ σοὶ μόνῳ λατρεύομεν» (γ΄). Εἴμαστε ἁμαρτωλοί,
ἀλλ᾽ ὄχι ἀσεβεῖς καὶ αἱρετικοί.
Αὐτὴ
εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας. Μερικὲς πτυχὲς σᾶς ἔδειξα· ἱερὰ παράδοσις, μυστήριο θείας
εὐχαριστίας, ἐν Χριστῷ ἐλευθερία, ἁγιότης. Δὲν τελειώσαμε ὅμως· θὰ συνεχίσουμε
καὶ θὰ ὁλοκληρώσουμε σὺν Θεῷ τὸ βράδυ.
Β΄
μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας ποὺ ἔγινε στὴν αἴθουσα τοῦ συλλόγου «Τρεῖς Ἱεράρχαι»
Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 26-2-1961 βράδυ.
ΑΓΙΕ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΕ ΚΑΝΤΙΩΤΗ ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ ΑΓΙΟΣ ΤΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΕΝΑΣ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΡΕΣΒΕΥΕ ΓΙΑ ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ!
Αλεξανδρος
Θαυμάσιο κήρυγμα εκφώνησε σήμερα στο μητροπολιτικό ναό του Αγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης ο μητροπολίτης Θεόκλητος στα πλαίσια του οποίου κατονόμασε στεντορεία τη φωνή σαν αιρέσεις τον παπισμό, τον προτεσταντισμό, τον οικουμενισμό και το συγκρητισμό ικανοποιώντας αφάνταστα το ορθοφρονούν ποίμνιο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛ.Ν.