25 Μαΐ 2012

Η Κυριακή των Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στο βιβλίο των θρησκευτικών Ε΄Δημοτικού του 1976


Η ΠΡΩΤΗ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
Εισαγωγή
Ὁ Κύριος ἔφαγε μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές του τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο. Σὰν ἔφυγε Ἰούδας Ἰσκαριώτης, γιὰ νὰ πάη νὰ τὸν παραδώση στοὺς γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους, ἄρχισε νὰ τοὺς μιλάη καὶ νὰ τοὺς δίνη τὶς τελευταῖες του παραγγελίες. Πόσο περίλυπη ἦταν ψυχή του! Παιδιά μου, τοὺς εἶπε, λίγο ἀκόμη εἶμαι μαζί σας. Θὰ μὲ ζητᾶτε καὶ δὲ θὰ μὲ βρίσκετε. Σᾶς δίνω μιὰ καινούργια συμβουλή, νὰ ἀγαπᾶτε ἕνας τὸν ἄλλο, ὅπως σᾶς ἀγάπησα κι ἐγώ. Ἔτσι θὰ μάθουν ὅλοι πὼς εἶστε μαθητές μου, ἂν ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας.
Μίλησε πολλὴ ὥρα Κύριος καὶ στὸ τέλος σήκωσε τὰ χέρια του ψηλὰ στὸν οὐρανὸ καὶ μπροστὰ στοὺς μαθητές του προσευχήθηκε.

Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην (κεφ. ιζ´, 1 - 13).
Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐπάρας Ἰησοῦς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανόν, εἶπε· πάτερ ἐλήλυθεν ὥρα δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ υἱός σου δοξάσῃ σε.
Καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν δέδωκας αὐτῷ, δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον.
Αὕτη δὲ ἐστιν αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν.
Ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα, δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω.
Καὶ νῦν δόξασόν με σύ, Πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ, εἶχον, πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί.
Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. Σοὶ ἧσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι.
Νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν.
Ὅτι τὰ ρήματα, δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς. καὶ αὐτοὶ ἔλαβον καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς, ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας. Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ, οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὦν δέδωκάς μοι, ὅτι σοὶ εἰσι.
Καὶ,τὰ ἐμὰ, πάντα σὰ ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς.
Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι.
Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου, δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἕν, καθὼς ἡμεῖς.
Ὅτε ἥμην μεταὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ υἱὸς τῆς ἀπωλείας ἵνα γραφὴ πληρωθῇ.
Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι καὶ λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ, ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.
Ἐξήγηση
Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ σηκώσας Ἰησοῦς τὰ μάτια του στὸν οὐρανὸ εἶπε: Πατέρα ἦρθε ὥρα δόξασε τὸν υἱό σου, γιὰ νὰ σὲ δοξάση καὶ υἱός σου,
καθὼς τοῦ ἔδωκες ἐξουσία σὲ κάθε ἄνθρωπο, γιὰ νὰ δώση σὅλους ὅσους τοῦ ἔδωκες ζωὴ αἰώνιο.
Κι αὐτὴ εἶναι ζωὴ αἰώνιος τὸ νὰ σὲ γνωρίζουν ἐσένα τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, καθὼς καὶ τὸν ἀπεσταλμένο σου, τὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἐγὼ σὲ δόξασα στὴ γῆ, τελειώνοντας τὸ ἔργο ποὺ μοῦ ἔδωσες νὰ κάνω.
Καὶ τώρα δόξασέ με ἐσὺ πατέρα μὲ τὴ δόξα ποὺ εἶχα κοντά σου, πρὶν νὰ γίνη κόσμος.
Ἐφανέρωσα τὸ ὄνομά σου στοὺς ἀνθρώπους ποὺ μοῦ ἔδωκες ἀπὸ τὸν κόσμο. Δικοί σου ἦταν καὶ τοὺς ἔδωκες σὲ μένα καὶ τὸν λόγο σου φύλαξαν.
Τώρα ἔνιωσαν ὅτι ὅλα ὅσα μοῦ ἔδωκες ἀπὸ σένα εἶναι.
Πὼς τὰ λόγια ποὺ μοῦ ἔδωκες τοὺς τὰ ἔδωσα, κι αὐτοὶ τὰ πῆραν κι ἔνιωσαν ἀληθινὰ πὼς ἀπὸ σένα βγῆκαν, καὶ πίστεψαν, πὼς σὺ μἔστειλες.
Ἐγὼ γιαὐτοὺς παρακαλῶ, δὲν παρακαλῶ γιὰ τὸν κόσμο, παρὰ γιὰ ὅσους μοῦ ἔδωσες γιατὶ δικοί σου εἶναι.
Καὶ τὰ δικά μου εἶναι ὅλα δικά σου καὶ τὰ δικά σου δικά μου καὶ αὐτοὶ μὲ δόξασαν.
Καὶ δὲν εἶμαι πιὰ στὸν κόσμο ἀλλὰ αὐτοὶ εἶναι στὸν κόσμο, κι ἐγὼ ἔρχομαι σὲ σένα. Πατέρα ἅγιε, φύλαξέ τους (πιστοὺς) στὸ ὄνομά σου γιὰ νὰ εἶναι ἑνωμένοι ὅπως κι ἐμεῖς.
Ὅταν ἤμουν μαζί τους στὸν κόσμο ἐγὼ τοὺς φύλαγα (πιστοὺς) στὸ ὄνομά σου. Αὐτοὺς ποὺ μοῦ ἔδωκες τοὺς φύλαξα καὶ κανεὶς ἀπαὐτοὺς δὲ χάθηκε παρὰ μόνο γιὸς τῆς ἀπωλείας, Ἰούδας, γιὰ νἀληθέψη Γραφή. Καὶ τώρα ἔρχομαι σὲ σένα κι αὐτὰ τὰ λέγω ἐδῶ στὸν κόσμο γιὰ νὰ ἔχουν τὴ χαρά μου, ὁλόκληρη μέσα τους.
Ρητό: «Εἰς τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρδ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω». (Γαλατ. αʹ, 9).
ΟΜΙΛΙΑ
«Τῶν ἁγίων Πατέρων χορός, ἐκ τῶν τῆς οἰκουμένης περάτων συνελθών, Πατρός τε καὶ Υἱοῦ καὶ Πνεύματος ἁγίου μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισε καὶ φύσιν». Ἀρχίζω τὴν ὁμιλία μου μαὐτὰ τὰ ὡραῖα λόγια ποὺ Ἐκκλησία μας ψάλλει σήμερα ἐξυμνώντας τὸ ἔργο τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου, ἀπὸ ὅλη τὴν οἰκουμένη, μαζεύτηκαν τὸ 325 μ.Χ. στὴν Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας οἱ ἅγιοι Πατέρες γιὰ τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Εἶχαν περάσει οἱ διωγμοί, τὰ μαρτύρια, οἱ κατακόμβες. Τώρα Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δὲν κρύβεται καὶ δὲν διώκεται. Τώρα ἀνυψώθηκε σὲ θρησκεία τῶν αὐτοκρατόρων. Τώρα τὰ στέμματα τὰ στολίζει Τίμιος Σταυρὸς καὶ τὰ ρωμαϊκὰ φλάμπουρα μὲ τοὺς ἀετούς, ἀντικατέστησε τὸ λάβαρο μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ μὲ τὰ οὐράνια λόγια: « Ἐν τούτῳ νίκα».
Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ νίκησε τοὺς ἐξωτερικοὺς ἐχθρούς της. Τώρα παρουσιάστηκαν νέοι ἐχθροί, ἐσωτερικοί. Εἶναι βγαλμένοι ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἀπειλητικὸς χείμαρρος ποὺ ἀπειλεῖ νὰ παρασύρη τὰ πάντα, εἶναι οἱ αἱρέσεις.
Τί ἦταν οἱ αἰρέσεις; Παρέκκλιση ἀπὸ τὰ ὀρθὰ δόγματα τῆς πίστης. Ἀπὸ τὶς βασικὲς ἀλήθειες τῆς θρησκείας μας.
Μιὰ αἵρεση ποὺ κράτησε πολλὰ χρόνια, ἦταν ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Ὁ Ἄρειος, παπὰς στὴν Ἀλεξάντρεια, παραδεχόταν πὼς ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἴσος στὴ δύναμη μὲ τὸ Θεὸ πατέρα. Ὅτι ὁ Χριστὸς πλάστηκε σὰν ὅλα τὰ ἄλλα ὄντα καὶ δὲν ὑπῆρχε ἀπὸ τότε ποὺ ὑπῆρχε καὶ ὁ Θεός. Μὲ τὴ διδασκαλία του αὐτή, παρουσίαζε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ σὰν ἄνθρωπο μόνον. Σὰν κτίσμα καὶ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ αἵρεση ἦταν σοβαρή. Ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦσε νὰ πιστέψη στὴ διδασκαλία τοῦ Ἀρείου ποὺ παρουσίαζε τὸ Χριστὸ σὰν κτίσμα καὶ ὄχι ὑπάρχοντα ἀπὸ τότε ποὺ ὑπῆρχε καὶ ὁ Θεός. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἔπρεπε νὰ πάρη μιὰ ἀπόφαση γιὰ νὰ προστατεύση τὸ πλήρωμά της, τοὺς χριστιανούς της, ἀπὸ τὶς ἐπικίνδυνες αὐτὲς δοξασίες, ἀπὸ τὰ ἐπικίνδυνα αὐτὰ κηρύγματα, Ἔπρεπε νὰ ἀποδείξη τὴ θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ καταδικάση μιὰ γιὰ πάντα τὸν Ἄρειο καὶ ὅσους πίστευαν σ’ αὐτόν.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος κάλεσε στὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Τριακόσιοι δέκα ὀχτὼ Πατέρες μαζεύτηκαν ἐκεῖ. Ἦταν παρὼν καὶ ὁ Ἄρειος.
Ὑποστήριξε τὴ διδασκαλία του μὲ δύναμη μεγάλη, γιατί ἦταν καλὸς ρήτορας.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅμως, αὐτὸ φώτισε τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, αὐτὸ καὶ τώρα ἀόρατα φώτιζε καὶ εὐλογοῦσε τὴ σκέψη τῶν ἁγίων ἐκείνων ἀνδρῶν, γιὰ νὰ βροῦν ἐπιχειρήματα νὰ πολεμήσουν τὴ βλάσφημη διδασκαλία τοῦ Ἀρείου. Τὸ ἅγιο Πνεῦμα ὁδηγητὴς σὲ ὅλο τὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ βάσταξε ἡ Σύνοδος τῆς Νικαίας, βοήθησε νὰ διατυπώσουν τὸ «Πιστεύω» μας πρὸς τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, μὲ τὰ παρακάτω λόγια: «Εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ, τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ παντων τῶν αἰώνων. Φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα, οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο».
Αὐτὴ ἦταν ἡ ὁρθή, ἡ ἀληθινή, ἡ σύμφωνη μὲ τὴν πίστη τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας διδασκαλία. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἄρειος ἀναθεματίστηκε καὶ διώχτηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας σὰν αἱρετικός.
Ἦταν ἅγιοι οἱ ἄντρες ἐκεῖνοι ποὺ ἔκαναν τὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Θεοφόρους τοὺς ἀποκαλεῖ ἡ ἐκκλησία, γιατὶ πράγματι τὸ Θεὸ ἔφεραν μέσα τους. Θέρμαινε τὴν ψυχή τους ἡ πίστη ἡ ἀληθινή. Μαζεμένοι ἐκεῖ στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἤξεραν ὅτι ἀόρατα βρίσκεται κι αὐτὸς μαζί τους καὶ τοὺς δυναμώνει στὸ ἔργο τους.
Τὸ ἔργο τῶν ἁγίων Πατέρων, ἔργο μεγάλο, ἔμεινε στοὺς αἰῶνες ποὺ πέρασαν καὶ θὰ μείνη πάντοτε ὅσο θὰ ὑπάρχη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἔδειξε τὸ δρόμο ποὺ πρέπει ν’ ἀκολουθοῦμε ὅσες φορὲς παρουσιάζονται ἄνθρωποι ποὺ διδάσκουν ἀντίθετα ἀπὸ ὅσα γραπτὰ καὶ προφορικὰ μᾶς παρέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου μας. Αὐτὸν τὸν δρόμο ἀκολούθησε ἡ Ἐκκλησία μας καὶ ἀργότερα. Αὐτὸν τὸν δρόμο θὰ ἀκολουθήση καὶ τώρα καὶ στὸ μέλλον, ὅσες φορὲς θὰ παρουσιάζωνται ψευτοδιδάσκαλοι καὶ ψευτοπροφῆτες. Κάθε χρόνο ἐμεῖς μαζεμένοι στὴν Ἐκκλησία μας θὰ τιμοῦμε τὴ μνήμη τους καὶ θὰ ψάλωμε τοὺς ὡραίους ὕμνους μας τοὺς γεμάτους εὐγνωμοσύνη καὶ θαυμασμὸ καὶ θὰ τοὺς παρακαλοῦμε νὰ δυναμώνουν τὴν πίστη μας στὸν Κύριο καὶ Θεό μας, στὸν Ἰησοῦ Χριστό μας. Γιατὶ ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, αὐτὸς εἶναι ὁ Θεός μας, «ὁ Ἰησοῦς Χριστός, χθὲς καὶ σήμερον, ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας». (Ἑβρ. ιγ´, 8).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου