30 Δεκ 2008

Τι σημαίνει «χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας».

* Τα επιχειρήματα τα οποία παρατίθενται υπέρ του χωρισμού είτε στηρίζονται σε ανύπαρκτες προϋποθέσεις είτε στερούνται αντικειμένου

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Ν. ΜΑΡΙΝΟΣ
Επανήλθε και πάλι στην επικαιρότητα το ζήτημα του χωρισμού Κράτους και Εκκλησίας και, ως συνήθως, επανήλθε εξ αφορμής θέματος ασχέτου και ειδικότερα εξ αφορμής του θορύβου ο οποίος δημιουργήθηκε με τη Μονή Βατοπεδίου του Αγίου Ορους.

Τα επιχειρήματα τα οποία παρατίθενται υπέρ του χωρισμού είτε στηρίζονται, ως συνήθως, σε ανύπαρκτες προϋποθέσεις, είτε στερούνται αντικειμένου και πάντως από αυτά συνάγεται ότι όσοι ομιλούν για τον χωρισμό ή για τους «διακριτούς ρόλους Εκκλησίας και Πολιτείας», κατά τη νεωτέρα διατύπωση της μόδας, δεν έχουν ως σκοπό την «ολοκλήρωση της Δημοκρατίας» (άλλη καραμέλα αυτή), αλλά οι περισσότεροι από αυτούς επιδιώκουν την αποθρησκευτικοποίηση του λαού μας και κυρίως της νεολαίας μας όπως ζητούν οι εν γένει «δημοκρατικές δυνάμεις» του πολιτικού ή μάλλον του κομματικού φάσματος.
Την 21η Σεπτεμβρίου 2008 εδημοσιεύθη στην έγκριτη εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» σύντομο κείμενο του καθηγητού κ. Θ. Π. Λιανού με το οποίο ο κ. Καθηγητής επαναφέρει το θέμα του χωρισμού Κράτους και Εκκλησίας ως «μια καλή πρόταση» επειδή η Εκκλησία είναι ένας πολιτικο-οικονομικός οργανισμός και ασκεί ανεξάρτητη εξουσία όχι πάντοτε για το καλό των πολιτών».

Αυτά λέγει ο κ. Καθηγητής και από αυτά και τις εν συνεχεία προτάσεις του αποδεικνύεται ότι αγνοεί βασικές αρχές του θέματος.

Προτείνει λοιπόν, αφού πρώτα δηλώνει κατηγορηματικά ότι πρέπει να πάψουν να είναι υποχρεωτικές η βάπτιση των παιδιών και οι κηδείες, τα εξής:
α)
Το όνομα του παιδιού να δηλώνεται από τους γονείς κατά τη γέννηση, η δε τέλεση βάπτισης (εάν θα γίνει, πού και πώς) είναι θέμα των γονέων. Η πρόταση αυτή του κ. Καθηγητού είναι άνευ αντικειμένου διότι αυτά που προτείνει ισχύουν στην Ελλάδα εδώ και πολλά πολλά χρόνια, δοθέντος ότι η ονοματοδοσία του παιδιού είναι, κατά τον Αστικό Κώδικα (άρθρο 1518), αποκλειστικό δικαίωμα του έχοντος την επιμέλεια του παιδιού, ο οποίος προβαίνει στην ονοματοδοσία ενώπιον του ληξιάρχου, η δε βάπτιση είναι αρμοδιότης και δη αποκλειστική της Εκκλησίας εφόσον συντρέχουν οι κατά τους Ιερούς Κανόνες προϋποθέσεις και υπό την απαραίτητη συναίνεση του έχοντος την επιμέλεια του τέκνου, όπως συνάγεται από τα άρθρα 13 και 16 του Συντάγματος.

Αλλωστε η βάπτιση δεν αποτελεί τρόπον ονοματοδοσίας, αλλά τρόπον εισόδου του βαπτιζομένου εις την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία.

Και είναι μεν αληθές ότι ο τελών το μυστήριον της βαπτίσεως ιερεύς εκφωνεί το όνομα του βαπτιζομένου, αυτό όμως είναι το όνομα το οποίο δίδει ο γονιός στο παιδί και το οποίον θα αναγραφεί στη ληξιαρχική πράξη γεννήσεως που θα καταχωρηθεί στο Ληξιαρχείο ως δήλωση ονοματοδοσίας εκ μέρους του γονιού. Αυτά όλα ο κ. Καθηγητής δεν τα γνωρίζει;
β) Ο τρόπος ταφής των νεκρών είναι θέμα του Κράτους, το εάν δε θα γίνει κηδεία και πού και πώς είναι θέμα των συγγενών. Και εδώ όμως ο κ. Καθηγητής συγχέει κάπως τα πράγματα.

Ειδικότερα το εάν θα γίνει ταφή του σκηνώματος του νεκρού ή αποτέφρωση αυτό δεν είναι θέμα του Κράτους αλλά του ιδίου του νεκρού (εφόσον έχει κάνει δήλωση εν ζωή), άλλως των εγγυτέρων συγγενών του. Τα ίδια ισχύουν και για το εάν θα γίνει κοσμική ή θρησκευτική κηδεία.
γ) Να σταματήσει η χρηματοδότηση της Εκκλησίας από το Κράτος. Θα πρέπει όμως ο κ. Καθηγητής να απαντήσει προηγουμένως επί του εξής ερωτήματος: «Εάν αύριο το Κράτος απαλλοτριώσει ένα ακίνητο του κ. Καθηγητού και δεν του δώσει αποζημίωση, δεν θα διαμαρτυρηθεί ότι παρεβιάσθη το ατομικό δικαίωμά του επί της ιδιοκτησίας;

Για να μη διαμαρτύρεται λοιπόν και η Εκκλησία, χιλιάδες στρέμματα της οποίας (για να μην πω εκατομμύρια) της άρπαξε το Κράτος από της συστάσεώς του μέχρι και του σωτηρίου έτους 1952 χωρίς να πληρώσει ούτε μια δραχμή, γι' αυτό της δίδει σήμερα χρηματοδότηση. Και μη μας πει ο κ. Καθηγητής πού τα βρήκε η Εκκλησία τα στρέμματα αυτά, διότι τότε αρχίζει μια άλλη συζήτηση που δεν έχει τέλος.
Όσον αφορά το ζήτημα εάν και κατά πόσον η Εκκλησία ευρίσκεται εις παρακμήν, ως ισχυρίζεται ο κ. Καθηγητής, αυτό οφείλεται (και εάν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα) κατά μεγάλο ποσοστό σε όλους αυτούς (λαϊκούς και κυρίως κληρικούς) οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η Εκκλησία δεν πρέπει να ομιλεί, αλλά να περιορίζεται στα θρησκευτικά της αμιγώς καθήκοντα, δηλαδή να κάνει μόνο λειτουργίες, μυστήρια και μνημόσυνα, με άλλα λόγια να περιθωριοποιηθεί και να αποκοπεί, κατά παράβαση της αποστολής της, από την κοινωνία.

Και όσοι λαϊκοί το ζητούν αυτό θέλουν (όσοι θέλουν) να αποθρησκευτικοποιηθεί ο λαός μας και κυρίως η νεολαία, οι κληρικοί όμως οι οποίοι έχουν την ίδια αντίληψη δεν αντιλαμβάνονται τον εξ αυτού κίνδυνο.
Οσον αφορά το περιεχόμενο του όρου «χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας» θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να αναλυθεί σωστά ώστε να γίνει σαφές σε τι ακριβώς συνίσταται και να αντιληφθούν οι περισσότεροι από αυτούς που ζητούν τον χωρισμό τι είναι ακριβώς αυτό που ζητούν, εν όψει της ιστορικής εξελίξεως του καθεστώτος των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας τόσο διεθνώς όσο και στον ελλαδικό χώρο.

Ούτε χρόνος όμως υπάρχει για την ανάλυση αυτή, ούτε διαθέτει η φιλόξενη αυτή Εφημερίδα τον απαιτούμενο χώρο. Ας αφήσουμε λοιπόν την ανάλυση αυτή για άλλον χρόνο, αρμοδιότερο.
Τέλος, θα ήθελα να απευθύνω προς τον κ. Λιανό την εξής παρατήρηση και είναι αυτονόητο ότι μπορεί να την απορρίψει με αγανάκτηση, εάν δεν του αρέσει: είναι τουλάχιστον άκομψον να χαρακτηρίζει ως «άφρονα πολιτική» τις ενέργειες του Μεγάλου Αρχιεπισκόπου Μακαριστού Χριστοδούλου.

Πηγή :http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=6&artid=18649

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου