19 Απρ 2024

Ἀναθεώρησις Συντάγματος καὶ θρησκευτικὴ οὐδετερότης

 

Ἀναθεώρησις Συντάγματος καὶ θρησκευτικὴ οὐδετερότης

Ὑπὸ τοῦ Δρ. Ἀλεξίου Παναγοπούλου, Ἀκαδημαϊκοῦ & Καθηγητοῦ

(Phd Δρ. Νομικῶν & Πολιτικῶν Ἐπιστημῶν, Phd Δρ. Βιοηθικῆς, Phd Δρ. Θεολογίας, Post Doc Δικαίου, Habil.,-Διπλωμ. Ὑφηγητῆ, Καθηγητῆ Νομικῆς Δ.Δικαίου Fpsp, & Ἀκαδημαϊκοῦ MCA)

   Τὸ ἱστορικὸ προοίμιο τοῦ Ἑλλ. Συντάγματος ἢ ἀλλιῶς ἡ Προμετωπίδα σὰν νὰ ἐνοχλεῖ κάποιους σήμερα, ἐπειδὴ στὸν 21ο αἰῶνα προτάσσεται ἔναντι τοῦ Συντάγματος ἡ ἱερὰ ἐπίκληση «εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος».

   Γιὰ κάποιους ποὺ δὲν γνωρίζουν τὴ Συνταγματική μας Ἱστορία ἢ δὲν ἀποδέχονται τὸ Ἐκκλησιαστικὸ καὶ Κανονικὸ Δίκαιο, αὐτὴ ἡ Προμετωπίδα προσδίδει γι’ αὐτοὺς δῆθεν θεοκρατικὸ χαρακτῆρα στὸ ἴδιο τὸ θεμέλιο τῆς συνταγματικῆς τάξης. Πιθανὸν ξεχνοῦν τοὺς βασικοὺς συνιδρυτὲς αὐτοῦ, ὅτι οἱ ἥρωες πρόγονοί μας τὸ αὐτὸ ἐπέλεξαν οἱ ἴδιοι, γιατί οἱ ἴδιοι πίστευαν ὅτι ἐλευθερώθηκαν ἀπ’ τὸ Ζυγὸ γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴ Πίστη τὴν Ἁγία καὶ κατόπιν τῆς Πατρίδος τὴν Ἐλευθερία. Προσωπικὰ νιώθω περήφανος ποὺ ἔχω καταγωγὴ ἀπὸ πρόγονο ποὺ πρωτοστάτησε στὴν ἀπελευθέρωση καὶ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Λαύρας Καλαβρύτων, τῆς ὁποίας πολιοῦχος εἶναι ὁ ἅγιος στὰ λείψανα τοῦ ὁποίου ὁρκίστηκαν καὶ τοῦ ὁποίου φέρω καὶ τὸ ὄνομά του, ὡς πνευματικὸ κληρονόμημα ἐκ τῶν προγόνων μου τοῦ ἔνδοξου ἐκείνου τόπου τοῦ Μωριᾶ. Ἐὰν κάποιος δὲν ἔχει ἄμεσα ἔνδοξους προγόνους, ἔχει σίγουρα ἔμμεσα, γιατί στὸν ἡρωϊκὸ τόπο τοῦτο οἱ ἥρωες ἦταν πολὺ περισσότεροι ἀπ’ τοὺς ἐφιάλτες καὶ τοὺς νενέκους.

  Ἡ προμετωπίδα αὐτὴ ὡς προοίμιο τοῦ Ἑλλ. Συντάγματος, δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο πέρα ἀπ’ τὸ σεπτὸ προοίμιο τῆς Διακήρυξης τῆς Ἀνεξαρτησίας, ποὺ προτάσσεται τοῦ Ἑλλ. Συντά­γματος τῆς Ἐπιδαύρου ὡς τῆς ἀπόλυτης καταστατικῆς καὶ ἡρωϊκὰ γενέθλιας πράξης τοῦ νέου ἑλληνικοῦ Κράτους. Εἶναι τὸ προοίμιο τῆς καταστατικῆς πράξης τῆς μετὰ ἀπὸ αἱματηρὲς ἡρωϊκὲς θυσίες γιὰ τὴ «πολιτικὴ ὕπαρξη καὶ ἀνεξαρτησία» τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, ποὺ κηρύχθηκε διὰ τῶν νομίμων παραστατῶν του «εἰς ἐθνικὴν συνηγμένων συνέλευσιν ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων ἐν Ἐπιδαύρῳ», ὅπως ἤδη ἔχω ἀναφέρει καὶ σὲ βιβλίο μου: Ἀνθρώπινα Δικαιώματα, σύνταγμα, πολίτης, παγκοσμιοποίηση καὶ κράτος δικαίου, Ἀθήνα 2023.

   Ἡ διατήρηση τῆς Συνταγματικῆς Προμετωπίδας δηλ. τοῦ προοιμίου εἶναι μία ὕψιστη συνταγματικὴ νομικὴ πράξη ἱστορικῆς μνήμης καὶ σεβασμοῦ τῆς συνέχειας τοῦ νέου-ἑλληνικοῦ κράτους, δὲν εἶναι πράξη θρησκευτικοῦ θεοκρατισμοῦ ἢ χρωματισμοῦ, ποὺ δῆθεν προσβάλλει τὸ θρησκευτικὸ φρόνημα καὶ τὶς κοσμοθεωρίες ἢ φιλοσοφικὲς πεποιθήσεις τῶν μὴ χριστιανῶν ἤ τῶν μὴ ὀρθοδόξων.

  Ἡ Προμετωπίδα ἢ τὸ προοίμιο ἐνῷ δὲν ἔχει κανονιστικὸ περιεχόμενο, προβάλλει τὸ ἦθος καὶ τὴ συνέπεια στὶς ἀρχὲς τῶν προγόνων μας, ἔτσι παρέμεινε καὶ διατυπωμένο σὲ καθαρεύουσα, ἀκόμα καὶ μετὰ τὴ μεταγλώτισση τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος στὴ δημοτικὴ γραφὴ μὲ τὸ Β’ Ψήφισμα τῆς ΣΤ’ Ἀναθεωρητικῆς Βουλῆς.

  Χαρακτηριστικὰ ἂς ἀναφέρουμε ὅτι καὶ τὸ Σύνταγμα τῆς Ἰρλανδίας τοῦ 1937/1987 ἐπικαλεῖται τὴν Ἁγία Τριάδα, τὸ Σύνταγμα τῆς Ἑλβετίας τοῦ 1874 τὸ ὄνομα τοῦ Παντοδύναμου Θεοῦ, ἡ Διακήρυξη τῆς Ἀνεξαρτησίας τῶν ΗΠΑ τοῦ 1776 ἐπικαλεῖται τὴ «Μαρτυρία τοῦ Ἀνωτάτου Κριτῆ τοῦ Σύμπαντος», μὲ ἐμπιστοσύνη στὴ «Προστασία τῆς Θείας Πρόνοιας», δίχως νὰ θίγει τὴ θρησκευτικὴ οὐδετερότητα τοῦ Κράτους. Στὸ Προοίμιο τοῦ Θεμελιώδους Νόμου τῆς Βόννης τοῦ ἔτους 1949 ὑπάρχει ἡ «Συνείδηση τῆς Εὐθύνης ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν Ἀνθρώπων». Τὰ προοίμια αὐτά, ἐνῷ δὲν ὑποδηλώνουν ὅλα χριστιανικὴ ἢ ὀρθόδοξη πίστη, ὅμως εἶναι θρησκευτικοῦ χαρακτήρα καὶ ἀποδίδουν σεβασμὸ στὸ Δημιουργό, ὅπως ὁ κάθε λαὸς τὸ κατανοεῖ καὶ τὸ βιώνει.

Ἡ ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος δὲν εἶναι μία παρωχημένη ἀντίληψη, ἀλλὰ εἶναι νομικὴ καὶ ἱστορικὴ ἐπανάληψη τῆς προμετωπίδας τῶν συνθηκῶν ποὺ συνήπτοντο καὶ μεταξὺ τῶν εὐρωπαίων χριστιανῶν μοναρχῶν καὶ κατὰ τὴ περίοδο τῆς ἀπόλυτης μοναρχίας. Οἱ ἐπιστολὲς καὶ ἡ δημόσια ἀλληλογραφία τῶν Ὀρθοδόξων ἡγεμόνων πάντα θὰ εἶχαν τὴν ἐπίκληση εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἐπίκληση τοῦ θείου ὡς invocatio dei, στὴ δημόσια ἀλληλογραφία τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς καὶ στὸ Ἀνατολικὸ Ρωμαϊκὸ Κράτος ἦταν πάντοτε δημόσια καὶ ἐμφανῆ. Καθὼς ἐπίσης καὶ στὴν ἐπαναστατικὴ ἀλληλογραφία μεταξὺ τῶν ἀγωνιστῶν ὁπλαρχηγῶν τῶν Ἑλλήνων. Τὸ Τριαδικὸ Δόγμα ποὺ μνημονεύεται στὴ Προμετωπίδα δὲν εἶναι μόνο Ὀρθόδοξο, ἀλλὰ εὐρύτερης ἀποδοχῆς εὐρωπαϊκὸ χριστιανικὸ δόγμα. Ἡ Διακήρυξη τῆς Ἀνεξαρτησίας ποὺ ἔγινε στὴν Ἐπίδαυρο, κι ὁλόκληρο τὸ «κεκτημένο» τῆς ἑλληνικῆς συνταγματικῆς ἱστορίας συνοψίζει καὶ ἀναφέρεται στὸ προοίμιο τῆς αὐτοσυνειδησίας μας γιὰ τὸ σύγχρονο Σύνταγμα ποὺ ἔχει συνείδηση τῆς ἱστορικῆς προέλευσής του κι ὁ κοινὸς νομοθέτης.

Καλὸ θὰ ἦταν νὰ ἀσχολούμαστε περισσότερο μὲ τὴ συνταγματικὴ καὶ ἱστορικὴ αὐτογνωσία μας καὶ μὲ τὴν ἀνάδειξη τῶν μεγάλων προσωπικοτήτων τοῦ Γένους μας ποὺ σφράγισαν μὲ τὴ παρουσία τους καὶ τὸ ἔργο τους γιὰ τὸ σήμερα καὶ τὸ αὔριο τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὅπως καὶ σημειώνω στὸ πρόσφατο βιβλίο μου: Εὐρωπαϊκοὶ Θεσμοί, ἔθνη κράτη καὶ παγκοσμιοποίηση.

Τὸ Πολιτικὸν αἴτημα τοῦ συνταγματικοῦ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας & Κράτους

 Ἡ διάκριση τῶν σχέσεων Κράτους καὶ Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μὲ τὴν ἐνδεχόμενη κατάργηση τοῦ ἄρθρου 3 καὶ τῆς ἱστορικῆς προμετωπίδας ἢ προοιμίου τοῦ Ἑλλ. Συντάγματος ἀποβλέπουν πιθανὸν στὸ περιορισμὸ τῆς «θρησκείας» μέσα στὸ χῶρο τῆς «ἰδιωτικότητας».

  Ὅσοι ὑποστηρίζουν τὴν ἄποψη γιὰ μία θρησκευτικὴ οὐδετερότητα τοῦ Κράτους, δηλ. νὰ παύσει ἡ ἀνάμειξη τοῦ Κράτους μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Ἐθιμοτυπία, δηλαδὴ ἡ παύση τῆς παρουσίας πολιτικῶν σὲ θρησκευτικὲς τελετές, στρατιωτικὰ ἀγήματα σὲ λιτανεῖες, ἐπίσημες δοξολογίες, ὁρκωμοσίες πολιτικῆς ἡγεσίας, πιθανὸν νὰ ἀγνοοῦν βασικὲς συνταγματικὲς προϋποθέσεις.

Οἱ τάσεις γιὰ θρησκευτικὴ οὐδετερότητα ταυτίζουν τὶς σχέσεις Κράτους καὶ Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μὲ τὸ διὰ-χωρισμὸ τῆς κοινωνίας καὶ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ ὅπως εἴπαμε ἀγνοοῦν τὸ κανονικὸ δίκαιο ἢ δὲν τὸ ἀποδέχονται, ἀφοῦ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνο ὁ κλῆρος, ἀλλὰ ὁ κλῆρος μὲ τὸ λαό. Ἐσφαλμένα καὶ πιθανὸν ἀπὸ παρερμηνεία παραθεωροῦν ὅτι τὸ μέτρο τῆς θρησκευτικότητος τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, δηλ. τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, δὲν εἶναι νομικὸ ζήτημα, οὔτε χρῄζει ρύθμισης μὲ κανόνες δικαίου καὶ μάλιστα αὐξημένης τυπικῆς ἰσχύος.

Τὰ ἤθη καὶ ἔθιμα τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ δὲν νομοθετήθηκαν, δὲν ἐπιβλήθηκαν μὲ νόμο, γιὰ νὰ καταργηθοῦν μὲ νόμο, οὔτε ἡ διατήρησή τους ἔχει σχέση μὲ τὴ νομοθεσία. Εἶναι γέννημα τῆς ἁπλῆς καὶ ἄδολης ψυχῆς τοῦ Ἕλληνα, μὲ τὸ Ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα καὶ τὴ μαρτυρία του μέσα στὸ κοινωνικὸ γίγνεσθαι τῆς Ἑλλάδος. Ἐὰν κάποιοι θεωροῦν ἐνοχλητικὴ τὴ παρουσία τῶν πολιτικῶν σὲ θρησκευτικὲς τελετὲς δὲν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο νομικῆς ρύθμισης, ἀλλὰ ἔχει σχέση μὲ τὴ ζωντανὴ σχέση τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας μὲ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση καὶ τὴ θρησκευτικὴ μαρτυρία κι ὄχι μὲ τὴ συνταγματικὴ θεσμικὴ σχέση τοῦ Κράτους καὶ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἂς τὸ ξεκαθαρίσουμε, ἡ παρουσία ἐκπροσώπων τοῦ Κράτους σὲ θρησκευτικὲς τελετὲς δὲν προβλέπεται σὲ νομοθετικὸ πλαίσιο οὔτε ἀπ’ τὸ ἄρθρο 3., τοῦ Ἑλλ. Συντάγματος.

Οἱ θρησκευτικὲς τελετὲς εἶναι ἡ ἀπόδοση τιμῆς σὲ ἥρωες καὶ ἁγίους μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, μέσῳ τοῦ ἱστορικοῦ ρόλου ποὺ διαδραμάτισαν γιὰ τὴν Ἐλεύθερη Ἑλλάδα ὡς χώρα μας. Ἡ συμμετοχὴ δὲν εἶναι ὑποχρεωτικὴ γιὰ ὅποιον θὰ ἔχει συνειδησιακὸ πρόβλημα, μπορεῖ ὁ κάθε πολιτικὸς ἢ πολίτης νὰ συμμετέχει μόνο στὸ πολιτικὸ μέρος τοῦ ὅλου ἐθνικοῦ ἢ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτασμοῦ, ὑπὸ τὶς εὐγενεῖς συνθῆκες τοῦ ἴσου σεβασμοῦ πρὸς ὅλους, πρβλ. παλιότερο βιβλίο μου: Ἱστορία Σύγχρονων Πολιτικῶν & Συνταγματικῶν Θεσμῶν, Ἑλλάδας- Εὐρώπης.

Ἔτσι καὶ τὰ σύμβολα σὲ δημόσιους χώρους δὲν θίγουν τὴν οὐδετερότητα, ἀφοῦ τὰ χριστιανικὰ σύμβολα σὲ δημόσιους χώρους θὰ πρέπει νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι συγκροτοῦν ἕνα ἱστορικὸ ἀπόθεμα, ἐκ τῆς σεβαστῆς ἱστορικῆς μνήμης τοῦ Γένους μας καὶ τοῦ πολιτειακοῦ συμβολισμοῦ, τὰ ὁποῖα δὲν συνιστοῦν καμία δήλωση θρησκευτικοῦ θεοκρατισμοῦ τοῦ Κράτους, οὔτε καὶ τὴν προσβολὴ τῆς θρησκευτικῆς Ἐλευθερίας τῶν μὴ χριστιανῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλὰ δηλώνουν ἐμφανῶς τὴν πολιτισμική, ἱστορικὴ καὶ νομικὴ συνείδηση ἑνὸς Γένους ἡρῴων καὶ μαρτύρων!

Ἤδη ἀπ’ τὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου καὶ γιὰ τὰ θρησκευτικὰ σύμβολα σὲ δημόσιους χώρους, ἔχει διευκρινιστεῖ νομικὰ ἡ διάσταση αὐτὴ τοῦ δεκτοῦ πολιτισμικοῦ συμβολισμοῦ. Στὴ νομολογία τοῦ Ἀνωτάτου αὐτοῦ Δικαστηρίου συναποτελοῦνται στοιχεῖα πολιτιστικῆς ταυτότητας τῆς κοινωνίας, ἡ διατήρηση ἐμπίπτει στὸ ἐπιτρεπτὸ περιθώριο ἐκτίμησης τοῦ κάθε Κράτους, ὅταν δὲν συνδυάζεται μὲ τὶς πρακτικὲς τῆς παραβίασης τῶν δικαιωμάτων ποὺ κατοχυρώνει ἡ Εὐρωπαϊκὴ Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου – ΕΣΔΑ.

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου